Life

Τι κάνουμε όταν... κρύβουμε τα τιμαλφή μας

Κάνουμε λάθη, όπως μας πληροφορούν τα σχετικά άρθρα. Υπάρχουν όμως ένα κάρο προτεινόμενες λύσεις διαφύλαξης τιμαλφών μας (σε άλλα άρθρα)

Μανίνα Ζουμπουλάκη
Μανίνα Ζουμπουλάκη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
gold-colored jewelries
© Tessa Wilson on Unsplash

Η Μανίνα Ζουμπουλάκη γράφει για τα σωστά και τα λάθος μέρη που πρέπει να κρύβουμε τα πολύτιμα αντικείμενα στο σπίτι μας.

Συνέχεια πετάγονται μπροστά στα αθώα ματάκια μου διάφορα κακο-μεταφρασμένα άρθρα «Πώς να κρύψετε τις τιμαλφή σας για περίπτωση διάρρηξης» (ίσως επειδή έψαχνα περί ρεπορτάζ «Πωλήσεις-αγορές πολύτιμων ειδών», με έκοψε για τιμαλφάνθρωπο το Σύστημα: άντε να εξηγήσεις στο Γκουγκλ ή στο Φέισμπουκ ή στη Γουικιπίντια ότι οι τιμές σε κόφτουν επειδή γράφεις θέμα στην Athens Voice…)

Το ότι με έχει κατατάξει σε κατηγορία «Λίρες, καδένες, κουδούνες, ασημένια σαμοβάρια, ποιος ξέρει τι άλλο πολύτιμο, γιατί όχι και τάλιρα σε ρολό» ένα ολόκληρο ίντερνετ, με κάνει να αισθάνομαι τουλάχιστον Τσαροπούλα (κατά το «δισέγγονη Τσάρου, έστω δολοφονημένου», όχι κατά το «ψαροπούλα»). Το ότι δυστυχώς δεν έχω πολύτιμα τζίτζιρι μίτζιρι, δεν με κάνει να αισθάνομαι ακατάλληλη για διάρρηξη – πάντα κάτι θα τσιμπήσει ο διαρρήκτης που κάνει σωστά τη δουλειά του. Κατά τα άλλα, διάφορα μπιζού που υπάρχουν μέσα στο σπίτι (1) σπανίως ξέρω πού σκατά βρίσκονται και (2) αν δεν είναι φω, πέφτουν πολύ κοντά.

Σύμφωνα με την αφρόκρεμα των σχετικών άρθρων λοιπόν, αν έχετε μασούρι με χαρτονομίσματα, μπορείτε να το κρύψετε:

  1. Σε βάζο μουστάρδας ή κέτσαπ, άδειο και βαμμένο μουσταρδί/κετσαπί, ή με λίγη μουστάρδα/κέτσαπ στον πάτο, τυλιγμένο, το μασούρι, σε διαφανή μεμβράνη, για να μη μαγαριστεί. Βάζο, κουτί ή μπουκάλι από τρόφιμο κάνει δουλειά. Αν είναι μπιζού και όχι λεφτά, τα στουμπώνετε με κωλόχαρτο για να μην κουνήσει το βάζο ο διαρρήκτης και ακούσει ντινγκι-ντίνγκι, και αρχίσει να υποψιάζεται ότι κάτι δεν πάει καλά στο βασίλειο της Δανίας. Αυτό σε περίπτωση που έχει ελεύθερο χρόνο, π.χ. διακοπές, τριήμερα κ.λπ., γιατί άμα βιάζεται, σιγά μη κάτσει να ασχοληθεί με ψιλικατζούρες, θα πάρει την τηλεόραση και θα φύγει.
  2. Σε σακούλα με σάπια λαχανικά στο ψυγείο, πάλι σε διαφανή μεμβράνη, για να μη σαπίσουν τα λεφτά, που είναι κρίμα. Τα κοσμήματα, ασημένια κουταλάκια γιαγιάς, κουδουνίστρες βαφτίσεων και αυγουλιέρες, επίσης πάνε με τα σάπια μπρόκολα. Απλώς να μην είναι επάργυρα (τζάμπα κόπος), τσεκάρετε να έχουν σφραγίδα από κάτω.
  3. Μέσα στα άπλυτα ρούχα, στον πάτο του καλαθιού. Αν φτιάξετε ψεύτικο πάτο, θα τα κρύψετε ακόμα πιο από κάτω – αποκλείεται ο διαρρήκτης να ψάξει μέσα στις άπλυτες κάλτσες μιας οικογένειας, τι τον περάσατε.
  4. Στον πάτο του κάδου απορριμμάτων.
  5. Στο ράφι με τις πατάτες, αν έχετε ειδικό ράφι με πατάτες.
  6. Σε άλλο ράφι, αν δεν έχετε πατάτες. Μη σκάτε. 
  7. Μέσα στον σκουπιδοφάγο (!)
  8. Μέσα στη σακούλα της ηλεκτρικής σκούπας.
  9. Στον πάτο του κουτιού απορριμμάτων της τουαλέτας (γίνεται όλο και πιο σπλάτερ). 

Καλές ιδέες όλες, με την προϋπόθεση ότι (1) θυμάστε την κρυψώνα και (2) δεν μπαίνει στο σπίτι σας η προκομμένη πεθερά, μάνα, θεία σας θεούσα, ή έστω μια καθαρίστρια που θα βάλει μπρος τον σκουπιδοφάγο, θα αρπάξει τη σκούπα και θα της αλλάξει σακούλα, θα αδειάσει τους κάδους, θα βάλει πλυντήρια επειδή η κάλτσα της βγαίνει από το ρουθούνι και γενικά θα τα κάνει όλα γης μαδιάμ... οπότε, αντίος παράδες και μπάι-μπάι μπιζού. 

Οι παραδοσιακές κρυψώνες τιμαλφών, τα νόου-νόου, εκεί όπου ψάχνει στάνταρ ο επαγγελματίας διαρρήκτης, με το «καλημέρα σας», είναι:

  1. Κάτω από το στρώμα. Μα τόσο Ντίκενς;
  2. Μέσα στην ντουλάπα με τα λινά (=επειδή όλα αυτά τα μεταφράζει ο αυτόματος από αμερικάνικα σάιτ, στα οποία «λινά» εννοούν τα σεντόνια, το αφήνω έτσι, ορίτζιναλ).
  3. Σε κουτί παπουτσιών μέσα στην ντουλάπα.
  4. Σε κουτί κοσμημάτων πάνω σε τουαλέτα, εταζέρα ή κομοδίνο.
  5. Σε κοινά συρτάρια. Ήμαρτον.

Όλα αυτά είναι συνηθισμένες κρυψώνες και να τις αποφεύγουμε όπως ο διάολος το λιβάνι διότι δεν θα μας μείνει σώβρακο, με τόση προχειρότητα. Το θέμα είναι να βρίσκουμε σημεία τα οποία δεν θα διαννοηθεί ο διαρρήκτης.

Πριν χρόνια, κάποιος (διαρρήκτης) είχε μπει σε ένα σπίτι που μέναμε. Είχα μόλις πληρωθεί, αλλά επειδή βιαζόμασταν να προλάβουμε καράβι, είχα πετάξει τον φάκελο με τα λεφτά στο «σκαμνί της απελπισίας» στο χολ – ένα σκαμνί πάνω στο οποίο πετούσα μαντήλες, τσάντες, σκουφιά, γάντια, μπουφάν, ζακέτες, χαρτομάντηλα, βιβλία, μισο-φαγωμένα σάντουιτς, σακούλες, ομπρέλες, κασκόλ, αυτά τα πανάκια που καθαρίζεις τα γυαλιά σου και δεν τα βρίσκεις ποτέ, καλώδια, μπρίζες, χαλασμένες μπαταρίες, τσαντάκια που μπαίνουν μέσα στην τσάντα, περιοδικά, ένθετα εφημερίδων, αποδείξεις, έναν χαλασμένο εκτυπωτή και ένα τζιν για κόντεμα. Το σκαμνί έφτανε σε ύψος το Κιλιμάντζαρο και όλοι νόμιζαν ότι ήταν καλόγερος-έπιπλο-πολυκρεμάστρα, ή ένας άνθρωπος-καλόγερος που κρατούσε πολλά μπαγκάζια. Ο διαρρήκτης απελπίστηκε, στο τέλος μάς πήρε την τοστιέρα-Μπομπ Σφουγγαράκης και τον βραστήρα, μια ωραία σπάτουλα και διάφορα μικροπράγματα. Είχα ξεχάσει πού, σε ποιο σημείο ήταν ο φάκελος μισθοδοσίας, συνέχισα να πετάω πράγματα πάνω στο σκαμνί στην είσοδο με τη βεβαιότητα ότι, πάει, κλάφ' τα, τα πήρε τα λεφτά ο διαρρήκτης... Μέχρι που, κανένα τρίμηνο μετά, κάποιος άσχετος σκόνταψε στο σκαμνί, το έριξε, χύθηκε στο πάτωμα ένα δεύτερο σπίτι και βρέθηκε ο φάκελος με τα λεφτά και χαρήκαμε όλοι πάρα πολύ. Όλοι εκτός από τον διαρρήκτη που, αν διαβάζει τώρα, χτυπάει το κεφάλι του πάνω στην τοστιέρα-Μπομπ Σφουγγαράκη μας... 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ