Life

Του κουτρούλη ο γάμος

Ο Σταμάτης Κραουνάκης γράφει για τα νυχτοκάματα

Σταμάτης Κραουνάκης
ΤΕΥΧΟΣ 405
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δεν είναι κράτος αυτό που πετάει τους καλλιτέχνες στα σκυλιά, να ’χει ο κόσμος να ασχολείται. Θέλετε να θυμηθώ τους συχωρεμένους; Τον καλότατο κύριο Γιαννόπουλο στα πολιτιστικά του Πανταζή; Τον αξιολογότατο ζώντα και συμπαθέστατο και καίριο αγνό πασόκο κύριο Σκανδαλίδη στα ζεϊμπέκικά του στον Νότη, το συμπατριώτη του και «ναι, ρε σεις, άνθρωποι είμαστε, θα μας πάρει και κάνας γνωστός να βγούμε κάνα βράδυ»… το σήμα συμπεριφοράς μας να μην είναι αυτό σύντροφοι.

Αλλά υπήρχε το εξής στιλάκι τότενες: «Πάμε όπου πάει ο κόσμος να μας δουν τα μίντια ότι είμαστε παρόντες, όπου πάει ο λαός». Πάω να πω «λαός» και μου βγαίνει «λαγός»…

Αλλά και οι καλλιτέχνες, οι ίδιοι στα μπουζούκια και στη νεκρογαριφαλούμπα, οι ίδιοι στα Μέγαρα και στα Ηρώδεια κάθε χρόνο, οι ίδιοι εδώ και χρόνια αυτοί και τα γραφεία διαχείρισης. Να θυμίσω τα συμβόλαια της Heaven από τα «Fame Story», που δένανε χειροπόδαρα τα παιδάκια της τηλεοπτικής θυσίας για χρόνια για να τους σιάξουν τσι καριέρες; Πού πήγαν οι καριέρες αυτές; Πού, μωρά μου; Πού; Να θυμίσω τις πρωτοκαθεδρίες του ανατέλλοντος Πασόκ στους ομίλους στήριξης στην Άννα Βήτα, τη Δέσποινα Βήτα και τις δραστηριότητές τους; Όλο το δημοσιογραφικό τιμ των Νitro και Κλικ και υπουργοί στηρίζοντες τον Πέτρο και τις δραστηριότητές του με τα κοκαλωμένα Ατζέλια και το χαμένο βλεμματάκι που κοιτούσε το κενό μεταξύ μοχίτο και αυτοϊκανοποίησης; Που ’χανε κόπι πέιστ το «θεάααα» του Μουρατίδη, ναι, γιατί το «θεάαα» ήταν του Μουρατίδη, όλοι οι λοιποί ήρθαν δεύτεροι, σόρι κιόλας. Με τον Ψινάκη να καταστρέφει επιμελώς με αυτή τη χυδαία αποδεκτικότητα και νομιμοποίηση του χυδαίου, που τελικά γέλαγε κι ο λαγός, να διαλύει με όλα αυτά τα σουσούμια την καριέρα ενός μεγάλου ταλέντου που σε άλλη χώρα θα ήτανε πρωταγωνιστής στο μουσικό θέατρο, θα έπαιρνε μισθούς θεάτρου, θα τον σεβότανε ο κόσμος, δεν θα ίδρωνε να τον εκτιμάει το κοινό του… για τον Σάκη μιλάω, που βγήκε κι αυτός στα κατεβατά του ΣΔΟΕ.

Τα επίσημα πάνελ των καναλιών δεν ήσαντε πρώτο τραπέζι πίστα, τζαμπέ, σόρι κιόλας, σε όλα τα μιούζικ χολ της διαπλοκής; Τζαμπέ… που λέει ο λόγος. Γιατί δεν ήτανε τσαμπέ. Πληρωνόταν η παρουσία στην μπουζουκλερί με έμμεση και άμεση διαφήμιση, με τις κάμερες να δείχνουν εγκαίνια και ρεπορτάζ από τα ξέκωλα ή ο λογαριασμός ως επαγγελματικό γεύμα με τιμολόζιο στην εταιρεία τη δισκογραφική ή άλλη επιχείρηση!!!  Έχω προσωπικές μαρτυρίες που φεύγαν οι καλλιτεχνικές προκαταβολές-επιταγές από διευθυντάδες της δισκογραφίας μετά από μεθοκόπι στα μιούζικ χολ της διαπλοκής. Θυμάμαι στις κουβέντες για το ραδιόφωνο στο Ζάππειο, που τη βγήκαμε κάποιοι απ’ τ’ αριστερά, κάτι τσόλια από κάποιο βόρειο ραδιοφωνάκι ειρωνευόσαντε που μίλαγα για τα ραδιόφωνα που βαράνε κιλότα σονγκς. Έτσι κάηκε η χώρα και το επάγγελμα, εδώ που τα λέμε, βλαχοαμερικανιά, σάχλα και τυφλό ξέδωμα. Μη με κοιτάτε σαν κάπως, εκεί ήμασταν όλοι.

Δεν είναι κράτος αυτό που κρύβει τους απατεώνες, που δεν τους προφυλακίζει, που προσλαμβάνει –δεν του φτάνουν οι 1.200 υπάλληλοί του– κι άλλους στη Βουλή. Το ’πε ο Μάνος Ελευθερίου και ισχύει «ο μαλάκας κι αν γαμήσει, μαλακία θα μυρίσει», το ’πε ο ποιητής που έγραψε για την Πέγκυ Ζήνα και που εξαιτίας της άνοιξε ο κουρνιαχτός με τα μαύρα λεφτά. Και τον είχε κράξει τότε ο Θάνος ο Μικρουτσίκ στον Ιανό, που έγραψε για την Πέγκυ και πιάσαν μετά και κράζανε τον ποιητή οι προστάτες της κουλτούρας και της ηθικής της τέχνης στα μπλογκς και στα ειδικά έντυπα… η ηθική στάση της πιτυρίτιδας!

Γιατί, να το πούμε κι αυτό, δύο καλλιτέχνες του ύψους Θάνος- Μάνος και να μαλλιοτραβηχτούν δεν είναι το ίδιο με το να μαλλιοτραβηχτεί η Τατιάνα με την Έφη Σαρρή. Άσε που άμα κατινιάζεις, τι να σε διαχωρίσει από Τατιάνα και Έφη Σαρρή. Πιο κυρίες από σένα, κουλτουριάρη μου, σόρι κιόλας. «Της νύχτα τα καμώματα» λέει ο λαγός και δεν θα τα ανοίξω, αλλά θα σας πω κάτι: Ο καλλιτέχνης ξέρετε πόσα μαύρα σκάει; Ποιος ζητάει τιμολόγια από τα παρελκόμενα καθημερινά επαγγέλματα που τον περιστοιχίζουν; Κομμώτρια, στιλίστρια, πιαρτζού, τουαλετατζού, παρκαδόρο, μακιγιαριτζή, κοπέλα καμαρινιού, ξαδέρφαι, φίλαι, το καμαρίνι μύρισε ψαρίλαι. Η θεά Πάολα, έμαθα, χάρισε το πλήρες μεροκάματό της στους εργαζόμενους στο κατάστημά της και αποθεώθηκε. Όταν, προ ετών, μαζί με φίλτατη άγρια κριτικό μαγαζιώνε επισκεφτήκαμε την Άντζελα με τον Γονίδη, είδα πρώτα τραπέζια όλο το διανοούμενο Κολωνάκι, τους μισούς επιφανείς δημοσιογράφους της δημόσιας τηλεόρασης, και τα λούλουδα-νεκροταφείο.

Δεν μου κατέφθανε εμένα το ΣΔΟΕ στα 55 ωραία τετραγωνικά που κατοικώ, κάθε φορά που τα ’χωνα στο Πασόκ; Ώσπου στο τέλος γίναμε φίλοι με τα παιδιά του ΣΔΟΕ, γιατί ερχόσαντε να δουν το Μαξίμου και βλέπανε τα 55 τ.μ. στην Καλλιθέα και αλαλιάζανε. Ωχού πια, ήμανε νιος και γέρασα. Δεν δουλέψαμε; Δεν κάναμε σουξέ; Ναι αμέ. Δεν βγαίνουν λεφτά, παιδιά, από τα σουξέ, μόνο από τη νύχτα, εκεί είναι τα μαύρα τα κατίμαυρα. Και δεν θα υπεισέλθω, μη με βρείτε και σε κανένα χαντάκι παρόλο που οι περιθωριακοί δεν με πειράζουνε γιατί δεν πείραξα, γιατί δεν ανακατεύτηκα μ’ αυτό τον πληθυσμό, αλλά είχα κι έχω φίλους μόρτες και βαριούς που μ’ εκτιμάγανε και τα μάθαινα τα ντεφό. Άμα δεν δούλευε η μπουζουκλερί, το έπαιρνε το μεροκάματο ο πρωταγωνιστής ή έφευγε στεγνός; Ας το ρωτήσουμε κι αυτό.

Λοιπόν, οι κυβερνήσεις με τους μαγαζάτορες τα στρώσανε τα πολιτιστικά τα κέντρα των μεσογειακών προγραμμάτων, πάρε να ’χεις, και η μπουζουκλερί έκοβε μονέδα. Μετά οι μπουζουκλερί έγιναν μιούζικ χολ και μετά χαθήκανε και τα μπουζούκια από την πιάτσα. Για ν’ ακούσεις κανά μπουζουκάκι τώρα στη Στοά των Αθανάτων ή στον Κορακάκη ή σε καμιά γειτονιά, ή στον Θανάση Πολυκανδριώτη με τα 150 μπουζούκια να λαλάνε. Θεέ μου!