“- Κι αν, τελικά, υπάρχει Θεός;
- Έχει να λογοδοτήσει για πολλά.”
Μια μαύρη κωμωδία για τη ζωή και την ανάγκη να υπάρξουμε μέσα σ’ ένα ταξικό σύστημα που συχνά εγκλωβίζει τα όνειρα, τις επιθυμίες και τις δυνατότητές μας. Μια διεισδυτική και τρυφερή ιστορία, συνάμα σκληρή και λυπητερή- όπως και η ζωή- για το παράλογο της κοινωνικής δομής, τον μύθο της αταξικής κοινωνίας, τον σιωπηλό “πόλεμο των τάξεων”, το καθήκον και τα θέλω. Μια ιδιοφυής, σαρκαστική μεταφορά για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η κοινωνία μας.
Τρεις άνδρες βρίσκονται στο υπόγειο ενός πανάκριβου εστιατορίου. Αθέατοι στον πάνω κόσμο που τους στέλνει τ’ άπλυτά του. Μπροστά τους, εντυπωσιακά ψηλές στοίβες πιάτων. Ο Ντρέσλερ, ο μεγαλύτερος, είναι ο τυραννικός σχεδόν προϊστάμενος λαντζέρης, για τον οποίο το πλύσιμο των πιάτων είναι τέχνη, καθήκον, αξιοπρέπεια. Ο Μος, ο καταπονημένος συνάδελφός του μοιάζει να ήταν εκεί πάντα και ο νεαρός Έμετ είναι ο “νέος” που μαθαίνει τη δουλειά. Ο Έμετ ήταν κάποτε πλούσιος, πελάτης του εστιατορίου, που τώρα έχει χάσει τα πάντα και βρίσκει στη δουλειά αυτή μια προσωρινή λύση. Προερχόμενοι από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και παγιδευμένοι σαν ήρωες του Μπέκετ σε μια ατέρμονη επαναληπτικότητα, σχεδόν σ’ ένα κενό χρόνου, οι ήρωες του Panych συζητούν για το νόημα της δουλειάς τους, για το νόημα της ίδιας της ζωής. Υπάρχει, ωστόσο, νόημα;