TV & Media

Κάποτε ήταν μόνο η τηλεόραση

«Αν το καλοσκεφτείς, είναι μια βολική πολιτική»

Ελισάβετ Παπαδοπούλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η πληροφορία στην εποχή της τηλεόρασης και σήμερα.

Υπήρχε μια αναμφισβήτητη αρχή. Η πληροφορία μπορούσε να μας εξουσιάσει μονάχα ακίνητους. Ήταν η τηλεόραση αυτή που μέχρι πρόσφατα, μπορούσε να μας φοβίζει με αρρώστια, φωτιά και πόλεμο, ήταν μόνο αυτή που μπορούσε να μετατρέψει την πολύχρωμη ψυχή μας, σε μια μικρή επίπεδη ψυχούλα. Ήταν μόνο η τηλεόραση που έκανε τους συνταξιούχους φοβικούς, τις νοικοκυρές νευρικές, τα παιδιά αλλόφρονα. Ήταν μόνο η τηλεόραση που σε μαρκάριζε και σε έγραφε στα κατάστιχά της, μέχρι να σου υπογράψει το πιστοποιητικό κατάρρευσης.

Για τους νεότερους μια αντίστοιχη μάστιγα ήταν ο υπολογιστής, το ξέσαλο σερφάρισμα νυχθημερόν, τα παιχνίδια πολέμου πάνω στην οθόνη, το νεανικό κορμί καθηλωμένο στην καρέκλα, η καρέκλα ενσωματωμένη στο κορμί, μια προέκταση των σπονδύλων, αρχαία ουρά που ήρθε και τους βρήκε σαν αναπηρία. Τότε αρχίσαμε να πιστεύουμε στη σωτηρία της κίνησης.

Τι κάναν οι γονείς για να γλυτώσουν τα παιδιά; Τα ωθούσαν σε δραστηριότητες, αθλητισμός και πάλι αθλητισμός, το διαβατήριο για τη σωτηρία, και για να γλιτώσουν και οι ίδιοι έβγαιναν και αυτοί στον δρόμο. Σαν δραπέτες από το ίδιο τους το σπίτι όπου ήξεραν καλά ότι κινδύνευαν από κάτι που λέγεται καναπές, την πιο δραστήρια εξοντωτική μηχανή του 20ού αιώνα.

Μόνο που το πράγμα άρχισε πλέον να ζορίζει. Κάθε λογής βύσματα άρχισαν να παρασιτούν στα αυτιά. Τι κάνουν; Μας διευκολύνουν υποτίθεται, να κρατήσουμε την επαφή με την πληροφορία, εκτός κι αν στην πραγματικότητα διευκολύνουν την πληροφορία να κρατήσει επαφή με εμάς. Διότι ποιος είναι στ’ αλήθεια αυτός που κινδυνεύει δίχως την πληροφορία, είναι ο ακροατής ή η ίδια η πληροφορία που βλέπει τον θάνατό της, χωρίς τον ακροατή;

Με τα βύσματα μέσα στ’ αυτιά, μπορούμε πλέον  να ζούμε κάθε ώρα της μέρας με πόνο, δεν ισχύει εκείνο το τρέχα, φύγε, περπάτα, μη σε πιάσει στα χέρια του και σε μετατρέψει σε μαριονέτα, τώρα μπορεί να σε πιάσει στα χέρια του ακόμα και κινούμενο, να απασχολήσει τις σκέψεις σου με ασήμαντα πράγματα, να σου πει σε ενεστώτα χρόνο ποιος έβρισε ποιον, κι αυτό να μην ντρέπεσαι να το διαδόσεις, επειδή αυτό έφτασε να ονομάζεται πολιτική.

Κι αν το καλοσκεφτείς, είναι μια βολική πολιτική. Τόση πολλή πληροφορία δεν οδηγεί σε κανέναν προορισμό. Σκοπός της είναι να χάσεις τον δρόμο. Επειδή όπως λέει μια παλιά παροιμία, «αυτός που ξέρει τι ρωτάει, είναι αυτός που θα μπορούσε και ν’ απαντήσει». Αυτό είναι το πλεονέκτημα της διαρκούς πληροφόρησης, δεν θέτει καμιά ερώτηση, δεν ζητάει καμιά απάντηση. 

Όταν πάλι λέγεται κάτι αληθινά σημαντικό, κάθε φορά που αναμεταδίδεται, μια καινούργια «σχετική» πληροφορία γαντζώνεται σε αυτό, με αποτέλεσμα να γαντζώνονται στο τέλος τόσες πολλές «σχετικές» πληροφορίες, που το σημαντικό δεν φαίνεται, και μένουμε να μιλάμε και πάλι για το περιφερειακό, το ασήμαντο «σχετικό» που πήγε και κόλλησε πάνω του. Επειδή έτσι είναι η πληροφορία. Ειδικά η ασήμαντη. Σαν τον ιό που ζητάει τον ξενιστή του για να επιβιώσει, το ασήμαντο ζητάει το σημαντικό για να γραπωθεί πάνω του και να εξαπλωθεί.

Άλλωστε μια δυνατή πληροφορία κάθε μέρα, έχει αποδειχθεί αρκετή. Ακόμα κι αν συνδέεται με κάποιο μεγάλο γεγονός, αποσυνδέεται από το μεγάλο γεγονός, όπως ένα «επεισόδιο» σε μια χρόνια ασθένεια, αντιμετωπίζεται κάθε φορά ξεχωριστά απ’ ό,τι η ασθένεια ολόκληρη, και όλοι ασχολούνται κάθε φορά με το «επεισόδιο».

Και για να κλείσουμε, δεν είναι μόνο που η πληροφορία που ευτελίζεται καθώς ζητάει αδιάκοπα να αναπαραχθεί, είναι και ο εγκέφαλος που δεν αντέχει. Ο εγκέφαλος χρειάζεται τη σιωπή. Πρέπει να αδειάσει το στημόνι, για να μπει το καινούριο υφάδι, όπως γινόταν στη νυχτερινή δραστηριότητα της Πηνελόπης. Πώς μπορεί να πιστεύουμε, πως οι δυνατότητές μας να συγκεντρώνουμε πληροφορίες είναι ανεξάντλητες;