Πολιτικη & Οικονομια

Γιατί η τιμή του καφέ αυξάνεται συνεχώς

Πώς επηρεάζει η κλιματική αλλαγή

Newsroom
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι λόγοι πίσω από την αύξηση της τιμής του καφέ - Το ενεργειακό κόστος, η κλιματική αλλαγή και η διατήρηση της ακρίβειας 

Η τιμή του καφέ αυξάνεται συνεχώς, λόγω της Κλιματικής Αλλαγής, της υψηλής ζήτησης, αλλά και του πολέμου στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή. 

Σύμφωνα με τη DW, οι εξελίξεις στην παγκόσμια αγορά και το υψηλό ενεργειακό κόστος καθιστούν τον καφέ ολοένα πιο ακριβό, σημειώνει η εταιρία Tschibo, κορυφαίος πωλητής καφέ στη Γερμανία με τζίρο που ξεπέρασε το 2021 τα 3,26 δις ευρώ. Στις αρχές Μαΐου, η γερμανική εταιρεία με έδρα το Αμβούργο, ανακοίνωσε ότι θα πρέπει να «προσαρμόσει» τις τιμές της για τον καβουρδισμένο καφέ: «Πολλά κόστη συνέχισαν να αυξάνονται κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, συμπεριλαμβανομένου του ακατέργαστου πράσινου καφέ. Προκειμένου να συνεχίσουμε να προσφέρουμε στους πελάτες μας την ποιότητα που έχουν συνηθίσει, οφείλουμε να λάβουμε μέτρα».

Καφές: Γιατί ανεβαίνει η τιμή του © Unsplash +

Καφές: Γιατί η τιμή του αυξάνεται συνεχώς

Η Gepa, ο μεγαλύτερος ευρωπαϊκός εισαγωγέας τροφίμων δίκαιου εμπορίου από τον νότο της υφηλίου στην Ευρώπη, καταγράφει μείωση πωλήσεων λόγω του περιορισμού της κατανάλωσης, η οποία οφείλεται στον πληθωρισμό. Οι υψηλές τιμές των πρώτων υλών για τον καφέ και το κακάο, καθώς και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν επιπτώσεις. Η Αντρέα Φίτερερ, επικεφαλής του τμήματος Θεμελιωδών Αρχών και Πολιτικής της Gepa, ανησυχεί για τις υψηλές τιμές και τις διακυμάνσεις στις αγορές πρώτων υλών. Οι ασθένειες των φυτών που ευνοούν οι μονοκαλλιέργειες και η κλιματική αλλαγή, η οποία φέρνει ξηρασία ή υπερβολικές βροχοπτώσεις, ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την εκτόξευση των τιμών, εκτιμά η Γερμανίδα ειδικός.

Η κλιματική αλλαγή και ο ρόλος της στην αύξηση της τιμής του καφέ

Σύμφωνα με τη Fairtrade International, η οποία εκπροσωπεί παραγωγούς δίκαιου εμπορίου, οι καλλιεργητές καφέ υποφέρουν. Η εταιρία εξήγησε στην DW ότι και οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, ιδίως στη νοτιοανατολική Ασία και τη Νότια Αμερική, οδηγούν τις τιμές σε άνοδο. Εκτός αυτού οι ένοπλες διενέξεις σε ολόκληρο τον κόσμο ρίχνουν βαριά σκιά στις αγορές, σημειώνει ο Κάρστεν Φριτς. Ο αναλυτής της γερμανικής Commerzbank παρακολουθεί τις εξελίξεις στις αγορές των αποκαλούμενων «μαλακών πρώτων υλών», στις οποίες περιλαμβάνονται τα τρόφιμα. Σε συνέντευξή του στην DW αναφέρεται σε μελέτη που εκπόνησε για λογαριασμό της Commerzbank Research: «Σε αντίθεση με τη Ρομπούστα, η ποικιλία Αράμπικα ελάχιστα επηρεάζεται από τους περιορισμούς στο εμπόριο μέσω της Ερυθράς Θάλασσας, καθώς οι κορυφαίοι παραγωγοί της ποικιλίας αυτής δεν χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη διαδρομή για τη μεταφορά της. Διαφορετική είναι ωστόσο η κατάσταση για την ποικιλία Ρομπούστα, η οποία παράγεται κυρίως στη νοτιοανατολική Ασία. Η σημαντική αύξηση των τιμών, καθώς και οι ελλείψεις στην ποικιλία Ρομπούστα ενδέχεται να τονώσουν τη ζήτηση για Αράμπικα», προσθέτει ο Γερμανός αναλυτής. Έτσι η Βραζιλία, από όπου προέρχεται το 80% της παγκόσμιας παραγωγής Ρομπούστα, βγαίνει κερδισμένη και με το παραπάνω.

Καφές σε τραπέζι - Κόκκοι και φλιτζάνι © Unsplash / Καφές σε τραπέζι - Κόκκοι και φλιτζάνι

Θα υποχωρήσουν οι υψηλές τιμές του καφέ; 

Ο επικεφαλής γερμανικής εταιρείας καβουρδίσματος καφέ, Στέφεν Σβαρτς, αναμένει περαιτέρω αύξηση των τιμών. Εκτιμά ότι η άνοδος οφείλεται και στις ελλείψεις εργατών στις φυτείες καθώς και στην αύξηση της κατανάλωσης καφέ στις χώρες προέλευσης. Ο Γερμανός δήλωσε μάλιστα στο περιοδικό Der Spiegel: «Έχουμε ταυτόχρονα μικρότερες συγκομιδές, ελλείψεις εργατικού δυναμικού και αυξανόμενη ζήτηση».

Η αυξανόμενη ζήτηση δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι ο καφές έγινε μόδα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Σχετίζεται πολύ περισσότερο με την αύξηση της κατανάλωσης ακόμη και σε χώρες με παράδοση στο τσάι. Στη Νότια Κορέα και την Κίνα, για παράδειγμα, η ζήτηση για το δημοφιλές ρόφημα σε όλες τις εκδοχές του αυξάνεται ολοένα περισσότερο. Ο Στέφεν Σβαρτς, πάντως, πιστεύει ότι οι υψηλές τιμές ήρθαν για να μείνουν. Θεωρεί ότι ο καφές θα πρέπει να κοστίζει 25 έως 30 ευρώ το κιλό. Όπως δήλωσε στο περιοδικό Der Spiegel, «πρέπει να είμαι πρόθυμος να πληρώσω τουλάχιστον αυτό το ποσό, αν θέλω καλή γεύση. Όσο για τις οικολογικές και κοινωνικές πτυχές, αποτελούν για μένα προτεραιότητα».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ