Πολιτικη & Οικονομια

Μια εκτός σχεδίου άποψη για τη δόμηση εκτός σχεδίου

Με αφορμή ένα άρθρο του Στέφανου Μάνου για την εκτός σχεδίου δόμηση την οποία προωθεί με επικείμενο ν/σ  η κυβέρνηση

hlias-eythymiopoulos.jpg
Ηλίας Ευθυμιόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μια εκτός σχεδίου άποψη για τη δόμηση εκτός σχεδίου

Το άρθρο του πρώην υπουργού Στέφανου Μάνου για τη δόμηση εκτός σχεδίου, που προωθεί η κυβέρνηση

Σε ένα εξαιρετικό άρθρο του, στην Καθημερινή της 21/1/24, ο Στέφανος Μάνος εξηγεί γιατί είναι αντίθετος προς το «οικιστικό ξεχαρβάλωμα» που προωθεί η κυβέρνηση με πρόσχημα τη διευθέτηση των εκκρεμοτήτων γύρω από την εκτός σχεδίου δόμηση. Αυτό που λέει με θάρρος ο πρώην υπουργός, είναι αυτό που ψιθυρίζει ο κόσμος όλος: δηλαδή, για λόγους ψηφοθηρικούς, θυσιάζεται για μια ακόμη φορά το ελληνικό περιβάλλον. Η θυσία γίνεται στον βωμό της μικρής κυρίως ιδιοκτησίας, με το μυαλό βέβαια στην αναθέρμανση μιας αμφίβολης ανάπτυξης, εκείνης που είχε ανασταλεί πριν από 4 χρόνια λόγω της γνωστής απόφασης του ΣτΕ για τους «δρόμους τους προ του 1923».

Όπως εύστοχα σημειώνει ο Στέφανος Μάνος, το 1923 ήταν η τελευταία χρονιά που το ελληνικό κράτος θέσπισε μια ολική και συνεκτική πρόταση για την οικιστική ανάπτυξη στις εκτός σχεδίου περιοχές, και αυτή δεν ήταν άλλη από την ύπαρξη χωροταξικού σχεδίου πριν την ανοικοδόμηση. Το αντίστροφο, η «επέκταση του σχεδίου» ώστε να συμπεριλάβει και τα εντωμεταξύ παράνομα κτίσματα, αποτέλεσε το για δεκαετίες συνώνυμο της αυθαίρετης δόμησης. Το ότι η Ελλάδα, είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη η οποία προβλέπει τη δυνατότητα να χτίζει κανείς εκτός σχεδίου, δηλαδή σε περιοχές που έχουν κατά κανόνα υψηλότερη οικολογική αξία από τις αστικές (ή αστικοποιημένες) περιοχές, έχει προφανώς πολλές εξηγήσεις. Η πιο προφανής και πιο πρόσφορη είναι ότι το πολιτικό μας «σύστημα» είναι εντελώς ανίκανο να εφεύρει νέες, πιο «αειφορικές», πιο έξυπνες και λιγότερο βάρβαρες διεξόδους για την οικονομία, και μετά από μερικές ανάπαυλες επανέρχεται στην παλιά και δοκιμασμένη συνταγή: Αυτό ξέρουμε αυτό κάνουμε. Εκχωματώσεις, εκχερσώσεις, εκβραχισμούς, παραμορφώσεις του αναγλύφου (ιδιαίτερα των νησιών), αλλαγές στις χρήσεις γης, καταστροφή του αγροτικού χαρακτήρα της υπαίθρου και εν τέλει τσιμεντοποίηση. Αυτός είναι ο χρυσός κανόνας και ταυτόχρονα ο ορισμός της υπανάπτυξης, εφαρμοσμένος σε χώρες με χαμηλό επίπεδο αυτοεκτίμησης και σχεδόν παντελή έλλειψη συνείδησης για την (διαχρονική) αξία του μη δομημένου περιβάλλοντος. Του περιβάλλοντος που άλλοτε φιλοξενούσε δέντρα, μεσογειακή βλάστηση και τοπία μοναδικά, διαμορφωμένα μέσα από τους αιώνες αρμονικής συνύπαρξης του ανθρώπου με τον περίγυρό του. Ας προσπαθήσει να σκεφτεί κανείς ότι η «τοιχογραφία της άνοιξης» ήταν η αναπαράσταση που διάλεξαν οι πρόγονοί μας πριν από τρισήμισι χιλιάδες χρόνια για την ανακτορική ζωγραφική στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης και ότι σήμερα κάτι τέτοιο δεν θα ήταν δυνατόν γιατί η φύση και η άνοιξη έχουν πλέον εκδιωχθεί από τον επί Γης Παράδεισο.

Είναι προφανές ότι η σημερινή κυβέρνηση –όπως άλλωστε και οι προηγούμενες– έχει κάνει την επιλογή της κατά του περιβάλλοντος και υπέρ του διαμοιρασμού του, υπό μορφήν οικοπέδων, στον «λαό» που την ψηφίζει

Προς το τέλος του ίδιου άρθρου ο Στέφανος Μάνος προσπαθεί –ματαίως κατά τη γνώμη μου– να γίνει εποικοδομητικός, προτείνοντας να δοθούν κίνητρα για την εντός των οικισμών δόμηση, επί των άκτιστων οικοπέδων, βοηθούντος πλέον και του κτηματολογίου. Η γνώμη μου είναι ότι η προσπάθεια είναι καλή, έντιμη και φιλότιμη, αλλά χωρίς αποδέκτη. Είναι προφανές ότι η σημερινή κυβέρνηση –όπως άλλωστε και οι προηγούμενες– έχει κάνει την επιλογή της κατά του περιβάλλοντος και υπέρ του διαμοιρασμού του, υπό μορφήν οικοπέδων, στον «λαό» που την ψηφίζει. Η αμοιβαιότητα αυτή διαρκεί επί έναν αιώνα (τουλάχιστον από το 1923) και κανείς δεν φαίνεται διατεθειμένος ή ικανός να την προσβάλει ή να την ανατρέψει. Η ρυθμίσεις που κατά καιρούς προωθούνται, όπως και η τρέχουσα καθ’ οδόν για τη Βουλή, είναι εκ κατασκευής ψηφοθηρικές και δεν προκύπτει από πουθενά  ότι πρόκειται να αλλάξουν. Εξάλλου, υπάρχει επ’ αυτού το κατάλληλο ακροατήριο: η κοινωνική πελατεία της εκτός σχεδίου δόμησης αυξάνει συνεχώς, πρώτον γιατί νέα κοινωνικά στρώματα προστίθενται σ’ αυτήν, αλλά και γιατί προσχωρούν πλέον και αρκετοί αλλοδαποί, αυστηροί στη χώρα τους, χαλαροί στην καθ’ ημάς Ανατολή.   

Γιατί οι Έλληνες είναι διαφορετικοί από τους άλλους Ευρωπαίους; Νομίζω ότι είναι η ερώτηση του αιώνα. Τα λογικά επιχειρήματα εξασθενούν μπροστά στην ασταμάτητη ορμή του αστού που αφού πήγε απ’ το χωριό στην πόλη, τώρα θέλει να αποδράσει απ’ αυτήν. Το ότι δεν υπάρχουν υποδομές στα κατσάβραχα και στις μακρινές (απάτητες) παραλίες, το ότι θα χρειαστούν νέοι δρόμοι και δίκτυα, και ότι όλα αυτά θα τα πληρώσουν και οι λίγοι αμέτοχοι και απέχοντες πολίτες, ουδέναν φαίνεται να ενδιαφέρει, και κυρίως αυτούς που απέκτησαν αγροτεμάχια με την προσδοκία να χτίσουν «μακριά από το αγριεμένο πλήθος» το οποίο αναπόφευκτα θα το βρουν αργά ή γρήγορα έξω από την πόρτα τους. Σημασία έχει ότι η μεζονέτα θα είναι τότε δική μας και θα φτάσει, αν φτάσει, στα εγγόνια μας, τα οποία σε ένα νέο συνωστισμό θα κληθούν και πάλι να απαντήσουν. Πώς; Μα διά της επανάληψης του παραδείγματος με το οποίο γαλουχήθηκαν οι πρόγονοί τους.

Μόνο που ο χώρος πια λιγοστεύει. Σε πολύ λίγο, σε δέκα ή ίσως είκοσι χρόνια, δεν θα υπάρχουν πια ήσυχες πλαγιές, ζωντανά δάση και απόμακρες παραλίες. Τα αποθέματα θα έχουν τελειώσει, μαζί και οι επιλογές. Τι θα ψηφίσουν τότε οι (καθ’ εικασίαν) πιο πεφωτισμένοι απόγονοι του Κυριάκου Μητσοτάκη;

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ