Πολιτικη & Οικονομια

Η ιδιαιτερότητα του συστήματος των δύο γύρων

Θα αμφισβητηθεί η κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας μελλοντικά;

Γιάννης Κωνσταντινίδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αυτοδιοικητικές Εκλογές 2023: Τα δύο στοιχεία που έφερε στην επιφάνεια ο δεύτερος γύρος της εκλογικής διαδικασίας

Ο δεύτερος γύρος των αυτοδιοικητικών εκλογών, χωρίς να είναι μια ανατροπή της πολιτικής κυριαρχίας της ΝΔ, ανέδειξε δύο στοιχεία που εμφανώς σκιάζουν την κυριαρχία αυτή και τα οποία θα μπορούσαν υπό συνθήκες να την ανατρέψουν. Και τα δύο αυτά στοιχεία συνδέονται με το πλαίσιο επιλογών που δημιουργεί η ύπαρξη δεύτερου γύρου εκλογών, δηλαδή το ίδιο το εκλογικό σύστημα.

Το πρώτο στοιχείο είναι η βαρύνουσα σημασία που έχει η επιτυχής κινητοποίηση των υποστηρικτών σου σε συνθήκες πολύ χαμηλής προσέλευσης στην κάλπη. Όταν στην κάλπη του Δήμου Αθήνας έφτασαν μόνο το 26% των ψηφοφόρων, γίνεται αντιληπτό ότι αν καταφέρεις να φέρεις τους δικούς σου υποστηρικτές στην κάλπη και αυτοί είναι μόνο το 14% του συνόλου, τότε θα κερδίσεις ακριβώς γιατί ο αντίπαλος που θεωρητικά έχει παραπάνω υποστηρικτές δεν τους κινητοποίησε επαρκώς ώστε να φτάσουν στην κάλπη. Γιατί δεν κινητοποιήθηκαν επαρκώς οι υποστηρικτές του κ. Μπακογιάννη ή του κ. Ζέρβα ή τόσων άλλων υποψηφίων της ΝΔ που προηγούνταν στον πρώτο γύρο; Διότι η σειρά κατάταξης των δημοτικών και περιφερειακών συμβούλων -σύμφωνα με το εκλογικό σύστημα- καθορίζεται από τον πρώτο γύρο και έτσι δεν υπάρχει το κίνητρο της σταυροδοσίας για τους γνωστούς και φίλους στον δεύτερο γύρο. Και οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι των συνδυασμών της ΝΔ, οι οποίοι συνδυασμοί ήταν και στην εξουσία στις περισσότερες των περιπτώσεων είχαν μεγάλο αριθμό γνωστών και φίλων, όπως άλλωστε συμβαίνει πάντα με την εξουσία. Παραλλήλως, οι διεκδικητές των θέσεων, όπως για παράδειγμα ο Χάρης Δούκας και ο Στέλιος Αγγελούδης, μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης Κυριακής επιχείρησαν πολύ οργανωμένα να φέρουν τους υποστηρικτές τους στην κάλπη, κινητοποιώντας πολλούς μικρούς κύκλους πολιτών, συνήθως ήδη ενεργών στα δημόσια πράγματα, με το απλό επιχείρημα της ανατροπής της τοπικής υπεροχής της ΝΔ. Χωρίς να παρεμβάλλεται το προσωπικό κίνητρο για τον σταυρό σε έναν γνωστό ή φίλο υποψήφιο σύμβουλο, αυτό ήταν ένα εύκολο επιχείρημα, δεδομένου του εκλογικού κανόνα περί σταυροδοσίας στον πρώτο γύρο.

«Μα δεν γύρισε όλες τις κρίσιμες περιφέρειες της χώρας ο Κυριάκος Μητσοτάκης μεταξύ πρώτης και δεύτερης Κυριακής;», θα αναρωτηθεί κάποιος. «Γιατί αυτός δεν κινητοποίησε;». Η αποτυχία του εγχειρήματος αυτού συνδέεται με το δεύτερο στοιχείο του χθεσινού δεύτερου γύρου. Η ύπαρξη ενός δεύτερου γύρου -στον οποίο αντιπαρατίθενται δύο μόνο επιλογές, μία της Νέας Δημοκρατίας και μία απέναντί της- έδωσε εύκολα την ευκαιρία ψήφου σε βάρος της Νέας Δημοκρατίας, ανεξαρτήτως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των κατά τόπους υποψηφίων. Αρκούσε το ότι είχαν απέναντί τους έναν υποψήφιο της ΝΔ. Με άλλα λόγια, ο δεύτερος γύρος αποκάλυψε την ύπαρξη ενός υπό διαμόρφωση αντί-ΝΔ μετώπου στην κοινωνία, το οποίο χρεώνει στη Νέα Δημοκρατία από έλλειψη σεβασμού στις θεσμικές ισορροπίες του συστήματος εώς φοβικότητα σε κοινωνικά ζητήματα, και από νεποτισμό έως άνευ όρων παράδοση στην πολιτική ορθότητα του πάλαι ποτέ Ποταμιού. Αυτή η ευρεία «αντί-ΝΔ συμμαχία» δεν θα ήταν ορατή, εάν δεν υπήρχε ο δεύτερος γύρος των εκλογών.

Τεκμηριώνουν τα χθεσινά αποτελέσματα την ύπαρξης ενός σημείου καμπής για τη Νέα Δημοκρατία; Μάλλον όχι. Πρόκειται σίγουρα για εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε φαινόμενο που να προσομοιάζει με το γνωστό «αντί-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» των περασμένων ετών. Ωστόσο, σε περίπτωση που δεν βρει συγκεκριμένη κομματική έκφραση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης συνεχίζουν τον έντονο ανταγωνισμό μεταξύ τους -κάτι που μοιάζει το πιθανότερο αυτήν τη στιγμή- η υπεροχή της ΝΔ δεν θα αμφισβητηθεί ουσιαστικά.