Πολιτικη & Οικονομια

Παλεύοντας με τα φαντάσματα της Βαϊμάρης

Στη «μεγάλη πλατεία» του Έθνους μια δράκα φοιτητών προπηλακίζει βάναυσα μια καθηγήτρια της Φιλοσοφικής και μια κοινωνία ζητά απεγνωσμένα απαντήσεις για το κακό που τη βρήκε στα Τέμπη

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 865
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η στοχοποίηση της καθηγήτριας Βάνας Νικολαΐδου - Κυριανίδου, η τραγωδία των Τεμπών, η διασπορά ευθυνών και η ψήφος στις εκλογές 2023

Επιτέλους, οι πολίτες θα έχουν την ευκαιρία να επιλέξουν μια νέα Βουλή άνευ αντικειμένου και άλλη μία αμέσως μετά, πιο φιλόδοξη, με στόχο τον σχηματισμό κυβέρνησης και ενδεχομένως άλλη μία, την τρίτη κατά σειρά, για τη διακυβέρνηση. Στη «μεγάλη πλατεία» του Έθνους, όπου συγκρούονται τάχα μου οι ιδέες, μια δράκα φοιτητών προπηλακίζει βάναυσα μια καθηγήτρια της Φιλοσοφικής στο όνομα μιας φασίζουσας αριστερής άποψης και μια κοινωνία ζητά απεγνωσμένα απαντήσεις για το κακό που τη βρήκε στα Τέμπη.

Όμως είναι στα super market της ζωής μας στα ράφια των οποίων η Ελλάδα αναστενάζει και όχι πια στις κερκίδες, όπως θα το 'θελε ο μουζικάντης. Ναι, στα ράφια παίζεται η τιμή του έθνους και στα βενζινάδικα η τιμή των κυβερνητών αφού, παντού αλλού, τα καύσιμα είναι φθηνότερα από το «Καφενείον η Ελλάς». Περάστε, κόσμε. Ασώματος η κεφαλή. Η χώρα καμώνεται πως ζει με ένα πάσο στην τσέπη. Πάσο για το μπακάλικο, πάσο για τη θέρμανση, πάσο για βενζίνη, πάσο για τη ζωή μας. Στη Γαλλία ξεσηκώθηκαν, λένε οι φυλλάδες, στη Γερμανία ξεσηκώνονται, ισχυρίζονται τα δελτία ειδήσεων, και στο Ισραήλ κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες αποφάσισαν να σώσουν την τιμή της Δημοκρατίας που την κακοποίησαν τόσο βάναυσα στην Πολωνία ή την Ουγγαρία. Και όχι μόνον. Δυστυχώς.

Η Βάνα Νικολαΐδου είναι πανεπιστημιακή δάσκαλος. Καλή κακή, ικανή ή όχι, δεν έχει απολύτως καμία σημασία στη συγκεκριμένη περίπτωση. Δεν κρίνονται οι ακαδημαϊκές της δυνατότητες. Επελέγη, ανέλαβε καθήκοντα, διδάσκει, όπως προβλέπουν οι νόμοι και οι διατάξεις. Το πανεπιστήμιο δεν μπορεί να λειτουργεί χωρίς κανόνες. Η μετάδοση της γνώσης δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιείται χωρίς κανόνες και αξιολόγηση. Το αμφιθέατρο δεν είναι αρένα τσίρκου ούτε παλαίστρα ελευθέρας πάλης. Κάποιοι κινούνται σαν καθοδηγούμενα cyborg από ασήμαντους φοιτητοπατέρες. Παιδιά που στη φάση που περνούν προτίμησαν την ευκολία της αμάθειας κινδυνεύοντας αργότερα να υποστούν τις συνέπειες της αφροσύνης τους, εισέβαλαν στο μάθημά της και απαίτησαν την παραίτησή της. Αφορμή κάποιες δημόσιες αλλά επώνυμες δηλώσεις της. Τίποτε εν κρυπτώ. Το πανεπιστήμιο στα χειρότερά του. Η δημοκρατία στα χειρότερά της. Τα παιδιά τα ίδια, οι φοιτητές, στα χειρότερά τους. Πού είναι άραγε οι πλειοψηφίες; Πού βρίσκονται οι σώφρονες; Προφανώς στον καναπέ τους.

Στους διαδρόμους των εισαγγελικών γραφείων βιοπορίζονται οι δικηγόροι, οι νομικοί σύμβουλοι και οι ατσίδες των δικαστικών αιθουσών. Στους δρόμους κάποιες δεκάδες χιλιάδες πολίτες, περισσότεροι από κάθε άλλη φορά εδώ και χρόνια, απαιτούν απαντήσεις για την τραγωδία των Τεμπών. Αντί για απαντήσεις παρατηρείται πλημμυρίδα διασποράς ευθυνών. Όπου ευθύνονται πολλοί δεν ευθύνεται τελικά κανένας. Σε κάθε τραγωδία τέτοιου βεληνεκούς υπάρχει διακεκριμένη ατομική ευθύνη, συγκεκριμένη συλλογική ευθύνη και αναμφισβήτητη πολιτική ευθύνη. Ένα αόρατο χέρι λες και επιχειρεί τη διάχυση της ευθύνης κάτω από τις χαραμάδες της πραγματικότητας συμβάλλοντας στη ρευστοποίησή της. Σαν χυλός η ευθύνη είναι παντού και πουθενά. Γίνεται αντιληπτή και αιφνιδίως χάνεται μέσα σε ένα νέφος ασήμαντων λεπτομερειών. Η Τραγωδία γίνεται θέαμα στα χέρια ενός αόρατου επικοινωνιακού μαέστρου. Η εικόνα αντικαθιστά τη σκέψη.

Όπως ακριβώς και στην αίθουσα μαθημάτων της Βάνας Νικολαΐδου, όπου ομάδα νεαρών παίζουν τον ρόλο του λαϊκού δικαστή. Νομίζουν πως κάνουν κάτι το σημαντικό. Φαίνεται σαν παιγνίδι. Μόνο που δεν είναι. Κάπου στη γωνιά καιροφυλακτεί το «τόσο κοινότοπο κακό».

Στο συλλογικό αυτό θέαμα σαν υπνωτισμένοι οι θεατές παρακολουθούν την μπαγκέτα του μαέστρου και όχι το ίδιο το δρώμενο. Άσχημα τα νέα. Κάπως έτσι καταλήγει η εκκόλαψη του αυγού του φιδιού. Κάπως έτσι αχνοφαίνεται στον ορίζοντα μια άλλη Βαϊμάρη αλλά καμώνονται όλοι πως δεν αναγνωρίζουν τα σημάδια. Έτσι τους βολεύει.

Μία άβολη κουβέντα

Ήταν αργά το απόγευμα. Στο γραφείο με τους γκρίζους τοίχους ο συνομιλητής, εκφραστικά ανήσυχος, εξηγούσε τα ευρήματα των τελευταίων στατιστικών προσεγγίσεων των τάσεων της κοινής γνώμης. «Δεν με ενδιαφέρουν τα ποσοστά της διαφοράς μεταξύ των κομμάτων. Άλλωστε τι σημασία έχουν αυτές οι διαφορές τώρα, όταν έχουμε μπροστά μας δύο (τουλάχιστον) εκλογικές αναμετρήσεις. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό το 3,5% ή το 4,2%. Άλλα ευρήματα με ενδιαφέρουν. Το ποσοστό της απροσδιόριστης ψήφου όλο και αυξάνεται αντί να μειώνεται προϊόντος του χρόνου. Η ψήφος των νέων ηλικίας 17-35 έχει διά παντός χαθεί για τη Νέα Δημοκρατία και πολύ πιθανόν σε μεγάλο ποσοστό και για τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτά τα ευρήματα με ενδιαφέρουν και αυτά με ανησυχούν πολύ».

Ο συνομιλητής δεν είναι βεβαίως ο οποιοσδήποτε. Δεν ξέρει απλώς πρόσωπα και πράγματα. Γνωρίζει πώς λειτουργούν οι μηχανισμοί. Ήταν και είναι κομμάτι αυτής της ράτσας ανθρώπων που κινούνται με άνεση ανάμεσα από τις τροχαλίες και τα γρανάζια. Η γνώμη αυτών των ανθρώπων είναι σημαντική, αν και εφόσον η άποψή τους τεκμηριώνεται από ένα καθάριο βλέμμα πάνω στην πραγματικότητα.

«Εγώ φοβάμαι» καταλήγει και η κουβέντα σταματά, προσωρινά, εκεί. Μιλά πέρα από φανατισμούς και ιδεολογικά πρόσημα. Είναι απλώς ψυχρά παρατηρητικός. Μόνον εκείνοι που έχουν ασχοληθεί με το άθλημα ξέρουν να διαβάζουν τις λεπτομέρειες. Είπαμε και άλλα πολλά που δεν είναι της ώρας. Άλλωστε όλα, ή σχεδόν όλα, είναι πια γνωστά. Απλά είναι πολύ λίγοι οι ικανοί να τα αποκωδικοποιήσουν.

Οι συνήθεις ύποπτοι λένε πως στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Μέγα λάθος. Δυστυχώς υπάρχουν και όταν οδηγούμεθα σε αυτά καταλήγουμε στην πυρπόληση του Reichstag στο Βερολίνο και την ανάληψη καθηκόντων πρωθυπουργού από έναν Χίτλερ ή έναν Μουσολίνι. 

Βλέπετε, στα αποδυτήρια της Πολιτικής ξεγυμνώνονται ξετσίπωτα οι πολιτικές, χωρίς αιδώ, για να ενδυθούν τη φορεσιά του ψηφοθήρα ζητιάνου. Επάγγελμα παλιό όσο η Πνύκα και ευτελές όσο η σοφιστεία. Μόνο που τελευταία πληθαίνουν οι σοφιστές που σερβίρουν θωπείες σε κάθε άφρονα Αλκιβιάδη.