Πολιτικη & Οικονομια

Παρελθοντολογία ή εκσυγχρονισμός

Η πικρόχολη αναμόχλευση του παρελθόντος, η αντιπολίτευση των «σκοτεινών προφητειών» και οι προκλήσεις για τον Κ. Μητσοτάκη

Δημήτρης Καλουδιώτης - Κίμων Χατζημπίρος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Η δημόσια πολιτική αντιπαράθεση στην Ελλάδα, η αντιπολίτευση απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη, η στάση των κομμάτων στην προεκλογική περίοδο.

Στη χώρα μας αναμοχλεύουμε περισσότερο το παρελθόν από όσο σχεδιάζουμε το μέλλον. Αυτήν την αναμόχλευση του παρελθόντος έχει αναλάβει κυρίως η κομμουνιστογενής Αριστερά. Η παρελθοντολογία του ΚΚΕ, που έχει τον χαρακτήρα διάσωσης του αρχαίου αφηγήματος της κομμουνιστικής επανάστασης, δεν ενοχλεί ιδιαίτερα: λειτουργεί ως θεματοφύλακας του ολοκληρωτισμού που επιβιώνει ακόμα στην ελληνική κοινωνία. Πέραν τούτου, διακινεί υπερβατικό λόγο με συνδικαλιστική χροιά –εκτός τόπου και χρόνου– και πρακτικές σεμνής παρεμπόδισης της λειτουργίας δραστηριοτήτων, κυρίως σε μεγάλες πόλεις, με «επαγγελματικές» πεζοπορίες των στελεχών του στους δρόμους.

Ο Σύριζα είναι πιο σύγχρονος κληρονόμος του παρελθοντικού λόγου. Καθώς δεν απεμπολεί την ευρύτερη ανατολική παράδοση της Αριστεράς, επιμένει να μην καταδικάζει απερίφραστα τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ψηφίζοντας π.χ. λευκό στη σχετική ψηφοφορία της Ευρωβουλής. Προσπαθεί να υπογραμμίσει την εικόνα του πιο πρόσφατου παρελθόντος, ενσωματώνοντας την αντιδυτική παράδοση του ΠΑΣΟΚ της εποχής Ανδρέα Παπανδρέου και εξορκίζοντας την πιο σύγχρονη ευρωπαϊκή στρατηγική του Κώστα Σημίτη. Όλα αυτά, σε μια θολή ρητορική που σχετίζεται ελάχιστα με τις προτεραιότητες της εποχής μας. Περισσεύουν τα, συνδικαλιστικού τύπου, υπερβολικά αιτήματα και λείπουν ο προγραμματικός λόγος, το κυβερνητικό πρόγραμμα, η αναπτυξιακή στρατηγική. Είναι χαρακτηριστική η καθημερινή προσωπική εμφάνιση του Αλέξη Τσίπρα δύστροπου μάντη κακών.

Το Πασόκ-Κινάλ εισήλθε στο μεγάλο πολιτικό παιγνίδι με τους καλύτερους οιωνούς, αφού η χώρα χρειάζεται ένα δεύτερο συστημικό κόμμα για μελλοντική εναλλαγή στην διακυβέρνησή της. Αλλά, αντί να αρθρώσει εκσυγχρονιστικό λόγο, ξεκινώντας με τη φιλοδοξία να υπερβεί την εποχή Σημίτη και να βγει στην πορεία πιο μπροστά από τον Μητσοτάκη, επέστρεψε στον Παπανδρεϊσμό της δεκαετίας του 1980: τώρα ανταγωνίζεται τον Σύριζα στο γήπεδό του.

Η υπόλοιπη αντιπολίτευση περιέχει μικρούς κομματικούς σχηματισμούς, που συμπεριφέρονται σαν μικρά δεξιά ή αριστερά ΚΚΕ.

Αν υπάρχει πράγματι μια σημαντική απειλή για τη δημοκρατία μας, αυτή συνίσταται στην απόπειρα να πεισθεί η κοινωνία ότι υπάρχει σοβαρό πολιτικό πρόβλημα.

Το τελευταίο εξάμηνο, η δημόσια αντιπαράθεση κυριαρχείται από κομματικό και δημοσιογραφικό καταγγελτικό λόγο, που οφείλεται στην ημιμάθεια. Οι ενορχηστρωτές του έχουν καταφέρει, με πυροτεχνήματα, να διαμορφώνουν σε σημαντικό βαθμό μια δήθεν «πολιτική» επικαιρότητα. Η υπερ-πολιτικοποίηση κάθε ζητήματος ως πάγια τακτική κρύβει την τεχνοκρατική ανεπάρκεια, την έλλειψη συγκεκριμένων προτάσεων. Αν υπάρχει πράγματι μια σημαντική απειλή για τη δημοκρατία μας, αυτή συνίσταται στην απόπειρα να πεισθεί η κοινωνία ότι υπάρχει σοβαρό πολιτικό πρόβλημα, πρόβλημα προστασίας της αξιοπρέπειας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων των πολιτών, πρόβλημα ελευθερίας της ενημέρωσης, πρόβλημα υπονόμευσης του πολιτεύματος και, γενικότερα, μεγάλος πολιτικός κίνδυνος από την παρούσα κυβέρνηση. Πρόκειται για ενσυνείδητη και αρκετά επιτυχημένη προσπάθεια στροφής του ενδιαφέροντος των πολιτών από τα πραγματικά ζητήματα σε κατασκευασμένα. Αυτή η προσπάθεια βρίσκει ευνοϊκό έδαφος σε κοινωνικές ομάδες, δεξιόστροφες ή αριστερόστροφες, που παραμένουν προσκολλημένες σε κινδύνους ενός μακρινού παρελθόντος, που αδυνατούν να κατανοήσουν τις προτεραιότητες και τα νέα διακυβεύματα της εποχής μας, που δεν θέλουν να απογαλακτισθούν από παραδοσιακές νοοτροπίες.

Μια απογοητευτική διαπίστωση στις εικόνες των πολιτικών αντιπαραθέσεων των τελευταίων μηνών είναι η απουσία λόγου για τα πραγματικά σημερινά και μελλοντικά προβλήματα της χώρας. Πού είναι οι εναλλακτικές προτάσεις για την αντιμετώπιση: 1) ου τουρκικού αναθεωρητισμού, τόσο με διεθνείς συμμαχίες όσο και με εκσυγχρονισμό του αμυντικού συστήματος; 2) της μεγαλύτερης μεσοπρόθεσμης απειλής για τη χώρα, δηλαδή των επιπτώσεων από την ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή; 3) της ενεργειακής κρίσης, με την υιοθέτηση σύγχρονων μορφών παραγωγής, μεταφοράς και εξοικονόμησης ενέργειας; 4) της υπερβολικής ανόδου των τιμών σε βασικά αγαθά διατροφής, στέγασης και υπηρεσιών; 5) των εμποδίων και της καθυστέρησης στην πορεία εξευρωπαϊσμού της χώρας; 

Η ανεξέλεγκτη δημαγωγία, με άφθονη δόση ιδιοτελούς φανατισμού, δημοσιογραφικής ημιμάθειας και αντιδυτικής εμμονής είναι, περιληπτικά, το αντιπολιτευτικό τοπίο που έχει να αντιμετωπίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Το κόμμα του δεν διαφέρει πολύ από τα υπόλοιπα, εφόσον το κομματικό φαινόμενο διέρχεται και στη χώρα μας φάση παρακμής. Το πλεονέκτημά του όμως είναι ότι διαθέτει σημαντικές δεξαμενές στελεχών, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στον απανταχού ελληνισμό. Και συγκριτικά με τον Κ. Σημίτη, ο Κ. Μητσοτάκης «ελέγχει» καλύτερα τη ΝΔ.

Ο πρωθυπουργός κινείται στον αστερισμό του διαρκούς εκσυγχρονισμού. Αλλά αυτή η στρατηγική χρειάζεται συνεχή ανανέωση σε ένα εθνικό  περιβάλλον που δεν είναι αρκούντως δεκτικό. Ο Κ. Μητσοτάκης κάνει ταυτόχρονα δύο επιλογές στους δύο πιο στρατηγικούς τομείς. Στην οικονομία επενδύει σε μια αισιόδοξη προοπτική η οποία, παρά το διεθνές κλίμα, φαίνεται να επαληθεύεται. Είναι ορατός ο στόχος της επενδυτικής βαθμίδας. Στο κρίσιμο πρόβλημα που δημιουργεί ο, σχεδόν πολεμικός, τουρκικός αναθεωρητισμός, έχει υλοποιήσει τολμηρές αποφάσεις, με την ενίσχυση των βασικών συμμαχιών της χώρας και με την αμυντική θωράκιση, την οποία καθιστά δυνατή η βελτίωση της οικονομικής κατάστασης. Επίσης, χρόνια προβλήματα, όπως οι καθυστερήσεις στην απονομή συντάξεων και στην εξυπηρέτηση των πολιτών από την Διοίκηση φαίνεται ότι ακολουθούν την οδό της επίλυσης.

Κεντρικό όπλο του παραμένει η προβολή της νέας φάσης εκσυγχρονισμού για την προσεχή τετραετία. Τηρουμένων των αναλογιών, οι μέχρι τώρα στραβοτιμονιές δεν ξεπέρασαν τις αντίστοιχες σε προηγούμενες κυβερνήσεις. Υπάρχουν όμως ζητήματα εκσυγχρονισμού που ξεκίνησαν αλλά έχουν μείνει ανολοκλήρωτα ή που δεν ξεκίνησαν καθόλου. Παραδείγματα, η καθημερινή ασφάλεια, στα πανεπιστήμια και στους δρόμους Αθήνας και Θεσσαλονίκης· τα αμιγή ζητήματα αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων· η αποδοτική λειτουργία της Δικαιοσύνης, που δεν ξεκίνησε καν· η μεταρρύθμιση του «πληθυντικού», «πολυθεσμικού» πολιτικού συστήματος, η αναπροσαρμογή του οποίου κάποτε πρέπει να αρχίσει έστω να συζητείται, στο πλαίσιο μιας σύγχρονης δημοκρατίας.

Είναι φανερό ότι στην προσεχή εκλογική αναμέτρηση ο πρωθυπουργός θα είναι μόνος εναντίον όλων. Η κατάσταση δεν είναι ό,τι καλύτερο θα ευχόμασταν για τη χώρα, ούτε είναι εύκολη για τον ίδιο. Οι μάντεις κακών δηλητηριάζουν την κοινωνία. Οι ελπίδες στηρίζονται στην πολιτεία του και στις ικανότητές του, καθώς και στον εκσυγχρονιστικό προγραμματικό του λόγο, ιδιαίτερα αν τον εμπλουτίσει. Αλλά επίσης στηρίζονται και στο γεγονός ότι, στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας, πήραμε πικρά μαθήματα ως κοινωνία.