Πολιτικη & Οικονομια

Γήπεδα, περισσότερα γήπεδα!

Πώς γίνεται να εισάγονται τόσες πολλές μεταρρυθμίσεις και όλες ή σχεδόν όλες να μην αποφέρουν το παραμικρό

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
SUPERLEAGUE 2022-2023 / ΑΕΚ - ΙΩΝΙΚΟΣ
© ΜΑΡΚΟΣ ΧΟΥΖΟΥΡΗΣ / EUROKINISSI

Ποδόσφαιρο, παιδεία, υγεία, δικαιοσύνη και άλλοι τομείς όπου γίνονται αλλεπάλληλες «μεταρρυθμίσεις» χωρίς σοβαρά αποτελέσματα.

Η είδηση έμεινε στις αθλητικές σελίδες των εφημερίδων. Κι όμως άξιζε κάτι παραπάνω. Σίγουρα θα αποτελεί μια νέα ελληνική πρωτιά στην Ευρώπη, αν όχι σε όλο τον κόσμο. Όπως πληροφορηθήκαμε λοιπόν, στην Ελλάδα σήμερα δεν διεξάγεται κανένας επίσημος ποδοσφαιρικός αγώνας και κανένα πρωτάθλημα, ούτε καν ερασιτεχνικό, πλην της επαγγελματικής «σούπερ λιγκ». Για τους ακριβείς λόγους θα σας γελάσω ούτε για το ποιος έχει δίκιο, ο υφυπουργός Λευτέρης Αυγενάκης ή ο πρόεδρος της ΕΠΟ Τάκης Μπαλτάκος. Σημειωτέον, και οι δύο προέρχονται από τον ίδιο ιδεολογικό και πολιτικό χώρο, αυτό ωστόσο δεν τους εμποδίζει να ξεκατινιάζονται δημοσίως. Ένας άλλος πόλεμος διεξάγεται ανάμεσα στον πρόεδρο της ΕΠΟ και στον πρόεδρο της Σούπερ Λιγκ - αυτός, αν έχω καταλάβει καλά, για τον έλεγχο της, αμερόληπτης κατά τα λοιπά, διαιτησίας. Προφανώς όμως επειδή τα λεφτά είναι πολλά, εδώ οι αγώνες γίνονται κανονικά. Οι απειλές όμως για γκρέξιτ ή για διακοπή της χρηματοδότησης μαζί με βαρύτατες κατηγορίες που θυμίζουν μαφίες, δίνουν και παίρνουν. Είμαστε μια ευχάριστη ατμόσφαιρα.

Ως εδώ τίποτα το καινούργιο, θα μπορούσε να πει κάποιος. Αλλά βέβαια δεν πάει και τόσος πολύς καιρός που είχε έρθει και ποδοσφαιρική τρόικα από την διεθνή ποδοσφαιρική ομοσπονδία και λίγο πολύ μας υποχρέωσε να εφαρμόσουμε μνημόνιο συνολικής αναμόρφωσης του ποδοσφαίρου. Μέχρι και ξένο αρχιδιαιτητή φέραμε χωρίς κανείς να διαμαρτυρηθεί για την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας. Άλλα μνημόνια μας κινητοποιούν. Ακολούθησαν βαρύγδουπες κυβερνητικές ανακοινώσεις, μετά το φόνο του νεαρού φιλάθλου πέρσι στη Θεσσαλονίκη, για την πάταξη της βίας. Ένα χρόνο μετά όλα αυτά ακούγονται σαν μια κακόγουστη κωμωδία. Αλλά βέβαια όχι. Στο διάστημα που μεσολάβησε αποκτήσαμε ένα ολοκαίνουργιο γήπεδο που κόστισε δεκάδες εκατομμύρια να έχουν να σπάνε οι φίλαθλοι. Λίγοι ασφαλώς έδωσαν σημασία στο ότι η γηπεδούχος ομάδα κατέβηκε χωρίς ούτε έναν (!) έλληνα ποδοσφαιριστή στην αρχική ενδεκάδα. Για λόγους δικαιοσύνης, να πούμε ότι έλληνες ποδοσφαιριστές βρίσκεις πια με το σταγονόμετρο σε όλες τις ομάδες. Όχι ότι είμαστε εναντίον των ξένων αλλά να, όταν θέλεις να βοηθήσεις την Εθνική ομάδα και το ποδόσφαιρο, να «βελτιώσεις το προϊόν» όπως μας λένε στο πιο τεχνοκρατικό, πρέπει να έχεις και τις ανάλογες προτεραιότητες. Αυτό είμαστε. Λεφτά στη βιτρίνα, για να ικανοποιηθεί η ματαιοδοξία μεγαλοπαραγόντων και ημών των οπαδών. Κατά τα λοιπά ο χώρος μεταρρυθμίζεται κάποιες δεκαετίες και όχι μόνο δεν αλλάζει τίποτα αλλά, σε ορισμένες περιπτώσεις, πάμε ολοταχώς προς τα πίσω.

Αν κάποιοι ποδοσφαιρικοί παράγοντες νιώθουν άσχημα, ας παρηγορηθούν. Δεν είναι ο μόνος τομέας που έχει βαλτώσει. Πάρτε για παράδειγμα τη δικαιοσύνη. Αυτός κι αν είναι τομέας που καρκινοβατεί, φυσικά και αυτός μετά από αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις. Στον τομέα των καθυστερήσεων τα λέμε, τα ξαναλέμε για να τα ακούμε. Τις τελευταίες ημέρες έγινε και το απίστευτο. Μια βαρύτατη υπόθεση δωροδοκιών γύρω από τις οποίες σπαταλήσαμε τόνους πολιτικού πάθους, μπήκε στο αρχείο. Τα αδικήματα παραγράφηκαν! Έτσι απλά, στη χώρα με τους περισσότερους ίσως δικαστές ανά κάτοικο. Κάποιοι θεωρούν ότι υπήρξαν παρεμβάσεις, πράγμα καθόλου παράδοξο αν αναλογιστεί κανείς ότι κορυφαίοι δικαστικοί αλληλοκατηγορούνται δημοσίως, ούτε λίγο ούτε πολύ, για στημένες διαδικασίες. Ποιος έχει δίκιο ούτε ξέρω ούτε με ενδιαφέρει. Εδώ λοιπόν σίγουρα πάμε από το κακό στο χειρότερο. Οι υπουργοί δικαιοσύνης μάλιστα στην πραγματικότητα έχουν παραιτηθεί και από την προσπάθεια. Έχουν στερέψει από ιδέες. Πρόσφατα ανώτερος δικαστικός μού ομολόγησε το ίδιο. Αν με ρωτούσαν τι πρέπει να γίνει, μου είπε, δεν θα ήξερα τι να πω. Η «υπαλληλοποίηση» -δικός του ο όρος- έχει προχωρήσει τόσο πολύ που θα έπρεπε να δημιουργηθεί το σύστημα από την αρχή. Πώς να μεταρρυθμίσεις την υπαλληλοποίηση;

Εντάξει ούτε οι δικαστικοί θα πρέπει να αισθάνονται τόσο άσχημα. Γιατί τότε τι θα έπρεπε να πουν οι συνάδελφοί τους στο πανεπιστήμιο. Εδώ κι αν έχουμε μεταρρυθμίσεις επί μεταρρυθμίσεων που δεν μας οδηγούν πουθενά. Κάθε τόσο σκάει μια ιστορία όπως αυτή της συμμορίας στη φοιτητική εστία και καμωνόμαστε ότι μας εκπλήσσει. Κατά τα λοιπά, όλος ο χώρος επιδίδεται σε αυστηρό σημειωτόν καταφέρνοντας να κάψει όποια θετική προσπάθεια γίνεται. Από κοντά φυσικά και η πρωτοβάθμια εκπαίδευση που όχι μόνο αρνείται την αξιολόγηση αλλά και όταν, με βάση τα διεθνή κριτήρια της Pisa, αποκαλύπτεται η υστέρηση των ελλήνων μαθητών, μας λένε ότι φταίνε τα κριτήρια! Εισάγονται αλλαγές επί αλλαγών, πρόοδος ωστόσο μηδέν.

Θα μπορούσαν να αναφερθούν και άλλοι τομείς όπου γίνονται αλλεπάλληλες «μεταρρυθμίσεις» χωρίς σοβαρά αποτελέσματα. Η υγεία έρχεται πρώτη στο νου. Εδώ όπου φύγει φύγει, όποιος έχει τη δυνατότητα πηγαίνει σε έναν ιδιωτικό τομέα με εξαιρετικά άνισες και συχνά αμφιλεγόμενης ποιότητας υπηρεσίες. Η εικόνα περιπλέκεται από τις αλλεπάλληλες κρίσεις, πρώτα την οικονομική, ύστερα του κόβιντ, που έπληξαν και υλικά το δημόσιο σύστημα. Η σταθερά ωστόσο είναι η ταλαιπωρία των ασθενών οι οποίοι επιπλέον πολύ συχνά αισθάνονται ανυπεράσπιστοι, χωρίς κανέναν να προστατεύει τα δικαιώματα τους. Και βέβαια εδώ και αν μπορούμε να μιλάμε για «υπαλληλοποίηση», ανεξαρτήτως από το αν υπάρχουν, όπως παντού, και λαμπρές εξαιρέσεις. 

Το πραγματικό ερώτημα που προκύπτει από την εμπειρία των πενήντα χρόνων της μεταπολίτευσης είναι πώς γίνεται να εισάγονται τόσες πολλές μεταρρυθμίσεις και όλες ή σχεδόν όλες να μην αποφέρουν το παραμικρό. Ανακυκλώνουμε διαρκώς τα ίδια προβλήματα σαν να ζούμε τη μέρα της μαρμότας. Δεν είναι ότι δεν υπάρχουν καλές προθέσεις. Είναι πως όποια αλλαγή επιχειρείται, ακυρώνεται στην πράξη. Σαν να στερούμαστε την ικανότητα, ως κοινωνία και ως πολιτικό σύστημα, να σχεδιάζουμε και να υλοποιούμε αλλαγές για τις οποίες είναι σύμφωνη η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών. Οι μόνες μεταρρυθμίσεις που φέρνουν αποτελέσματα είναι όσες δεν περιλαμβάνουν τον παράγοντα άνθρωπο. Η ψηφιακή μεταρρύθμιση για παράδειγμα, κι αυτή μόνο όταν δεν γίνεται αφορμή για την υιοθέτηση ακόμα πιο γραφειοκρατικών διαδικασιών. Όπου παρεμβάλλονται συμφέροντα, μικρά ή μεγάλα, ή όπου απειλούνται οι μικροεξουσίες και το στάτους των συμμετεχόντων, το σύστημα μπλοκάρεται. Κι αυτό ξεκινά από τα χαμηλά και φτάνει ως τα ψηλά: τέτοια αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων, όπως αυτή της τελευταίας δεκαετίας, δεν είχαμε στο παρελθόν. Ακόμα και στις περιόδους μεγάλης οξύτητας.

Το ενδιαφέρον, ή το παράδοξο αν προτιμάτε, είναι ότι η χώρα προχωράει. Οι συνθήκες και το επίπεδο ζωής σε αυτά τα 50 χρόνια έχουν βελτιωθεί εντυπωσιακά, όπως και οι περισσότεροι κοινωνικοί δείκτες. Ακόμα και μετά από μια πρωτοφανή κρίση, χρειάστηκε λίγο να επιστρέψουμε στον οικονομικό ρεαλισμό και με τη βοήθεια και του τουρισμού να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη. Το ερώτημα όμως είναι ποιες μπορεί να είναι οι προοπτικές σε βάθος χρόνου, όσο δεν αντιμετωπίζουμε μεγάλα ή και μικρότερα κοινωνικά προβλήματα. Όταν αντιμετωπίζουμε μια δυσλειτουργική καθημερινότητα όπου ο μόνος τρόπος να την αποφύγεις είναι να διαθέτεις μεγάλη οικονομική άνεση. Για την υγεία, για την παιδεία ακόμα και για τη δικαιοσύνη όπως πολλοί πια υποπτευόμαστε. Όσο για το ποδόσφαιρο, θα μπορούσαμε και να το αγνοήσουμε, αν δεν μας θύμιζε κι αυτό κάθε τόσο, τη σκοτεινή μας πλευρά.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ