Πολιτικη & Οικονομια

Η ακροδεξιά και το αναπάντητο «ποιος ασχολείται με εμάς;»

Δεν είναι ένας ασήμαντος κίνδυνος που δίνει περιθώρια υποτίμησης

Γιώργος Πιέρρος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, η αποδυνάμωση των δυνάμεων του προοδευτικού χώρου και η πρόταση του Νίκου Αλιβιζάτου για τις εγκληματικές οργανώσεις στην Ελλάδα.

«Τι κάνετε εσείς ενάντια σε όλη αυτή τη φτώχεια; Τι κάνετε ενάντια στην κοινωνική βία; Δεν βλέπετε τα βάσανα των ταπεινών ανθρώπων; Δεν ντρέπεστε που ανέχεστε αυτήν την κατάσταση; Έτσι διαμορφώθηκε το λογοτεχνικό μου στίγμα», έλεγε σε συνέντευξή του στην ΕΦ.ΣΥΝ λίγες ήμερες πριν βρεθεί στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 2019, ο 27χρονος τότε συγγραφέας Εντουάρ Λουί. Μαχητικός, από τους πιο αναγνωρίσιμους πλέον στη νέα γενιά των Γάλλων λογοτεχνών, εισέβαλε και στις ελληνικές βιβλιοθήκες με δύο μυθιστορήματα που παρουσίασε πριν από τρία χρόνια ο ίδιος στο κέντρο της Αθήνας και βγήκαν από τις εκδόσεις Αντίποδες.

Το έργο του ήδη κυκλοφορεί σε πάνω από 20 γλώσσες ενώ παρεμβάσεις του έχουν φιλοξενηθεί στα μεγαλύτερα περιοδικά της Ευρώπης αλλά και των ΗΠΑ. Σε αυτό συχνά μιλά για την σταδιακή απομάκρυνση του πολιτικού ενδιαφέροντος των αριστερών κομμάτων από τις μειονότητες, τη φτώχεια, τη βία, τους κοινωνικούς αποκλεισμούς, τα μεγάλα προβλήματα της εργατικής τάξης. Για τη διαφορετική προσέγγιση που υιοθέτησαν τα παραδοσιακά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αποφεύγοντας πλέον να μιλούν για την εξαθλίωση των φτωχότερων και επιλέγοντας να μιλούν για ουδέτερη «διαχείριση», «κέρδη» και «μεγάλες αλλαγές». Περιγράφει την μετατόπιση των ψηφοφόρων αριστερών και κομμουνιστικών κομμάτων προς την ακροδεξιά, δίνοντας το παράδειγμα του πατέρα που μετά από ένα εργατικό ατύχημα που του διέλυσε την πλάτη αναγκάστηκε να συνεχίσει να εργάζεται σε σκουπιδιάρικο για να μη χάσει το επίδομα αναπηρίας, μεταφέροντας τη δική του απόγνωση με το ερώτημα «ποιος ασχολείται με εμάς;»

Γιατί η αναφορά στο λογοτεχνικό έργο του Εντουάρ Λουί; Στα βιώματα που παραθέτει μέσα από αυτό; Στα αδιέξοδα που περιγράφει; Γιατί εκπροσωπώντας ένα νέο ρεύμα στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία, μίλησε για την επέλαση της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο στη Γαλλία, πριν την μεγάλη μετωπική της Λεπέν με τον Μακρόν και πριν την επικράτηση της Μελόνι στην Ιταλία. Γιατί τα ποσοστά των «Πέντε Αστέρων» στον νότο και της Λέγκας στον Βορρά που έφταναν από το 2018 το 50% του εκλογικού σώματος, «χτυπούσαν» από τότε καμπανάκια, όταν το κόμμα της Μελόνι κατέγραφε μόλις 4.4% αλλά με το έδαφος εύφορο μπροστά του.

Λίγα χρόνια μετά ο πολιτικός της φορέας, απόγονος του μεταπολεμικού νεοφασισμού κατέγραψε ποσοστό που άγγιξε το 26%, έγινε ο κυρίαρχος του λαϊκίστικου χώρου που άγγιξε το 46% στο σύνολο, λίγες ημέρες πριν. Απέδειξε ότι η ακροδεξιά, δεν είναι ένας ασήμαντος κίνδυνος που δίνει περιθώρια υποτίμησης.

Με το 50% του εκλογικού σώματος να απαντά στις έρευνες της Metron Analysis, ότι νιώθει εκτός του «προστατευμένου κάστρου» και στην Ελλάδα, αποδεικνύοντας ότι σχεδόν οι μισοί Έλληνες νιώθουν αβεβαιότητα και ανασφάλεια για το μέλλον ο κίνδυνος της ακροδεξιάς όπως όλα δείχνουν δεν γίνεται να υποτιμηθεί ούτε στη χώρα μας. Άλλωστε οι μνήμες από την εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής είναι νωπές.

Για αυτόν ακριβώς τον λόγο η πρόταση που καταθέτει ο Νίκος Αλιβιζάτος μέσα από το άρθρο του στα ΝΕΑ με τίτλο «Και όμως πρέπει να αποκλειστούν», αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Προτείνει να δοθεί η δυνατότητα στο Α' Τμήμα του Αρείου Πάγου να αποκλείει από τις εκλογές κόμματα που περιλαμβάνουν ως υποψήφιους πρόσωπα καταδικασμένα, έστω και πρωτοδίκως για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης. Όπως υπογραμμίζει αφού οι τελευταίοι δεν θα εμποδίζονται να πολιτευτούν ως ανεξάρτητοι η διάταξη αυτή δεν θα ήταν αντισυνταγματική, γιατί δεν θα στερούσε το δικαίωμα τους να εκλέγονται την ίδια ώρα που ουσιαστικά θα τους απέκλειε. Σήμερα ο νόμος απαγορεύει στα πρόσωπα αυτά να έχουν την ιδιότητα του «προέδρου», του «γενικού γραμματέα», του «μέλους διοίκησης» και του «νόμιμου εκπροσώπου» αλλά μπορούν να εκλεχθούν με κόμμα που θα έχουν ιδρύσει αν δεν καταλαμβάνουν μια από τις παραπάνω θέσεις. Για να μην «πέφτουμε από τα σύννεφα» διαρκώς, όπως με την περίπτωση της Ιταλίας που από το 2018 τα δείγματα ήταν σαφέστατα και για να μην επικρατήσουν δυσάρεστες εκπλήξεις με την επιστροφή εφιαλτών από το παρελθόν η πρόταση Αλιβιζάτου λειτουργεί σαν «ξυπνητήρι» για το δημοκρατικό τόξο.

Απαντά η ακροδεξιά σε μεγάλα κοινωνικά προβλήματα; Συνδυάζονται τα κλειστά σύνορα με την οικονομική ανάπτυξη; Η απουσία οποιουδήποτε μέτρου για την κλιματική αλλαγή δίνει προοπτική; Δίνουν ελπίδες ο περιορισμός των δικαιωμάτων των σεξουαλικών διαφορετικών όπως τους προσδιορίζουν οι ακροδεξιοί ή η απαγόρευση στις γυναίκες να αποφασίζουν για το σώμα τους; Υπάρχει η κοινωνική πολιτική που προτείνουν, με χαμηλούς φόρους για τους πολύ πλούσιους; Σε όλα τα ερωτήματα η απάντηση είναι σαφώς αρνητική. Το ζήτημα ωστόσο με τις δυνάμεις της ακροδεξιάς, από τον Τραμπ μέχρι τη Μελόνι είναι ότι για να γίνουν σαφή τα αδιέξοδα που παρουσιάζουν ως λύσεις, έρχονται πρώτα στην εξουσία με ολέθριες για τους πολίτες συνέπειες.

Το αποτέλεσμα στην Ιταλία αποδεικνύεται από τους αριθμούς ότι δεν ήταν έκπληξη, ο εφιάλτης είχε προδιαγραφεί. Όπως επίσης είχε προδιαγραφεί η αποδυνάμωση του συνόλου των δυνάμεων του προοδευτικού χώρου. Ένα αποτέλεσμα της αδιαφορίας τους για την ανάπτυξη πολιτικών που απαντούν σε ταξικά ζητήματα, με τη μετατόπισή τους σε τεχνοκρατικές προσεγγίσεις που άφηναν το ερώτημα του πατέρα του Εντουάρ Λουί «ποιος ασχολείται με εμάς;» αναπάντητο.

Ίσως η επιστροφή στις ρίζες των σοσιαλιστικών κομμάτων, με την παράλληλη επικαιροποίηση των θέσεών τους μπροστά σε γενιές που δεν μπορούν να δημιουργήσουν οικογένεια ή ακόμα και να βρουν στέγη, λειτουργήσει σαν φρένο. Μέχρι τότε προτάσεις όπως αυτή του Νίκου Αλιβιζάτου για τις εγκληματικές οργανώσεις, πρέπει να προσεχτούν άμεσα πριν από νέες «εκπλήξεις».