Πολιτικη & Οικονομια

Κοινό περί δικαίου αίσθημα, κοινή γνώμη, κοινή λογική: τίποτα κοινό

Βλέπουμε όλοι το ίδιο αλλά δεν καταλαβαίνουμε όλοι το ίδιο. Κοινός αποδεκτός τρόπος σκέψης δεν υπάρχει

nikos-milapidis.jpg
Νίκος Μηλαπίδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Δικαστής

Η επίδραση της κοινής γνώμης στην απονομή της Δικαιοσύνης και το περί δικαίου αίσθημα.

Κάθε άνθρωπος αναπτύσσει ένα αίσθημα για το τι είναι δίκαιο και ποια δικαιώματα και ποιες υποχρεώσεις έχουμε απέναντι στους άλλους όταν ζούμε σε μια κοινωνία. Όλοι οι άνθρωποι διαθέτουν συναίσθηση δικαιοσύνης1, υποστηρίζει ο John Rawls στο σπουδαίο έργο του τη «Θεωρία της Δικαιοσύνης». Μας καθιστά αυτή η συνθήκη, όμως δικαστές και κριτές των πάντων;

Είναι αυτό το αίσθημα περί δικαίου κοινό και αρραγές και για όλους; Προφανώς και όχι. Καθένας από εμάς μπορεί να αντιλαμβάνεται διαφορετικά το τι είναι δίκαιο και τι δεν είναι. Το αίσθημα δικαίου δεν φύεται, αλλά καλλιεργείται. Τα βιώματα και το περιβάλλον ανατροφής, η εκπαίδευση, το πολιτιστικό και αξιακό υπόβαθρο, και τα media (παραδοσιακά και social), καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό αυτή την αίσθηση δικαίου.

Ως αόριστη έννοια, μεταβάλλεται στον χρόνο και συναρτάται με άλλες εξίσου αόριστες και μεταβαλλόμενες έννοιες, όπως αυτή του μέσου συνετού ανθρώπου. Το δίκαιο που περιλαμβάνεται στη φράση «κοινό περί δικαίου αίσθημα» είναι το «δίκιο» και όχι το «δίκαιο», ως συνεκτικό σύστημα κανόνων δικαίου έξωθεν επιβαλλομένων. Είναι, αντιθέτως, αποτέλεσμα ενός συνόλου υποκειμενικών κρίσεων, και τις περισσότερες φορές αποτέλεσμα του θυμικού και όχι εμπεριστατωμένης σκέψης. Ωστόσο, το δικαιϊκό σύστημα υπάρχει ακριβώς για να μην καταφεύγουμε στο αίσθημα.

Όσο ρευστό, υποκειμενικό και ισοπεδωτικό ταυτόχρονα είναι το «κοινό περί δικαίου» αίσθημα, άλλο τόσο ασταθής και αντιφατική είναι η περίφημη «κοινή γνώμη». Δεν είναι αυθόρμητη, δεν είναι αυτοφυής και δεν υπάρχει ως απόλυτο δεδομένο. Η κοινή γνώμη υπόκειται στην «δικτατορία» της επικαιρότητας. Σε περιόδους που προβάλλεται από τα ΜΜΕ ή/και στα social media ένα ζήτημα βλέπουμε ότι ιεραρχείται ψηλά στις προτεραιότητες των πολιτών. Αν σε ένα μήνα το ζήτημα αυτό έχει αποσυρθεί από την επικαιρότητα, αυτομάτως παύει να απασχολεί την κοινή γνώμη.

Η κοινή γνώμη κατασκευάζεται από τους υψηλούς διαμορφωτές πάσης φύσεως και μεταβάλλεται εύκολα. Βλέπουμε όλοι το ίδιο αλλά δεν καταλαβαίνουμε όλοι το ίδιο. Κοινός αποδεκτός τρόπος σκέψης δεν υπάρχει.

Εφόσον λοιπόν η γνώμη, η λογική και το αίσθημα δικαίου δεν είναι «κοινά», το κοινό περί δικαίου αίσθημα μπορεί άλλοτε να συγκρούεται κι άλλοτε να ταυτίζεται με την αρχή του κράτους δικαίου, ακόμα και στο πλαίσιο της ίδιας υπόθεσης. Ενδεικτικά αναφέρονται η συνταγματικότητα των μνημονίων, το νομοσχέδιο των τηλεοπτικών αδειών, το Μάτι, η υπόθεση Ζακ Κωστόπουλου, Γιακουμάκη, Λιγνάδη, Φύσσα, Τοπαλούδη, Καρολάιν, Μπεκατώρου, Φιλιππίδη, Πισπιρίγκου, υπόθεση Γ. Μπίκα κ.ά. 

Οι τηλεδίκες και τα λαϊκά δικαστήρια που στήνονται, βασίζονται στο περί δικαίου αίσθημα του τηλεπαρουσιαστή και των συμμετεχόντων και όχι στον κανόνα δικαίου που εφαρμόζει ο δικαστής. Αποφαίνονται για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου, συχνά στηριζόμενοι και στη συμπάθεια ή την αντιπάθεια που εμπνέει ο κατηγορούμενος και το θύμα. Μια τέτοια δικαιοσύνη, όμως, δεν ανταποκρίνεται στις επιταγές του κράτους δικαίου, αλλά ικανοποιεί αποκλειστικά και μόνο την οχλοκρατία.

Τα διλήμματα δεν είναι διαφορετικά σε υποθέσεις που μένουν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Είναι όμως σίγουρα πιο εύκολο να τα διαχειριστεί ο δικαστής, για τον οποίο το μεγαλύτερο στοίχημα δεν είναι να κρατήσει ίσες αποστάσεις από τα διάδικα μέρη, αλλά να αποστασιοποιηθεί από τον ίδιο του τον εαυτό και να εφαρμόσει τυφλά τον νόμο. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι και αυτός μέρος του κοινωνικού συνόλου, δεν είναι αποκομμένος ούτε από τον κόσμο ούτε από την κοινή γνώμη που διαμορφώνεται ενώπιόν του.

Στοιχείο του κράτους δικαίου δεν είναι η δικαιοσύνη ως αξία, αλλά η απονομή της δικαιοσύνης από ανεξάρτητους και αμερόληπτους δικαστές. Αντικείμενό της δεν είναι η παραδειγματική τιμωρία ή η απαλλαγή του δράση, την οποία επίμονα επιζητά η κοινή γνώμη, αλλά ο σεβασμός από το κράτος των κανόνων που το ίδιο θέτει. Αυτή είναι άλλωστε και η έννοια του κράτους δικαίου. Ο δικαστής εφαρμόζει τον νόμο. Εξάλλου, «η ορθή δικαστική κρίση δεν συμβαδίζει αναγκαστικά με τις όποιες πλειοψηφίες διαμορφώνονται στην κοινή γνώμη, αλλά οφείλει να προστατεύει και τα δικαιώματα των ολίγων έναντι των πολλών» . Οι δικαστές δεν ακολουθούν ευμετάβλητες πλειοψηφίες της κοινής γνώμης, αλλά το Σύνταγμα και τους νόμους. Το αν ο νόμος είναι αποτελεσματικός είναι ένα εντελώς διαφορετικό ζήτημα. Είναι, επιπλέον, ζήτημα που εκφεύγει του ελέγχου του δικαστή, αλλά εναπόκειται αποκλειστικά στον νομοθέτη.

Στις σύγχρονες ανοικτές κοινωνίες, σε καμία περίπτωση η ηθική της κοινής γνώμης δεν μπορεί να αποτελεί το μέτρο για την απονομή δικαιοσύνης. Τουλάχιστον όχι μέχρι να καταστεί νόμος.

Φανταστείτε να ζείτε σε μια χώρα, στην οποία οι δικαστές κρίνουν με βάση την εικαζόμενη βούληση της εκάστοτε πλειοψηφίας. Πολύ απλά, η Δικαιοσύνη δεν θα είχε λόγο ύπαρξης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους πολίτες της χώρας αυτής.

 

 

 

 

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ