Πολιτικη & Οικονομια

Μήπως είναι η καλύτερη στιγμή για εκλογές;

Είναι προφανές ότι είμαστε πάντα έτοιμοι να κάνουμε τα ίδια λάθη που μας οδήγησαν στην χρεοκοπία

Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο για τις εξελίξεις που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, τη στάση της Ελλάδας στις διεθνείς σχέσεις, την πορεία της οικονομίας και την πιθανότητα εκλογών.

Παρά τη συνήθη ελληνική μας μιζέρια, η συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν ήταν μια σημαντική επιτυχία για την Ελλάδα. Όχι μόνο της σημερινής κυβέρνησης αλλά και των προηγούμενων. Στην πραγματικότητα ήταν η δικαίωση της πολιτικής της πολυμερούς συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Της πολιτικής δηλαδή που ακολουθεί η Ελλάδα όλα αυτά τα τελευταία χρόνια. Ιδίως των στενών σχέσεων που έχει αναπτύξει τόσο με το Ισραήλ όσο και με την Αίγυπτο. Στη δική μας εσωτερική συζήτηση βέβαια το επίδικο ήταν κατά πόσο είχε επιτευχθεί η «απομόνωση» της Τουρκίας. Αλλά κι αυτό ήταν μια κοντόθωρη προσέγγιση. Το ζητούμενο δεν μπορεί να είναι ο αποκλεισμός αλλά αντιθέτως η ενσωμάτωση της Τουρκίας σε πολυεθνικά σχήματα συνεργασίας. Είναι ο μόνος τρόπος για να αναγκαστεί να αποδεχθεί τους όρους και τους κανόνες συνύπαρξης που ορίζονται από το διεθνές δίκαιο. Μέσα από μια τέτοια οπτική, η στροφή της Τουρκίας και η προσπάθεια του Ερντογάν να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με αυτά τα κράτη, λειτουργεί θετικά για την Ελλάδα. Οι διεθνείς σχέσεις δεν είναι παιχνίδια μηδενικού αθροίσματος.

Τα πρώτα οφέλη φάνηκαν ήδη. Κατ’ αρχήν στο επίπεδο των εντυπώσεων: από εκεί που ο Τούρκος πρόεδρος δήλωνε ότι δεν πρόκειται να καθίσει με τον Μητσοτάκη στο ίδιο τραπέζι, τον προσκάλεσε σε γεύμα με θέα τον Βόσπορο. Το ότι δεν λύθηκαν οι ελληνοτουρκικές διαφορές είναι προφανές και δεν έχει νόημα να το επαναλαμβάνουμε. Το ζητούμενο είναι οι πρωτοβουλίες εκείνες που θα μπορέσουν να δώσουν συνέχεια σε αυτό το άνοιγμα. Αλλά και χωρίς αυτές, η ύφεση στην ένταση είναι θετική εξέλιξη. Άλλωστε η Ελλάδα είναι χώρα του στάτους κβο, η Τουρκία έχει αναθεωρητικές βλέψεις.

Προφανώς στην αλλαγή της στάσης του Ερντογάν καθοριστικό ρόλο έπαιξε η νέα συγκυρία με την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία. Η ενίσχυση του ΝΑΤΟ και της διατλαντικής συνεργασίας, η αφύπνιση της Ευρώπης και η προοπτική μιας μακροχρόνιας αντιπαράθεσης της Δύσης  με την Ρωσία, αλλάζουν με δραματικό τρόπο το πώς θα προσλαμβάνουμε στο εξής τις διεθνείς σχέσεις. Ιδίως τις σχέσεις μεταξύ των χωρών μελών της συμμαχίας. Οι απειλές πολέμου και η αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά, θα φαντάζει σαν μια τεράστια ανορθογραφία. Πολύ περισσότερο για μια Τουρκία η οποία, όπως φαίνεται, θέλει να παίξει το ρόλο του ειρηνοποιού και του μεσολαβητή.

Η ανάδειξη του καινούργιου ρόλου της Τουρκίας προκάλεσε, αλίμονο, έναν ανούσιο διάλογο στην Ελλάδα. Στη Βουλή εκφράστηκε με την αντιπαράθεση Μητσοτάκη και Τσίπρα για το αν η Ελλάδα ανήκει στη Δύση ή αν ανήκει στους Έλληνες. Αστειότητες δηλαδή. Μαζί ξεκίνησε μια συζήτηση για το αν έπρεπε να στείλουμε στρατιωτική βοήθεια και γενικότερα αν θα πρέπει να μας θεωρούν οι σύμμαχοι δεδομένους ή αν μια πιο αποστασιοποιημένη θέση, όπως της Τουρκίας, θα ενίσχυε τις διαπραγματευτικές μας δυνατότητες.

Ως ένα βαθμό πρόκειται και πάλι για μια συζήτηση περί όνου σκιάς. Όλοι γνωρίζουν πόσο σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η Αλεξανδρούπολη για την στρατιωτική ενίσχυση της Ανατολικής Ευρώπης. Τα καλάζνικοφ και οι εκτοξευτήρες που έστειλε η Ελλάδα στην Ουκρανία, μικρή διαφορά κάνουν. Για τη Ρωσία, οι διευκολύνσεις που έχουμε δώσει στις ΗΠΑ, οι οποίες ξεκίνησαν επί ΣΥΡΙΖΑ, είναι ο βασικός λόγος που θεωρεί εχθρική την ελληνική στάση. Η Αλεξανδρούπολη παίζει κομβικό ρόλο στην ανάπτυξη των δυνάμεων του ΝΑΤΟ. Φυσικά υπάρχει και ο συμβολισμός τον οποίο συνειδητά επέλεξε η κυβέρνηση. Αυτή όμως δεν είναι η πολιτική της χώρας όλα αυτά τα χρόνια; Όταν επιδιώχθηκε μια τόσο στενή σχέση με το Ισραήλ, ακόμα και στρατιωτικά, παρακάμπτοντας το Παλαιστινιακό ή όταν επιδιώκουμε σημαντικές συμφωνίες με την Αίγυπτο, ξεχνώντας ότι το καθεστώς βαρύνεται με βάρβαρες καταπατήσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων, η Ελλάδα στην πραγματικότητα διεκδικούσε να γίνει ένας από τους πυλώνες της σταθερότητας αλλά και της Δύσης, στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν είναι τυχαίο ότι όλες αυτές οι πρωτοβουλίες, ήδη επί ΣΥΡΙΖΑ, γίνονταν με την ένθερμη στήριξη των ΗΠΑ. Αυτή η πολιτική δικαιώνεται και το φορτίο των όπλων αυτήν υπηρετεί.

Έξω λοιπόν παρά τα προβλήματα πάμε καλά. Ο κίνδυνος είναι να υποτιμήσουμε τις επιτυχίες μας και να υπερεκτιμήσουμε τις δυνάμεις μας. Μέχρι στιγμής τα κόμματα δείχνουν υπευθυνότητα. Παρά τις περιστασιακές κορώνες δεν υποκύπτουν στην ευκολία της πλειοδοσίας. Είναι αλήθεια ότι το ζήτημα της Ουκρανίας καταφέραμε να το κάνουμε εσωτερική υπόθεση, πεδίο ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Είναι όμως τρικυμία σε ποτήρι. Χωρίς πραγματικό αντίκρισμα δηλαδή στην εξωτερική πολιτική. Μάχες εσωτερικής κατανάλωσης με έντονα στοιχεία γραφικότητας. Φρόντισαν η κ. Μποφίλιου αλλά και το ΚΚΕ που μας αποκάλυψε ότι ο λιμός στην Ουκρανία ήταν αποκύημα της καπιταλιστικής προπαγάνδας!

Δεν ισχύει το ίδιο για την οικονομία. Η προειδοποίηση του διορισμένου από τον ΣΥΡΙΖΑ Φραγκίσκου Κουτεντάκη, του επικεφαλής του γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής, ήταν σαφής. Η αντιμετώπιση της πανδημίας κόστισε 30 δισεκατομμύρια! Η κριτική δηλαδή που θα μπορούσαμε να κάνουμε στην κυβέρνηση, είναι ότι έδωσε περισσότερα από όσα αντέχει η χώρα και από όσα χρειάζονταν. Αδιάψευστος μάρτυρας η μεγάλη αύξηση των καταθέσεων στις Τράπεζες. Πρώτη προτεραιότητα σήμερα, τονίζεται στην έκθεση, θα πρέπει να είναι «η επαναφορά (της) δημοσιονομικής ισορροπίας». Αντ’ αυτού, μετά και την ανακοίνωση των μέτρων για την ανακούφιση των ευάλωτων ομάδων, παρατηρούμε τη συνήθη «δημοσιονομική πλειοδοσία». Ο όρος δανεισμένος από την έκθεση του γραφείου του προϋπολογισμού. Έστω κι έτσι πάντως η κριτική από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης για «ψίχουλα», αποτελεί ένα είδος πρωτιάς ή πιο σωστά μια ολική επιστροφή στη συνθηματολογία του προ-μνημονιακού παρελθόντος μας. Στο ίδιο κλίμα και ο Νίκος Ανδρουλάκης, με μια σύγχρονη εκδοχή του λεφτά υπάρχουν, από την «κερδοσκοπία» του κράτους σε βάρος του ελληνικού λαού. Όλες οι προβλέψεις βέβαια είναι για μεγαλύτερο δημοσιονομικό έλλειμμα το 2022. Ποτέ όμως η πραγματικότητα δεν μπορεί να χαλάσει ένα ωραίο αφήγημα.

Είναι προφανές ότι είμαστε πάντα έτοιμοι να κάνουμε τα ίδια λάθη που μας οδήγησαν στην χρεοκοπία. Προσθέστε την οικονομική αβεβαιότητα διεθνώς, και την πολιτική αβεβαιότητα που δημιουργεί ο εκλογικός νόμος, και το μίγμα γίνεται εν δυνάμει εκρηκτικό. Ίσως, τώρα, που το σοκ του πολέμου είναι φρέσκο και επιβάλει, τουλάχιστον στους ψηφοφόρους, έναν σχετικό ρεαλισμό, οι πρόωρες εκλογές να ήταν μια κάποια λύση.