Πολιτικη & Οικονομια

Γυναικοκτονίες: Ένα έγκλημα που (πάλι) δεν προλάβαμε

Εξακολουθεί να χάσκει ένα κενό στην πρόληψη, τον έλεγχο, στον χειρισμό της απόκλισης. Εξακολουθεί να μην ακούει κανείς, όλα τα στόματα να είναι κλειστά. Για να πουν μόνο μετά, πάντα μετά, πως «όλοι ήξεραν».

img_2485.jpg
Περικλής Δημητρολόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
ΡΟΔΟΣ - ΝΕΚΡΗ 30ΧΡΟΝΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΥΡΟΒΟΛΙΣΜΟΥΣ ΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΡΟΔΙΝΙ
© EUROKINISSI/RODOSPRESS.GR/ΑΡΓΥΡΗΣ ΜΑΝΤΙΚΟΣ

Ο Περικλής Δημητρολόπουλος γράφει για την 32χρονη Δώρα που δολοφονήθηκε στη Ρόδο και τις γυναικοκτονίες.

Προλαβαίνεται το έγκλημα; Αρκεί λοιπόν να ήταν διαφορετική η «πολιτική Μητσοτάκη», όπως τουίταρε ο Χρήστος Σπίρτζης του ΣΥΡΙΖΑ, για να μη «θυσιαζόταν» η γυναίκα που δολοφονήθηκε στη Ρόδο; Και είναι λύση αυτό που, καθόλου αριστερά, πρότεινε και πάλι ο ίδιος, να «επιτηρεί η ΕΛΑΣ» τους εν δυνάμει δράστες «μέρα μεσημέρι στον δρόμο»; Να φακελώνει η αστυνομία τους πολίτες, αλλά αυτή τη φορά ψυχιατρικά; 

Εντάξει, ας αφήσουμε αυτό που καταγγέλθηκε ακόμη και από συντρόφους του τομεάρχη ως φτηνή αντιπολίτευση. Ας μείνουμε στο γεγονός πως από την αρχή της χρονιάς έντεκα γυναίκες έχουν χάσει τη ζωή τους από κάτι που άλλοτε θα χαρακτηριζόταν «έγκλημα πάθους». Δεν έφταιγε ο δολοφόνος, έφταιγε μια ψυχή που ξεχείλιζε από συναίσθημα, έφταιγαν οι ανεξέλεγκτες ψυχικές ορμές που καθοδηγούσε ο αγνός έρωτας ή η διαβρωτική ζήλια – «ανθρώπινη» είναι και η ζήλια. Ή μήπως έφταιγε εκείνη που, εντελώς σατανικά, τον μείωσε, τον περιφρόνησε, τον πρόδωσε; Λίγο θέλει να υπερθερμανθεί η ψυχή του άλλου και να του αναγνωριστεί ο βρασμός της ψυχής;

Εισάγοντας τον όρο «γυναικοκτονία» ξεμπερδέψαμε από αυτό το συναισθηματικό περίβλημα που μπορούσε όχι μόνο να εξισώσει τον θύτη με το θύμα αλλά και να αθωώσει τον πρώτο καταδικάζοντας σε έναν δεύτερο θάνατο, ηθικό αυτή τη φορά, τον δεύτερο. Δεν ξεμπερδέψαμε όμως με τις γυναικοκτονίες. Το έγκλημα επαναλαμβάνεται, γίνεται σειριακό, από την Καρολάιν έως τη Δώρα μοιάζει να αλλάζει μόνο το όνομα. Σε όλες όμως τις περιπτώσεις η αποκλίνουσα συμπεριφορά είναι εκεί, φωνάζει. Έχουν φωνάξει το θύμα πριν το πνίξει ένα μαξιλάρι, το σπρώξει ένα χέρι στον γκρεμό ή το βρει μια σφαίρα κυνηγετικής καραμπίνας.

Ακόμη χειρότερα, στη Ρόδο ο ήχος είχε αποκτήσει μια πολλαπλασιαστική δύναμη από τις φωνές και άλλων γυναικών που είχαν πέσει θύματα κακοποιητικής συμπεριφοράς από τον δράστη. «Όλοι ήξεραν αλλά έκαναν τα στραβά μάτια», είπε η πρώην σύντροφός του. Όλοι έβλεπαν και όλοι άκουγαν αλλά κανένα στόμα δεν άνοιξε, ίσως όχι επειδή αδιαφόρησε αλλά επειδή έτσι, κρατώντας το στόμα του κλειστό, μπορεί να πιστέψει κανείς πως μπορεί να ξορκίσει το κακό.

Ξορκίζεται έτσι το κακό; Η Νίκη Κεραμέως έγραψε πως «η μεγάλη αλήθεια παραμένει πως όλα ξεκινούν από την Παιδεία, το σχολείο, την οικογένεια, την κοινωνία». Δεν μπορεί παρά να συμφωνήσει κανείς με κάτι που και η ίδια παραδέχεται πως «ακούγεται κοινότοπο». Δεν μπορεί όμως συγχρόνως να μην αναρωτηθεί εάν, εκτός από τους αστυνομικούς του Σπίρτζη, υπάρχουν άλλα όργανα της πολιτείας που μπορούν να προλάβουν τέτοια εγκλήματα. Και μπορεί να αναρωτηθεί τώρα που ξέρουμε πως μια εισαγγελική εντολή, σαν κι αυτή που υποχρέωνε τον δράστη να μην πλησιάζει την πρώην σύζυγό του, δεν πρόλαβε κανένα έγκλημα. Πως αυτό που άλλαξε είναι μόνο το όνομα και πως οι γυναίκες που είχαν την τύχη να ζήσουν ξέρουν πως μπορεί να ήταν στη θέση της Δώρας.

Προλαβαίνεται το έγκλημα; Την απάντηση δεν έδωσε ούτε η αντιπολιτευτική φτήνια του τομεάρχη του ΣΥΡΙΖΑ ούτε η ομολογημένη κοινοτοπία της υπουργού Παιδείας. Εξακολουθεί να χάσκει ένα κενό στην πρόληψη, στον έλεγχο, στον χειρισμό της απόκλισης. Εξακολουθεί να μην ακούει κανείς, όλα τα στόματα να είναι κλειστά. Για να πουν μόνο μετά, πάντα μετά, πως «όλοι ήξεραν».   

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ