Πολιτικη & Οικονομια

Ο ανασχηματισμός ανοίγει τον δρόμο στο ΚΙΝΑΛ;

Ποιος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο πιο κατάλληλος για να απευθυνθεί σε αυτό το, ας το ονομάσουμε εκσυγχρονιστικό, κομμάτι του μεσαίου χώρου που μετανάστευσε στις εκλογές στη ΝΔ;

Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο για τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης, το ΚΙΝΑΛ, τον επόμενο αρχηγό του κόμματος και το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών.

Η πορεία του ΚΙΝΑΛ έχει πολλές ομοιότητες με τις… πυρκαγιές. Εκ του αποτελέσματος μπορεί να μιλήσει κανείς για ευθύνες της πολιτικής ηγεσίας. Αν θέλει κάποιος ωστόσο να είναι ειλικρινής, θα πρέπει να παραδεχθεί ότι μερικές φορές η εξέλιξη των πραγμάτων είναι ανεξάρτητη της διαχείρισης που κάνουν τα συγκεκριμένα πρόσωπα. Όσα και αν καταλογίζει κανείς στην κ. Γεννηματά, και είναι πολλά, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι το ΠΑΣΟΚ θα είχε επανακτήσει τη θέση του στο πολιτικό σύστημα με άλλη ηγεσία. Άλλωστε άλλοι το οδήγησαν στο περιθώριο.

Με αυτά τα δεδομένα οι επικείμενες εκλογές για τον επόμενο αρχηγό γίνονται με χαμηλές προσδοκίες. Κανείς από τους σημερινούς υποψηφίους δεν έχει πείσει ότι έχει το χάρισμα να ανατρέψει τα πράγματα. Αυτό αντανακλάται και στην απουσία ενθουσιασμού μεταξύ των μελών και των ψηφοφόρων του. Όλοι περιμένουν ότι αυτή τη φορά θα πάνε πολύ λιγότεροι στις κάλπες. Κι όμως από ορισμένες πλευρές οι τελευταίες εξελίξεις ευνοούν την ανάκαμψη της κεντροαριστεράς.

Ένας βασικός λόγος είναι ότι αυτή τη φορά η ψήφος στο ΚΙΝΑΛ θα έχει κατά πάσα πιθανότητα πολιτικό αντίκρισμα ακόμα και για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης. Στις πρώτες εκλογές, με απλή αναλογική, θα μιλάμε αυτονόητα για συμμαχίες. Ακόμα και αν πάμε σε δεύτερες εκλογές όμως με τον νέο νόμο της ενισχυμένης, όπως είναι και το πιο πιθανό, η φυσιολογική φθορά που θα έχει η κυβέρνηση θα αφήνει ανοικτό το ζήτημα της αυτοδυναμίας. Εκ των πραγμάτων δηλαδή θα μπαίνει στο τραπέζι το ζήτημα των συνεργασιών.

Σε μια τέτοια εκδοχή ο ρόλος του ΚΙΝΑΛ θα είναι κομβικός. Το αν θα μπορέσει να την αξιοποιήσει ωστόσο θα εξαρτηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από το πώς θα τοποθετηθεί το ίδιο απέναντι στα διλήμματα της συγκυρίας. Αν θέλουμε να κάνουμε έναν όχι απόλυτα δόκιμο παραλληλισμό, η θέση του θα θυμίζει ως ένα βαθμό τη θέση της ΔΗΜΑΡ το 2012. Τότε είδαμε πώς ένα κόμμα χωρίς ουσιαστικό έρεισμα στο εκλογικό σώμα, κατάφερε να πάει στο 6%. Ο λόγος ήταν απλός: εμφανίστηκε ως μέρος της λύσης, παράγοντας σταθερότητας και αναγκαίος εταίρος για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Το ξεκαθάρισε μάλιστα εκ των προτέρων, δεν άφησε περιθώρια αμφιβολίας. 

Πρόκειται για μια στρατηγική επιλογή που θα πρέπει να κάνει η επόμενη ηγεσία του ΚΙΝΑΛ. Δεν θα είναι απλό και ο λόγος είναι ότι τα στελέχη του διαφωνούν μεταξύ τους. Κάποιοι παραμένουν στη λογική της προοδευτικής συνεργασίας, πιστεύουν ότι η δεξιά είναι ο στρατηγικός αντίπαλος. Άλλοι ωστόσο, και σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις μεγάλο μέρος της βάσης του, ούτε συζητούν την συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτούς το κυρίως ζητούμενο ήταν και παραμένει η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και η σταθερότητα.

Παραδόξως η ΝΔ με τον άτεχνο ανασχηματισμό, ενισχύει αυτή τη δεύτερη πτέρυγα. Η δεξιά στροφή που καταλογίζουν στον πρωθυπουργό με την τριπλέτα του ΛΑΟΣ σε κορυφαίες θέσεις και την καρατόμηση Χρυσοχοϊδη, απογοητεύει και εν δυνάμει απελευθερώνει μια μερίδα κεντροαριστερών ψηφοφόρων που στήριξαν Μητσοτάκη στις τελευταίες εκλογές. Θέλουν να εκδηλώσουν την δυσαρέσκεια τους υπό τον απαρέγκλιτο όρο όμως ότι αυτό δεν θα πριμοδοτήσει τον ΣΥΡΙΖΑ και πολύ περισσότερο δεν θα διευκολύνει την επιστροφή του στην εξουσία. Με αυτούς τους όρους, το ΚΙΝΑΛ είναι ο μόνος πολιτικός χώρος που θα μπορούσε να τους προσελκύσει.

Για τον Μητσοτάκη το κεντροαριστερό άνοιγμα ήταν ένας τρόπος να απομονώσει τον ΣΥΡΙΖΑ και να διευρύνει την απήχηση της ΝΔ. Όσο απομακρύνεται από αυτή την στρατηγική τόσο αφήνει περιθώρια στο ΚΙΝΑΛ να διεκδικήσει τον μεσαίο χώρο και να παίξει καθοριστικό ρόλο στην αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά βέβαια κάτι τέτοιο δεν θα γίνει αυτόματα ούτε αρκεί ένα προεκλογικό προσκλητήριο. Θα προκύψει μέσα από τον πολιτικό λόγο του ΚΙΝΑΛ και την σημερινή αντιπολιτευτική του τακτική. Θα είναι μια δύσκολη άσκηση η οποία προϋποθέτει μια αταλάντευτα μεταρρυθμιστική λογική, μετριοπάθεια και διάθεση συναίνεσης. Στο «μέτωπο της λογικής» που έχει κλονιστεί, να γίνει αυτό η πιο δυνατή φωνή της. Κάτι δηλαδή το οποίο στην πραγματικότητα είναι αντίθετο στο DNA των ελληνικών κομμάτων. Θα δεχθεί άγρια πολεμική από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά με μια έννοια αυτό είναι και το ζητούμενο. Σε πολεμούν όταν η παρουσία σου μετράει. Όσο πάντως αντιγράφει τη συριζαϊκή αδιαλλαξία, όχι μόνο στις θέσεις αλλά και στη ρητορική, τόσο θα αποξενώνεται από αυτούς του ψηφοφόρους.

Αντιθέτως για το ΚΙΝΑΛ είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσελκύσει ψηφοφόρους από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν ψήφισαν Τσίπρα το 2019, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα το ξανακάνουν και στις επόμενες εκλογές. Πόσο χειρότερος μπορεί να είναι ο Πολάκης σήμερα από τον Πολάκη του ‘19;

Μέσα από αυτό το πρίσμα το ερώτημα για τον επόμενο αρχηγό του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ είναι το ποιος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο πιο κατάλληλος για να απευθυνθεί σε αυτό το, ας το ονομάσουμε εκσυγχρονιστικό, κομμάτι του μεσαίου χώρου που μετανάστευσε στις εκλογές στη ΝΔ. Και να το κάνει με τρόπο που δεν θα θεωρηθεί απλώς επιστροφή στο παρελθόν αλλά προϊόν ουσιαστικής ανανέωσης.