Πολιτικη & Οικονομια

Ασφαλιστικό σύστημα και Νέοι

«Τα αιτήματα του σήμερα και οι ανάγκες του αύριο»

nikos-milapidis.jpg
Νίκος Μηλαπίδης
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κόσμος στην πλατεία Συντάγματος
© EUROKINISSI/ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Μια μελέτη αποτύπωσης των προκλήσεων που αντιμετωπίζει το Ασφαλιστικό μας σύστημα, που αναμένεται να ψηφιστεί την προσεχή εβδομάδα από την Ολομέλεια της Βουλής.

Γράφουν οι Νίκος Μηλαπίδης και Αλέξανδρος Καρακίτσιος, μέλη της επιστημονικής ομάδας που επεξεργάζεται το νομοσχέδιο «Ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά», υπό τον Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Πάνο Τσακλόγλου.


Η συζήτηση για το ασφαλιστικό σύστημα επανέρχεται με αφορμή τη μεταρρύθμιση του συστήματος της Επικουρικής Ασφάλισης. Η σταδιακή μετατροπή της επικουρικής ασφάλισης από διανεμητική σε κεφαλαιοποιητική επιχειρείται για να καλύψει τις ανάγκες της γενιάς covid, που θα βγει στη σύνταξη το 2060.

Η βασική καινοτομία του νέου συστήματος Επικουρικής Ασφάλισης συνίσταται στο ότι για κάθε νεοεισερχόμενο στην αγορά εργασίας από 1.1.2022 και, προαιρετικά, για όσους είναι κάτω των 35 ετών θα δημιουργηθεί ένας ατομικός λογαριασμός στον οποίο θα σωρεύονται οι ασφαλιστικές του εισφορές («ασφαλιστικός κουμπαράς»), οι οποίες στη συνέχεια θα επενδύονται από ένα Δημόσιο Ταμείο με βάση προκαθορισμένους αυστηρούς κανόνες και διαδικασίες χρηματοδοτώντας τις επικουρικές συντάξεις.

Αυτή η διαρθρωτική αλλαγή αφορά τους νέους εργαζόμενους και όχι τους τωρινούς συνταξιούχους. Θέτει στο επίκεντρο τις μελλοντικές επικουρικές συντάξεις της νέας γενιάς, χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι συντάξεις του υφιστάμενου συστήματος. Είναι από τις λίγες φορές που μια ασφαλιστική μεταρρύθμιση έχει προνοητικό και προοδευτικό χαρακτήρα, δηλαδή σχεδιάζεται σήμερα, προς όφελος της νέας γενιάς, με μεγάλο χρόνο αναφοράς και δεν επιβάλλεται ως έξωθεν μέτρο δημοσιονομικής προσαρμογής.

Έτσι, η Ελλάδα προχωρά –με καθυστέρηση– στον δρόμο που έχουν ακολουθήσει ήδη πολλές ανεπτυγμένες χώρες. Ενδεικτικό είναι ότι στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ πάνω από το 50% του εργατικού δυναμικού καλύπτεται συμπληρωματικά από κάποιο κεφαλαιοποιητικό πρόγραμμα ασφάλισης, ενώ σε χώρες όπως η Σουηδία, η Φινλανδία, η Ολλανδία, η Δανία, το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτεται από κεφαλαιοποιητικά συνταξιοδοτικά προγράμματα, υπερβαίνει το 80%.

Μαζί, φυσικά, με την κυβερνητική πρωτοβουλία επανέρχεται με φόρα στον δημόσιο διάλογο η άρνηση μερίδας της ελληνικής κοινωνίας, των media και του πολιτικού συστήματος να αντικρίσουν (κατάματα) το οικονομικό περιβάλλον εντός του οποίου (εκκολάφθηκε;) το σύστημα συντάξεων. Με το παρόν άρθρο επιχειρούμε να δείξουμε την ασφαλιστική και οικονομική πραγματικότητα  καταδεικνύοντας, ταυτόχρονα, το γεγονός ότι οι προωθούμενες αλλαγές στην επικουρική ασφάλιση έχουν πολλαπλό και πολλαπλασιαστικό όφελος.

  1. Έχουμε το πιο σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα στην Ευρώπη

Υπάρχει μια δημογραφική πραγματικότητα που καθορίζει τις εξελίξεις στο ασφαλιστικό σύστημα. Κάθε νέα γενιά υπολείπεται της προηγούμενης, και σ’ αυτό δεν χωρεί ιδεολογική αντιπαράθεση.

  • Το 1961 μόλις το 8,3% του πληθυσμού ήταν γηραιότερο των 65 ετών, ενώ το 26,2% ήταν νεότερο των 14 ετών.
  • Το 2020 η σύνθεση του πληθυσμού ήταν εντελώς διαφορετική: το 22,3% ήταν άνω των 65 ετών, και μόλις το 14,2% κάτω των 14 ετών.
  • Το 2030 αναμένεται να ξεπεράσουμε την Ιταλία, παίρνοντας τον τίτλο της πιο γερασμένης χώρας στην ΕΕ.
  • Το 2060 οι άνω των 60 ετών θα είναι 2μισι φορές περισσότεροι από τους νέους.

Γράφημα που απεικονίζει το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα

Ο  λόγος εργαζομένων προς συνταξιούχους διαρκώς επιδεινώνεται. Η ηλικιακή πυραμίδα είναι αντεστραμμένη. Σήμερα, η αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους είναι 1.7 προς 1 στην κύρια σύνταξη (και 2,6 προς 1 στην επικουρική), όταν τη δεκαετία του 1950, περίοδο κατά την οποία αναπτυσσόταν το ασφαλιστικό σύστημά μας, ήταν της τάξης του 4 ή 5 προς 1.

260821_asfalistiko_kai_neoi-03_1.jpg

  1. Οι συντάξεις μας λαμβάνουν γενναία στήριξη από τον κρατικό προϋπολογισμό

Το ασφαλιστικό σύστημά μας έχει ως βασικό αιμοδότη τον κρατικό προϋπολογισμό, αφού σχεδόν το 57% των εσόδων των ταμείων είναι κυρίως κρατικές μεταβιβάσεις από τον προϋπολογισμό (εδώ προστίθενται και οι αποδόσεις και η ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων).Τα ασφαλιστικά ταμεία στηρίζονται περισσότερο στην κρατική χρηματοδότηση και λιγότερο στις ασφαλιστικές εισφορές, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο.

Παρά τη δημοσιονομική προσαρμογή του ασφαλιστικού συστήματος κατά την τελευταία δεκαετία, οι συνταξιούχοι συνεχίζουν να εισπράττουν περισσότερα από όσα συνεισέφεραν με τις εισφορές τους, χάρη στη γιγαντιαία κρατική χρηματοδότηση. Άλλωστε, η σχετική θέση των συνταξιούχων στην κατανομή εισοδήματος βελτιώνεται* συγκριτικά με τους εργαζόμενους κατά την τελευταία δεκαετία. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού για το 2020, οι κρατικές μεταβιβάσεις προς τα ασφαλιστικά το 2019 έφτασαν τα 14,8 δις ενώ παραμένουν στα ίδια περίπου επίπεδα και τα επόμενα χρόνια (2020 και 2021).

Με άλλα λόγια, το σύστημα συντάξεων εξαρτάται οικονομικά σε μεγάλο βαθμό από το κράτος και τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.

Γράφημα που απεικονίζει τις μεταβιβάσεις προς το ασφαλιστικό σύστημα (% ΑΕΠ)

Στην Ελλάδα, το 2018 η συνταξιοδοτική δαπάνη ήταν η υψηλότερη ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ και ανερχόταν στο 16,1% του ΑΕΠ.

Γράφημα που απεικονίζει τη συνταξιοδοτική δαπάνη ως % ΑΕΠ - 2018

  1. «Οι εισφορές των εργαζομένων δεν χρηματοδοτούν τις συντάξεις των ίδιων αλλά της προηγούμενης γενιάς»

«Εγώ πληρώνω τόσα χρόνια με τις εισφορές μου για τη σύνταξή μου».

Σωστό ή λάθος; Λάθος! 

Το ασφαλιστικό σύστημα στην Ελλάδα είναι εξολοκλήρου (κύρια, επικουρική και εφάπαξ) διανεμητικό. Δηλαδή, οι εισφορές των τωρινών εργαζομένων (+ τις μεταβιβάσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό) χρηματοδοτούν τις τωρινές συντάξεις άλλων ασφαλισμένων και όχι τις μελλοντικές δικές τους.

Όπως είδαμε (Πίνακας 1) το προσδόκιμο ζωής ανεβαίνει ενώ ο ρυθμός γεννήσεων πέφτει. Με δεδομένη τη δημογραφική γήρανση και τη διαρκώς μειούμενη αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους, το υφιστάμενο –εξολοκλήρου διανεμητικό– σύστημα κοινωνικής ασφάλισης το οποίο στηρίζεται στην αρχή ότι οι εισφορές των σημερινών εργαζομένων πληρώνουν τις συντάξεις των σημερινών συνταξιούχων, δεν μπορεί να οδηγήσει σε υψηλές συντάξεις στο μέλλον ούτε να συμβάλλει στην αναπτυξιακή διαδικασία.

Με την εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος μόνο στην επικουρική ασφάλιση, οι εισφορές των νέων ασφαλισμένων θα αποταμιεύονται και θα επενδύονται, δημιουργώντας ένα μεγάλο αποθεματικό, με σκοπό να πληρωθούν οι δικές τους μελλοντικές συντάξεις. Από το 2022, δεν θα χρησιμοποιούνται πλέον για την πληρωμή της επικουρικής σύνταξης των σημερινών συνταξιούχων, μειώνοντας έτσι την έκθεση του συστήματος στον δημογραφικό κίνδυνο.

  1. Ο κόσμος ζει περισσότερο και τα συνταξιοδοτικά συστήματα προσαρμόζονται

Στις ανεπτυγμένες χώρες –και σε πολλές αναπτυσσόμενες–, καθιερώθηκαν μεικτά ασφαλιστικά συστήματα (διανεμητικού και κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα) για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της δημογραφικής γήρανσης. Στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ, άνω του 50% των πολιτών καλύπτεται συμπληρωματικά από κάποιο σύστημα ασφάλισης κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα. Όλα τα ανεπτυγμένα κράτη της Ευρώπης έστησαν ανάλογα συστήματα, με τις σκανδιναβικές χώρες –που φημίζονται για το κράτος πρόνοιάς τους– να πρωτοστατούν. Στην Ελλάδα, έχουμε το λιγότερο ανεπτυγμένο κεφαλαιοποιητικό σύστημα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ.

Γράφημα που απεικονίζει το % εργαζομένων που καλύπτονται από κεφαλοποιητικά συνταξιοδοτικά προγράμματα

  1. «Επένδυση δεν σημαίνει τζόγος»: Οι αποδόσεις των κεφαλαιοποιητικών συστημάτων στις  χώρες του ΟΟΣΑ

«Θα τζογάρουν τα λεφτά των ασφαλισμένων στο χρηματιστήριο», είναι η μόνιμη επωδός πολλών επικριτών της κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης.

Η αποταμίευση/επένδυση μέσω συνταξιοδοτικών προγραμμάτων αποτελεί την κατεξοχήν επένδυση με μακροχρόνιο ορίζοντα αντίστοιχο του εργασιακού βίου. Γι’ αυτό, όλα τα συνταξιοδοτικά ταμεία, σε όλο τον κόσμο, επενδύουν αναλαμβάνοντας ρίσκο.

Όμως, η διεθνής εμπειρία έχει δείξει πως όταν οι επενδύσεις γίνονται με σωστούς κανόνες, επαγγελματική διαχείριση και ισχυρή εποπτεία οι κίνδυνοι των επενδύσεων αμβλύνονται σημαντικά πετυχαίνοντας υψηλές αποδόσεις.

Κατά τη δεκαετία 2008-2018, τα κεφαλαιοποιητικά συνταξιοδοτικά ταμεία σε όλες τις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ πέτυχαν θετικές μέσες ετήσιες αποδόσεις παρά το ότι μεσολάβησε η μεγαλύτερη μεταπολεμική χρηματιστηριακή κρίση το 2008-2009 καθώς και η ευρωπαϊκή κρίση χρέους.

Γράφημα που απεικονίζει τη μέση πραγματική ετήσια απόδοση κεφαλοποιητικών συνταξιοδοτικών πλάνων (2008-2018)

  1. Ελλάδα: Τελευταία στην ΕΕ σε αποταμιεύσεις και επενδύσεις

Η Ελλάδα διαθέτει, μακράν, το χαμηλότερο ποσοστό αποταμιεύσεων στην ΕΕ.

260821_asfalistiko_kai_neoi-09.jpg

Παράλληλα, έχουμε τον χειρότερο δείκτη επενδύσεων προς ΑΕΠ στην Ευρώπη. Μόλις το 11% του ΑΕΠ της Ελλάδας δαπανάται σε επενδύσεις. Το υπόλοιπο 89% είναι κατανάλωση. Αποτελέσματα αυτού, η χαμηλή δυναμική της ελληνικής οικονομίας και οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης.

Με το νέο σύστημα θα δημιουργηθεί ένας «εθνικός κουμπαράς», οι πόροι του οποίου θα επενδυθούν (και) στην εγχώρια οικονομία. Τα αποτελέσματα της μακροοικονομικής μελέτης του ΙΟΒΕ η οποία συνοδεύει το νομοσχέδιο στη Βουλή, καθιστούν σαφές ότι μακροπρόθεσμα η μεταρρύθμιση μπορεί να αποφέρει σημαντικά αναπτυξιακά οφέλη, καθώς θα δημιουργηθεί ένα μεγάλο αποθεματικό προς επένδυση σε όφελος των ασφαλισμένων και της οικονομίας. Με εκτεταμένες και σοβαρές επενδύσεις θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, θα αυξηθεί η παραγωγικότητα, θα προκύψουν υψηλότεροι μισθοί και, κατ’ επέκταση, θα αυξηθούν τα δημοσιονομικά έσοδα από φόρους και εισφορές.

260821_asfalistiko_kai_neoi-10.jpg

  1. Η εκτεταμένη «μαύρη» εργασία βλάπτει ανεπανόρθωτα τον εργαζόμενο και την οικονομία 

Η άτυπη απασχόληση και οι «μαύρες» συναλλαγές είναι οι δύο κύριες εκφάνσεις της παραοικονομίας, που υποβαθμίζουν σταθερά την αξία της κοινωνικής ασφάλισης.  Στην Ελλάδα, το ποσοστό της «σκιώδους» οικονομίας ξεπερνά το 25% σύμφωνα με μια έρευνα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Για τους εργαζόμενους στην άτυπη απασχόληση, η πρόσκαιρη αύξηση του εισοδήματός τους (λόγω μη καταβολής φόρων και εισφορών) οδηγεί μακροπρόθεσμα σε μειωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, στερώντας ταυτόχρονα από το κράτος έσοδα από φόρους και εισφορές. Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η παραοικονομία βλάπτει σοβαρά την ανάπτυξη, αφού συντηρεί στην αγορά συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού. Παράλληλα, όσο μεγαλύτερη είναι η παραοικονομία τόσο μεγαλύτερη είναι η κοινωνική ανισότητα που προκαλείται, αφού περιορίζεται η πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες και στο κοινωνικό κράτος.

Με το νέα σύστημα του «ατομικού κουμπαρά», οι εισφορές στην επικουρική ασφάλιση έχουν το ονοματεπώνυμο του ασφαλισμένου.  Ο εργαζόμενος έχει κίνητρο να δουλέψει νόμιμα, αφού αποκτά τον έλεγχο των εισφορών του και επιλέγει πώς θα επενδυθούν προκειμένου στο τέλος του εργασιακού του βίου, να λάβει υψηλότερη σύνταξη.

260821_asfalistiko_kai_neoi-11.jpg

 Επίλογος

Αναγκαία συνθήκη ώστε να διατηρούνται οι συντάξεις σε αξιοπρεπές επίπεδο για να απολαμβάνουν οι συνταξιούχοι ένα βιοτικό επίπεδο αντίστοιχο αυτού του εργασιακού βίου τους, είναι να αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς η οικονομία, ειδικά όταν συντηρείται εντός της ένα πολυδάπανο ασφαλιστικό σύστημα.

Η δημιουργία κεφαλαιοποιητικής συμπληρωματικής ασφάλισης, διακριτής από την κύρια που είναι και θα παραμείνει διανεμητική, θέτει ως κύριους στόχους:

α) την ενίσχυση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος,

β) την εξασφάλιση υψηλότερων επικουρικών συντάξεων στους μελλοντικούς συνταξιούχους,

γ) τη σώρευση κεφαλαίου εθνικής αποταμίευσης που θα αξιοποιηθεί προς όφελος της οικονομίας και

δ) την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των νέων στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης αλλά και τη δημιουργία ισχυρών αντικινήτρων για συμμετοχή στη «μαύρη», αδήλωτη αγορά εργασίας.

Πουθενά στον κόσμο δεν είναι εύκολο να βρεις τη χρυσή τομή ανάμεσα στα αιτήματα του σήμερα και στις ανάγκες του αύριο.

Για κάθε απόφαση που δεν λαμβάνεται εγκαίρως στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης, καθώς η οικονομία και η κοινωνία μετασχηματίζονται, το πρόβλημα επανέρχεται και μάλιστα υπό χειρότερες συνθήκες.

Η Ιστορία έχει δείξει ότι πολύ συχνά η Ελλάδα δεν προσαρμόζεται εγκαίρως, κι αυτό το πληρώνει ακριβά. Θα πρέπει να αναρωτηθεί το πολιτικό (αλλά και το δικαστικό προσωπικό) της χώρας, τα media αλλά κι όλοι εμείς: Έχουμε, άραγε, ακόμα το περιθώριο να «στέλνουμε τον λογαριασμό» στους νεότερους;


* Μάνος Ματσαγγάνης, «Το κοινωνικό κράτος επιταχυντής της βιώσιμης ανάπτυξης», ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ, Ιούνιος 2021.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ