Πολιτικη & Οικονομια

Ένα τηλεφώνημα αλλιώτικο από τα άλλα

Η τεράστια σημασία που είχε η επικοινωνία Μητσοτάκη-Ερντογάν

78370-174847.jpg
Ανδρέας Παπαδόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
mitsotakis-erdogan-tilefono.jpg
© Γραφείο Τύπου του Πρωθυπουργού

Μητσοτάκης και Ερντογάν φαίνεται να έκαναν μια πρώτη συζήτηση για να πιάσουν το νήμα των σχέσεων των δυο κρατών από την αρχή.

Οι καταιγιστικές εξελίξεις στο πεδίο των σκανδάλων δεν άφησαν πολύ χώρο στην πλέον σημαντική είδηση των τελευταίων ημερών, το τηλεφώνημα Μητσοτάκη σε Ερντογάν. Είτε γιατί τα σκάνδαλα πουλάνε, είτε γιατί οι θετικές ειδήσεις στο πεδίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων δεν πουλάνε. Απόδειξη με πόση ευκολία αναπαράγεται και από τις δυο όχθες του Αιγαίου μια κραυγή που βγάζει ένας εν ενεργεία αξιωματικός ή ένας απόστρατος. Αναλύσεις επί αναλύσεων με τους γνωστούς πρόθυμους πατριώτες των πρωινάδικων. Εκεί όπου ο πατριωτισμός καταναλώνεται για χάρη της AGB με πολύ μεγάλη ευκολία.

Για να πάμε, όμως στην ουσία, Μητσοτάκης και Ερντογάν φαίνεται να έκαναν μια πρώτη συζήτηση για να πιάσουν το νήμα των σχέσεων των δυο κρατών από την αρχή. Η αξία της κίνησης του έλληνα πρωθυπουργού, που είχε και την πρωτοβουλία, είναι τεράστια. Διότι οι σχέσεις με τους γείτονές μας ήταν στο ναδίρ και όπως συμβαίνει σε τέτοιες καταστάσεις ελλοχεύει ο κίνδυνος του απρόοπτου και του λάθους. Πριν πάμε, όμως, στο σύνθετο στάδιο, που δεν είναι άλλο από την ατζέντα των συζητήσεων με τον κ. Ερντογάν, το μεγάλο ερώτημα είναι η προετοιμασία σε εγχώριο επίπεδο. Διότι, κακά τα ψέματα, με ευθύνη των ΜΜΕ, αλλά και ενός μεγάλου τμήματος του πολιτικού προσωπικού της χώρας που στην πλειονότητά του δεν φημίζεται για τη γενναιότητά του και τη διάθεση να λέει στον κόσμο τις δύσκολες αλήθειες, έχει φτιαχτεί μια εικόνα τέρατος για την Τουρκία. Όπερ σημαίνει ότι θα πρέπει να γίνει «δουλειά» σε πολλά επίπεδα για να αλλάξει αυτό το κλίμα και να προετοιμαστεί η κοινή γνώμη για διάλογο και πολύ περισσότερο για έναν έντιμο συμβιβασμό. Η δυσκολία έγκειται, ως ένα βαθμό, και στο ρόλο που παίζουν κάποια κεντρικά  πρόσωπα στα κόμματα. Αναφέρομαι στην ΝΔ, στον ΣΥΡΙΖΑ και το Κίνημα Αλλαγής που θα κληθούν να σηκώσουν και το βάρος.

Στην ΝΔ τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής ο κ. Μητσοτάκης έχει κάθετα απέναντί του τον κ. Σαμαρά, όπως έδειξε και η συνέντευξή του στα ΝΕΑ (28-6-20), όπου μεταξύ άλλων λέει ότι «με πειρατές δεν κάνεις διάλογο». Ο πρώην πρωθυπουργός δεν έχει διδαχτεί από τη ζημιά που έχει προκαλέσει στη χώρα με τη μαξιμαλιστικη  πολιτική του στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής. Ήταν το μοιραίο πρόσωπο στις αρχές της δεκαετίας του 90' για το Μακεδονικό, θέλει να κάνει το ίδιο και με την Τουρκία. Ας ελπίσουμε πως δεν θα τον ακολουθήσουν και άλλοι σε αυτό το κρεσέντο συγκρουσιακης  ρητορικής. Είναι τουλάχιστον αισιόδοξο το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός αλλά και οι άνθρωποι που είναι κοντά του στα θέματα αυτά διακατέχονται από ρεαλισμό και δεν έχουν διάθεση να κάνουν εμπόριο πατριωτισμού.

Στον ΣΥΡΙΖΑ είναι πιο έτοιμα τα πράγματα μετά και τη σημαντική εμπειρία των Πρεσπών. Ο  κ. Τσίπρας δήλωσε πρόσφατα ότι δεν θα κάνει στην ΝΔ ότι του έκανε αυτή στα θέματα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Παρά ταύτα, υπάρχει ο «σκληρός» στα θέματα με την Τουρκία, πρώην ΥΠΕΞ Νίκος Κοτζιάς, ενώ και ένα κομμάτι του κόμματος, ιδίως αυτό που έχει μετακομίσει από το βαθύ ΠAΣΟΚ σπεκουλάρει με τον αντιτουρκισμό. Στον αντίποδα, σε επίπεδο ιδεολογικής διαπάλης στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον στα θέματα αυτά είναι ισχυρός ο ρόλος του Αντώνη Λιάκου, του Νίκου Μουζέλη, του Νίκου Μπίστη, όπως επίσης και προσώπων που κουβαλούν ταυτοτικές θέσεις του Συνασπισμού.

Πιο σύνθετα είναι τα πράγματα στο Κίνημα Αλλαγής, καθώς η Φώφη Γεννηματά γοητεύεται από την πατριωτική ρητορική και τη συγκρουσιακή γραμμή έναντι της Τουρκίας. Όπως έπραξε με το Μακεδονικό, που πήγε να εκμεταλλευτεί το γενικότερο κλίμα, το ίδιο φαίνεται ότι θα κάνει και έναντι της Τουρκίας. Σε αυτή την λογική την σπρώχνουν τόσο ο Ανδρέας Λοβέρδος, που οι πληροφορίες τον φέρνουν να επηρεάζεται στα θέματα αυτά από τον Αντώνη Σαμαρά, όσο και ο Πέτρος Ευθυμίου. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, υπάρχει ο στιβαρός ρόλος του Κώστα Σημίτη, έστω και αν για λόγους κομματικού πατριωτισμού δεν διαφοροποιήθηκε στο Μακεδονικό, του Γιώργου Παπανδρέου που είχε ανοίξει  δρόμο στις σχέσεις με του Τουρκία, όπως επίσης του Νίκου Ανδρουλάκη, του Παναγιώτη Ιωακειμίδη, του Θόδωρου Μαργαρίτη, του Χρήστου Πρωτόπαπα κ.α.

Είναι, σαφές, λοιπόν, πως αν ο πρωθυπουργός επιλέξει το δύσκολο αλλά συνάμα ρεαλιστικό δρόμο του διαλόγου στη βάση της προοπτικής επίλυσης των διαφορών με την Τουρκία το πολιτικό σύστημα και κατ’ επέκταση η κοινωνία θα διχαστεί. Έτσι, συμβαίνει πάντα και έτσι προχωρούν τα πράγματα. Το θέμα είναι, όμως, να είναι κανείς με τη σωστή πλευρά της ιστορίας. Άλλωστε εθνικό είναι το αληθές.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ