Πολιτικη & Οικονομια

Η ακατανίκητη γοητεία του Μαυρογυαλούρου

Τι έλεγε προεκλογικά η ΝΔ στο θέμα των προσλήψεων στο δημόσιο και τι εφαρμόζει ως κυβέρνηση

Παναγιώτης Καρκατσούλης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αν υπολογίσουμε ακριβώς τα νούμερα των προσλήψεων με βάση τις ανακοινώσεις των υπουργών, η κυβέρνηση πέφτει έξω σε σχέση με όσα έχει δεσμευτεί ότι θα τηρήσει

Εντάξει, ελάχιστοι ήταν εκείνοι που πίστευαν τα στελέχη της ΝΔ, όταν, πριν από τις εκλογές του Ιουλίου, κόπτονταν ότι για κάθε 5 που θα αποχωρούσαν από το Δημοσιο θα προσλαμβανόταν 1 και μόνον 1 άλλος στη θέση τους. Ήταν σαφές ότι η μεγαλοστομία αυτή απευθυνόταν στα ώτα ενός ακροατηρίου το οποίο ένιωθε απηυδησμένο από τα ρουσφέτια του κ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ τα οποία, από ένα σημείο και μετά, ήταν προκλητικά. Η ΝΔ στηλίτευε, τότε, την επιβάρυνση του προϋπολογισμού κατά 2 δις, προκειμένου το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους να μπορέσει να ανταποκριθεί στις αυξημένες μισθολογικές απαιτήσεις των νεο-προσλαμβανόμενων. Με τούτα και με κείνα, η ΝΔ είχε καταφέρει να εμφανίζεται ως η πρωθιέρεια της πάταξης του ρουσφετιού και του εξορθολογισμού του Δημοσίου.

Μετά τη νίκη στις εκλογές παρουσιάστηκε το φαραωνικό εκείνο «επιτελικό κράτος», το οποίο καμία απολύτως σχέση δεν είχε με την ενδυνάμωση του στρατηγικού ρόλου των υπουργείων και το οποίο αποσκοπούσε μόνο στην ενδυνάμωση και την περιχαράκωση του Μαξίμου και του Πρωθυπουργού έναντι των υπουργών του.

Όσον αφορά τις προσλήψεις άρχισε η αναδίπλωση της κυβέρνησης και τα «όχι, δεν καταλάβατε σωστά». Το 5:1 μετατράπηκε τάχιστα σε 1:1. Δηλαδή, για κάθε έναν που θα αποχωρεί από το δημόσιο θα προσλαμβάνεται ένας άλλος στη θέση του. Μη διερωτάσθε εάν αυτό είναι σωστό ή λάθος. Είναι μια προκρούστεια ιδέα και πρακτική της τρόικας που είχε σκοπό να ανακόψει τις ορμητικές ροές των νεο-προσλαμβανόμενων στο Δημόσιο σε μια χώρα όπου, στην αρχή της κρίσης, ο δημοσιοϋπαλληλικός πληθυσμός ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο.

Φαίνεται, όμως, ότι δεν θα έπρεπε κανείς να περιμένει εξορθολογισμό και προγραμματισμό των προσλήψεων από την κυβέρνηση, προκειμένου να καλυφθούν πραγματικές –κι όχι εικονικές– ανάγκες. Κι αυτό το λέμε επειδή, πριν αλέκτωρ φωνήσει τρις, σε διάστημα που δεν ξεπερνάει τις εκατό ημέρες, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη δείχνει να έχει τη φιλοδοξία να υπερφαλαγγίσει τον ΣΥΡΙΖΑ.

Πάμε, λοιπόν, στους αριθμούς. Ο μέσος όρος εκείνων που αποχωρούσαν από το δημόσιο, τα τελευταία χρόνια, κυμαινόταν περί τις 8.000. Αυτό, απλά, σημαίνει ότι εάν αναμένονται τόσες αποχωρήσεις, τόσες θα πρέπει να είναι και οι προσλήψεις. Σημειωτέον, ότι για το 2019 που διανύουμε, τρέχουν οι προσλήψεις που είχαν προγραμματιστεί επί ΣΥΡΙΖΑ. Άρα, ο υπολογισμός των νεο-δημοκρατικών προσλήψεων αφορά το 2020. Έχουμε και λέμε, λοιπόν:

Πρόσληψη 5.000 εκπαιδευτικών (κάθε κατηγορίας). Αυτός ο αριθμός προκύπτει από τις δηλώσεις της κ. υπουργού ότι οι 15.000 που είχαν ανακοινωθεί από τον προκατόχό της θα προσληφθούν σε βάθος τριών χρόνων.

Περνάμε στον κ. υπουργό Υγείας ο οποίος ανακοίνωσε την πρόσληψη 3.500 ατόμων (πλέον των 2.450 η πρόσληψη των οποίων βρίσκεται σε εξέλιξη από την προηγούμενη κυβέρνηση).

1.700 ανακοίνωσε ότι θα προσλάβει ο κ. Χρυσοχοΐδης για τις ανάγκες του μεταναστευτικού (χωρίς να διευκρινίσει εάν οι συνοριοφύλακες θα προέλθουν μέσα από τη διαδικασία των πανελλαδικών εξετάσεων και των σχολών της ελληνικής αστυνομίας, ως ο νόμος ορίζει).

Ακολουθούν 317 για τα κέντρα κοινωνικής πρόνοιας, στο υπουργείο Εργασίας,

167 στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης,

75 στην Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας,

2.900 για να στελεχώσουν το πρόγραμμα «Βοήθεια στο σπίτι» και

152 για τα ΚΕΠ.

Αθροιζόμενοι, όλοι αυτοί, μας δίνουν κάτι λιγότερο από 15.000 (14.811), αριθμό, δηλαδή, διπλάσιο εκείνου που η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί ότι θα τηρήσει.

Προφανώς, υπάρχουν και οι προσλήψεις των εκτάκτων οι οποίες δεν προσμετρώνται στον αριθμό των μονίμων. Προφανώς, επίσης, το μισθολογικό κόστος αυξάνεται μετακυλιόμενο στα συνήθη φορολογικά υποζύγια.

Η κυβέρνηση της ΝΔ ακολουθεί με θαυμαστή συνέπεια τον ολισθηρό δρόμο των προηγούμενων κυβερνήσεων που, απλώς, φόρτωναν με προσωπικό μια δημόσια υπηρεσία η οποία χρειάζεται μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στη λειτουργία της κι όχι κι άλλους ανθρώπους.

Αλλά οι μεταρρυθμίσεις δείχνουν να απομακρύονται. Εντέλει, η κληρονομιά του ΣΥΡΙΖΑ και του κ. Τσίπρα φαίνεται να στοιχειώνει και τον κ. Μητσοτάκη και τη ΝΔ. Θα μπορούσε να αναστοχαστεί κανείς, ακόμη μια φορά, σε τι άραγε να συνίσταται η διαχρονική γοητεία του γραφικού εκείνου Μαυρογυαλούρου. Ρητορικό το ερώτημα...