Πολιτικη & Οικονομια

Μια χώρα αλλού: Η παρακμή της εκπαίδευσης

Στην Παιδεία δεν αρκούν η πολιτική βούληση, τα σχέδια επί χάρτου, οι έξυπνες ιδέες

27207-103923.jpg
Λεωνίδας Καστανάς
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
98920_1.jpg
© ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ / INTIME NEWS

Ο Λεωνίδας Καστανάς γράφει για την παρακμή των ελληνικών σχολείων και τις λύσεις που μπορεί να δώσει η αγορά στο εκπαιδευτικό πρόβλημα.

Θα περίμενε κανείς να μιλούσαμε για άλλα πράγματα αυτήν την περίοδο. Μια περίοδο ανάρρωσης μετά την κρίση και κυρίως μετά την περιπέτεια διακυβέρνησης από το αριστερό και δεξιό λουμπεναριάτο. Μια χώρα με μεγάλο έλλειμμα τεχνολογίας, καινοτομίας, παραγωγής και εφευρετικότητας, θα έπρεπε λογικά να έχει ανάλογες ανησυχίες καθώς ο κόσμος όλος εισέρχεται στην  εποχή της τεχνητής νοημοσύνης. Όλα δείχνουν ότι σε δέκα χρόνια μεγάλο μέρος του σημερινού  επιχειρηματικού περιβάλλοντος θα φαντάζει μουσειακό.

Εμείς όμως συζητάμε για τη διδασκαλία της Ιστορίας και των Θρησκευτικών στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Και να συζητούσαμε επί της ουσίας να πεις χαλάλι. Απλά αλέθουμε σοβαρά ζητήματα  στον μύλο της πολιτικής αντιπαράθεσης αναζητώντας ψήγματα ιδεολογικής ηγεμονίας ενώ δίπλα μας ο κόσμος τρέχει με ασύλληπτες ταχύτητες. Η μεν δεξιά ελπίζει ότι ήρθε η ώρα αναβίωσης του πάλαι ποτέ ελληνοχριστιανικού πνεύματος, η δε αριστερά πασχίζει να κρατήσει ζεστό τον εθνομηδενισμό και τον αντικληρικαλισμό ως στοιχεία προοδευτικότητας. Η Ελλάδα αρνείται να ξεκολλήσει από τον εμφύλιο και την μεταπολίτευση. Δυστυχώς μεγάλο μέρος  του πολιτικού προσωπικού της έχει μάθει αυτά τα γράμματα και είναι μάλλον αργά για να μάθει νέα κόλπα.  

Στον διαγωνισμό PISA για 15χρονους μαθητές και μαθήτριες με τη συμμετοχή 72 χωρών η Ελλάδα βρίσκεται εδώ και χρόνια σταθερά κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Οι επιδόσεις των παιδιών μας στα Μαθηματικά, τη Φυσική και την κατανόηση κειμένου είναι κάτω του μετρίου και συναγωνίζονται αυτές της Τουρκίας, της Μολδαβίας, της Αλβανίας και του Μαυροβουνίου. Αλλά δεν χρειάζεται να ανατρέχουμε στον χαλαρό διαγωνισμό PISA  για να επιβεβαιώσουμε την παρακμή της ελληνικής γενικής εκπαίδευσης. Οι επιδόσεις στις Πανελλαδικές Εξετάσεις είναι ενδεικτικές. Αν ίσχυε φέτος η βάση του 10 από τις 78.335 προβλεπόμενες θέσεις περισσότερες από 20.000 θέσεις θα έμεναν κενές.  Παρόλα τα εκατομμύρια ευρώ που ξοδεύει η ελληνική κοινωνία κάθε χρόνο για την σχολική και εξωσχολική εκπαίδευση τα αποτελέσματα παραμένουν πενιχρά.

Γιατί το θέμα δεν είναι η εκπαιδευτική, κοινωνική ή εθνική αποστολή της διδασκαλίας των Θρησκευτικών ή της Ιστορίας αλλά η πλήρης αδιαφορία των μαθητών για τα μαθήματα αυτά. Γιατί το θέμα δεν είναι πως και τι διδάσκεις στα μαθήματα ειδικότητας στα επαγγελματικά λύκεια αλλά η αδιαφορία της πλειοψηφίας των μαθητών για τις γνώσεις και δεξιότητες που οδηγούν σε περιζήτητα επαγγέλματα μεσαίων προσόντων. Αν κάτι μετρούν ως πρώτο οι πολυεθνικές προκειμένου να επενδύσουν σε μια χώρα είναι η κατάρτιση του εγχώριου τεχνικού και εργατικού δυναμικού. Η έλλειψη ικανών Ελλήνων φυσικά και θα καλυφτεί στο μέλλον από μορφωμένους και εκπαιδευμένους μετανάστες. Η αγορά απεχθάνεται τα κενά.

Η παρακμή της γενικής εκπαίδευσης έχει πολλές ακίδες που απασχολούν κατά καιρούς το δημόσιο διάλογο ως αφορμές πολιτικής αντιπαράθεσης και όχι αντιμετώπισης μιας εθνικής υπόθεσης. Δεν είναι τυχαίο ότι εδώ και 40 χρόνια κάθε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση βρήκε απέναντι την πλειοψηφία των εκπαιδευτικών φορέων, τους φοιτητές, τους μαθητές και βέβαια την πολύμορφη αριστερά που παραδοσιακά έχει δύναμη στο χώρο. Ούτε είναι τυχαίο ότι οι πρόσφατες καταστροφικές προσπάθειες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν συνάντησαν ανάλογες αντιστάσεις. Η ίδια η εκπαιδευτική κοινότητα λατρεύει και βολεύεται με την παρακμή. Της φαντάζει τόσο προοδευτική, τόσο αντισυμβατική και αντισυστημική. Τόσο δική της.

Αναζητούσαμε τις προάλλες με έναν καλό φίλο τον αριθμό των πανεπιστημιακών που βγήκαν δημόσια και υποστήριξαν την κορυφαία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της υπουργού Άννας Διαμαντοπούλου. Δεν τους βγάλαμε πάνω από δέκα όσο και αν τεντώσαμε τη μέτρηση. Αντιθέτως η Ελλάδα επαναστατεί και ξιφουλκεί μπροστά στην ιδέα της αξιολόγησης και της λογοδοσίας των εκπαιδευτικών, την εισαγωγή νέων μαθημάτων και προγραμμάτων σπουδών, την κατάργηση του ενός και μοναδικού βιβλίου, τον στόχο της αριστείας, την αυτονομία της σχολικής μονάδας, τη σοβαρή και αξιόπιστη επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης, τα πραγματικά πρότυπα και πειραματικά σχολεία, την ανασυγκρότηση του σχολικού δικτύου μέσω των συγχωνεύσεων και τόσα άλλα που στην Δύση είναι κοινός τόπος. Ενοχλείται όμως μην τυχόν και η Ιστορία τονώσει την εθνική και όχι την κοινωνική συνείδηση. Μην δηλαδή και δεν βγουν τα παιδιά της «επαναστάτες», γιατί αυτή είναι η ουσία του καυγά.

Τα σχολεία μας είναι πυρήνες ενός γενικότερου γραφειοκρατικού και αρτηριοσκληρωτικού μηχανισμού που αναπαράγουν καθημερινά την κυρίαρχη ιδεολογία του αντιπαραγωγισμού και της λιγότερης προσπάθειας. Το σύνθημα εδώ και πολλά χρόνια είναι «το σχολείο δεν είναι μόνο για να μαθαίνεις γράμματα», υπονοώντας το σημαντικό των άλλων δραστηριοτήτων που προφανώς και υπάρχει. Το ζήτημα είναι ότι αυτό το σύνθημα της πρώιμης μεταπολίτευσης  μετεξελίχτηκε σταδιακά στο «το σχολείο δεν είναι για να μαθαίνεις γράμματα». Έτσι κουμπώνουν και δικαιολογούνται όλα όσα αναφέρω στην προηγούμενη παράγραφο. Αν κάτι δεν ελέγχεται, ούτε καν συζητιέται στο ελληνικό σχολείο είναι η γνώση του διδάσκοντα επί του αντικειμένου. Είμαστε αυστηροί στην συμπεριφορά, στην οργάνωση, στην ψυχολογία, στην ασφάλεια, στην οικολογία και στη δημοκρατία και καλά κάνουμε, αλλά αδιαφορούμε για το αν αυτός που μπαίνει μέσα στην τάξη ξέρει τι και πώς να το διδάξει. Αν οι μαθητές διαμαρτυρηθούν στον διευθυντή ότι ο/η εν λόγω δεν κάνουν μάθημα ή διδάσκουν λάθος πράγματα, εκείνος θα σηκώσει τα χέρια ψηλά, μιας και δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός ελέγχου. 

Σε μια χώρα που ο αντιπαραγωγισμός είναι η εθνική ιδεολογία κάθε σύνδεση σχολείου και παραγωγής, θεωρίας και πράξης, δεξιοτήτων και αγοράς εργασίας είναι καταδικαστέα. Οι μαθητές των ΕΠΑΛ παίρνουν πτυχία ειδικότητας χωρίς να έχουν δουλέψει ούτε μια ώρα σε ένα πραγματικό συνεργείο, εργοστάσιο, νοσοκομείο, λογιστήριο, ξενοδοχείο κλπ, έστω να δουν πως γίνονται πράξη αυτά που έμαθαν στον πίνακα. Γιατί όποιος εισάγει τη μαθητεία στο σχολείο θα κατηγορηθεί ότι προσφέρει απλήρωτο εργατικό δυναμικό στους καπιταλιστές.

Μιλάμε για παράνοια, αλλά κάποιος πρέπει να μας βγάλει από αυτήν. Συνεπώς το ενδιαφέρον των μαθητών για το βαρετό και ανώφελο σχολείο συνεχώς μειώνεται και για τους αξιότερους μετατοπίζεται στο φροντιστήριο που θα τους δώσει επαγγελματικά  κωδικοποιημένες όλες τις απαραίτητες θεωρητικές γνώσεις ώστε να εισέλθουν σε μια αξιόλογη σχολή ανώτατης εκπαίδευσης. Οι υπόλοιποι κάπου θα μπουν με χαμηλή βαθμολογία και ίσως κάποτε πάρουν ένα πτυχίο αμφίβολης αξίας που σίγουρα δεν θα ανταποκρίνεται στις συνήθως ελλιπέστατες πρακτικές τους γνώσεις. Μετά οι λιγοστές μας επιχειρήσεις ψάχνουν εξειδικευμένο προσωπικό και δεν βρίσκουν.

Δεν ξέρω κατά πόσο στο Υπουργείο Παιδείας έχουν σήμερα πραγματική εικόνα της παρακμής. Στην Παιδεία δεν αρκούν η πολιτική βούληση, τα σχέδια επί χάρτου, οι έξυπνες ιδέες. Η καινοτόμα ιδέα της εποχής της Άννας για το περίφημο «project» χρειάστηκε μόνο δυο τρία χρόνια για να εκφυλιστεί σε τρίωρο συμπλήρωσης ωραρίου. Το σχολείο και ο εκπαιδευτικός κόσμος μπορεί πολύ εύκολα να χωνέψει κάθε μεταρρύθμιση και να την φέρει στα μέτρα του. Να την ακυρώσει στην πράξη, όχι τόσο από πολιτική επιλογή όσο από αδράνεια. Οι μαθητές και οι γονείς τους δεν απαιτούν αλλαγή παραδείγματος  μιας και έχουν τη λύση του φροντιστηρίου και μετά του πανεπιστήμιου. Η Ελλάδα δεν έχει την βιομηχανική κουλτούρα, των χωρών της δυτικής και της ανατολικής Ευρώπης. Η αγορά της είναι αναιμική και δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις, στο τόξο των μεσαίων προσόντων. Όταν αρχίσει η ανάπτυξη θα την βρει ανέτοιμη και τότε μόνο θα αποκτήσει κίνητρο για να ξαναδεί σοβαρά την Εκπαίδευση, αν βέβαια δεν είναι πια αργά. Τελικά απ’ ό,τι φαίνεται μόνο η αγορά μπορεί να δώσει λύσεις στο εκπαιδευτικό μας πρόβλημα. Φρικτός μεσαίωνας θα αναφωνήσει η προοδευτική διανόηση και θα διαδηλώσει.    

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ