Πολιτικη & Οικονομια

Οι δημόσιοι υπάλληλοι και τα λαμέ φρικιά

Όταν θα ξεσπάσει η νέα παγκόσμια οικονομική κρίση δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα αντιμετωπιστεί και πάλι με το σύνθημα, «σώστε πρώτα το δημόσιο»

Λεωνίδας Καστανάς
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

To ζήτημα είναι ότι και οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν παιδιά. Και έχουν όνειρα γι’ αυτά. Δεν τα φαντάζονται να σταδιοδρομούν ούτε ως οκταμηνίτες συμβασιούχοι του δημοσίου για ένα πεντακοσάρικο, ούτε ως επαγγελματικά κομματικά στελέχη. Ως εκ τούτου αν και οι περισσότεροι θα ήθελαν μια κυβέρνηση που να μην τους ενοχλεί και κυρίως να μην τους αξιολογεί, αναλογιζόμενοι την τύχη των παιδιών τους θα αναζητήσουν κάποιον που να μην είναι τόσο αρνητικός με την ελεύθερη οικονομία και την παραγωγή πλούτου. Κάποιον που να μην είναι φίλος του Μαδούρο, δηλαδή. Μετά από δέκα χρόνια κρίση κατάλαβαν και αυτοί ότι ο «σοσιαλισμός με τα λεφτά των άλλων» τέλειωσε. Finito la musica, passato la fiesta. 

Αν αυτός ο άλλος τα καταφέρει και πείσει τίποτα κουτόφραγκους, Άραβες ή Φιλιππινέζους  να έρθουν, να επενδύσουν στην Ελλάδα, αν οι επενδύσεις περπατήσουν και κυκλοφορήσει χρήμα, τότε μαζί με τα παιδάκια τους θα βολευτούν και οι ίδιοι. Τα έσοδα του κράτους θα αυγατίσουν και θα μπορούν και οι δημόσιοι υπάλληλοι να ελπίζουν σε αυξήσεις αλλά και σε καλύτερες συντάξεις. Το σενάριο δεν προβλέπει κάτι ιδιαίτερο για νεοκομμουνιστές. Ούτε για ντεμέκ σοσιαλδημοκράτες. Ούτε και για λαμέ φρικιά που αρακτά μπροστά στο τζάκι της μεζονέτας αναδεύουν ένα Rémy Martin XO αναλογιζόμενα τα λάθη του κινήματος ενώ στο βάθος ακούγεται χαμηλά ένα medley των Τσακνή - Μαχαιρίτσα. 

Διαφορετικά, το διαβατήριο στα δόντια και δρόμο. Ας φροντίσουν να μάθουν τα παιδιά τους δυο ξένες γλώσσες σε ιδιωτικό βεβαίως φροντιστήριο, να μπουν σε ένα κουτσό δημόσιο πανεπιστήμιο, με ιδιωτικό βεβαίως φροντιστήριο, να το τελειώσουν όσο ακόμα αυτό είναι  τυπικά ισότιμο με τα ευρωπαϊκά και να την κάνουν για την Εσπερία. Εκεί θα επιμορφωθούν σε ακριβά μεταπτυχιακά τμήματα, θα αποκτήσουν γόνιμες δεξιότητες και παραγωγικές γνώσεις, θα βρουν δουλειές σοβαρές και εξόχως ανταγωνιστικές, θα δοκιμάσουν τις αντοχές και τις ικανότητές τους και θα διεκδικήσουν την ισχύ που τους αναλογεί στον μάταιο τούτο κόσμο. Ζώντας σε περιβάλλοντα όχι κατ’ ανάγκη τελείως αξιοκρατικά, αλλά πάντως περισσότερο από τα ημέτερα. 

Στον κόσμο της Τασίας και της κάθε Τασίας, στο μόνο που μπορούν να ελπίζουν τα παιδιά μας είναι μια κακοπληρωμένη πλην όμως ασφαλή θέση στο δημόσιο. Άσε που και το ασφαλή πλέον παίζεται.

Όταν θα ξεσπάσει η νέα παγκόσμια οικονομική κρίση δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα αντιμετωπιστεί και πάλι με το σύνθημα, «σώστε πρώτα το δημόσιο». Όπως εκείνη του 2009. Αν μάλιστα είναι πιο δομική και πιο βίαιη, ίσως σημάνει και το τέλος του ελληνικού κρατισμού. Ίσως το κράτος των μετακλητών και των συμβασιούχων καταποντιστεί όπως η αρχαία Ατλαντίδα και στη θέση του αναδυθεί ένα μικρότερο, σύγχρονο και αποτελεσματικό κράτος δικαίου. Γιατί αν κάτι φοβούνται οι «προοδευτικοί» είναι ο θάνατος της Αμάλθειας που έθρεψε γενιές και γενιές, χρήσιμων αλλά και άχρηστων υπαλλήλων. Πολλών άχρηστων, πλην όμως προοδευτικών. Για να μην πιάσουμε τους επαγγελματίες ανεπάγγελτους με αριστερό πρόσημο.

Ο δημόσιος υπάλληλος που σέβεται τον εαυτό του και τιμά τη θέση και τη δουλειά του θέλει να ξεχωρίζει από το σύνολο. Γιατί είναι Αυτός, ένας και μοναδικός, δεν είναι μια κουταλιά ενός άμορφου πολτού. Και ούτε οι ευθύνες τον πτοούν, ούτε η αξιολόγηση τον φοβίζει. Δεν έχει πλαστά πτυχία, δεν ψάχνει θέσεις ημεραργίας, δεν συνδικαλίζεται προς ίδιον όφελος, δεν αλλάζει κόμματα με κριτήριο την κατοχή της εξουσίας και κυρίως δεν χαϊδεύει τα αυτιά των προϊσταμένων του. Κοινώς δεν είναι τσάτσος. Το κέρδος του; Η προσωπική του αξιοπρέπεια, η εκτίμηση που του δείχνουν οι άξιοι και μη συνάδελφοι και κυρίως το «ευχαριστώ» που ακούει ή βλέπει από τους πολίτες κατά τη διάρκεια της βάρδιας του.

Αυτόν τον άριστο δημόσιο υπάλληλο η Τασία και κάθε Τασία τον σιχαίνεται. Η δεξιά, ή κεντρώα και πρωτίστως η αριστερή Τασία δεν τον θέλει. Γιατί της χαλάει τη σούπα. Δείχνει έναν δύσκολο αλλά υπερήφανο δρόμο ζωής που ο κάθε ολοκληρωτισμός φοβάται και απεχθάνεται. Ο σκυφτός και κακομοίρης αλλά αγράμματος και τεμπέλης δημόσιος υπάλληλος δεν είναι απλά ο πειθήνιος και ο διαχειρίσιμος. Είναι ο στυλοβάτης της εθνολαϊκιστικής κρατικιστικής ιδεολογίας. Ο δυνάστης του πολίτη. Αυτός που αναπαράγει και προστατεύει το καθεστώς που θέλει το δημόσιο να εργάζεται μόνο για τους εργαζόμενους σ’ αυτό. Ο ιμάντας της κομματοκρατίας, ο εκτελεστικός βραχίονας της αβελτηρίας. Εκούσια ή ακούσια, αλλά αυτός είναι.

Το μετεμφυλιακό κομματικό κράτος φρόντισε να κρατήσει τους αριστερούς μακριά από τη δημοσιοϋπαλληλία για ευνόητους λόγους «εθνικής ασφάλειας». Τα περίφημα «κοινωνικά φρονήματα». Η μεταπολίτευση όμως έφερε τα πάνω κάτω. Άνοιξε το παιχνίδι στις μάζες και όταν ήρθε το ΠΑΣΟΚ το απογείωσε. Το παλιό δημόσιο των «εθνικοφρόνων», διογκώθηκε και σουλουπώθηκε για να μοιραστεί σε όλες τις παρατάξεις. Από μονοκομματικό έγινε διακομματικό, πλην όμως πάντοτε κομματικό. Αυτό βαφτίστηκε στα ελληνικά ως εκδημοκρατισμός. Οι δημόσιες υπηρεσίες απλώθηκαν παντού και έφτασαν λίγο πριν το ξέσπασμα της κρίσης να σιτίζουν άμεσα ένα εκατομμύριο ψυχές. Έτσι απέκτησαν τη δική τους κοινωνική και πολιτική ισχύ. Έγιναν παράγοντες εξελίξεων. Η απεργία τους κλείνει τα δημόσια ταμεία, διακόπτει την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, νεκρώνει τις συγκοινωνίες, αφήνει τους μαθητές στο δρόμο. Κάνει γεγονότα.

Γι’ αυτό και όλες οι συνδικαλιστικές παρατάξεις έχουν διαμορφώσει μια τριπλέτα πάγιων και «δίκαιων» αιτημάτων που θεωρούν ότι είναι και αιτήματα της πλειοψηφίας. Λιγότερη δουλειά, περισσότερα λεφτά και καμιά αξιολόγηση. Είναι πράγματι αιτήματα πολλών αλλά δεν είναι όλων. Έστω και αν όλοι βολεύονται με αυτό το καθεστώς. Επειδή όμως είναι δημοφιλή υιοθετούνται από όλα τα κόμματα, μεγάλα και μικρά. Αυτός είναι και ο λόγος που οι δημόσιοι ακολουθούν τις εκάστοτε τάσεις του κοινωνικού συνόλου, κοινώς ψηφίζουν περίπου όπως όλος ο κόσμος. Ούτε ανεβάζουν, ούτε κατεβάζουν κυβερνήσεις. Μην το πείτε στην Τασία και φρικάρει. 

Το ερώτημα είναι ως πότε τα κόμματα θα χαϊδεύουν τα αυτιά των χειρότερων εκ των  δημόσιων ώστε να διατηρούν το ποσοστό τους. Και κυρίως πότε η εφαρμοσμένη πολιτική, θα κάνει το μεγάλο άλμα. Θα αγνοήσει το αμφιλεγόμενο πολιτικό κόστος και θα αλλάξει το παράδειγμα. Δεν είναι μόνο η αξιολόγηση των υπαλλήλων που προκαλεί τριβές. Όλο το οργανόγραμμα του δημόσιου τομέα θέλει αναδιάρθρωση, ελάφρυνση και εκσυγχρονισμό, με στόχο τη βελτίωση των υπηρεσιών με ταυτόχρονη μείωση του λειτουργικού κόστους. Κοινώς ιδιωτικοποιήσεις. Ποιος θα τολμήσει να πει ότι χρειαζόμαστε λιγότερους αλλά καλύτερα καταρτισμένους υπαλλήλους που θα δουλεύουν περισσότερο, με πολύ καλύτερους μισθούς; Και αν το πει ένας φιλελεύθερος, όπως ο Μητσοτάκης, ποιος θα το κάνει πράξη, αν όχι ο ίδιος;

Η αξιολόγηση είναι το μεγάλο ταμπού. Μια βασική πρακτική των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα αποτελεί τον ελέφαντα στο δωμάτιο για τον δημόσιο. Ο οποίος ακόμα ψάχνει για πλαστά πτυχία και πέτσινα μεταπτυχιακά. Πρέπει όμως να γίνει. Γιατί είναι προς όφελος των εργαζομένων και της κοινωνίας. Και πρέπει να έχει συνέπειες. Να καθορίζει το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο, να δίνει ή να καταργεί τα bonus, να οδηγεί σε μεταθέσεις, μετατάξεις και βεβαίως απολύσεις. Μόνο μέσω των απολύσεων θα γίνει όχι μόνο η ανανέωση αλλά και η ορθολογική αξιοποίηση νέων υπαλλήλων με καλύτερα προσόντα και κυρίως μεγαλύτερη διάθεση για δουλειά. Και είναι πολλοί οι δημόσιοι, κυρίως νέοι, που θέλουν την αξιολόγηση γιατί ποντάρουν στην εξέλιξη. Το γεγονός ότι κόμματα όπως η ΝΔ, το ΚΙΝΑΛ και το ΠΟΤΑΜΙ είναι δεκτικά στην αξιολόγηση είναι ελπιδοφόρο. Απομένει βέβαια να μάθουμε και πώς ακριβώς την εννοούν και κυρίως πώς θα την κάνουν πράξη.

Η αξιολόγηση δεν είναι μόνο ο έλεγχος των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων. Ούτε καν ο έλεγχος της γνώσης του αντικειμένου ως κριτήριο πρόσληψης. Είναι στοχοθέτηση, παρακολούθηση και μέτρηση προόδου, επιλογή εναλλακτικών διαδρομών προς βελτίωση της απόδοσης και τελικός έλεγχος εκπλήρωσης των στόχων. Συμβάλλει στη συνεχή βελτίωση της ποιότητας ζωής των εργαζομένων, στην προοπτική της σταδιοδρομίας τους και φυσικά στην βέλτιστη εξυπηρέτηση των πολιτών που συναλλάσσονται με το δημόσιο. Είναι πλούτος.

Μια αδιάβλητη και σοβαρή αξιολόγηση αλλάζει αμέσως τον δημόσιο τομέα, δηλαδή την κρατική μηχανή. Δηλαδή, την Ελλάδα. Την περνάει σε άλλη πίστα. Σε συνδυασμό με τη σωστή χρήση της τεχνολογίας, ανανεώνει το προσωπικό, φέρνει τους άξιους στη θέση του οδηγού και εκσυγχρονίζει την διοίκηση. Σκοτώνει την κομματοκρατία και την γραφειοκρατία. Εδώ όμως κολλάμε στο μεγάλο εθνικό μας πρόβλημα. Όχι βέβαια της συμφωνίας των Πρεσπών αλλά της επιβίωσης της χώρας.

Αν τα «αστικά κόμματα» είναι διατεθειμένα να βρουν ένα κοινό βηματισμό στο θέμα της τολμηρής αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα η συριζαϊκή Αριστερά, που δυστυχώς μας προέκυψε ως ο δεύτερος πόλος, θα είναι πάντοτε απέναντι έτοιμη να κινήσει γη και ουρανό ώστε να καρπωθεί τα οφέλη του πολιτικού κόστους των άλλων. 

Και εδώ ακριβώς είναι το μεγάλο στοίχημα. Θα ρισκάρει ο Μητσοτάκης; Θα κάνει το βήμα; Θα βρει συμμάχους και πλειοψηφίες για να αλλάξει το σύνταγμα και τους νόμους; Θα έχει το κόμμα και τους συνδικαλιστές στο πλάι του, όταν η πλειοψηφία των δημόσιων θα είναι απέναντι; Ή μήπως δεν θα είναι; Και η κοινωνία των πολιτών ποια πλευρά θα διαλέξει;

Αυτά είναι τα διακυβεύματα της επόμενης μέρας που θα κρίνουν αν η πατρίδα έχει ελπίδα να ανακάμψει. Διαφορετικά, ας προετοιμάζουμε τα μικρά παιδιά μας για τη μεγάλη φυγή. Τα μεγαλύτερα την έχουν ήδη αποφασίσει.