Πολιτικη & Οικονομια

Ημέρα ανεξαρτησίας

Θεόδωρος Σκυλακάκης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πριν δύο χρόνια είχα την ευκαιρία να βρεθώ ως επίσημος προσκεκλημένος στη γιορτή της «αρμάτας» στις Σπέτσες. Καθώς παρατηρούσα το καΐκι που συμβόλιζε την τουρκική ναυαρχίδα να καίγεται και άκουγα τη διήγηση των τοπικών ιστοριογράφων για τη ναυμαχία της 8ης Σεπτεμβρίου του 1822, συνειδητοποίησα μια προφανή αναντιστοιχία μεταξύ της ιστορικής περιγραφής και του δρώμενου στο λιμάνι. Το ομοίωμα της τούρκικης ναυαρχίδας καιγόταν, αλλά στην πραγματική ιστορία ουδέποτε είχε συμβεί αυτό. Όταν αργότερα άρχισα να ψάχνω το θέμα από ιστοριοδιφική περιέργεια, ανακάλυψα ότι δεν ήταν μόνο η αναπαράσταση στην οποία υπήρχε αναντιστοιχία. Σε μεγάλες εθνικού επιπέδου εφημερίδες και δεκάδες περιγραφές της γιορτής της αρμάτας στο διαδίκτυο η τουρκική ναυαρχίδα πράγματι εμφανίζεται κεκαυμένη.

Ποια ήταν όμως η πραγματική ιστορία της ναυμαχίας; Μελετώντας όσα στοιχεία μπόρεσα να βρω, η υπόθεση είχε ως εξής. Ο ελληνικός στόλος, τα πλοία δηλαδή των τριών ναυτικών νησιών, προστάτευσε πράγματι τις Σπέτσες σε μια μεγάλη ναυμαχία όπου οι αναλογίες μεταξύ των δύο πλευρών ήταν σε εκτόπισμα και αριθμό πυροβόλων 1 προς 4, εις βάρος της ελληνικής πλευράς. Ο ελληνικός στόλος πάρα ταύτα, με ικανό αριθμό πλοίων (περίπου 60) και βοηθούμενος από επίγειες πυροβολαρχίες εγκατεστημένες τόσο στις Σπέτσες όσο και στη ακτή της Πελοποννήσου, κράτησε τον τουρκικό στόλο για μια ολόκληρη μέρα μακριά. Κατά την περιγραφή της ναυμαχίας στα «Σπετσιωτικά» στο τέλος της, στο δειλινό, ένα πυρπολικό με επικεφαλής έναν Σπετσιώτη, τον Κοσμά Μπαμπάτση, έκανε μια έφοδο προς τον τουρκικό στόλο και η τουρκική ναυαρχίδα έδωσε το σήμα της οπισθοχώρησης, ενώ ταυτόχρονα «επήλθε σκότος και δεν διεκρίνετο τις ο πολέμιος και τις ο οικείος». Η ναυμαχία, παρά την ανταλλαγή κανονιοβολισμών για μια ολόκληρη ημέρα, δεν είχε σοβαρές απώλειες για καμία από τις δύο πλευρές.

Ποιο είναι το ιστορικό και πολιτικό συμπέρασμα για το μέσο άνθρωπο που έρχεται σε επαφή με την ιστορική αναπαράσταση; Ο μη προσεκτικός παρατηρητής/αναγνώστης, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι ηρωικοί Έλληνες πυρπολητές έκαψαν την τουρκική ναυαρχίδα χάρη τον «παράτολμο ηρωισμό τους και περιφρονώντας κάθε λογική αναλογία («ένα μικρό καΐκι εναντίον μιας τεράστιας φρεγάτας»). Ο λίγο προσεκτικότερος ωτακουστής της ιστορικής περιγραφής ενθαρρύνεται να συμπεράνει ότι «η ηρωική έφοδος του πυρπολικού» ήταν ο κρίσιμος παράγοντας που οδήγησε στην ελληνική νίκη και ο τρομαγμένος Τούρκος ναύαρχος τελικά τράπηκε σε άτακτη φυγή όπως ο ελέφαντας μπροστά σε ένα ποντίκι.

Το επιδιωκόμενο «ηθικό δίδαγμα» της ιστορίας; Οι Έλληνες με τον ατομικό ηρωισμό τους μπορούν να κερδίσουν ακόμα κι υπό παράλογα αρνητικούς συσχετισμούς κάθε είδους μάχη. Σας θυμίζει κάτι επίκαιρο η υπόθεση αυτή; Μα το «ηρωικό όχι» της Κυπριακής Βουλής; Το οποίο όμως για κάποιο μυστηριώδη λόγο (έλειπε ο ηρωικός Μπαμπάτσης) δεν κατέληξε στο ίδιο λαμπρό αποτέλεσμα!

Ας κάνουμε τώρα μια εναλλακτική εξιστόρηση της ίδιας ναυμαχίας. Κι ας υποθέσουμε, όπως λέει η λογική, ότι η ναυμαχία είχε επί της ουσίας κερδηθεί από την ώρα που οι Τούρκοι απέτυχαν μια ολόκληρη μέρα να προξενήσουν σοβαρή ζημιά στον ελληνικό στόλο ή να απειλήσουν σοβαρά τις Σπέτσες και προφανώς αναπόφευκτα θα αποσύρονταν με ή χωρίς την (προφανώς παλληκαρήσια) επέμβαση του Μπαμπάτση. Τι παραβλέπουμε όταν συνοψίζουμε τη ναυμαχία στην ατομική ηρωική πράξη; Μα όλες τις άλλες αξίες που βρίσκονταν επί της ουσίας πίσω από την ελληνική νίκη. Τη ναυτοσύνη των 4.500 χιλιάδων ανδρών που ναυμάχησαν την ημέρα εκείνη, την ικανότητα των καπετάνιων τους, τις προσεκτικές προετοιμασίες στη στεριά, την επιχειρηματική δεινότητα των τριών ελληνικών νησιών που κατάφεραν να οικοδομήσουν στόλο εμπορικό απαράμιλλο, χωρίς τον οποίο δεν θα υπήρχε ελληνική επανάσταση. Τη συμβολή και την ικανότητα τόσο των προεστών των νησιών, που πλήρωναν για να βρίσκεται ο στόλος στη θάλασσα, όσο και των ταπεινότερων ανθρώπων, από τους καλαφάτες μέχρι τους απλούς ναύτες, που υπηρέτησαν σ’ αυτόν. Κοντολογίς τις λιγότερο «ηρωικές» αλλά καίριες στην πραγματική ζωή αξίες της αποτελεσματικής συλλογικής δράσης, χωρίς τις οποίες οι ατομικές ηρωικές πράξεις δεν καταγράφονται καν στην ιστορική μνήμη, αφού δεν καταλήγουν σε πρακτικό αποτέλεσμα.

Σήμερα που η Ελλάδα και πλέον και η Κύπρος βρίσκονται, λόγω οικονομικής χρεοκοπίας, σε κατάσταση περιορισμένης ανεξαρτησίας είναι κεντρικής πολιτικής σημασίας η συζήτηση για την επανάκτηση του απολεσθέντος μέρους της ανεξαρτησίας μας. Η σημερινή αντιπολίτευση (όπως και η προηγούμενη που –παρά την παρεμφερή με του κ. Τσίπρα ρητορική– έγινε κυβέρνηση), προσπαθεί να μας πείσει ότι διαθέτουμε ένα υπερόπλο αντίστοιχο με το πυρπολικό του Μπαμπάτση, το οποίο από δειλία δεν χρησιμοποιούμε. Και μπορεί ακόμα να κοροϊδεύει αρκετούς για έναν και μόνο λόγο. Γιατί η κυβέρνηση δεν φαίνεται ικανή (ή/και διατεθειμένη) να οργανώσει αποτελεσματικά την τεράστια και εφιαλτικά δύσκολη συλλογική προσπάθεια που είναι αναγκαία για να μπορέσει και πάλι η χώρα να αποφασίζει η ίδια για τις τύχες της. Κι όσο αυτό συμβαίνει η «ημέρα ανεξαρτησίας» θα είναι ακόμα μακρινή. Όπως μακρινή είναι και η μέρα που θα μάθουμε να γιορτάζουμε την «αρμάτα» ως ημέρα ανάδειξης όχι (μόνο) της ατομικής παλικαριάς, αλλά (προπαντός) της συλλογικής προσπάθειας, η έλλειψη της οποίας –καλώς ή κακώς– είναι για το δικό μας λαό θανάσιμη αδυναμία.