Πολιτικη & Οικονομια

Edito 365

Η εφημερίδα έχει τεράστιο πρωτοσέλιδο: Τους αναγκάζουν να ζήσουν με 70 ευρώ!

Φώτης Γεωργελές
ΤΕΥΧΟΣ 365
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η εφημερίδα έχει τεράστιο πρωτοσέλιδο: Τους αναγκάζουν να ζήσουν με 70 ευρώ! Με τις νέες περικοπές μισθών, εργαζόμενοι στους δήμους πήραν εκκαθαριστικό 70 ευρώ. Οι τίτλοι στο περίπτερο κόβουν την ανάσα, πώς θα ζήσουν αυτοί οι άνθρωποι; Μετά το σκέφτεσαι δεύτερη φορά, μα καλά και το βασικό μισθό να έπαιρναν, πόση μείωση τους έκαναν, 90%; Έχουν τρελαθεί τελείως;

Πας στις μέσα σελίδες, στο άρθρο: Έπαιρνα 1.250 ευρώ, 1.000 καθαρά, ήρθαν οι μειώσεις, βγάλε και τη δόση του στεγαστικού δανείου 865 ευρώ, μείναν 70 ευρώ, πώς θα ζήσω τώρα εγώ; Έχει δίκιο, πώς θα ζήσει, αλλά η εικόνα αρχίζει να αλλάζει. Για πολλούς σαν κι αυτόν τα χαμηλότοκα δάνεια από τις κρατικές τράπεζες ήταν κάτι σαν υποχρέωση του δημοσίου, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως τα 865 ευρώ δεν είναι δικά του που τα έχει επενδύσει για να αποκτήσει ακίνητη περιουσία. Η δημοσιογράφος όμως, παρ’ όλο που εργάζεται σ’ αυτή την εφημερίδα των τρομοκρατικών τίτλων του λαϊκισμού, ακριβώς επειδή είναι δημοσιογράφος, δεν μπορεί να μη ρωτήσει την αυτονόητη ερώτηση που έρχεται στο μυαλό όλων: Καλά, αλλά ακόμα και χωρίς τις μειώσεις μισθών, με χίλια ευρώ πώς πήρατε δάνειο 865 ευρώ το μήνα; Εντάξει, έχουμε και 350 ευρώ τα επιδόματα, 500 ευρώ τις υπερωρίες, είναι και τα κυριακάτικα, φτάνανε. Τώρα η εικόνα αλλάζει ακόμα περισσότερο, δεν είναι ένας άνθρωπος που πρέπει να ζήσει με 70 ευρώ, είναι ένας εργαζόμενος των δυόμισι χιλιάδων ευρώ που υφίσταται μείωση μισθού. Όπως έχουν υποστεί άλλωστε εδώ και πολύ καιρό όλοι σχεδόν οι εργαζόμενοι, χωρίς να είναι φυσικά ευχαριστημένοι αλλά και χωρίς να δηλητηριάσουν με σκουπίδια την Αθήνα. Όχι όλοι, γιατί κάποιες 800.000 δεν υπέστησαν καμία μείωση μισθού γιατί δεν έχουν καν μισθό, είναι άνεργοι. Και είναι ένα κράτος με υπεράριθμο προσωπικό που θέλει να το βγάλει σε εφεδρεία, αλλά κατά μυστηριώδη τρόπο πληρώνει παντού υπερωρίες και έξτρα αμοιβές.Παρ’ όλα αυτά όμως, όταν η κατάσταση γίνεται δραματική, όταν έχουμε οικονομική κρίση, δεν είναι θεμιτό οι άνθρωποι να αντιδρούν ακραία για να υπερασπίσουν τα εισοδήματά τους; Δεν είναι, γιατί και πριν την κρίση, πάλι κάθε Χριστούγεννα έπνιγαν την Αθήνα τα σκουπίδια. Και κάθε Πάσχα, μερικές φορές. Και κατέβαιναν οι διακόπτες και τράβαγαν τα χειρόφρενα και έκλεινε η Εθνική οδός και έκλειναν τα λιμάνια. Κάθε χρόνο. Και παλιά συνέβαιναν όλα αυτά, για να μετατραπούν κάποιες διεκδικήσεις σε κεκτημένα (διορισμοί, μονιμοποίηση συμβασιούχων, επιδόματα, μεταθέσεις, πρόωρες συντάξεις, αυξήσεις), και τώρα γίνονται για να μη θιγούν τα κεκτημένα. Η κυβέρνηση υποχωρεί στις πιο σκληρές αντιδράσεις, η υποχώρηση στα ΕΛΠΕ, στη ΔΕΗ, είναι το σήμα και στα υπόλοιπα τμήματα του κρατικού μηχανισμού να οξύνουν τη στάση τους για να εξαιρεθούν κι αυτά από τα βάρη της χρεοκοπίας. Αυτά που υφίσταται όλη η υπόλοιπη κοινωνία.

Αν για μια στιγμή απαλλαγείς από το διαρκή θόρυβο των επαναστατικών συνθημάτων, της αγωνιστικής ρητορείας, θα διαπιστώσεις έκπληκτος ότι όλες οι απεργίες και οι καταλήψεις και οι αγώνες δεν στρέφονται ποτέ κατά του «Κεφαλαίου». Στρέφονται πάντα εναντίον του κράτους. Το οποίο κατά τα άλλα υπερασπίζονται εναντίον της «αγοράς», των καρτέλ, των ιδιωτικών συμφερόντων, του καπιταλισμού. Οι μορφές διεκδίκησης γίνονται όλο και πιο καταστροφικές για την κοινωνία, ώστε να εκβιαστεί η κυβέρνηση να παραχωρήσει ή να διατηρήσει κεκτημένα προνόμια. Θα διαπιστώσεις, επίσης, ότι όλοι αυτοί οι «πρόεδροι» που εμφανίζονται στις οθόνες των δελτίων, οι πρόεδροι των εργαζομένων στην ενέργεια, στις συγκοινωνίες, στους δήμους, στα ταξί, στους νοσοκομειακούς γιατρούς, στους φαρμακοποιούς, στους δικηγόρους, είναι ανώτερα στελέχη των κομμάτων, τομεάρχες, γενικοί γραμματείς, δήμαρχοι, κεντρικές επιτροπές, υπεύθυνοι οργανωτικού.

Με μια ρητορική που μοιάζει με αυτή των καθεστώτων του πάλαι ποτέ υπαρκτού σοσιαλισμού, όλοι μαζί, νεοδημοκράτες, πασόκ και αριστεροί κατακεραυνώνουν τις «νεοφιλελεύθερες» κυβερνήσεις την ώρα που μεταξύ τους, κομματικοί συνδικαλιστές και κομματικό κράτος, ως σύντροφοι και συμπαίκτες διανέμουν τη δημόσια περιουσία στέλνοντας το λογαριασμό των δανεικών και της χρεοκοπίας στην υπόλοιπη κοινωνία.

Αυτό που δυο χρόνια συμβαίνει, δεν έχει καμία σχέση με κοινωνική αντίσταση. Πρόκειται για μια μάχη εντός του πελατειακού συστήματος, για εσωτερικές αντιθέσεις όπου οι παίκτες προσπαθούν να διατηρήσουν τις θέσεις και τα προνόμιά τους, με την ελπίδα ότι το λογαριασμό θα τον πληρώσει κάποιος άλλος. Όπως συνέβαινε πάντοτε μέχρι τώρα. Οι λιγότερο προνομιούχοι δεν έχουν φωνή και πολιτική εκπροσώπηση για να αντιδράσουν και οι πιο ισχυροί, αυτοί που μπορούν από πιο προνομιακή θέση να απειλούν ότι «θα χυθεί αίμα», ότι «θα λιώσουν» τους αντιπάλους τους, προσπαθούν να διατηρήσουν τα κεκτημένα τους.

Η κοινωνία, όμως, έχει καταλάβει πια ότι οι μεταπολιτευτικές συνήθειες έχουν τελειώσει. Ότι η τυφλή διεκδίκηση του ατομικού συμφέροντος, το κέρδος της μιας επαγγελματικής ομάδας έναντι της άλλης, οδήγησε στη συλλογική φτώχεια όλων μας. Και μένει μακριά απ’ όλα αυτά. Ο «κοινωνικός πόλεμος» που θορυβωδώς διεξάγεται για τηλεοπτική χρήση, αφορά μόνο αυτούς που αντιδρούν λυσσαλέα γιατί έχουν να χάσουν τα περισσότερα. Μετρημένοι στα δάχτυλα είναι όσοι δέρνουν δημάρχους και πετάνε γιαούρτια, 30 συνδικαλιστές κλείνουν τα υπουργεία, μερικές εκατοντάδες, λίγες χιλιάδες επαγγελματίες είναι στις καθημερινές διαδηλώσεις. Η κοινωνία παγωμένη και απελπισμένη παρακολουθεί, ελπίζοντας σε μια πολιτική που θα ξεμπλοκάρει τα αδιέξοδα, γιατί έχει κατανοήσει ότι οι καταστροφικές και αυτοκαταστροφικές τακτικές που οδηγούν τη χώρα στην αυτοκτονία συμφέρουν μόνο όσους έχουν ποντάρει στη χρεοκοπία και στην κατοχική δραχμή.

Ακόμα και τώρα, στο παραπέντε, δεν έχει κριθεί ακόμα αν αυτό που βλέπουμε γύρω μας, αυτές τις μέρες, είναι ο επιθανάτιος ρόγχος ενός πελατειακού συστήματος που καταρρέει ή η αυριανή ζούγκλα του πολέμου όλοι εναντίον όλων σε μια πτωχευμένη χώρα.