Πολιτικη & Οικονομια

Edito 366

Λένε ότι η πορεία κάθε κυβέρνησης έχει διαφανεί πριν καν αναλάβει την εξουσία.

Φώτης Γεωργελές
ΤΕΥΧΟΣ 366
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Λένε ότι η πορεία κάθε κυβέρνησης έχει διαφανεί πριν καν αναλάβει την εξουσία. Η ΝΔ και ο Κώστας Καραμανλής είχαν άφθονα θέματα για να ασκήσουν αντιπολίτευση στην τότε κυβέρνηση Σημίτη. Η αντιπολίτευση δεν γινόταν όμως σε όλα αυτά που δεν προχωρούσε, ο «ματαιωμένος» εκσυγχρονισμός των αρχών της δεκαετίας του 2000, αλλά σε όσα επετύγχανε. Κατηγορούσε τις «μακέτες», αλλά τα μόνα Μεγάλα έργα που θυμόμαστε σ’ αυτή τη χώρα έχουν την υπογραφή εκείνης της περιόδου. Κατηγορούσε την «ενδοτική» πολιτική, αλλά ήταν αυτή η πολιτική που έφερε την Ελλάδα και την Κύπρο στην ευρωζώνη. Κατηγορούσαν το «λογιστή» πρωθυπουργό με το μπλοκάκι, αλλά ήταν η μόνη περίοδος που επετεύχθησαν οι δημοσιονομικοί στόχοι, η μείωση του ελλείμματος με παράλληλη ανάπτυξη και ευημερία. Η Ελλάδα του 2000 δεν είχε καμία σχέση με την Ελλάδα του 2010.

Έτσι ήταν αναμενόμενο αυτή η αντιπολίτευση να καταλήξει στις υπογραφές των δημοψηφισμάτων του Χριστόδουλου «ενάντια στους ξένους που θέλουν να υφαρπάσουν την πίστη μας». Η πολιτική Καραμανλή ήταν στοιχειώδης, απλοϊκή, κομματική: Πασόκ, κακό, κλέφτες - εμείς, καλοί, τίμιοι. Θα φύγουν οι κλέφτες και θα γλιτώσουμε 10 δις το χρόνο έλεγε, για να οδηγήσει τη χώρα στα βράχια με το έλλειμμα εκτροχιασμένο στα 36 δις. Τα προβλήματα της ελληνικής μεταρρύθμισης ούτε που τους απασχόλησαν ποτέ.

Η πορεία της κυβέρνησης Παπανδρέου καθορίστηκε το 2007. Θεωρώντας ότι στην εσωκομματική πάλη ηγεσίας το εκσυγχρονιστικό τμήμα του Πασόκ υποστήριζε τον Βενιζέλο, η πλευρά Παπανδρέου οδηγήθηκε όχι απλώς στη σύγκρουση με τους εσωκομματικούς αντιπάλους, αλλά στην πλήρη απαξίωση του εκσυγχρονιστικού παρελθόντος. Οτιδήποτε ανορθολογικό, οποιαδήποτε θεωρία συνωμοσίας διακινούσε ο ελληνικός λαϊκισμός, την εποχή εκείνη έγινε κυρίαρχη κομματική ρητορική.

Τα δύο μεγάλα κόμματα της πολιτικής σκηνής πέρασαν τα κρίσιμα τελευταία χρόνια της δεκαετίας χωρίς καν να τα απασχολεί το κυρίαρχο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας: ο εκσυγχρονισμός, οι μεταρρυθμίσεις, η σύγκλιση με τα ευρωπαϊκά κεκτημένα και πρακτικές.  Έμοιαζε σαν η ιστορία να είχε κάνει ένα διάλειμμα, σαν να είχε ξεχαστεί η δεκαετία του ’90. Η ιστορία, όμως, εκδικείται. Όλα επανήλθαν ως τραγωδία στο τέλος της δεκαετίας με την ελληνική χρεοκοπία. Το Πασόκ ως κυβέρνηση δεν ήταν προετοιμασμένο όχι να αντιμετωπίσει τη χρεοκοπία, αλλά ούτε καν να συνεχίσει απλώς το νήμα των μεταρρυθμίσεων από εκεί που το είχε αφήσει στην προηγούμενη θητεία του. Η ιστορική μνήμη είχε κοπεί. Αντί να έχει μελετήσει τον ημιτελή εκσυγχρονισμό της εποχής Σημίτη, να έχει διαπιστώσει τα προβλήματα, τις αδυναμίες, τα λάθη για να επιχειρήσει εκ νέου, θεωρούσε την εποχή εκείνη μελανή σελίδα της ιστορίας του. Η κυβέρνηση αποτύπωνε αυτή την παραποίηση της ιστορίας. Το πολιτικό προσωπικό με την εμπειρία της προηγούμενης μεταρρυθμιστικής προσπάθειας ήταν εκτός. Ο Γιώργος Παπανδρέου, από μια ειρωνεία της ιστορίας, έφτανε στη θέση του πρωθυπουργού της χώρας στηριγμένος σε μια κομματική πλειοψηφία η οποία υπό κανονικές συνθήκες θα ήταν πολιτικός του αντίπαλος. Την ώρα που οι ραγδαίες εξελίξεις απαιτούσαν σύγχρονους, Ευρωπαίους μεταρρυθμιστές πολιτικούς που θα μπορούσαν να προχωρήσουν στις επείγουσες διαρθρωτικές αλλαγές, η κυβέρνηση δεν έχει ηγετική ομάδα, δεν έχει κυρίαρχο πολιτικό στίγμα και οι βουλευτές της συμπολίτευσης θρηνούν και οδύρονται σε κάθε νομοσχέδιο γιατί άλλα περίμεναν από την πολιτική και άλλα η κακιά μοίρα τούς έταξε να κάνουν. Να παράγουν πολιτική, ούτε που τους περνάει από το μυαλό. Η κυβέρνηση βρίσκεται σε αδιέξοδο, θεωρητικά αναγνωρίζει την αναγκαιότητα των διαρθρωτικών αλλαγών που θα αλλάξουν το αναχρονιστικό μοντέλο, αλλά στην πράξη δεν μπορεί και δεν θέλει να τις πραγματοποιήσει. Είναι έξω από τον πολιτικό τους ορίζοντα, τον ορίζοντα δηλαδή όλων των ελληνικών κομμάτων, αυτόν του πελατειακού κράτους. Ήδη ζηλεύουν τον Κ. Καραμανλή και την επικερδή κομματικά, καιροσκοπική εθνικά, κίνησή του να φορτώσει τα αναμμένα κάρβουνα στον επόμενο. Τους δημιουργεί τάσεις αναχωρητισμού. Αφού η ΝΔ, που εκτροχίασε τη χώρα μόλις χθες, είναι πάλι έτοιμη για εξουσία, κορόιδα είναι αυτοί να κάνουν όλη τη δύσκολη δουλειά και να εξαφανιστούν ως κόμμα και πολιτικοί; Το ένστικτο της κομματικής αυτοσυντήρησης περιβάλλεται με δάκρυα και ευαισθησίες για το λαό που υποφέρει.

Αν ο Γ. Παπανδρέου είναι εγκλωβισμένος, ο Αντώνης Σαμαράς δεν βρίσκεται σε μικρότερο πολιτικό αδιέξοδο. Δεν μπορεί να το παραδεχθεί, αλλά ήδη είναι εγκλωβισμένος σε μια αναγκαστική δυναμική κατοχικής δραχμής. Οι αλλαγές εξαιτίας των καθυστερήσεων είναι ακόμα πιο επείγουσες και επιτακτικές. Όλοι ξέρουν ότι μετά το «κούρεμα» τα ψέματα τελείωσαν, «το χρέος δικό τους, το έλλειμμα δικό μας». Η χώρα πρέπει πολύ πιο σύντομα να μάθει να ζει χωρίς δανεικά και αυτό συνεπάγεται όλες οι κινήσεις που δεν έγιναν σε δύο χρόνια να γίνουν τώρα. Έτσι που έχει διαπαιδαγωγήσει την εκλογική του βάση μέχρι τώρα, αντιευρωπαϊκά, αντιμνημονιακά, με εύκολες λύσεις χωρίς θυσίες, αν αύριο γινόταν πρωθυπουργός ο Α. Σαμαράς και επιχειρούσε όσα πρέπει να γίνουν θα αντιμετώπιζε ακόμα μικρότερη ανοχή από τον Γ. Παπανδρέου. Θα υποχρεωνόταν ή σε μια οδυνηρή βραχύβια πρωθυπουργία ή σε μια «ηρωική και πένθιμη» επιστροφή στη δραχμή. Η ρητορική περί ιταμών ξένων που μας πιέζουν και μας ειρωνεύονται, που ο αληθινός ηγέτης θα ύψωνε το ανάστημά του στην τρόικα, που με όπλο την πίστη στα χαρακώματα θα νικούσε, αυτή την εκδοχή προετοιμάζει. Η εκδοχή αυτή όμως είναι η εκδοχή της ήττας, είναι η τραγική απόδειξη της εντυπωσιακής ανικανότητας του πολιτικού προσωπικού, είναι η καταστροφή της χώρας. Ο κύριος Σαμαράς κινδυνεύει να γίνει πρωθυπουργός, αλλά με την προσθήκη, ο πρωθυπουργός της δραχμής. Ο λαϊκισμός ενίοτε τιμωρεί και τους εμπνευστές του.

Σε μικρότερης σημασίας, αλλά επίσης αδιέξοδο, βρίσκονται τα κόμματα της Αριστεράς. Αποφάσισαν για τους δικούς τους υπαρξιακούς λόγους να γίνουν οι κύριοι απολογητές, οι σκληροί ιδεολογικοί υπερασπιστές του πελατειακού κράτους της μεταπολίτευσης. Αφού όλα καλά τα βρίσκουν, αφού όλα «κεκτημένα» είναι, αφού τίποτε «δεν θα περάσει», τότε τι διάολο κατηγορούσαν το σύστημα 30 χρόνια; Η αδιέξοδη τακτική τους να γίνουν οι εκφραστές του χρεοκοπημένου συστήματος, τους οδήγησε επίσης στο μονόδρομο της εξόδου από την ευρωζώνη, στην επιστροφή στη δραχμή. Είναι εντυπωσιακό πως όλοι οι κύριοι παίκτες του ελληνικού κατεστημένου, κεφάλαια παρκαρισμένα στο εξωτερικό, πελατειακό κράτος, κομματοκρατία, διαπλεκόμενα Μέσα ενημέρωσης, παρασιτική προσοδοθηρία, σιγά-σιγά ομονοούν στο αδιανόητο: στην καταστροφή της χώρας. Η Αριστερά, ξέροντας τους συμπαγείς μηχανισμούς της, πιστεύει ότι στην εποχή του χάους που θα επακολουθήσει θα έχει στρατηγικό πλεονέκτημα. Κάνει λάθος. Στη ζούγκλα της υποτιμημένης τριτοκοσμικής Ελλάδας δεν θα κυριαρχούν κόμματα, αλλά συμμορίες των δρόμων. Η προηγούμενη Πέμπτη έδειξε μια εικόνα από το μέλλον.

Ολόκληρο το ελληνικό πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε αδιέξοδο. Η κυβέρνηση αλλά και η αντιπολίτευση, όμως, έχουν πολύ λίγο χρόνο να ξεπεράσουν τον εαυτό τους και να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα. Την οποία πραγματικότητα όλοι φυσικά γνωρίζουν. Αλλιώς το σύστημα θα καταρρεύσει αργά και βασανιστικά, παρασύροντας και όλη την κοινωνία δυστυχώς μαζί του.