Πολιτικη & Οικονομια

Υπόθεση Siemens: Είναι η Ελλάδα ένα αποτυχημένο κράτος;

Αποζημίωση 1,7 δις ευρώ σε δεκαεπτά χώρες, στην Ελλάδα 11 χρόνια δεν γίνεται καν δίκη

nikos-milapidis.jpg
Νίκος Μηλαπίδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
133652-304519.jpg

Το 2006 ξεσπάει το παγκόσμιο σκάνδαλο Siemens και ενεργοποιούνται τα νομικά αντανακλαστικά από διάφορες χώρες για την άσκηση αγωγών και διεκδίκηση αποζημιώσεων.

Η Siemens πληρώνει σε αποζημιώσεις 1,7 δισεκατομμύρια ευρώ σε δεκαεπτά χώρες και στην Ελλάδα, δεν αποδόθηκε καμία ευθύνη, δεν καταδικάστηκε κανείς. Το ελληνικό κράτος υπέγραψε έναν «λεόντειο» εξωδικαστικό συμβιβασμό με την εταιρεία, χωρίς ποτέ να κινηθεί νομικά εναντίον της και χωρίς να έχει προσδιοριστεί το ύψος της ζημιάς του ελληνικού δημοσίου.

Η ελληνική εκδοχή του σκανδάλου της SIEMENS δεν προέκυψε με πρωτοβουλία ελληνικών κυβερνήσεων ή της ελληνικής δικαιοσύνης. Όταν άνοιξε και ο φάκελος «Ελλάδα» στην Γερμανία, αποκαλύφθηκε και η δωροδοκία κομμάτων, ελληνικών αρχών και αξιωματούχων. Η πολιτική διάσταση του σκανδάλου της Siemens οδηγήθηκε σε ένα μεγαλοπρεπές φιάσκο συγκάλυψης και συμψηφισμού, αφού ουδείς πολιτικός παραπέμφθηκε από τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής, δεν προσδιορίστηκε ποτέ με ακρίβεια το ύψος της ζημίας του Ελληνικού Δημοσίου (η εξεταστική επιτροπή το «εκτίμησε» στα 2 δις ευρώ), ούτε έγινε ουσιαστική συζήτηση για τη ροή του μαύρου χρήματος στα κομματικά ταμεία της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.

Η SIEMENS χρηματοδοτούσε και τα δύο κόμματα προκειμένου, δίνοντας μίζες, να παίρνει πανάκριβα τις «δουλειές» από το κράτος και τις δημόσιες επιχειρήσεις. Αυτό αναφέρεται και στην σχετική απόφαση του Γερμανικού Ειρηνοδικείου του Μονάχου (υπ’ αριθμ: CS 402 JS 3943/2009): «...Για τον υπολογισμό του ύψους των «κομματικών πληρωμών» και για την εξασφάλιση μιας βάσης υπολογισμού, επιλέχθηκε για υπολογιστικούς σκοπούς ως παράδειγμα μια τρέχουσα σύμβαση από ένα τρέχον project». Ως ύψος των «κομματικών πληρωμών» καθορίστηκε το 2% του τζίρου αυτής της σύμβασης. Όσον αφορά την με αυτόν τον τρόπο επιλεγείσα σύμβαση, επρόκειτο για μια σύμβαση με τον ΟΤΕ.

Kατά τη διάρκεια της εισαγγελικής έρευνας (2009-2010) στην Ελλάδα, οι κρίσιμοι παράγοντες του σκανδάλου κ.κ. Καραβέλας, Χριστοφοράκος, Γιούνγκ διέφυγαν στο εξωτερικό.

Στην Ελλάδα, οι νόμοι ή δεν εφαρμόζονται καθόλου ή δεν εφαρμόζονται με τον ίδιο τρόπο. Αυτό γεννάει μια αίσθηση ατιμωρησίας. Η εφαρμογή των νόμων είναι αδύναμη και η απονομή Δικαιοσύνης απαράδεκτα μακρά. Στα όρια της αρνησιδικίας.

Στην έκθεση «Doing Business 2016», η Παγκόσμια Τράπεζα επισημαίνει, ότι «για να επιλυθεί μία εμπορική διαφορά μέσω της δικαστικής οδού, χρειάζεται περισσότερος χρόνος στην Ελλάδα από ότι σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα – περίπου 1.580 ημέρες» και συμπληρώνει: «Μόνο τρεις χώρες στον κόσμο έχουν πιο χρονοβόρο διαδικασία: Η Γουινέα – Μπισσάου, το Σουρινάμ και το Αφγανιστάν».

Η κρίση της τελευταίας εξαετίας επέτεινε το φαινόμενο: Ο μέσος απαιτούμενος χρόνος εκδικάσεως μίας υπόθεσης, από 819 μέρες το 2012, ανήλθε σε 1.580 μέρες το 2014. Δεν έχει συμπεριληφθεί στην έρευνα η τελευταία 6μηνη αποχή των δικηγόρων.

Μέσα σ’ αυτό το νοσηρό, άδικο και προσβλητικό για τους πολίτες και την δημοκρατία περιβάλλον προστέθηκε η δικαστική απόφαση για την δίκη, που λιμνάζει 11 χρόνια (!), σχετικά με τα ψηφιακά συστήματα του ΟΤΕ, προέκταση του σκανδάλου SIEMENS. Η δίκη αναβλήθηκε επ’ αόριστον για λόγους ακυρότητας.

Με τον κίνδυνο παραγραφής των αδικημάτων να ελλοχεύει, το δικαστήριο έκανε δεκτό σχετικό αίτημα, που προβλήθηκε από την υπεράσπιση των 13 Γερμανών υπηκόων, που δικάζονται στην υπόθεση των «μαύρων ταμείων» της γερμανικής εταιρείας, όπως και του Γαλλοελβετού Ζαν-Κλοντ Οσβαλντ, καθώς το σύνολο του βουλεύματος (της απόφασης του Συμβουλίου Εφετών, που τους παρέπεμψε σε δίκη) δεν είχε εγκαίρως μεταφραστεί και επιδοθεί στους ενδιαφερόμενους κατηγορουμένους. Η μη μετάφραση και η μη επίδοση του βουλεύματος θεωρούνται κατά την ελληνική αλλά και διεθνή νομοθεσία για τα ανθρώπινα δικαιώματα ουσιώδη στοιχεία, προκειμένου να δικαστεί ένας άνθρωπος, καθώς πρέπει να ξέρει στη γλώσσα του γιατί κατηγορείται.

Το χειρότερο είναι, ότι όλοι εκτός από την Εισαγγελία Εφετών αναγνώριζαν το πρόβλημα ήδη από τον Οκτώβριο του 2015 και ήταν σίγουροι, ότι η ελληνική δικαιοσύνη δεν μπορεί να διεξάγει δικαστήριο με 65 κατηγορουμένους.

Αυτό είναι το αδιέξοδο. Το ελληνικό κράτος δεν είναι σε θέση να αποδώσει δικαιοσύνη και η ελληνική κυβέρνηση «περί άλλων τυρβάζει». Στην δίκη Μαντέλη, αρρώστησε και τελικά πέθανε ο δικαστής της υπόθεσης, αλλά δεν είχε οριστεί ποτέ αντικαταστάτης!

Θα μου πείτε, εδώ χρειάστηκε η μάνα του Π. Φύσσα να απευθυνθεί στον Πρωθυπουργό, για να μεσολαβήσει στον Υπουργό Δικαιοσύνης, που αρνείτο να επέμβει μέχρι τότε, για να βρει κατάλληλη αίθουσα, για να διεξαχθεί η δίκη της δολοφονίας του γιου της.

Το Υπουργείο Εξωτερικών δεν έχει μεταφραστές να μεταφράσουν έγκαιρα ένα βούλευμα για μια τόσο σημαντική δίκη, η κυβέρνηση αρνείται το κονδύλι για τις προσλήψεις, αλλά βρίσκει χρήματα για τις στρατιές κομματικών φίλων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Για το κολοσσιαίο σκάνδαλο της Siemens, η κυβέρνηση εδώ και 1,5 χρόνο δεν έχει κάνει τίποτα απολύτως. Μόνο «καθρεφτάκια» στους ιθαγενείς προσφέρει. Πύρινες κυβερνητικές ανακοινώσεις για την μάχη κατά της διαφθοράς, σαν να είναι ακόμα αντιπολίτευση και άφθονη συνωμοσιολογία κατά του δικαστικού σώματος.

Πολύ λάδι, δηλαδή, κι από τηγανίτα τίποτα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ