Πολιτικη & Οικονομια

Η εξόντωση της παραγωγικής (γ)ελλάδας

Μαζί με την παραγωγική Ελλάδα χτυπιούνται φτωχοί, συνταξιούχοι, μισθωτοί, άνεργοι

Σπύρος Βλέτσας
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σε μια ταινία από τη Νότιο Αφρική, η γιαγιά συντηρεί στην καλύβα της τα ορφανά της εγγόνια, οι γονείς των οποίων έχουν πεθάνει από AIDS. Στηρίζεται στην αγελάδα της, το μόνο περιουσιακό στοιχείο που της έχει απομείνει. Απελπισμένη με το κακό που τη χτύπησε, ζητάει τη βοήθεια του πνευματικού ηγέτη του χωριού. Εκείνος της λέει ότι η αρρώστια ήρθε επειδή οι πρόγονοί της είναι δυσαρεστημένοι και θα πρέπει να θυσιάσει την αγελάδα για να τους εξευμενίσει. Η γιαγιά το κάνει αφήνοντας τα εγγόνια της στην πείνα.

Η ελληνική κυβέρνηση με τη στάση της προκάλεσε ακύρωση της επιστροφής της χώρας στην ανάπτυξη. Η εξέλιξη αυτή μεγαλώνει την ανεργία και στερεί έσοδα από φόρους και εισφορές. Παρά την προσαρμογή της απαίτησης για πρωτογενές πλεόνασμα στο 1% του ΑΕΠ, η επιβάρυνση θα είναι πολύ μεγαλύτερη. Τη λιτότητα δεν την απαιτούν οι δανειστές, αλλά το επιπλέον έλλειμμα που δημιουργείται. Οι δανειστές απλώς αρνούνται να καλύψουν τη διαφορά.

Αν δεν υπήρχε η εμπλοκή των δανειστών η Ελλάδα θα έπρεπε να συγκεντρώσει πολύ μεγαλύτερα ποσά. Μέχρι το 2020 δεν εξοφλούμε δάνεια και φέτος μόνο 1,8 δισ. θα πάνε σε τόκους. Οι περικοπές που συζητούνται δεν αφορούν χρήματα που το κράτος έχει και οι δανειστές τα ζητούν, αλλά χρήματα που το κράτος σκοπεύει να ξοδέψει χωρίς να τα έχει και θα ήθελε να τα καλύψει με νέα δάνεια. Η κυβέρνηση θέλει να συνεχίσει να δίνει πρόωρες συντάξεις, αλλά με τα λεφτά των δανειστών.

Ο λόγος που η ελληνική κυβέρνηση παρακαλάει για νέα δανεικά –που πριν δήθεν απέρριπτε– είναι ότι χωρίς αυτά θα πρέπει να κηρύξει στάση πληρωμών. Η στάση πληρωμών δεν θα γέμιζε τα ταμεία. Αντίθετα, θα τα άδειαζε εντελώς. Θα έκλειναν αμέσως οι τράπεζες και θα χάνοταν οι καταθέσεις, θα κατέρρεε ο τουρισμός και θα κοβόταν το ΕΣΠΑ και οι επιδοτήσεις στους αγρότες.

Η κυβέρνηση, μέχρι τώρα, δεν παρουσίασε επαρκή πρόταση για να καλυφθεί το νέο έλλειμμα και αφήνει περιθώρια για ακραίες απαιτήσεις των δανειστών. Τα μέτρα που η ίδια προτείνει πλήττουν το παραγωγικό κομμάτι της κοινωνίας, είτε βρίσκεται στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας είτε στον δημόσιο. Γιατί και ένα μεγάλο κομμάτι του δημοσίου είναι παραγωγικό. Για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι στην υγεία και στην αστυνόμευση. Τώρα θα επιβαρυνθούν και εκείνοι με φόρους για να εξακολουθήσουν κάποιοι άλλοι να απολαμβάνουν ασφαλιστικά και εισοδηματικά προνόμια. Αντιπαραγωγικό είναι εκείνο το κομμάτι του δημοσίου τομέα το οποίο προσφέρει κακές υπηρεσίες που στοιχίζουν χρυσάφι στους φορολογούμενους.

Μαζί με την παραγωγική Ελλάδα χτυπιούνται και φτωχοί συνταξιούχοι, που προέρχονται και εκείνοι από την ιδιωτική οικονομία. Τώρα θα πρέπει να πληρώσουν αυξημένο ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης, επειδή η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να συνεχίσει να επιδοτεί με εκατοντάδες εκατομμύρια κάθε χρόνο τις επικουρικές συντάξεις προνομιούχων ομάδων. Η επικουρική σύνταξη είναι μία μορφή ανταποδοτικής ασφάλισης, παρόμοια με τα συνταξιοδοτικά προγράμματα των ιδιωτικών εταιριών. Στην μακρά πορεία του ελληνικού κράτους προς τη χρεοκοπία πολλά ταμεία έδιναν μεγαλύτερες επικουρικές συντάξεις από την απόδοση των εισφορών. Η ελληνική κυβέρνηση θέλει αυτό να συνεχιστεί και στέλνει το λογαριασμό σε φτωχότερους πολίτες.

Η κυβέρνηση προσπαθεί να αποφύγει την ονομαστική μείωση μισθών και συντάξεων. Ελπίζει ότι η μείωση του εισοδήματος, που θα έρθει μέσα από τους φόρους, θα είναι περισσότερο εύπεπτη, καθώς η επιβάρυνση θα διαχυθεί σε μικροποσά. Για να σωθούν οι εντυπώσεις τα μέτρα γίνονται και πιο άδικα και περισσότερο υφεσιακά.

Δεν είναι μόνο λόγοι εντυπώσεων που οδηγούν σε αυτά τα μέτρα. Η περικοπή των δαπανών θα έθιγε συγκεκριμένες ομάδες, που στήριξαν το ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι δεν κόβονται ούτε καν οι συντάξεις των αγάμων θυγατέρων. Είναι για τον πρωθυπουργό «κοινωνικά δίκαιο» ένα σύστημα αντίστροφης αναδιανομής, όπου οι αδύναμοι στηρίζουν τους πλουσιότερους;

Ενώ η ελληνική κυβέρνηση θέτει «κόκκινες γραμμές» για προνόμια, εγκαταλείπει στην τύχη τους τα πραγματικά θύματα της κρίσης: τους ανέργους. Δεν είναι μόνο ότι η ανεργία ξανανεβαίνει με την πολιτική της κυβέρνησης. Είναι ότι δεν προβλέπεται τίποτε για το 90% των ανέργων που δεν λαμβάνουν κανένα επίδομα. Είναι η ακύρωση της πρόβλεψης για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Είναι η προτίμηση στους διορισμούς πελατών στο δημόσιο, αντί των νέων με προσόντα.

Πάνω από όλα είναι ότι με τα μέτρα που προτείνονται απομακρύνεται η προοπτική για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Όπως γνωρίζουν όλοι –και οι μαρξιστές της κυβέρνησης– για να γίνουν επενδύεις θα πρέπει να υπάρχει η προσδοκία του κέρδους. Όταν κάποιοι χαίρονται με τη αύξηση των εισφορών και της φορολογίας των επιχειρήσεων, θα πρέπει να ξέρουν ότι οι πλούσιοι μπορούν να μεταφέρουν τις δουλειές τους αλλού ή να μην επενδύσουν καθόλου στη χώρα μας. Και έτσι να χαθούν και οι δουλειές και τα φορολογικά έσοδα.

Βεβαίως υπάρχουν χώρες, όπως οι σκανδιναβικές, που έχουν και υψηλή φορολογία και μεγάλους μισθούς, αλλά παραμένουν ανταγωνιστικές. Οι χώρες αυτές έχουν άλλα συγκριτικά πλεονεκτήματα και συνεχώς φροντίζουν να παραμένουν ελκυστικές. Γι’ αυτό μεταρρύθμισαν την αγορά εργασίας με το σύστημα Flexsecurity. Έκαναν το αντίθετο από εμάς που επιμένουμε σε αναχρονισμούς και δεν δίνουμε ούτε ευελιξία στις επιχειρήσεις, ούτε ασφάλεια στους εργαζόμενους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι όμηρος της απάτης που οργάνωσε συστηματικά τα προηγούμενα χρόνια. Η ακραία επιθετικότητα και η πολιτική αναταραχή που προκάλεσε απομάκρυναν την ανάκαμψη. Ήταν πολύ δύσκολο να επενδύσει κάποιος σε μια χώρα που κινδυνεύει να γίνει Αργεντινή και Βενεζουέλα. Σήμερα, προσπαθώντας να καλύψει την εξαπάτηση, επιχειρεί να αφήσει άθικτους, όσο μπορεί, τους θύλακες παρασιτισμού και προσοδοθηρίας που επιβιώνουν με ευθύνη του πολιτικού συστήματος, αλλά και των δανειστών.

Οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να γλιτώσουν από τις συνέπειες της δημαγωγίας τους και να κρατήσουν την εξουσία δεν διστάζουν να θυσιάσουν το παραγωγικό κομμάτι της οικονομίας. Και να εξοντώσουν, έτσι, την παραγωγική Ελλάδα.