Πολιτικη & Οικονομια

Όλη η αλήθεια για το ασφαλιστικό και τις συντάξεις

Τα τρία άρθρα της A.V. που συζητήθηκαν

Μάνος Ματσαγγάνης
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μέρος Α. Ποιον ωφελούν οι πρόωρες συντάξεις;

Μία πανικόβλητη κυβέρνηση, μετέωρη ανάμεσα στο Κούγκι και στον έντιμο συμβιβασμό, απρόθυμη –προς το παρόν– να αναλάβει την ιστορική ευθύνη της εθνικής καταστροφής, θερίζει τις θύελλες της προεκλογικής της δημαγωγίας και αναζητά επειγόντως το πρόσχημα που θα της επιτρέψει να φέρει κάποια συμφωνία στη Βουλή. (Ή, αναλόγως, να ανάψει με καθαρή τη συνείδηση το φυτίλι της μπαρουταποθήκης, καταγγέλλοντας τους ανάλγητους ξένους που μας πίνουν το αίμα με το μπουρί της σόμπας). Αυτή είναι η ουσία των τελευταίων εξελίξεων.

Και ποιο μπορεί να είναι αυτό το πρόσχημα; Οι συντάξεις, φυσικά. Μπορεί να δεχτεί ο ελληνικός λαός (και ο επί γης εκπρόσωπός του, η συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου) τις παράλογες απαιτήσεις των δανειστών για νέες περικοπές, εν μέσω ανθρωπιστικής κρίσης; Είναι δυνατόν ο υπουργός Οικονομικών να ζητήσει από τη Βουλή των Ελλήνων να ψηφίσει περικοπές 40% σε συντάξεις των 350 ευρώ (όπως είπε στην πρόσφατη ομιλία του στο Βερολίνο); Τολμά η αντιπολίτευση, όπως είπε ρίχνοντας το γάντι ο Πρωθυπουργός την περασμένη εβδομάδα, να υποστηρίξει τέτοιες προτάσεις; Όχι βέβαια. Για αυτό η κυβέρνηση δεν πρόκειται να κάνει πίσω. Και για αυτό κανείς εθνικόφρων Έλλην δεν μπορεί παρά να σταθεί δίπλα της. Από εκεί και πέρα εάν οι δανειστές υποχωρήσουν, έχει καλώς. Εάν όχι, αποθανέτω η ψυχή μας μετά των αλλοφύλων (ή και άνευ).

Είναι αλήθεια ότι στο θέμα αυτό η κυβερνητική δημαγωγία επικρατεί κατά κράτος στη δημόσια συζήτηση (ή μάλλον σε αυτό που περνιέται για δημόσια συζήτηση στη χώρα μας). Απέναντι σε τηλεδημοσιογράφους αδαείς ή βολικούς (ή και τα δύο). Και, το κυριότερο, απέναντι σε μία αντιπολίτευση που συμμερίζεται κατά βάση την αντίληψη ότι το άκρον άωτο της φιλολαϊκής πολιτικής είναι να παίρνεις δανεικά και να τα μοιράζεις σε διάφορες ισχυρές ομάδες-πελάτες του πολιτικού συστήματος, μη δίνοντας δεκάρα για το αύριο. Είναι, όμως, έτσι όπως τα λένε;

Κατηγορηματικά όχι. Αν συγκρίνει κανείς τα μέτρα που η τρόικα μας πιέζει να εφαρμόσουμε με τις αντίστοιχες θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης, εύκολα θα διαπιστώσει ότι τα μέτρα της τρόικας υπερτερούν. Και όχι μόνο επειδή κοστίζουν λιγότερο. Αλλά και επειδή είναι πιο δίκαια. Είναι δηλαδή καλύτερα για τους φτωχούς, για τους ανέργους και για τους νέους.

Ας δούμε πιο συγκεκριμένα τις αγεφύρωτες ακόμη διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών. (Στο σημερινό άρθρο θα περιοριστούμε στο θέμα των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων).

Λοιπόν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία (Έκθεση συστήματος Ήλιος, Φεβρουάριος 2015, Πίνακας 9), το 32% των δημοσίων υπαλλήλων βγαίνει στη σύνταξη σε ηλικία χαμηλότερη των 55 ετών. Σήμερα. Μετά από 5 χρόνια μνημόνια.

Μήπως μιλάμε για συντάξεις πείνας; Όχι ακριβώς. Σύμφωνα με τα ίδια επίσημα στοιχεία (Πίνακας 7), η μέση σύνταξη γήρατος στις ηλικίες κάτω των 55 είναι 46% υψηλότερη από ό,τι στις ηλικίες άνω των 70 (1.177 έναντι 808 ευρώ το μήνα).

Σε ποια άλλη χώρα της Ε.Ε. γίνεται αυτό; Πώς θα πείσουμε τους δανειστές ότι ο λόγος που τους ζητάμε κι άλλα χρήματα είναι για να συνεχίσουμε να ξοδεύουμε 125 εκατ. ευρώ το μήνα σε συντάξεις στις ηλικίες κάτω των 55; Ενώ έχουμε διαλαλήσει σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου ότι η χώρα μαστίζεται από «ανθρωπιστική κρίση»; Για την αντιμετώπιση της οποίας η κοινωνικά υπερευαίσθητη κυβέρνησή μας νοιάζεται τόσο πολύ που μόλις ανακοίνωσε μέτρα συνολικού προϋπολογισμού 200 εκατ. ευρώ τη διετία;

Τι έχει να πει για όλα αυτά η κυβέρνηση; Η αντιπρότασή της είναι η σταδιακή εξίσωση της μέσης ηλικίας συνταξιοδότησης εργαζομένων δημοσίου-ιδιωτικού τομέα. Πολύ σταδιακή όμως: αρχίζουμε πολύ μαλακά με μέση ηλικία τα 56,3 (στο Δημόσιο) έναντι 60,3 (στο ΙΚΑ) το 2016, και φτάνουμε στα 64,4 έναντι 67,0 το 2040. Αυτά λέει η κυβέρνηση – και περιμένει να γίνει πιστευτή ότι θα τηρηθούν αυτά από τις επόμενες κυβερνήσεις (όταν η ίδια έχει μόλις ακυρώσει τις δεσμεύσεις των προηγουμένων). Αυτές είναι οι «μεταρρυθμίσεις» για τις οποίες ο υπουργός Οικονομικών έσκιζε τα ρούχα του τις προάλλες στο Βερολίνο ότι η κυβέρνησή του θέλει πώς και πώς να εφαρμόσει αλλά βλέπετε δεν μας αφήνει η λιτότητα.

Έστω, όμως, ότι βρίσκουμε δανειστές πρόθυμους να μας δανείσουν για να συνεχίσουμε στο γνωστό βιολί. Χαρές και πανηγύρια για την περήφανη νίκη της κυβέρνησης. Αλλά μισό λεπτό: ποιον ακριβώς ωφελούν οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις;

Οπωσδήποτε όχι την πλειονότητα των εργαζομένων, που δεν είχαν την ευκαιρία (ή την προνοητικότητα ή τις κατάλληλες γνωριμίες) για να μπούν στο Δημόσιο (ή σε κάποια ΔΕΚΟ ή Τράπεζα). Οπωσδήποτε όχι τους χαμηλοσυνταξιούχους, αφού αυτοί δεν βγαίνουν πρόωρα στη σύνταξη και παίρνουν τα μισά από όσους βγαίνουν. Οπωσδήποτε όχι τους ανέργους, που μόνο εάν σταθεροποιηθεί η οικονομία (και τα ελλείμματα) μπορούν να ελπίζουν ότι θα βρουν δουλειά. Και οπωσδήποτε όχι τους σημερινούς νέους που δουλεύουν με μισθό 600 ευρώ και πληρώνουν εισφορές και φόρους, ώστε να συνεχίσουν μερικοί 40άρηδες να παίρνουν τα διπλάσια για να κάθονται. (Η μέση σύνταξη τρόπος-του-λέγειν γήρατος στις ηλικίες 26-50 είναι 1.277 ευρώ το μήνα). Στο όνομα πάντοτε της αλληλεγγύης των γενεών.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ενδιαφέρεται για την «ανθρωπιστική κρίση» μόνο ως ρητορικό πυροτέχνημα. Νοιάζεται για τους φτωχούς, τους ανέργους και τους νέους μόνο ως ψηφοφόρους της. Επείγεται πραγματικά για ένα και μόνο πράγμα: να δείξει στις συντεχνίες των ευνοημένων ομάδων που την στηρίζουν ότι είναι ικανή να προστατεύσει τα συμφέροντά τους καλύτερα από ό,τι οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Οι οποίες προηγούμενες κυβερνήσεις το ίδιο πάνω-κάτω προσπάθησαν. Σε κάποιον βαθμό το πέτυχαν κιόλας: για αυτό άλλωστε οι ομάδες αυτές υπέστησαν μικρότερες απώλειες από ό,τι όλοι οι υπόλοιποι. Εκείνες φυσικά εγκατέλειψαν π.χ. το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ, προς όφελος του αντιμνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ που τους υποσχέθηκε και άλλα προνόμια και άλλους διορισμούς και άλλους χαριστικούς μισθούς και συντάξεις. Και τώρα ψάχνει απεγνωσμένα δανεικά για να πληρώσει το λογαριασμό.

Για τον ίδιο λόγο η αντιπολίτευση βρίσκεται σε τόσο αμυντική θέση. Γιατί δεν τολμά να πει το αυτονόητο: «Εμείς συμφωνούμε να βάλουμε φρένο στις πρόωρες συντάξεις. Όχι επειδή μας το ζητάνε, αλλά επειδή είναι το σωστό. Όχι άλλα ρουσφέτια στις ευνοημένες ομάδες. Θέλουμε να προστατεύσουμε τους φτωχούς, να δώσουμε προοπτική στους ανέργους, να εκπροσωπήσουμε τους νέους».

Μέχρι να το πάρει αυτό απόφαση, η ηγεμονία των Τσίπρα-Καμμένου είναι εξασφαλισμένη.


Μέρος Β. Ποιον ωφελεί η ακύρωση των «αντιασφαλιστικών μνημονιακών νόμων»;

Γράφαμε στο προηγούμενο άρθρο ότι τα μέτρα των δανειστών για το ασφαλιστικό υπερτερούν σε σύγκριση με αυτά που προτείνει η ελληνική κυβέρνηση. Επειδή κοστίζουν λιγότερο και επειδή είναι πιο δίκαια. Δηλαδή επιβαρύνουν λιγότερο το κράτος και τις επιχειρήσεις (που εάν δεν κάνουν προσλήψεις θα μείνουμε για πάντα με 1,5 εκατομμύριο ανέργους), δεν γονατίζουν τη γενιά των παιδιών μας (που θα κληθούν να πληρώσουν το λογαριασμό) και επιπλέον απελευθερώνουν πόρους για την αντιμετώπιση πολύ πιεστικότερων κοινωνικών αναγκών.

Όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία, η συνολική δαπάνη για τις πολύ πρόωρες συντάξεις (γήρατος, αναπηρίας και χηρείας στις ηλικίες κάτω των 55) φτάνει τα 125 εκατομμύρια ευρώ το μήνα. Συγκριτικά, το ποσό που αποφάσισε να διαθέσει η σούπερ κοινωνικά ευαίσθητη κυβέρνησή μας για να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση που μαστίζει τη χώρα δεν ξεπερνά τα 8 εκατομμύρια ευρώ και κάτι ψιλά (200 εκατομμύρια στη διετία 2015-2016). Ως γνωστόν, οι προτεραιότητες μιας κυβέρνησης αποτυπώνονται στο πώς κατανέμει τους κρατικούς πόρους: εκεί κρίνονται όλοι, όχι στη ρητορεία.

Όμως δεν είναι μόνο οι πρόωρες συντάξεις. Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης στο ασφαλιστικό. Και εκεί τα μέτρα των δανειστών εξυπηρετούν καλύτερα τα συμφέροντα των φτωχών, των ανέργων και των νέων. Στο σημερινό άρθρο θα ασχοληθούμε με το θέμα της ακύρωσης των «μνημονιακών νόμων», όπως (μας) απειλεί η κυβέρνηση.

Ο Νόμος 3863 που ψηφίστηκε κόντρα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2010 ήταν η πρώτη αξιόλογη παρέμβαση στο ασφαλιστικό από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ο νόμος όντως προέβλεπε χαμηλότερες συντάξεις και υψηλότερη ηλικία συνταξιοδότησης για όλους. Ειδικά για ορισμένες ευνοημένες ομάδες που στο παρελθόν εισέπρατταν παροχές δυσανάλογες των εισφορών τους. Όμως, παρά τις κραυγές και τις ανοησίες που ακούστηκαν τότε, και που εξακολουθούν να λέγονται σήμερα, η δομή του νέου συστήματος (που επρόκειτο να εφαρμοστεί από φέτος) ακολουθούσε σκανδιναβικά πρότυπα.

Συγκεκριμένα, η μεταρρύθμιση καθιέρωνε μια σχεδόν καθολική βασική σύνταξη και μια ανταποδοτική αναλογική σύνταξη. Ο Ν3863 όριζε βασική σύνταξη ύψους 360 ευρώ το μήνα, 720 ευρώ για ζευγάρι ηλικιωμένων (σε τιμές του 2010). Όσο για το ύψος της αναλογικής σύνταξης, αυτό εξαρτάται από τα έτη ασφάλισης και τις εισφορές (των ασφαλισμένων και των εργοδοτών τους). Για πρόσθετη εγγύηση, ο νόμος προέβλεπε κατώτατη σύνταξη (με 15+ χρόνια ασφάλισης) στα 15 κατώτατα ημερομίσθια. Δηλαδή σχεδόν 500 ευρώ το μήνα το 2010, σχεδόν 400 ευρώ σήμερα λόγω μείωσης των κατώτατων μισθών το 2012. Τα διπλά για ζευγάρι ηλικιωμένων.

Βασική σύνταξη σημαίνει σύνταξη για όλους, ακόμη και για τις νοικοκυρές. Και αναλογική σύνταξη σημαίνει ότι εάν σου έχουν κολλήσει ένσημα για 10 χρόνια (ή για 8, ή για 5, ή για 1) θα πάρεις το ανάλογο (αντί για μηδέν, όπως σήμερα). Αφήνω στους αναγνώστες να κρίνουν ποιο σύστημα προστατεύει καλύτερα τους φτωχούς ηλικιωμένους.

Βέβαια, χάρη στις άοκνες προσπάθειες της τότε κυβέρνησης Παπανδρέου διά του αρμόδιου υπουργού Λοβέρδου, η απαίτηση των «ευγενών ταμείων» των ιατρών, νομικών και μηχανικών, των υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος και των εργαζόμενων στον Τύπο να διατηρήσουν τα συνταξιοδοτικά τους συστήματα μένοντας εκτός νέου συστήματος έγινε τελικά σεβαστή. Επιπλέον, η μεταρρύθμιση προστάτευσε τα κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ, των τραπεζικών υπαλλήλων που είχαν προσληφθεί πριν από το 1983, καθώς και των ένστολων ανεξάρτητα από το έτος πρόσληψης. Τέλος, η μεταρρύθμιση δεν επηρέασε καθόλου τους αγρότες, οι οποίοι από το 1998 και μετά εισπράττουν κύρια σύνταξη με ευνοϊκότερους όρους.

Όλα αυτά παρά τις αντιρρήσεις της τρόικας. (Αλήθεια, αυτή η νίκη της κατά τα άλλα προδοτικής κυβέρνησης Παπανδρέου δεν έχει αναγνωριστεί όσο θα έπρεπε.) Με άλλα λόγια, το γνωστό μοτίβο σύμφωνα με το οποίο οι ισχυρές ομάδες εξασφαλίζουν ευνοϊκή μεταχείριση σε βάρος των λιγότερο ισχυρών επαναλήφθηκε ακόμη και υπό συνθήκες έκτακτης ανάγκης.

Για όλους αυτούς τους λόγους, ο Ν3863/2010 ήταν ένα σοβαρό βήμα εξυγίανσης αλλά δεν «έλυσε το ασφαλιστικό». Άρα μια νορμάλ κυβέρνηση (ιδίως μια νορμάλ κυβέρνηση που διατείνεται ότι κόπτεται για την κοινωνική δικαιοσύνη), όχι μόνο θα δεχόταν την πρόταση των δανειστών (να μην καταργηθεί ο Ν3863), αλλά θα υπερθεμάτιζε προχωρώντας στην ολοκλήρωση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης. Με πλήρη ενοποίηση του συστήματος συντάξεων μέσω της άμεσης ένταξης όλων των κατηγοριών, με τους ίδιους ακριβώς όρους, χωρίς καμμία εξαίρεση. Και με πλήρη κατάργηση όλων των ενισχύσεων (κρατικών επιχορηγήσεων και κοινωνικών πόρων) στα ταμεία. Με περιορισμό δηλαδή της κρατικής συμμετοχής στη χρηματοδότηση της βασικής σύνταξης και στη χρηματοδότηση προνοιακών μηχανισμών τύπου κατώτατης σύνταξης ανεξαρτήτως επαγγελματικού κλάδου.

Κάτι παρόμοιο ισχύει με τις επικουρικές συντάξεις, όπου οι παθογένειες είναι ακόμη σοβαρότερες. Πράγματι, η σημερινή κατάσταση είναι εντελώς προβληματική. Κατ’ αρχήν, επικουρική σύνταξη εισπράττουν οι μισοί περίπου συνταξιούχοι. Εισφορές για επικουρική σύνταξη πληρώνουν όλοι οι ασφαλισμένοι στο Δημόσιο και στις ΔΕΚΟ, οι περισσότεορι στο ΙΚΑ, οι μισοί αυτοαπασχολούμενοι και ελάχιστοι αγρότες. Από εκεί και πέρα, σε πολλά επικουρικά ταμεία οι κανόνες είναι σκανδαλωδώς ευνοϊκοί. Με ποσοστό εισφοράς 3% + 3% (ασφαλισμένοι/εργοδότες) το ποσοστό αναπλήρωσης φτάνει σε ορισμένες περιπτώσεις το 40% και το 45%. Ούτε στις πυραμίδες του Μπερίσα (ή του Τροχανά) δεν έπαιρναν τόσα λεφτά βάζοντας τόσο λίγα. Οι δειλές προσπάθειες προηγούμενων κυβερνήσεων για πλαφόν 20% προσέκρουαν στις αντιδράσεις των ενδιαφερομένων και έπεφταν τελικά στο κενό.

Το εντελώς προβλέψιμο αποτέλεσμα ήταν τεράστια ελλείμματα τώρα, με συσσώρευση θηριωδών υποχρεώσεων στο μέλλον. Και να σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για επικουρικές συντάξεις, που είχαν θεσμοθετηθεί με τη λογική «πρόσθετη σύνταξη από πρόσθετες εισφορές, χωρίς ανάμειξη του κράτους».

Με πίεση της Τρόικας (πώς αλλιώς;) η προηγούμενη κυβέρνηση ψήφισε τον Ν4052/2012, χωρίς να τον εφαρμόσει ποτέ! Η αρχική πρόταση προέβλεπε ενιαίο ταμείο με σταδιακή αποκατάσταση της πλήρους ανταποδοτικότητας, με σταδιακή εφαρμογή διανεμητικού συστήματος «προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση». Στο σύστημα αυτό, παρόμοιο με εκείνο της Σουηδίας, κάθε ασφαλισμένος έχει έναν ατομικό ασφαλιστικό λογαριασμό. Εκεί καταγράφονται όλες οι ασφαλιστικές εισφορές του, που στη συνέχεια τοκίζονται με ένα προσυμφωνημένο επιτόκιο, ώστε τελικά να σχηματίσουν το ασφαλιστικό κεφάλαιό του. Τη στιγμή της συνταξιοδότησης το κεφάλαιο αυτό μετατρέπεται σε μηνιαία σύνταξη που είναι «αναλογιστικά δίκαιη», δηλαδή εξισώνει τις διά βίου εισφορές με τις διά βίου παροχές.

Στο κείμενο του νόμου τελικά πέρασε ένας πιο μπερδεμένος (και προβληματικός) τρόπος υπολογισμού. Η εξίσωση εισφορών και παροχών δεν αφορά πλέον αποκλειστικά κάθε ασφαλισμένο ατομικά, σε διά βίου χρονική κλίμακα. Αφορά επίσης ολόκληρο το ενιαίο ταμείο σε ετήσια βάση (συντελεστής βιωσιμότητας). Η «ρήτρα μηδενικού ελλείμματος» προστέθηκε για να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα, και το πετυχαίνει – αλλά με ισοπεδωτικό τρόπο, στρεβλώνοντας την ανταποδοτικότητα.

Ούτως ή άλλως, η προηγούμενη κυβέρνηση δεν εφάρμοσε ποτέ τον Ν4052. Αντίθετα, έπαιξε επιτυχώς κατενάτσιο, μέχρι τις καθυστερήσεις. Μετά ήρθαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Οι οποίοι τώρα έχουν αναγάγει την κατάργηση του νόμου σε ύψιστο εθνικό συμφέρον.

Πίσω στο προηγούμενο καθεστώς, λοιπόν. Οι κανόνες του οποίου, θυμίζω, ευνοούν τα υψηλότερα εισοδήματα σε βάρος των χαμηλών, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες σε βάρος των μισθωτών, τους εργαζόμενους στο Δημόσιο και στις ΔΕΚΟ σε βάρος εκείνων του ιδιωτικού τομέα, τους άνδρες σε σχέση με τις (περισσότερες) γυναίκες, όσους πλησιάζουν στη συνταξιοδότηση σε βάρος των νέων ασφαλισμένων. Και κυρίως ευνοούν τις σημερινές γενιές σε βάρος της γενιάς των παιδιών μας. Με δυο λόγια, πίσω σε ένα σύστημα που αναδιανέμει πόρους και δικαιώματα, αλλά σε λάθος κατεύθυνση: από τους αδύναμους στους ισχυρούς. Αυτό το σύστημα υπερασπίζεται η πρώτη-φορά-αριστερά. Για να χαρούν οι συντεχνίες που έφεραν τον Στρατούλη από τον ΟΤΕ στο Υπουργείο Εργασίας.

Όσο για τον απλό πολίτη, εάν το σκεφτεί λίγο θα δει ότι το συμφέρον του είναι η εφαρμογή και επέκταση των μνημονιακών ασφαλιστικών νόμων, όχι η κατάργησή τους. Αλλά φυσικά δύσκολα θα το σκεφτεί, όταν σχεδόν οι πάντες (ΜΜΕ, κόμματα, συνδικάτα), εδώ και πολλές δεκαετίες, του λένε ότι η καλή, η φιλολαϊκή και η κιμπάρικη πολιτική είναι να κάνει όποιος μπορεί πλιάτσικο στο κοινό ταμείο. Και οι υπόλοιποι να κοιτάζουν με θαυμασμό και ζήλεια. Ε, οι φτωχοί, οι άνεργοι και οι νέοι είναι στους υπόλοιπους.


Μέρος Γ. Ποιον ωφελεί η απόφαση του ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα των περικοπών;

Στο προηγούμενο άρθρο εξηγούσαμε γιατί το σύστημα που προέβλεπαν οι νόμοι 3863/2010 και 4052/2012, για τις κύριες και επικουρικές συντάξεις αντιστοίχως, το οποίο η ελληνική κυβέρνηση θέλει να καταργήσει, εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα των φτωχών, των ανέργων και των νέων από το ασφαλιστικό που χάρη στο κατενάτσιο των κυβερνήσεων ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ισχύει ακόμη.

Η κυβέρνηση επικαλείται (ψευδώς, όπως θα δούμε) ανάλγητες περικοπές των χαμηλών συντάξεων για να διασώσει τις υψηλές συντάξεις των διαχρονικών πελατών του πολιτικού συστήματος. Οι υπερασπιστές των συντεχνιών, με μπροστάρη τον Στρατούλη, μάχονται για να διατηρήσουν εξωφρενικά προνόμια: συντάξεις που ξεπερνούν κατά πολύ τις εισφορές που πλήρωναν όταν δούλευαν, 10 και 15 χρόνια πριν από την υποτιθέμενη γενική ηλικία συνταξιοδότησης που ισχύει στην υπόλοιπη Ελλάδα (και στην υπόλοιπη Ευρώπη).

Τι λέει η κυβέρνηση; Βαρουφάκης στο Βερολίνο: «Δεν θα ψηφίσουμε περικοπές 40% σε συντάξεις των 350 ευρώ». Τσίπρας στην Corriere della Sera: «Σε πέντε χρόνια μειώσαμε τις συντάξεις 44%». (Κατά λέξη: «μειώσαμε». Με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στους δρόμους και την Αθήνα να καίγεται.)

Ποια είναι η πραγματικότητα; Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Υπουργείου Εργασίας, η σωρευτική μείωση τα τελευταία 5 χρόνια ήταν 14,3% για τις χαμηλές συντάξεις (600 ευρώ επί 14 μήνες το 2010). Η μόνη μείωση προήλθε από την περικοπή της 13ης και της 14ης σύνταξης. Δεν είναι λίγο το 14,3%, ειδικά για φτωχούς ανθρώπους. Αλλά απέχει πολύ από το 40% και 44% που διαδίδουν οι ηγέτες μας. Ίσως νομίζουν ότι οι κουτόφραγκοι δεν γνωρίζουν τι ακριβώς ισχύει με τις συντάξεις στην Ελλάδα. Εκ προσωπικής πείρας σας διαβεβαιώ ότι γνωρίζουν – καλύτερα από τους ίδιους.

Βέβαια, στα υψηλότερα κλιμάκια οι περικοπές ήταν μεγαλύτερες. Για παράδειγμα, όσοι το 2010 έπαιρναν σύνταξη 2.100 ευρώ (1.800 ευρώ κύρια συν 300 ευρώ επικουρική, επί 14 μήνες) υπέστησαν σωρευτική μείωση 34,9%. Πάνω από αυτά τα όρια βρίσκονται ελάχιστοι: μόνο 4,5% των κύριων συντάξεων σήμερα είναι πάνω από 1.500 ευρώ. Εκεί οι μειώσεις μπορεί όντως να φτάνουν τα ποσοστά που διαλαλούν οι Τσίπρας-Βαρουφάκης. Ίσως να μάχονται για αυτό το ανώτερο 4,5%. Σίγουρα ανήκουν σε αυτό.

Θα μου πείτε: «Πολλά είναι 1.500 ευρώ το μήνα;» Εξαρτάται. Σε σχέση με τους μισθούς που παίρνουν σήμερα όσοι εργάζονται, μάλλον αρκετά. Σε σχέση με τις εισφορές που πλήρωσαν οι ίδιοι οι συνταξιούχοι της κατηγορίας αυτής (και οι εργοδότες τους), εξωφρενικά πολλά.

Το πόσο ανταποδοτικές είναι οι συντάξεις ήταν ένα από τα ερωτήματα της διατριβής της Χρύσας Λεβέντη, τέως διδακτορικής φοιτήτριας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, νυν ερευνήτριας στο Πανεπιστήμιο του Essex στην Αγγλία. Το απάντησε με την εξής μεθοδολογία.

• Ανέλυσε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 4.800 ασφαλισμένων του ΙΚΑ που βγήκαν στη σύνταξη το 2008 (αντιστοιχεί στο 14,7% του συνόλου).

• Υπολόγισε το συνολικό ποσό που θα είχε συσσωρευθεί τη στιγμή της συνταξιοδότησης εάν οι εισφορές των ασφαλισμένων (και των εργοδοτών τους), αντί να καταβάλλονται στο ΙΚΑ, επενδύονταν με σταθερό ποσοστό απόδοσης 2% πάνω από τον πληθωρισμό (καλή απόδοση).

• Υπολόγισε το καθαρά ανταποδοτικό τμήμα της σύνταξης μετατρέποντας το συσσωρευμένο κεφάλαιο σε μηνιαία σύνταξη σύμφωνα με τους αναλογιστικούς κανόνες (δηλαδή ανάλογα με το προσδώκιμο επιβίωσης, εξισώνοντας τις διά βίου παροχές με τις διά βίου εισφορές).

• Σύγκρινε τη σύνταξη που πράγματι πήρε το 2008 κάθε συνταξιούχος με το καθαρά ανταποδοτικό τμήμα της.

• Εκτίμησε τη μεταβολή της αναλογίας του καθαρά ανταποδοτικού τμήματος στη συνολική σύνταξη λόγω των μνημονιακών περικοπών, για κάθε συνταξιούχο χωριστά.

Τα αποτελέσματα της έρευνας έχουν, νομίζω, ενδιαφέρον. Το καθαρά ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης το 2008 ήταν κατά μέσο όρο μόλις 50,7%. Το υπόλοιπο 49,3% ήταν κοινωνική μεταβίβαση, δηλαδή ένα είδος επιδότησης. Η συνολική αξία αυτής της επιδότησης: 114.543 ευρώ στη συνολική διάρκεια συνταξιοδότησης. Με τις μνημονιακές περικοπές, η αναλογία της επιδότησης έπεσε στο 35,8% (59.421 ευρώ στη συνολική διάρκεια).

Αυτά αφορούν το μέσο όρο. Πιο αναλυτικά, ανά κατηγορία συνταξιούχου, το ποσοστό επιδότησης ήταν ακόμη μεγαλύτερο για τους πρόωρα συνταξιοδοτούμενους (51,2% στις ηλικίες κάτω των 55 έναντι 30,5% για τους άνω των 65), για τις γυναίκες (46,5% έναντι 27,5% για τους άντρες), για τις μητέρες ανηλίκων (53,9%), καθώς και για όσους βγαίνουν στη σύνταξη με λιγότερα ένσημα (54,7% για 15 χρόνια εισφορών έναντι 26% για 35+ χρόνια).

Με άλλα λόγια, οι περικοπές της τελευταίας πενταετίας περιόρισαν κάπως το μέγεθος της επιδότησης που λαμβάνει κάθε συνταξιούχος από το κοινωνικό σύνολο (πάνω και πέρα από το ανταποδοτικό ποσό που κατέβαλε όσο εργαζόταν ο ίδιος και ο εργοδότης του), αλλά σε καμία περίπτωση δεν το εξάλειψαν.

Να επαναλάβω ότι η έρευνα αφορούσε μόνο το ΙΚΑ και μόνο τις κύριες συντάξεις. Στα ειδικά ταμεία και στις επικουρικές συντάξεις (όπου για προφανείς λόγους τα στατιστικά στοιχεία φυλάσσονται με ζήλο ως κρατικό μυστικό), η αξία της επιδότησης είναι πολύ μεγαλύτερη.

Κάπου εδώ έρχεται η απόφαση της Ολομελείας του ΣτΕ που κρίνει αντισυνταγματικές τις περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις μετά το 2012. Η απόφαση είναι αμετάκλητη και δεν μεταβάλλεται με κάποιο ένδικο μέσο. Από τη δημοσίευσή της (9 Ιουνίου 2015), όλες οι συντάξεις, κύριες και επικουρικές, πρέπει να επανέλθουν στα επίπεδα του 2012. Για να περιοριστεί το δυσβάστακτο δημοσιονομικό κόστος που παράγεται από την απόφασή του, το ΣτΕ όρισε η αντισυνταγματικότητα των περικοπών στις συντάξεις να μην έχει αναδρομική ισχύ. (Πάλι καλά.)

Δεν θα σχολιάσω (ως αναρμόδιος) το εάν η νομοθετική εξουσία έχει ή όχι το δικαίωμα να τροποποιεί προηγούμενες ρυθμίσεις, όταν αυτές αποδεικνύονται καταστροφικά ασύνετες (η περίπτωση των συντάξεων). Ούτε θα ζητήσω να μας πει το ΣτΕ πού θα βρούμε τα χρήματα. Θα περιοριστώ σε ένα θέμα της δικής μου αρμοδιότητας. Με βάση τα στοιχεία που ανέφερα παραπάνω, το κύριο επιχείρημα του ΣτΕ ότι οι συντάξεις δεν πρέπει ποτέ να περικόπτονται επειδή οι ασφαλισμένοι τις πλήρωσαν με τις εισφορές τους είναι θεαματικά λανθασμένο.

Εάν υπήρχαν σοβαροί διανοούμενοι της αριστεράς με στοιχειώδη κατάρτιση (να κάνουν πράξεις, δηλαδή) θα διαπίστωναν το προφανές «ταξικό πρόσημο» της απόφασης του ΣτΕ, καθώς και της κυβέρνησης που πανηγυρίζει για αυτήν. Δεν φαίνεται να υπάρχουν, οπότε αναγκάζομαι να το κάνω εγώ που είμαι μενσεβίκος. Η απόφαση του ΣτΕ συνιστά γιγαντιαία μεταφορά πόρων και δικαιωμάτων προς όφελος των ευπορότερων από τους σημερινούς συνταξιούχους, σε βάρος των φτωχών, των ανέργων και των νέων. Τα υπόλοιπα είναι θόρυβος.