Ελλαδα

Μέγαρα: Πώς συμμορία εξαπάτησε 262 επιχειρηματίες - Οι ρόλοι και οι μέθοδοι

Τουλάχιστον 2 εκατ. ευρώ τα κέρδη της σπείρας

Newsroom
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μέγαρα: Ο τρόπος δράσης της συμμορίας που απέσπασε εκατομμύρια από ηλεκτρονικές απάτες - Εξιχνιάστηκαν 262 περιπτώσεις

Σε ανακοινώσεις προχώρησε η ΕΛ.ΑΣ. αναφορικά με την εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης, η οποία διέπραττε συστηματικά ηλεκτρονικές απάτες και αποσπούσε μεγάλα χρηματικά ποσά από πολίτες σε διάφορες περιοχές της χώρας.

Οι Αρχές προχώρησαν στη σύλληψη έξι μελών της σπείρας και στην ταυτοποίηση επιπλέον πέντε. Σύμφωνα με πληροφορίες, η εγκληματική οργάνωση διέπραξε τουλάχιστον 262 απάτες, αποκομίζοντας παράνομο περιουσιακό όφελος δύο εκατομμυρίων 2.000.000 ευρώ. Μάλιστα, όπως τόνισαν αστυνομικές πηγές, τα κέρδη της συμμορίας είναι αρκετά παραπάνω καθώς θεωρούν ότι υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις που δεν έχουν καταγγελθεί.

Πώς δρούσε η συμμορία που απέσπασε εκατομμύρια από ηλεκτρονικές απάτες

Όπως προέκυψε από την έρευνα, τουλάχιστον από τις αρχές Νοεμβρίου του 2021, τα μέλη της ενώθηκαν και εντάχθηκαν στην εγκληματική οργάνωση, χρησιμοποιώντας ως κέντρο δράσης οικήματα στην περιοχή του Ζευγολατιού Κορινθίας. Σε αυτούς τους χώρους είχαν εγκαταστήσει επιχειρησιακό-τηλεφωνικό κέντρο, μέσω του οποίου πραγματοποιούσαν σε καθημερινή βάση εκατοντάδες κλήσεις πανελλαδικά, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη επιμονή έως ότου επιτύχουν τον εγκληματικό σκοπό τους.

Ως προς τον τρόπο δράσης τους, προέκυψε ότι, προσέλκυαν το ενδιαφέρον των υποψήφιων θυμάτων τους και τους προσέγγιζαν, υποδυόμενοι διάφορους ρόλους όπως πωλητή, αγοραστή ή πελάτη, με ειδικά διαμορφωμένα «σενάρια».

Εμφανίζονταν ως επιφανείς πολίτες, προσδίδοντας με αυτόν τον τρόπο υπόσταση στον χαρακτήρα που υποδύονταν, ενώ έπειθαν για την φερεγγυότητά τους, αποστέλλοντας φωτογραφίες πλαστών ταυτοτήτων, σφραγίδων, διαφημιστικών καρτών και τιμολογίων, που είχαν επεξεργαστεί προηγουμένως.

Ενδεικτικά σενάρια που χρησιμοποιούσαν ήταν να προσποιούνται:

  • τους πωλητές οχημάτων ή αντικειμένων, σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, ώστε να δημιουργήσουν την ιδέα της συμφέρουσας αγοράς,
  • τους αγοραστές και αφού εντόπιζαν πρόσφατες αγγελίες κάθε είδους, με το πρόσχημα της άμεσης αγοράς και της άμεσης καταβολής χρημάτων, έπειθαν τα υποψήφια θύματά τους, και
  • τους πελάτες σε ξενοδοχειακές μονάδες ή άλλες επιχειρήσεις όπου χρησιμοποιούσαν το τέχνασμα της μεγάλης παραγγελίας ή της κράτησης μεγάλης διάρκειας, προφασιζόμενοι άμεσα προκαταβολή, ώστε να κεντρίσουν το ενδιαφέρον των θυμάτων τους.

Μετά την αρχική προσέγγιση, χρησιμοποιούσαν τρεις μεθοδολογίες για να αποσπάσουν χρήματα:

1ον) Στις περιπτώσεις αγοραπωλησίας οχημάτων, πείθουν τα θύματά τους να καταβάλουν προκαταβολή ως «καπάρο» και στη συνέχεια προφασιζόμενοι φορολογικούς και λογιστικούς λόγους ζητούν μεγαλύτερο ποσό, τάζοντας δήθεν καλύτερη τιμή λόγω της παρεξήγησης που δημιουργήθηκε.

Αν τα θύματα ήταν δύσπιστα, έθεταν ένα μελετημένο τέχνασμα σε εφαρμογή, με δήθεν μεταφορά χρημάτων από την πλευρά τους ως διευκόλυνση προς τον αγοραστή, ώστε στη συνέχεια να του αποσπάσουν τον τραπεζικό του λογαριασμό και να του αποστείλουν δήθεν απόκομμα – απόδειξη της μεταφοράς χρημάτων από άλλο τραπεζικό ίδρυμα. Έτσι ο αγοραστής θεωρώντας ότι η μεταφορά θα πραγματοποιούνταν μετά από κάποιες μέρες, προέβαινε από μέρους του στην καταβολή των χρημάτων που θεωρούσε ότι του είχαν πιστωθεί προηγουμένως.

2ον) Αποσπούσαν με διάφορα τεχνάσματα πληροφορίες ηλεκτρονικής τραπεζικής και αποκτούσαν πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς των θυμάτων τους, μέσω διαδικτύου. Λόγω του ότι αυτά τα τεχνάσματα δεν πετύχαιναν πάντα, ανακάλυψαν έναν άλλο τρόπο ώστε να αποσπούν από τα θύματά τους τα στοιχεία ηλεκτρονικής εφαρμογής συγκεκριμένης τράπεζας, μέσω της αυτοματοποιημένης διαδικασίας ανάκτησης κωδικού πρόσβασης και χρήσης κωδικού μιας χρήσης.

3ον) Κατάρτιζαν και απέστελλαν στα υποψήφια θύματά τους κατάλληλα σχεδιασμένα γραπτά μηνύματα ( SMS ), τα οποία εμφαίνονταν ότι προέρχονταν από την τράπεζά τους και περιείχαν υπερσύνδεσμο – link , ο οποίος οδηγούσε σε κατάλληλα διαμορφωμένο περιβάλλον, που προσομοίαζε με την αρχική ιστοσελίδα τράπεζας, όπου τους ζητούνταν να κάνουν σύνδεση συμπληρώνοντας το όνομα χρήστη (username) και τον κωδικό πρόσβασης (password).

Συμπληρώνοντας τα στοιχεία τους για την είσοδο στο e-banking, τα μέλη της οργάνωσης αποκτούσαν άμεση πρόσβαση στους λογαριασμούς τους και προέβαιναν στην άμεση μεταφορά χρηματικών ποσών.

Περαιτέρω, για τη μεταφορά των χρημάτων που αποσπούσαν από τα θύματά τους, χρησιμοποιούσαν τραπεζικούς λογαριασμούς, τους οποίους προμηθεύονταν έναντι αμοιβής από άτομα, τα λεγόμενα money mules, που βρίσκονται σε οικονομική ανάγκη, με την αμοιβή τους να κυμαίνεται από 200 έως 500 ευρώ. Παράλληλα, φρόντιζαν μέσω των κατόχων των λογαριασμών να έχουν ενεργοποιηθεί τα μέγιστα όρια αναλήψεων που τους παρείχαν τα τραπεζικά ιδρύματα, έτσι ώστε ο κάθε λογαριασμός να είναι στο μέγιστο βαθμό αξιοποιήσιμος.

Επιπρόσθετα, μετά την ολοκλήρωση της πράξης, τα μέλη της οργάνωσης ενημέρωναν τους ανωτέρω δικαιούχους των λογαριασμών που χρησιμοποιήθηκαν, να δηλώσουν την απώλεια ή την κλοπή της τραπεζικής κάρτας που συνδέεται με τον λογαριασμό.

Επίσης, στις περιπτώσεις που είχαν αποκτήσει παρανόμως πρόσβαση σε λογαριασμό θύματος, ο οποίος δεν διέθετε χρήματα, τον καθιστούσαν ως «ενδιάμεσο σταθμό» μεταφοράς χρημάτων που προέρχονταν από άλλες ηλεκτρονικές απάτες.

Με την ολοκλήρωση της απόσπασης-αφαίρεσης των χρηματικών ποσών από τα υποψήφια θύματα τους, ενημέρωναν τα μέλη, τα οποία είχαν επιφορτιστεί με την ανάληψη των χρημάτων από ΑΤΜ και πραγματοποιούσαν άμεσα τις αναλήψεις, λαμβάνοντας μέτρα προστασίας (μάσκες, κουκούλες κλπ).

Άλλα μέτρα προστασίας που χρησιμοποιούσαν, ήταν να διατηρούν την ανωνυμία τους μέσα από ψεύτικους λογαριασμούς σε διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και εφαρμογές του διαδικτύου, ενώ για τις επικοινωνίες με τα θύματά τους, καθώς και για τις μεταξύ τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά «επιχειρησιακές» συνδέσεις ( Ghostnumbers ) που έχουν εκδοθεί σε τρίτα πρόσωπα ή αλλοδαπούς υπηκόους (αχυράνθρωπους), καθώς και διαδικτυακές εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο των μέτρων προστασίας που λάμβανε η οργάνωση για να μην αποκαλυφθεί η δράση της, συνεννοούνταν με κωδικοποιημένες λέξεις - φράσεις και χαρακτηριστική διάλεκτο ενώ όπως διαπιστώθηκε, χρησιμοποίησαν 48 συσκευές κινητής τηλεφωνίας και 153 τηλεφωνικές συνδέσεις.

Οι συλληφθέντες, οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική αρχή, ενώ η έρευνα για την ταυτοποίηση και άλλων μελών ή περιπτώσεων απάτης, συνεχίζεται.