Κοσμος

Μάριο Ντράγκι: «Ποιος είναι ο ορίζοντας για την Ευρώπη;» - Η ομιλία στο Ρίμινι

Έκκληση για την ευρωπαϊκή ενότητα, διάκριση ανάμεσα στο «κακό» και στο «καλό» χρέος και ποιος θα μπορούσε να είναι ο ρόλος του ευρωσκεπτικισμού

Athens Voice
A.V. Team
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μάριο Ντράγκι: «Ποιος είναι ο ορίζοντας για την Ευρώπη;» - Η ομιλία στο Ρίμινι
Μάριο Ντράγκι © Dominika Zarzycka/NurPhoto via Getty Images

Μάριο Ντράγκι: Ολόκληρη η ομιλία του στο Ρίμινι της Ιταλίας με θέμα «Ποιος είναι ο ορίζοντας για την Ευρώπη;»

Στη φετινή Συνάντηση για τη Φιλία ανάμεσα στους Λαούς ("Meeting per l’amicizia fra i popoli"), που διοργανώνεται από το 1980, στο τέλος Αυγούστου, στο Ρίμινι, στην ακτή της Αδριατικής, ο Μάριο Ντράγκι μίλησε για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΕ.

Αυτή η εκδήλωση στο Ρίμινι συγκεντρώνει εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες (επιτόπου και διαδικτυακά) και περιλαμβάνει ομιλίες, debates, εκθέσεις, μουσική, σπορ και events για παιδιά. Ο τόπος διεξαγωγής των ομιλιών είναι το εκθεσιακό κέντρο "Rimini Fiera". Φέτος, την Παρασκευή 22 Αυγούστου, ο Μάριο Ντράγκι, πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, μίλησε με θέμα «Ποιος είναι ο ορίζοντας για την Ευρώπη;». Εδώ είναι το κείμενο της ομιλίας του.

Η ομιλία του Μάριο Ντράγκι

«Επί χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση πίστευε ότι η οικονομική της διάσταση, με 450 εκατομμύρια καταναλωτές, θα προσέφερε από μόνη της γεωπολιτική ισχύ και μόχλευση στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις. Το 2024-25 θα μείνει στην ιστορία ως η χρονιά κατά την οποία αυτή η ψευδαίσθηση χάθηκε. Αναγκαστήκαμε να αποδεχτούμε τους δασμούς που επέβαλε ο μεγαλύτερος εμπορικός μας εταίρος και μακροχρόνιος σύμμαχος, οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες μας πίεσαν να αυξήσουμε τις στρατιωτικές δαπάνες. Ίσως θα έπρεπε να είχαμε πάρει ούτως ή άλλως αυτή την απόφαση, αν και με μορφές και τρόπους που πιθανότατα θα αντανακλούσαν καλύτερα το συμφέρον της Ευρώπης. Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ παρείχε τη μεγαλύτερη οικονομική συνεισφορά στον πόλεμο στην Ουκρανία και είχε το εντονότερο συμφέρον για μια δίκαιη ειρήνη, μέχρι στιγμής εμείς οι Ευρωπαίοι έχουμε παίξει περιθωριακό ρόλο στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.

Στο μεταξύ, η Κίνα έχει υποστηρίξει ανοιχτά την πολεμική προσπάθεια της Ρωσίας, επεκτείνοντας παραλλήλως τη βιομηχανική της ικανότητα προκειμένου να κατακλύσει την Ευρώπη με πλεονάζουσα παραγωγή, τώρα που η πρόσβαση στην αγορά των ΗΠΑ περιορίζεται από τα καινούργια εμπόδια τα οποία επιβάλλει η Ουάσιγκτον. Οι ευρωπαϊκές διαμαρτυρίες είχαν ελάχιστο αποτέλεσμα: η Κίνα έχει καταστήσει σαφές ότι δεν βλέπει την Ευρώπη ως ισότιμο εταίρο και χρησιμοποιεί τον έλεγχό της στις σπάνιες γαίες για να καταστήσει την εξάρτησή μας ολοένα και πιο δεσμευτική.

Τα μοντέλα πολιτικής οργάνωσης πρέπει να λύνουν τα προβλήματα. Όταν τα προβλήματα αλλάζουν σε σημείο που καθιστούν τις υπάρχουσες δομές εύθραυστες, έχει έρθει ο καιρός να αλλάξουν οι ίδιες οι δομές.

Επίσης, η Ευρώπη έμεινε άπραγη όταν βομβαρδίζονταν οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν και εντεινόταν η σφαγή στη Γάζα. Αυτά τα γεγονότα διέλυσαν κάθε αυταπάτη ότι η οικονομία από μόνη της μπορούσε να διασφαλίσει τη γεωπολιτική ισχύ. Άρα, δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη ότι ο σκεπτικισμός έναντι της Ευρώπης έχει οξυνθεί. Όμως, πρέπει να αναρωτηθούμε: σε τι αποσκοπεί πραγματικά αυτός ο ευρωσκεπτικισμός; Κατά την άποψή μου, δεν πρόκειται για σκεπτικισμό σχετικά με τις ιδρυτικές αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης — δημοκρατία, ειρήνη, ελευθερία, ανεξαρτησία, κυριαρχία, ευημερία, δικαιοσύνη· ακόμα και όσοι πιστεύουν ότι η Ουκρανία πρέπει να υποχωρήσει στις απαιτήσεις της Ρωσίας δεν θα αποδέχονταν ποτέ την ίδια μοίρα για τη χώρα τους. Κι αυτοί αποδίδουν αξία στην ελευθερία, στην ανεξαρτησία και στην ειρήνη, έστω κι αν αφορούν μόνο τους ίδιους. Πιστεύω ότι ο σκεπτικισμός αφορά την ικανότητα της Ένωσης να υπερασπιστεί αυτές τις αξίες· κατανοώ, εν μέρει, αυτή τη στάση. Τα μοντέλα πολιτικής οργάνωσης, ιδίως τα υπερεθνικά, πρέπει να μπορούν να λύνουν τα προβλήματα της εποχής τους. Όταν αυτά τα προβλήματα αλλάζουν σε σημείο που καθιστούν τις υπάρχουσες δομές εύθραυστες και ευάλωτες, σημαίνει πως έχει έρθει ο καιρός να αλλάξουν οι ίδιες οι δομές. Σ’ αυτό το σημείο βρισκόμαστε σήμερα.

Η ΕΕ δημιουργήθηκε επειδή κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα τα προηγούμενα μοντέλα πολιτικής οργάνωσης —τα έθνη-κράτη— είχαν αποτύχει να υπερασπιστούν αυτές τις αξίες: πολλές δημοκρατίες είχαν εγκαταλείψει κάθε κανόνα και είχαν παρασυρθεί στην ωμή βία· η Ευρώπη είχε βυθιστεί στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν επομένως σχεδόν φυσικό για τους Ευρωπαίους μετά το τέλος αυτού του πολέμου να αναπτύξουν μια μορφή συλλογικής άμυνας για τη δημοκρατία και την ειρήνη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν μια εξέλιξη που αντιμετώπιζε το πιο επείγον πρόβλημα εκείνης της εποχής: την τάση της Ευρώπης να διολισθαίνει σε αιματηρές συγκρούσεις. Είναι εντελώς αβάσιμο να υποστηρίζουμε ότι θα ήμασταν καλύτερα χωρίς αυτήν.

Η Ένωση εξελίχθηκε στα μεταπολεμικά χρόνια· προσαρμόστηκε σταδιακά στη νεοφιλελεύθερη φάση μεταξύ της δεκαετίας του 1980 και των αρχών της δεκαετίας του 2000. Αυτή η περίοδος χαρακτηρίστηκε από πίστη στο ελεύθερο εμπόριο και στις ανοιχτές αγορές, από την κοινή δέσμευση σε πολυμερείς κανόνες και από τη συνειδητή μείωση της κρατικής εξουσίας, καθώς τα κράτη ανέθεταν καθήκοντα και αυτονομία σε ανεξάρτητους φορείς. Η Ευρώπη ευημερούσε σε αυτόν τον κόσμο: μετέτρεψε την κοινή αγορά της σε ενιαία αγορά, έγινε βασικός παράγοντας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και δημιούργησε ανεξάρτητες αρχές για τον ανταγωνισμό και τη νομισματική πολιτική. Αλλά αυτός ο κόσμος έχει τελειώσει και πολλά από τα χαρακτηριστικά του δεν υπάρχουν πια. Ενώ κάποτε οι αγορές καθοδηγούσαν την οικονομία, σήμερα επικρατούν σαρωτικές βιομηχανικές πολιτικές. Τον σεβασμό στους κανόνες έχει αντικαταστήσει η χρήση στρατιωτικής βίας και οικονομικής ισχύος για την προστασία των εθνικών συμφερόντων. Ενώ κάποτε το κράτος έβλεπε τις εξουσίες του να συρρικνώνονται, σήμερα χρησιμοποιείται κάθε μέσο στο όνομα της κρατικής εξουσίας.

Η Ευρώπη δεν είναι επαρκώς εξοπλισμένη σε έναν κόσμο όπου τις διεθνείς εμπορικές σχέσεις διαμορφώνουν η γεωοικονομία, η ανάγκη για ασφάλεια και για σταθερότητα των πηγών εφοδιασμού. Η πολιτική μας οργάνωση πρέπει να προσαρμοστεί στις υπαρξιακές απαιτήσεις της εποχής της: εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει να καταλήξουμε σε συναίνεση σχετικά με το τι απαιτεί αυτό. Είναι σαφές ότι η επιβράδυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και η επιστροφή στην εθνική κυριαρχία θα μας εξέθετε περαιτέρω στη βούληση των μεγάλων δυνάμεων. Αλλά είναι εξίσου αλήθεια ότι, για να υπερασπιστούμε την Ευρώπη από τον αυξανόμενο σκεπτικισμό, δεν είναι σωστό να προβάλλουμε τα επιτεύγματα του παρελθόντος στο μέλλον στο οποίο πρόκειται να εισέλθουμε. Οι επιτυχίες που σημειώσαμε τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν απαντήσεις στις συγκεκριμένες προκλήσεις της εποχής τους και δεν μας λένε τίποτα πια για την ικανότητά μας να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας αυτή τη στιγμή. Η αναγνώριση ότι η οικονομική ισχύς της ΕΕ είναι απαραίτητη αλλά όχι επαρκής συνθήκη για τον μείζονα γεωπολιτικό ρόλο που επιδιώκουμε, μπορεί τελικά να πυροδοτήσει γνήσιο πολιτικό προβληματισμό για το μέλλον της Ένωσης. Μπορούμε να παρηγορηθούμε από το ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπόρεσε να αλλάξει στο παρελθόν. Αλλά η προσαρμογή στη νεοφιλελεύθερη τάξη ήταν, συγκριτικά, εύκολο έργο: ο κύριος στόχος τότε ήταν το άνοιγμα των αγορών και ο περιορισμός της κρατικής παρέμβασης. Η ΕΕ μπορούσε να ενεργήσει πρωτίστως ως ρυθμιστής και διαιτητής, αποφεύγοντας το πιο δύσκολο ζήτημα της πολιτικής ολοκλήρωσης.

Για να αντιμετωπίσει τις σημερινές προκλήσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να μεταμορφωθεί από θεατής —ή στην καλύτερη περίπτωση από υποστηρικτικός παράγοντας— σε πρωταγωνιστή των διεθνών εξελίξεων. Η πολιτική της οργάνωση, άρρηκτα συνδεδεμένη με την ικανότητά της να επιτυγχάνει τους οικονομικούς και στρατηγικούς της στόχους, πρέπει επίσης να μεταρρυθμιστεί. Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις παραμένουν απαραίτητη προϋπόθεση σε αυτή την πορεία της επίγνωσης. Ογδόντα χρόνια μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η συλλογική υπεράσπιση της δημοκρατίας θεωρείται δεδομένη από γενιές που δεν θυμούνται εκείνη την εποχή. Η δέσμευσή τους στην ευρωπαϊκή πολιτική οικοδόμηση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα της Ένωσης να προσφέρει στους πολίτες της προοπτικές για το μέλλον — συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής ανάπτυξης, η οποία στην Ευρώπη υπήρξε πολύ μικρότερη από ό,τι στον υπόλοιπο κόσμο τα τελευταία τριάντα χρόνια.

Τα ευρωπαϊκά κράτη ξεκινούν μια τεράστια στρατιωτική επιχείρηση, με 2 τρισεκατομμύρια ευρώ σε πρόσθετες αμυντικές δαπάνες που έχουν προγραμματιστεί μέχρι το 2031. Ωστόσο, υπάαρχουν εσωτερικά εμπόδια.

Η Ευρωπαϊκή Έκθεση για την Ανταγωνιστικότητα έχει εντοπίσει πολλούς τομείς στους οποίους η Ευρώπη χάνει έδαφος και στους οποίους οι μεταρρυθμίσεις είναι πιο επείγουσες. Ο πρώτος είναι η εσωτερική αγορά. Η Πράξη για την Ενιαία Αγορά ψηφίστηκε πριν από σχεδόν σαράντα χρόνια, και παρ' όλ’ αυτά εξακολουθούν να τίθενται σημαντικά εμπόδια στο εμπόριο εντός της Ευρώπης· η άρση αυτών των εμποδίων θα είχε ουσιαστικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη της Ευρώπης. Το ΔΝΤ υπολογίζει ότι αν τα εσωτερικά μας εμπόδια μειωθούν στα επίπεδα των ΗΠΑ, η παραγωγικότητα της εργασίας στην ΕΕ θα μπορούσε να αυξηθεί κατά περίπου 7% μέσα σε επτά μόνο χρόνια. Σκεφτείτε ότι τα τελευταία επτά χρόνια η συνολική αύξηση της παραγωγικότητάς μας ήταν μόλις 2%. Το κόστος αυτών των εμποδίων είναι ήδη ορατό. Τα ευρωπαϊκά κράτη ξεκινούν μια τεράστια στρατιωτική επιχείρηση, με 2 τρισεκατομμύρια ευρώ —το ένα τέταρτο εκ των οποίων προέρχεται από τη Γερμανία— σε πρόσθετες αμυντικές δαπάνες που έχουν προγραμματιστεί από τώρα έως το 2031. Ωστόσο, έχουμε εσωτερικά εμπόδια που ισοδυναμούν με δασμούς 64% στα μηχανήματα και δασμούς 95% στα μέταλλα. Το αποτέλεσμα είναι βραδύτερες προμήθειες, υψηλότερο κόστος και περισσότερες αγορές από προμηθευτές εκτός ΕΕ, πράγμα που σημαίνει ότι δεν ευνοούμε καν τις δικές μας οικονομίες — όλα τούτα εξαιτίας των εμποδίων που επιβάλλουμε εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας. Η δεύτερη διάσταση είναι η τεχνολογία. Ένα μάθημα είναι πλέον σαφές από τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η παγκόσμια οικονομία: καμία χώρα που επιδιώκει την ευημερία και την κυριαρχία δεν μπορεί να αντέξει αποκλεισμό από κρίσιμες τεχνολογίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα χρησιμοποιούν τον έλεγχό τους επί στρατηγικών πόρων και τεχνολογιών για να αποσπάσουν παραχωρήσεις σε άλλους τομείς. Η υπερβολική εξάρτηση από αυτές τις χώρες έχει καταστεί ασύμβατη με την κυριαρχία επί του δικού μας μέλλοντος. Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν διαθέτει από μόνη της τους πόρους για να δημιουργήσει την απαιτούμενη βιομηχανική ικανότητα για την ανάπτυξη αυτών των τεχνολογιών. Η βιομηχανία ημιαγωγών αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πρόκλησης. Τα τσιπ είναι απαραίτητα για τον σημερινό ψηφιακό μετασχηματισμό, αλλά οι μονάδες παραγωγής τους απαιτούν τεράστιες επενδύσεις.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις συγκεντρώνονται σε έναν μικρό αριθμό μεγάλων εργοστασίων, με έργα που κυμαίνονται από 30 έως 65 δισεκατομμύρια δολάρια. Στην Ευρώπη, αντιθέτως, οι περισσότερες δαπάνες πραγματοποιούνται σε εθνικό επίπεδο, ουσιαστικά μέσω κρατικής βοήθειας. Τα έργα είναι πολύ μικρότερα —συνήθως μεταξύ 2 και 3 δισεκατομμυρίων ευρώ— και διασκορπισμένα στις χώρες μας με αποκλίνουσες προτεραιότητες. Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει ήδη προειδοποιήσει ότι υπάρχει μικρή πιθανότητα η ΕΕ να επιτύχει τον στόχο της να αυξήσει το παγκόσμιο μερίδιο αγοράς της σε αυτόν τον τομέα στο 20% έως το 2030, από λιγότερο από 10% που είναι σήμερα.

Έτσι, είτε στην εσωτερική αγορά είτε στην τεχνολογία, επιστρέφουμε στο θεμελιώδες σημείο: για να επιτύχει αυτούς τους στόχους, η ΕΕ πρέπει να κινηθεί προς νέες μορφές ολοκλήρωσης. Έχουμε τρόπους να το κάνουμε αυτό — για παράδειγμα, με το «28ο καθεστώς», που λειτουργεί πάνω από το εθνικό επίπεδο, ή με συμφωνίες για έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και την κοινή χρηματοδότησή τους: αυτή είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη της απαιτούμενης κλίμακας, τόσο σε τεχνολογικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.

Πριν από χρόνια, εδώ στη Συνάντηση του Ρίμινι, μίλησα για τη διαφορά μεταξύ καλού και κακού χρέους. Το κακό χρέος χρηματοδοτεί την τρέχουσα κατανάλωση, μετακυλίοντας το βάρος στις μελλοντικές γενιές, ενώ, αντιθέτως, το καλό χρέος χρηματοδοτεί επενδύσεις σε στρατηγικές προτεραιότητες και στην αύξηση της παραγωγικότητας και δημιουργεί την ανάπτυξη που απαιτείται για την αποπληρωμή του. Σήμερα, σε ορισμένους τομείς, το καλό χρέος δεν είναι πλέον εφικτό σε εθνικό επίπεδο επειδή οι επενδύσεις που γίνονται μεμονωμένα δεν μπορούν να φτάσουν στην κλίμακα που είναι απαραίτητη για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και τη δικαιολόγηση, τη νομιμοποίηση, του χρέους. Μόνο μορφές κοινού χρέους μπορούν να υποστηρίξουν μεγάλα ευρωπαϊκά έργα τα οποία δεν θα μπορούσαν ποτέ να επιτύχουν οι κατακερματισμένες εθνικές προσπάθειες. Αυτό ισχύει πρωτίστως για την άμυνα —ιδίως στους τομείς της έρευνας και της ανάπτυξης— για την ενέργεια όπου απαιτούνται επενδύσεις σε ευρωπαϊκά δίκτυα και υποδομές, καθώς και για την υψηλή τεχνολογία, έναν τομέα όπου οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι, αλλά οι πιθανές επιτυχίες μπορούν να βοηθήσουν στον μετασχηματισμό των οικονομιών μας.

Ο ευρωσκεπτικισμός μάς βοηθά να βλέπουμε μέσα από την ομίχλη της ρητορικής, αλλά χρειαζόμαστε επίσης ελπίδα για αλλαγή και εμπιστοσύνη στην ικανότητά μας να την πετύχουμε. Όλοι σας μεγαλώσατε σε μια Ευρώπη όπου τα έθνη-κράτη είχαν χάσει την προπολεμική τους προτεραιότητα. Έχετε μεγαλώσει ως Ευρωπαίοι σε έναν κόσμο όπου είναι φυσικό να ταξιδεύεις, να εργάζεσαι και να σπουδάζεις σε άλλες χώρες. Πολλοί από εσάς αποδέχεστε ότι είστε ταυτόχρονα Ιταλοί και Ευρωπαίοι. Πολλοί από εσάς αναγνωρίζετε ότι η Ευρώπη επιτρέπει στις μικρές χώρες να επιτύχουν από κοινού στόχους που δεν θα μπορούσαν ποτέ να επιτύχουν μόνες τους, ειδικά σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από υπερδυνάμεις όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα. Είναι επομένως φυσικό να ελπίζετε στην ανανέωση της Ευρώπης. Εξάλλου, έχουμε διαπιστώσει, με την πάροδο των ετών, ότι η ΕΕ είναι ικανή να προσαρμόζεται σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, μερικές φορές πέρα από κάθε προσδοκία. Καταφέραμε να σπάσουμε ιστορικά ταμπού όπως το κοινό χρέος στο πλαίσιο του προγράμματος Next Generation EU και να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον κατά τη διάρκεια της πανδημίας πραγματοποιώντας, σε χρόνο ρεκόρ, μια εκτεταμένη εκστρατεία εμβολιασμού. Επιδείξαμε πρωτοφανή ενότητα και συμμετοχή στην αντιμετώπιση της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Αλλά αυτές ήταν απαντήσεις σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε τώρα είναι να δράσουμε με την ίδια αποφασιστικότητα σε έναν κόσμο που δεν μας βλέπει με καλό μάτι, που υπονομεύει τους στόχους μας, τα χρονοδιαγράμματά μας και τους τρόπους εργασίας μας. Η παρουσία πέντε Ευρωπαίων αρχηγών κρατών και των Προέδρων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου στην τελευταία συνάντηση του Λευκού Οίκου ήταν εκδήλωση ενότητας που σημαίνει περισσότερα για τους Ευρωπαίους πολίτες από τις αμέτρητες συνεδριάσεις στις Βρυξέλλες.

Οι κυβερνήσεις πρέπει να καθορίσουν τους τομείς που θα αποκτήσουν προτεραιότητα στη βιομηχανική πολιτική, να άρουν τα περιττά εμπόδια και να επανεξετάσουν τις δομές αδειοδότησης στον ενεργειακό τομέα

Μέχρι στιγμής, μεγάλο μέρος της προσαρμογής στις νέες συνθήκες έχει προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος έχει επιδείξει ανθεκτικότητα παρά την αστάθεια των νέων εμπορικών σχέσεων. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις υιοθετούν ψηφιακές τεχνολογίες επόμενης γενιάς, συμπεριλαμβανομένης της τεχνητής νοημοσύνης, με ρυθμό συγκρίσιμο με εκείνο των ΗΠΑ. Ταυτοχρόνως, η ισχυρή μεταποιητική βάση της Ευρώπης μπορεί να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση για μεγαλύτερη εγχώρια παραγωγή. Αυτό που έχει μείνει πίσω είναι ο δημόσιος τομέας, όπου η αποφασιστική αλλαγή είναι περισσότερο απαραίτητη και επιτακτική. Οι κυβερνήσεις πρέπει να καθορίσουν τους τομείς που θα αποκτήσουν προτεραιότητα στη βιομηχανική πολιτική, να άρουν τα περιττά εμπόδια και να επανεξετάσουν τις δομές αδειοδότησης στον ενεργειακό τομέα. Πρέπει να συμφωνήσουν για το πώς θα χρηματοδοτήσουν τις τεράστιες επενδύσεις που απαιτούνται στο μέλλον —οι οποίες εκτιμώνται σε περίπου 1,2 τρισεκατομμύρια ευρώ ετησίως— και να σχεδιάσουν μια εμπορική πολιτική κατάλληλη για έναν κόσμο που εγκαταλείπει τους πολυμερείς κανόνες. Εν ολίγοις, πρέπει να ανακτήσουν την ενότητα δράσης τους — και πρέπει να το κάνουν όχι όταν οι συνθήκες έχουν καταστεί μη βιώσιμες, αλλά τώρα, αμέσως, όταν έχουμε ακόμα τη δύναμη να διαμορφώσουμε το αύριο.

Μπορούμε να αλλάξουμε την πορεία της ηπείρου μας. Μετατρέψτε τον σκεπτικισμό σας σε δράση, κάντε τη φωνή σας να ακουστεί. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πάνω απ' όλα ένας μηχανισμός για την επίτευξη των στόχων που μοιράζονται οι πολίτες της. Είναι η καλύτερη ευκαιρία μας για ένα μέλλον ειρήνης, ασφάλειας και ανεξαρτησίας. Είναι μια δημοκρατία — και εμείς, εσείς, οι πολίτες της, οι Ευρωπαίοι, είμαστε αυτοί που αποφασίζουν για τις προτεραιότητές της».

Mario Draghi’s Full Speech: Europe’s Harsh Reality — Powerless on the Global Stage! -ITALIAN-

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY