Κοσμος

Μέιρ Καχάνε: Πώς ένας ακραίος ραβίνος στοιχειώνει την πολιτική του Ισραήλ

H γενεαλογία του πολιτικού μεσσιανισμού απ’ την οποία εμφορείται, από το 2022, η κυβέρνηση Νετανιάχου

A.V. Team
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Μέιρ Καχάνε και τα κόμματα με τα οποία συνεργάζεται ο Νετανιάχου, όπως η Εβραϊκή Δύναμη (Μπεν-Γκβιρ) και ο Θρησκευτικός Σιωνισμός (Σμότριτς)

Για να κατανοήσει κανείς τη ριζοσπαστικοποίηση μέρους της ισραηλινής Δεξιάς και την εμφάνιση εξτρεμιστικών απόψεων στην καρδιά της πολιτικής εξουσίας, είναι χρήσιμο να γυρίσει μερικές δεκαετίες πίσω —στη μορφή ενός ανθρώπου που, αν και κάποτε θεωρούταν ακραίος και περιθωριακός, άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στην πολιτική κουλτούρα της χώρας. Ο Μέιρ Καχάνε υπήρξε μία από τις πλέον ακραίες και διχαστικές προσωπικότητες στην ιστορία του σύγχρονου Ισραήλ. Γεννημένος το 1932 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης από οικογένεια Ορθόδοξων Εβραίων, μεγάλωσε στο πλαίσιο του Αναθεωρητικού Σιωνιστικού Κινήματος, που απέρριπτε τον σοσιαλιστικό σιωνισμό του Μπεν Γκουριόν και πρόβαλε ένα επιθετικά εθνικιστικό όραμα βασισμένο στη βία και στην ανωτερότητα του εβραϊκού λαού.

Τη δεκαετία του 1960, ο Μέιρ Καχάνε ίδρυσε την Jewish Defense League (JDL), μια οργάνωση «αυτοάμυνας» με στόχο την προστασία των Εβραίων της Νέας Υόρκης. Αν και παρουσίαζε το έργο της ως αντίσταση στον αντισημιτισμό, η JDL κατηγορήθηκε για τρομοκρατικές ενέργειες, ρατσισμό και επιθέσεις σε Αφροαμερικανούς και Σοβιετικούς στόχους. Όταν οι αμερικανικές αρχές άρχισαν να τον καταδιώκουν, ο Μέιρ Καχάνε μετακόμισε στο Ισραήλ το 1971.

Από την πρώτη στιγμή που έφτασε στο Ισραήλ, ο Καχάνε διακήρυττε έναν σοκαριστικό συνδυασμό αποκαλυπτικού θρησκευτικού φονταμενταλισμού και βίαιου φυλετικού εθνικισμού, με φαντασιώσεις μαζικής εξόντωσης. Υποστήριζε πως η βία είναι αξία εβραϊκή — και η εκδίκηση, θεία εντολή. Απαιτούσε την εκδίωξη των Παλαιστινίων από όλα τα εδάφη που κατείχε το Ισραήλ. Το κόμμα που ίδρυσε, το Καχ, ήταν το πρώτο κόμμα που ασπάστηκε αυτή την ιδέα ως κεντρική πολιτική του θέση. Ο Μέιρ Καχάνε οραματιζόταν ένα «κράτος καθόλα εβραϊκό», στο οποίο όλα θα ρυθμίζονταν με βάση τη δική του ιδιόρρυθμη ερμηνεία του Εβραϊκού Νόμου. Το πολιτικό κίνημα που εκπροσωπούσε ζητούσε την πλήρη εκδίωξη των Παλαιστινίων από το Ισραήλ, τη Δυτική Όχθη και τη Γάζα, παρουσιάζοντάς την τόσο ως θρησκευτική υποχρέωση όσο και ως δημογραφική αναγκαιότητα. Συνελήφθη για συνωμοσία με σκοπό την ανατίναξη του Τρούλου του Βράχου, με στόχο να προκαλέσει θρησκευτικό πόλεμο. Παρά τις αποτυχημένες απόπειρες εκλογής στην Κνεσέτ, κατάφερε να καλλιεργήσει ένα λαϊκό ακροδεξιό ρεύμα, απευθυνόμενος στους περιθωριοποιημένους πληθυσμούς του Ισραήλ —Μιζραχί, ρωσόφωνους, υπερορθόδοξους— και προωθώντας την ιδέα ότι η κοσμική ελίτ των Ασκεναζίμ πρόδωσε τον αυθεντικό Ιουδαϊσμό και τα συμφέροντα του εβραϊκού λαού.

Παρά τις προσπάθειες να αποκτήσει πολιτική επιρροή, ο Μέιρ Καχάνε αποτύγχανε διαρκώς. Οι Ισραηλινοί τον έβλεπαν ως έναν αποκρουστικό αμερικανό εισαγόμενο εξτρεμιστή, ξένο προς την εσωτερική πολιτική κουλτούρα και το σύνολο του πολιτικού φάσματος της χώρας τού γύρισε την πλάτη. Τελικά εξελέγη στην Κνεσέτ (το ισραηλινό κοινοβούλιο) μόνο μία φορά, το 1984, κερδίζοντας 1,2% των ψήφων — αρκετό για μία έδρα. Ήταν η πρώτη φορά που ένας ανοιχτά ρατσιστικός και θεοκρατικός λόγος εισήλθε θεσμικά στην ισραηλινή πολιτική. Κατά τη σύντομη κοινοβουλευτική του θητεία, πρότεινε την απαγόρευση των μεικτών γάμων μεταξύ Εβραίων και Αράβων και την ποινικοποίηση της σεξουαλικής επαφής μεταξύ Εβραίων και μη Εβραίων. Ήθελε να καταστήσει υποχρεωτική την τήρηση του Σαμπάτ και αδίκημα κάθε προσβολή προς τον Ιουδαϊσμό. Ζητούσε διαχωρισμό με βάση την εθνο-θρησκευτική ταυτότητα ακόμη και στις δημόσιες παραλίες.

Το 1985, η Κνεσέτ τροποποίησε τον εκλογικό νόμο, απαγορεύοντας τη συμμετοχή σε κόμματα που προωθούν ρατσισμό ή αντιδημοκρατικά προγράμματα.

Η αντίδραση του πολιτικού συστήματος ήταν άμεση. Το 1985, η Κνεσέτ τροποποίησε τον εκλογικό νόμο, απαγορεύοντας τη συμμετοχή σε κόμματα που προωθούν ρατσισμό ή αντιδημοκρατικά προγράμματα. Το 1988, το Καχ αποκλείστηκε από τις εκλογές και το Ανώτατο Δικαστήριο επιβεβαίωσε την απόφαση. Ο Μέιρ Καχάνε, απογοητευμένος, στράφηκε εναντίον του ίδιου του κράτους, υποστηρίζοντας ότι το Ισραήλ δεν είναι πραγματικά εβραϊκό. Οραματιζόταν την αντικατάσταση του κοινοβουλευτισμού από μία θεοκρατία με βασιλιά και ραβινικό συμβούλιο. Το 1990, δολοφονήθηκε στη Νέα Υόρκη από έναν Ισλαμιστή εξτρεμιστή. Το κόμμα του είχε αποδυναμωθεί, η δημόσια παρουσία του είχε περιοριστεί, και όλα έδειχναν πως ο Καχανισμός θα έμενε στην ιστορική λήθη. Όμως, οι σπόροι της ιδεολογίας του είχαν ήδη φυτευτεί.

Κατά τη δεκαετία του ’90 και του 2000, μαθητές και οπαδοί του Μέιρ Καχάνε συνέχισαν τη δράση του με πιο βίαια μέσα. Το 1994, ο Μπαρούχ Γκολντστάιν, γιατρός και μέλος του Καχ, δολοφόνησε 29 Παλαιστινίους μέσα σε τζαμί στη Χεβρώνα. Το Ισραήλ απαγόρευσε τότε και επισήμως τις οργανώσεις Καχ και Καχάνε Χάι, τις οποίες χαρακτήρισε τρομοκρατικές. Ωστόσο, νέες ριζοσπαστικοποιημένες ομάδες άρχισαν να αναδύονται. Η πιο χαρακτηριστική από αυτές ήταν η «Νεολαία των Λόφων», μια γενιά νεαρών εποίκων που απέρριπτε κάθε κρατική εξουσία εκτός της Τορά. Πρωτοστάτες όπως ο Μέιρ Έτινγκερ, εγγονός του Καχάνε, οραματίζονταν την κατάρρευση του κράτους και την αντικατάστασή του με μια θεοκρατία που θα εκκαθάριζε τη γη του Ισραήλ από κάθε μη-Εβραϊκή παρουσία. Αυτές οι ομάδες έδωσαν νέα πνοή στην Καχανιστική ιδεολογία, όχι πλέον μόνο ως πολιτικό όραμα αλλά και ως βίαιη πράξη.

Το κόμμα του Νετανιάχου, το Λικούντ, φαίνεται πλέον να έχει ενσωματώσει μεγάλο μέρος της καχανιστικής ατζέντας

Στις πέντε διαδοχικές εκλογές μεταξύ 2019 και 2022, η «Εβραϊκή Δύναμη» απέτυχε να περάσει το κατώφλι εισόδου της Κνεσέτ, στερώντας επανειλημμένα από τον Νετανιάχου τις έδρες που χρειαζόταν για να σχηματίσει δεξιά πλειοψηφία. Το 2022, για να λύσει αυτό το πρόβλημα, ο Νετανιάχου έπεισε τον Μπεν-Γκβιρ, ηγέτη της «Εβραϊκής Δύναμης» (παλιότερα καταδικασμένος για υποκίνηση σε φυλετικό μίσος και γνωστός για την ανάρτηση του πορτραίτου του Μπαρούχ Γκολντστάιν στο σαλόνι του, δήλωνε θαυμαστής του Μέιρ Καχάνε ήδη από την εφηβεία του και σε αντίθεση με πολλούς σύγχρονους θαυμαστές του Μέιρ Καχάνε, ο Μπεν-Γκβιρ φαίνεται πως έχει πράγματι μελετήσει μέρος του τεράστιου συγγραφικού έργου του ραβίνου) και τον Μπεζαλέλ Σμότριτς, ηγέτη του σκληροπυρηνικού εποικιστικού κόμματος «Θρησκευτικός Σιωνισμός», να σχηματίσουν έναν προσωρινό συνασπισμό που τους επέτρεψε να κατέλθουν μαζί στις εκλογές. Η κίνηση απέδωσε. Στις εκλογές του Νοεμβρίου, το ενιαίο ψηφοδέλτιο «Εβραϊκή Δύναμη - Θρησκευτικός Σιωνισμός» κατέκτησε 14 έδρες, αναδεικνυόμενο σε τρίτη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική δύναμη. Η υποστήριξή τους επέτρεψε στον Νετανιάχου να σχηματίσει τη σημερινή κυβέρνηση. Ο Μπεν-Γκβιρ ανέλαβε Υπουργός Εθνικής Ασφάλειας και ο Σμότριτς Υπουργός Οικονομικών με πρόσθετες αρμοδιότητες στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη.

Από τότε, οι καχανιστικές πολιτικές και η ρητορική τους έχουν γίνει κομμάτι της κρατικής εξουσίας και η άκρα δεξιά κατέχει πλέον άνευ προηγουμένου θέσεις εξουσίας και η πιθανότητα να πετύχει τους ολέθριους στόχους της πλανάται πάνω από τη χώρα από την έναρξη του πολέμου στη Γάζα. Στα μέσα Οκτωβρίου του 2023, το Υπουργείο Πληροφοριών του Ισραήλ εκπόνησε ένα εσωτερικό υπόμνημα στο οποίο προτεινόταν η εκδίωξη του πληθυσμού της Γάζας προς την έρημο του Σινά. Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ, τον Φεβρουάριο του 2025, ανακοίνωσε το δικό του σχέδιο εκτοπισμού των δύο εκατομμυρίων Παλαιστινίων της Γάζας, η κυβέρνηση Νετανιάχου μετέτρεψε τη διαχρονική Καχανιστική εμμονή της «πληθυσμιακής μετακίνησης» σε επίσημη πολιτική. Το κόμμα του Νετανιάχου, το Λικούντ, φαίνεται πλέον να έχει ενσωματώσει μεγάλο μέρος της καχανιστικής ατζέντας. Βουλευτές του, όπως ο Νισίμ Βατουρί, προτείνουν ανοιχτά πρακτικές μαζικής τιμωρίας κατά των Παλαιστινίων. Τα τραγούδια του Καχανιστή μουσικού Ντοβ Σουρίν ακούγονται ξανά στους δρόμους της Δυτικής όχθης και στις στρατιωτικές μονάδες.

Με την άκρα δεξιά ενσωματωμένη πλήρως στο κυβερνητικό σχήμα και τη ρητορική περί εθνοκάθαρσης να κανονικοποιείται, η ισραηλινή δημοκρατία δείχνει να έχει περάσει το κατώφλι μιας ιστορικής μεταστροφής. Το φάντασμα του Μέιρ Καχάνε, άλλοτε απειλή εξωτερική, σήμερα έχει βρει θέση στο υπουργικό συμβούλιο.

Με πληροφορίες από Guardian