Κοσμος

Τζέιμς Βαν Κάλις: «Ένας βίαιος άντρας, ένα επικίνδυνο αρπακτικό»

Η δολοφονία μιας έφηβης και το σκυλάκι της που οδήγησε στο πτώμα

Μιμή Φιλιππίδη
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Υπόθεση Τζέιμς Βαν Κάλις: Η δολοφονία της 14χρονης Έιπριλ Μίλσαπ και τα στοιχεία που οδήγησαν στην αποκάλυψη της ταυτότητας του δράστη.

Η Έιπριλ Μίλσαπ ήταν ένα 14χρονο κορίτσι που έμενε σε μια μικρή πόλη, την Αρμάντα, κοντά στο Ντιτρόιτ. Ήταν μοναχοπαίδι και ζούσε με τη μαμά της και τον πατριό της. Στις 24 Ιουλίου 2014 η Έιπριλ έβγαλε βόλτα την αγαπημένη της σκυλίτσα, την Πένι. Η ώρα ήταν 6 το απόγευμα και πήγαν σε ένα μονοπάτι κοντά στο σπίτι της που συνήθως γεμίζει με ποδηλάτες. Λίγο μετά τις 6 ένα ζευγάρι ηλικιωμένων που περπατούσε στο ίδιο μονοπάτι βρήκε την Πένι μόνη της και ταραγμένη. Το σκυλάκι τούς οδήγησε σε μια χαράδρα και γάβγιζε επίμονα. Μέσα από τις φυλλωσιές διέκριναν  δύο πεταμένα αθλητικά παπούτσια και το πτώμα μιας κοπέλας και κάλεσαν την Άμεση Δράση.

Οι πρώτοι αστυνομικοί βρήκαν μέσα στη χαράδρα την άγνωστης ακόμη ταυτότητας νεκρή. Της είχαν σκίσει τη μπλούζα, το σορτς και το εσώρουχό της ήταν γύρω από τους αστραγάλους της. Αργότερα διαπιστώθηκε ότι δεν είχε βιασθεί. Στον λαιμό της υπήρχε το αποτύπωμα από τη σόλα αθλητικού παπουτσιού. Η νεκροψία αργότερα προσδιόρισε ότι η αιτία του θανάτου της ήταν ασφυξία που προκάλεσε το παπούτσι που της πίεσε τον λαιμό. Η αστυνομία ερεύνησε την περιοχή για τα πράγματά της. Η νεκρή ταυτοποιήθηκε, όταν η Τζένιφερ Μίλσαπ, η μητέρα της Έιπριλ, είπε στην αστυνομία ότι η κόρη της αγνοείται. Η Τζένιφερ περιέγραψε την Έιπριλ και τον σκύλο της, την Πένι, και η αστυνομία διαπίστωσε ότι η Έιπριλ ήταν το θύμα τους. 

Από τις πληροφορίες της μητέρας η αστυνομία έμαθε ότι η Έιπριλ είχε πάρει μαζί της το κινητό της και το μαύρο της σακίδιο. Ο φίλος της Έιπριλ είπε ότι βρήκε στο κινητό του ένα περίεργο μήνυμα από την Έιπριλ, το οποίο στάλθηκε στις 6:28 μμ, αλλά δεν το είχε αντιληφθεί. Το κείμενο έγραφε: «Παραλίγο να με απαγάγουν. Θεέ μου».

Οι αστυνομικοί αναζήτησαν το τηλέφωνο του θύματος. Ήταν επίσης καχύποπτοι με τον φίλο της επειδή θεώρησαν περίεργο που δεν είχε δει το μήνυμα. Βεβαιώθηκε ωστόσο αργότερα ότι την ώρα του φόνου δειπνούσε με φίλο του και οι κάμερες κλειστού κυκλώματος του εστιατορίου τον είχαν καταγράψει.

Αστυνομικοί, στρατιώτες και λαγωνικά προσπαθούσαν να βρουν το τηλέφωνο της Έιπριλ. Τα σκυλιά μπόρεσαν να ακολουθήσουν το άρωμά της και το τηλέφωνό της βρέθηκε ένα μίλι μακριά από το σημείο που βρέθηκε το πτώμα. Ενώ η αστυνομία ερευνούσε το κινητό της, διαπίστωσε ότι η κοπέλα είχε μια εφαρμογή γυμναστικής που κατέγραφε τις κινήσεις και την ταχύτητά της τη μέρα που πέθανε. Στις 6 το απόγευμα έφυγε από το σπίτι της και περπατούσε με 4 μίλια την ώρα. Στις 6:20 μμ η ταχύτητά της αυξήθηκε και υπήρξαν 15 λεπτά ξέφρενης δραστηριότητας. Διαπιστώθηκε ότι η Έιπριλ είχε αντισταθεί στον δολοφόνο της, αλλά είχε νικηθεί. Ωστόσο, η αστυνομία στάθηκε τυχερή επειδή ο δολοφόνος είχε πάρει μαζί του το τηλέφωνό της, οπότε η διαδρομή τους παρακολουθήθηκε μέσω της εφαρμογής. Χάρη στην εφαρμογή βρέθηκε και το σακίδιο της Έιπριλ πεταμένο σε ένα χωράφι.

Υπήρχαν αρκετοί μάρτυρες που είπαν ότι είδαν έναν θυμωμένο άνδρα με μια δίχρωμη μοτοσυκλέτα, ασπρογάλαζη. Αυτό ήταν περίεργο επειδή δεν επιτρέπονταν τα μηχανοκίνητα οχήματα στο μονοπάτι. Ένας από τους μάρτυρες είπε ότι είδε την Έιπριλ και τον άνδρα να τσακώνονται, αλλά δεν κατάλαβε ότι η Έιπριλ κινδύνευε.

Ένας άλλος μάρτυρας είπε ότι είδε τη μοτοσικλέτα παρκαρισμένη και μετά τον άνδρα να στέκεται στο χορτάρι. Είπε ότι τα μάτια του ήταν διαπεραστικά και κοίταζε σαν να τον είχαν πιάσει στα πράσα. Χάρη στην περιγραφή του μάρτυρα σχεδιάστηκε ένα σκίτσο του ύποπτου δράστη που μοιράστηκε σε όλα τα περιπολικά και τα αστυνομικά τμήματα της περιοχής. Η αστυνομία για άλλη μια φορά εντόπισε τη διαδρομή που έδειχνε το κινητό της Έιπριλ και βρήκε τον μοτοσικλετιστή με τη δίχρωμη μοτοσυκλέτα σε κάμερα κοντινού δρόμου. Ήταν στις 18:49, αλλά φορούσε κράνος και η αστυνομία δεν μπορούσε να διακρίνει κανένα χαρακτηριστικό του προσώπου.  

Η περιγραφή της μοτοσυκλέτας και το σκίτσο του ύποπτου δράστη βρίσκονταν σε όλα τα ΜΜΕ και ένας πολίτης εντόπισε μια ίδια μοτοσυκλέτα, παρκαρισμένη σε δρόμο κοντά στο σπίτι του. Μίλησε με τον ιδιοκτήτη του σπιτιού, ο οποίος του είπε ότι η μοτοσικλέτα ανήκε στον φίλο του, τον Τζέιμς Βαν Κάλις. Η πληροφορία δόθηκε αμέσως στην αστυνομία. Ο 32χρονος Βαν Κάλις δεν είχε ποινικό μητρώο και απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις των αστυνομικών. Είπε ότι πήγε στην Αρμάντα εκείνη την ημέρα γύρω στις 6 το απόγευμα για να δει τον αδερφό του και έμεινε εκεί μέχρι τις 8 το βράδυ. Όσο για τα παπούτσια που φορούσε, ο Τζέιμς έδειξε ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια, αλλά το αποτύπωμα της σόλας δεν ταίριαζε με εκείνο στον λαιμό του θύματος. Ο Τζέιμς δεν αποκλείστηκε από ύποπτος, αλλά δεν υπήρχαν αποδείξεις ότι ήταν εκεί εκείνη την ημέρα.

Η αστυνομία εξέτασε το άλλοθι του Βαν Κάλις και διαπίστωσε ότι δεν έφτασε στο σπίτι του αδελφού του την ώρα που είχε πει. Από το κινητό του, η αστυνομία βρήκε ότι ήταν σε ένα βενζινάδικο δίπλα στον τόπο του εγκλήματος. Θα μπορούσε να είχε φτάσει στο μονοπάτι την ώρα που ήταν εκεί η Έιπριλ και να την είχε σκοτώσει. Η αστυνομία είχε αρκετά στοιχεία για ένταλμα έρευνας στο σπίτι του Τζέιμς. Δεν βρέθηκε τίποτα που να τον συνδέει με τη δολοφονία της Έιπριλ. Ωστόσο, βρέθηκε μια μεγάλη έκταση στον κήπο του όπου καλλιεργούσε κάνναβη. Συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση.

Μετά τη σύλληψη του Τζέιμς, η κοπέλα του, η Κρίσταλ, πήγε στην αστυνομία και δήλωσε ότι ήταν όμηρος του Τζέιμς που δεν την άφηνε να φύγει από το σπίτι, την κακοποιούσε και ήθελε να την ελέγχει. Συμπεριφερόταν περίεργα και το πρωί μετά τη δολοφονία της Έιπριλ, είχε ξυπνήσει και είχε δει τον Τζέιμς να καθαρίζει τα παπούτσια του, επειδή τάχα είχε χυθεί πάνω τους λάδι. Η Κρίσταλ είπε επίσης ότι ο Τζέιμς είχε δείξει ένα διαφορετικό ζευγάρι παπούτσια στους αστυνομικούς, όχι τα παπούτσια που φορούσε και καθάριζε. Τα παπούτσια που φορούσε ήταν ένα ασπρόμαυρο ζευγάρι Air Jordan, και τα φορούσε επίσης σε μια φωτογραφία του στο Facebook. Μετά τις δηλώσεις της Κρίσταλ, η αστυνομία πήγε να ψάξει ξανά το σπίτι του Τζέιμς, αλλά δεν μπόρεσε να βρει το ζευγάρι Air Jordan. Για να προσδιορίσει αν τα παπούτσια ταίριαζαν με το αποτύπωμα στον τόπο του εγκλήματος, η αστυνομία διέταξε να δοκιμαστεί το ίδιο ακριβώς ζευγάρι. Το αποτύπωμα σόλας από αθλητικό παπούτσι στο πρόσωπο της Έιπριλ ήταν από παπούτσι Air Jordan. Ο Τζέιμς Βαν Κάλις συνελήφθη αμέσως για τη δολοφονία της Έιπριλ Μίλσαπ. 

Στις 20 Ιανουαρίου 2016 άρχισε η δίκη του. Η Τζένιφερ, η μητέρα του θύματος, δήλωσε έκπληκτη με το πόσο αυτάρεσκος και ψυχρός ήταν. Χαμογελούσε και γελούσε στη διάρκεια της διαδικασίας. Ο εισαγγελέας είπε ότι ο Τζέιμς ήταν «ένας βίαιος άντρας, ένα επικίνδυνο αρπακτικό». Δεν υπήρχε DNA, δεν υπήρχαν δακτυλικά αποτυπώματα, αλλά υπήρχαν πολλά στοιχεία που έδειχναν ότι ήταν ο δολοφόνος. Υπήρχαν μάρτυρες, τηλεφωνικά αρχεία, μια εφαρμογή γυμναστικής και βίντεο από κάμερα της Τροχαίας με τον Τζέιμς που φεύγει από τη σκηνή του εγκλήματος. Η Έιπριλ προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον φίλο της όταν πήγε να την απαγάγει, αλλά στη συνέχεια κατάφερε να του ξεφύγει, ή έτσι νόμιζε. Ο Τζέιμς την πρόλαβε και της επιτέθηκε. Πήρε τα πράγματά της και τα πέταξε. Η υπεράσπιση του Τζέιμς και ο ίδιος είπαν ότι δεν υπήρχαν στοιχεία που να τον συνδέουν με τη σκηνή του εγκλήματος και ότι ήταν αθώος. Μετά από έξι ώρες διαβούλευσης των ενόρκων, ο Τζέιμς Βαν Κάλις κρίθηκε ένοχος για φόνο πρώτου βαθμού. Καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, χωρίς δυνατότητα αποφυλάκισης.

Τον Ιούλιο του 2015 δημιουργήθηκε ένας κοινοτικός κήπος με το όνομα της Έιπριλ Μίλσαπ δίπλα στο μονοπάτι που δολοφονήθηκε. Υπάρχουν φωτογραφίες της Έιπριλ και ένα άγαλμα της Πένι. Η Πένι κατάφερε να οδηγήσει τους ανθρώπους στο πτώμα της Έιπριλ εκείνη την ημέρα. Χωρίς τη σκυλίτσα πιθανό να μην είχε βρεθεί το πτώμα. Η Έιπριλ βρέθηκε πραγματικά στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή, αλλά αν δεν είχε βρεθεί εκείνη, ο Τζέιμς Βαν Κάλις πιθανότατα θα είχε σκοτώσει κάποιον άλλον.