Κοσμος

Quiet quitting: Με ποιον τρόπο η γενιά Ζ παραιτείται από τη δουλειά;

Η ουσιαστική λύση έγκειται στο να αφουγκράζονται τα στελέχη τις άμεσες και πραγματικές ανάγκες των υπαλλήλων τους

kalamanti-sofia.jpg
Σοφία Καλαμαντή
ΤΕΥΧΟΣ 840
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Quiet quitting: Με ποιον τρόπο η γενιά Ζ παραιτείται από τη δουλειά;
© energepic.com / Pexels

Quiet quitting, η «ήσυχη» παραίτηση της γενιάς Ζ, η απομυθοποίηση της εξιδανικευμένης καριέρας & οι εργοδότες που πρέπει να κατανοούν τις ανάγκες των υπαλλήλων.

Τι σημαίνει να παραιτείται κάποιος, αλλά «σιωπηλά»; Σύμφωνα με δημοσιεύματα στον ξένο Τύπο, ένα ιδιαίτερο φαινόμενο απασχολεί όλο και περισσότερο τους υπεύθυνους διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού σε επιχειρήσεις και πολυεθνικές, οι οποίοι παρατηρούν μία μεταβολή στη συμπεριφορά των υπαλλήλων, κυρίως σε εκείνους που ανήκουν στις νέες γενιές εργαζομένων.

Όλα ξεκίνησαν από μία ανάρτηση ενός χρήστη στο Tik Tok, ο οποίος, περιγράφοντας πώς αισθάνεται για τη δουλειά του μίλησε για την ιδέα του quiet quitting, μίας «ήσυχης» παραίτησης. Μέσα σε μερικούς μήνες η εν λόγω ανάρτηση έφτασε να συγκεντρώνει 3 εκατομμύρια προβολές, με πλήθος σχετικών αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο όρος δεν σημαίνει το να αφήσει κάποιος την εργασία του και να παραιτηθεί, αλλά επιχειρεί να αναδείξει την κρυφή αξία που έχει για τους υποστηρικτές του κινήματος το να σταματήσουν οι εργαζόμενοι να πασχίζουν ανώφελα για το κάτι παραπάνω στις δουλειές τους. Το νόημα είναι να αρκεστούν οι επαγγελματίες στην αποτελεσματική διεκπεραίωση των καθηκόντων τους, αλλά μόνο στον βαθμό και με τον τρόπο που αυτά έχουν συμφωνηθεί εξαρχής. Οι εξαντλητικές υπερωρίες, η σταθερή ενασχόληση με ευθύνες που δεν εμπίπτουν στην αρχική περιγραφή της θέσης, καθώς και η «υπερφόρτωση» καθηκόντων από τους ανωτέρους, είναι πράγματα που μπορεί ένας εργαζόμενος να αποτινάξει από πάνω του, εφόσον αποφασίσει να ακολουθήσει το ρεύμα των ήσυχων παραιτήσεων. Με απλά λόγια, ένας εργαζόμενος οφείλει να κάνει μόνον «αυτά για τα οποία πληρώνεται», όπως χαρακτηριστικά περιέγραψαν εργαζόμενοι μιλώντας στην «Washington Post», χωρίς να τον απασχολεί οτιδήποτε δεν αφορά άμεσα τη δική του θέση και τις υποχρεώσεις της.

Αποτελεί η «ήσυχη παραίτηση» μία πονηρή δίοδο τεμπελιάς για να δουλεύουν οι οπαδοί της λιγότερο φορτώνοντας ευθύνες στους γύρω τους; Ή μήπως η σημασία της χρειάζεται να μας απασχολήσει βαθύτερα, σκιαγραφώντας στην πραγματικότητα πώς ιεραρχεί σήμερα η γενιά Ζ την προτεραιότητα της καριέρας σε σχέση με παλαιότερα; Θα ήταν χρήσιμο να διαφανεί το κατά πόσο μία θέση και ένα αντικείμενο αποτελούν πλέον συστατικά στοιχεία ταυτότητας για τα νεαρότερα άτομα. Σε τι ποσοστό είναι για παράδειγμα οι νέοι διατεθειμένοι να απαντήσουν στο ερώτημα «ποιος είμαι» με τον τίτλο που φέρουν στο προφίλ τους στο LinkedIn ή με μία σύνοψη της επαγγελματικής τους εμπειρίας και επιτυχίας; Σε προηγούμενες δεκαετίες, μία τέτοια προσέγγιση του επαγγέλματος ήταν αποδεκτή και αναμενόμενη πραγματικότητα. Η επαγγελματική ταυτότητα, τα εργασιακά επιτεύγματα και φυσικά όλα τα υλικά, ως επί το πλείστον, προνόμια που τα συνόδευαν αποτελούσαν μέρος της απάντησης.

Το γιατί οι Millennials και η γενιά Ζ δεν κατατάσσουν ιδιαίτερα ψηλά το επάγγελμα στον αυτοπροσδιορισμό τους συνδέεται με το κατά πόσο νιώθουν ότι η εργασία τους τους ικανοποιεί πραγματικά παρά με το ότι απλώς δεν έχουν όρεξη να δουλέψουν. Σύμφωνα με την έρευνα εργασίας της PwC για το 2022 με 52.000 συμμετέχοντες από 44 χώρες, 1 στους 5 εργαζομένους παγκοσμίως έχει την πρόθεση να αφήσει την δουλειά του εντός του έτους. Το κίνημα της «Μεγάλης Παραίτησης», το οποίο είχε πρώιμα πλαισιωθεί ως ένα προσωρινό, παράπλευρο σύμπτωμα της πανδημίας και των αναταράξεων που έφερε στο εργασιακό τοπίο, όχι μόνο δεν δείχνει στοιχεία υποχώρησης, αλλά φαίνεται πως θα συνεχίσει να εντείνεται για όλο το τρέχον έτος. Σημείο-κλειδί της έρευνας είναι πως περίπου τα δύο τρίτα όσων σκέφτονται να εγκαταλείψουν άμεσα τις δουλειές τους, δήλωσαν ως βασικό αίτιο της απόφασής τους τον συνδυασμό χαμηλών μισθών με την παντελή απώλεια ικανοποίησης που αντλούν από τη θέση τους.

Η απομυθοποίηση μίας εξιδανικευμένης καριέρας που καθιστά κάθε επαγγελματικό βήμα εφικτό, φτάνοντας να γίνει συνεκτικό στοιχείο της ταυτότητας ενός ανθρώπου, δεν είναι μία αλλαγή που συντελέστηκε πρόσφατα. Από το ξεκίνημα της χρηματοπιστωτικής κρίσης μέχρι τον κορωνοϊό, οι νεότερες γενιές ωρίμασαν βλέποντας το παιχνίδι στην εργασιακή αρένα να γίνεται ολοένα και σκληρότερο, και τις ανταμοιβές που προσφέρονταν να είναι συντριπτικά δυσανάλογες με τις θυσίες που απαιτούνται. Πλέον, πολλοί επαγγελματίες διαχείρισης ανθρώπινων πόρων τονίζουν πως η ουσιαστική λύση στο ζήτημα της ήσυχης παραίτησης δεν είναι το να προσπαθούν οι εταιρείες να προωθήσουν ένα μεγαλοποιημένο, επίπλαστο αφήγημα επαγγελματικής ανέλιξης και επιτυχίας, που θα συμβεί αναίμακτα ως φυσική συνέχεια προϊόντος του χρόνου για όλους.

Η ουσιαστική λύση έγκειται στο να αφουγκράζονται τα στελέχη τις άμεσες και πραγματικές ανάγκες των υπαλλήλων τους, προσπαθώντας να τις ικανοποιήσουν στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Η εδραίωση του μοντέλου ευέλικτης εργασίας, ο αδιαπραγμάτευτος σεβασμός στην ισορροπία προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, και η συχνή επικοινωνία μεταξύ των στελεχών με τις ομάδες τους είναι μερικά από τα μέσα που μπορούν να κάνουν ουσιαστική διαφορά, σε μία γενιά εργαζομένων που δείχνει να βάζει για πρώτη φορά ως ξεκάθαρη προτεραιότητα την προσωπική ευεξία και τα μεταϋλιστικά αγαθά. Είναι συνειδητή επιλογή μία τέτοια μεταστροφή νοοτροπίας, ή απλώς απόρροια της πραγματικής απουσίας υψηλών μισθών και επιπρόσθετων προνομίων που θα λειτουργούσαν ως παραγωγικά κίνητρα καθοριστικής σημασίας; Όποια και να είναι η απάντηση, εάν η μετατόπιση στις προτεραιότητες συνεχίσει να υφίσταται, τότε θα χαράξει μία βαθιά τομή στον τρόπο που οι επαγγελματίες του μέλλοντος θα προσδιορίζουν τη σχέση με τη δουλειά τους.

«Η απληστία είναι καλή» δήλωνε με θράσος το 1987 ο φιλόδοξος πρωταγωνιστής που υποδυόταν ο Michael Douglas στην ταινία του Oliver Stone «Wall Street», με τον σκηνοθέτη να επιχειρεί να απαθανατίσει με το έργο του την τροχιά που διέγραφε το αξιακό βέλος την εποχή της απόλυτης υπερβολής και αφθονίας. Εάν τύχει σήμερα και κάποιοι από τους νεότερους εργαζομένους παρακολουθήσουν τη συγκεκριμένη σκηνή, το πιθανότερο είναι να ξεσπάσουν σε δυνατά γέλια.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ