Κοσμος

«Θέλω να πεθάνω, μα δεν μπορώ»

Αποσπάσματα από το ημερολόγιο ενός δεκαεξάχρονου κοριτσιού που έζησε επί εβδομάδες σε ένα υπόγειο στη Μαριούπολη

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τοιχογραφία στο Σαντιάγο της Χιλής (λεπτομέρεια από την Γκερνίκα του Πικάσο)
Τοιχογραφία στο Σαντιάγο της Χιλής (λεπτομέρεια από την Γκερνίκα του Πικάσο)

Μαρτυρική Μαριούπολη: ο θάνατος στο υπόγειο καταφύγιο, μια μητέρα που αργοσβήνει, η πείνα, ο φόβος και η συντριβή

Η Daria Kaleniuk, συνιδρύτρια και εκτελεστική διευθύντρια του AntAC, του Κέντρου Δράσης κατά της Διαφθοράς στην Ουκρανία, ανέβασε ένα thread στο Twitter, γράφοντας εισαγωγικά:

«Διαβάστε αυτή την ιστορία μέχρι το τέλος. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, πολλά παιδιά κρατούσαν ημερολόγιο από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις πόλεις που βρίσκονταν υπό κατοχή από τους ναζί. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Αυτό είναι το ημερολόγιο της Κάτιας, ενός δεκαεξάχρονου κοριτσιού από τη Μαριούπολη, που η μητέρα του πέθανε σε ένα υπόγειο».

Νά μερικά αποσπάσματα από όσα γράφει η Κάτια:

                                                     * * *

Το ξέρετε αυτό το αίσθημα που πονάει η καρδιά σου; Κάποτε είχα ερωτευτεί ένα αγόρι αλλά εκείνος δεν μ’ αγαπούσε, και έλεγα ότι πονάει η καρδιά μου. Μα νά που τελικά η καρδιά σου πονάει όταν βλέπεις τη μαμά σου να αργοπεθαίνει μπροστά στα μάτια σου.

Ο αδελφός μου έσκυβε όλο από πάνω της και της έλεγε, «Μην κοιμάσαι, μαμά, μην κοιμάσαι, θα παγώσεις».

…Δεν θα επισκεφτούμε ποτέ τον τάφο της. Έμεινε σε εκείνο το υγρό και σκοτεινό υπόγειο. Κάναμε την ανάγκη μας, κοιμόμασταν, και τρώγαμε ό,τι μπορούσαμε να βρούμε,όλα μέσα σε εκείνο εκεί το υπόγειο. Μια μέρα ο θείος μου ο Κόλια μπόρεσε να πιάσει ένα περιστέρι, και το ψήσαμε στη φωτιά και το φάγαμε. Και μετά το κάναμε εμετό, όλοι μας.

…Η μαμά μου κράτησε σχεδόν μέχρι το τέλος. Πέθανε τρεις μέρες όλες κι όλες πριν φύγουμε. Είπα στον αδελφό μου ότι κοιμόταν, και να κάνει ησυχία να μην την ξυπνήσει. Αλλά δεν είναι χαζός, κατάλαβε τα πάντα.

Μια γειτόνισσά μας πέθανε, αλλά δεν μπορούσαμε να τη βγάλουμε έξω και άρχισε να μυρίζει. Όταν έγινε κάποια στιγμή ησυχία, ο θείος Κόλια την πήρε και την έβγαλε στον δρόμο. Πιάστηκε όμως σε ένα παγιδευμένο με εκρηκτικά σύρμα και πάει κι αυτός, σκοτώθηκε. Η μαμά μου δεν σταματούσε να κλαίει. Αφότου πέθανε ο μπαμπάς και μετά, ο θείος Κόλια ήταν ο κοντινότερος συγγενής μας.

…Τα πτώματα βρομάνε τόσο άσχημα. Και είναι παντού γύρω μας στους δρόμους. Σκέπασα το κεφάλι του αδελφού με το φουλάρι της μαμάς για να μην τα βλέπει. Καθώς τρέχαμε, ήθελα συνέχεια να κάνω εμετό.

…Δεν πιστεύω πια στον Θεό. Αν πράγματι υπήρχε, δεν θα μας άφηνε να υποφέρουμε έτσι. Η μαμά μου δεν έκανε ποτέ κακό σε κανέναν, Θεέ, με ακούς; Ποτέ, σε κανέναν. Πήγαινε και στην εκκλησία. Ο θείος Κόλια έκοψε το κάπνισμα γιατί η μαμά μου το θεωρούσε αμαρτία, και τη στενοχωρούσε όταν τον έβλεπε με το τσιγάρο στο στόμα. Κι εσύ την πήρες, παρ’ όλα αυτά. Ο παπάς λέει ότι τώρα είναι κοντά στον Θεό και τον υπηρετεί, αλλά εγώ θα προτιμούσα να τον υπηρετούσε από δω, μεγαλώνοντας εμάς, τα παιδιά της.

…Μισώ τη Ρωσία. Έχω τον άλλο θείο μου που ζει εκεί. Ξέρετε τι μου είπε στο τηλέφωνο σήμερα; «Κάτια; Ποια Κάτια; Δεν σε ξέρω, κορίτσι μου, ποιον πόλεμο μου λες; Και ποια Κάτια είσαι;» Και μετά μού έστειλε μήνυμα από ένα άλλο κινητό, κρυφό: «Κάτια, μη μου ξαναγράψεις. Είναι επικίνδυνο και για μένα και για την οικογένειά μου. Πάει τώρα η μάνα σου, πέθανε».

Τους μισώ! Να μιλάει έτσι για την ίδια του την αδελφή. Πώς είναι ποτέ δυνατόν;

…Ξέρεις κάτι; Θα επιστρέψω στη Μαριούπολη μια μέρα. Και θα μείνω στην ίδια γειτονιά. Και κάθε χρόνο, θα κατεβαίνω τη μέρα που χάθηκε η μαμά μου στο υπόγειο του νέου μου σπιτιού και θα αφήνω σε μια γωνιάλίγα λουλούδια.

…Είναι τόσο τρομακτικό όταν ακούς παιδιά να κλαίνε. Οι φωνές τους σε σκεπάζουν ολόκληρο.

…Αυτά τα τέρατα έψαχναν τους ανθρώπους κάτω στα υπόγεια και τους σκότωναν. Αυτοί που σώθηκαν λένε πως ο ρωσικός στρατός ήταν ικανός να βιάζει παιδιά, ηλικιωμένους, ακόμη και νεκρούς. Αν υπάρχει στ’ αλήθεια Θεός, πώς γίνεται να το επιτρέπει αυτό το πράγμα;

…Δεν αντέχω τη ζωή. Μάλλον θα μας χωρίσουν τώρα, και ίσως να μην ξαναδώ τον αδελφό μου. Γιατί γίνονται όλα αυτά; Για ποιο λόγο; Γιατί ήθελε να μας «σώσει» αυτός ο Πούτιν; Ζούσαμε μια χαρά. Αγοράσαμε και αμάξι. Ο θείος Κόλια είπε ότι θα μου μάθαινε να οδηγώ. Τώρα πάει και ο θείος Κόλια, κάηκε και το αμάξι. Και το διαμέρισμά μας, πάει κι αυτό.

…Θέλω να πεθάνω, μα δεν μπορώ.

…Να αγκαλιάζετε τα παιδιά σας. Συνέχεια. Αλλιώς, μπορεί να φύγετε, να χαθείτε, κι αυτά να μην μπορούν να θυμηθούν τη μυρωδιά σας. Αν τύχει και σωθώ και κάνω κι εγώ παιδιά κάποτε, δεν θα τα αφήνω από την αγκαλιά μου.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ