COVID 19

Γιώργος Παππάς: Ο γιατρός που μίλησε πρώτος για την πανδημία

Τι μάθαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια για τις πανδημίες, και πώς θα αποφύγουμε τα χειρότερα την επόμενη φορά

Κυριάκος Αθανασιάδης
22’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Γιώργος Παππάς - Covid19: Μια μεγάλη συζήτηση με τον γιατρό, μέλος της Εθνικής Επιτροπής Εκτάκτων Συμβάντων Δημόσιας Υγείας, τέσσερα χρόνια μετά την πρώτη φορά

Πριν από τέσσερα ακριβώς χρόνια, σαν σήμερα, είχα την ευκαιρία να μιλήσω με τον Γιώργο Παππά (θυμίζω: είναι παθολόγος, ερευνητής ζωονόσων, επιδημιολογίας λοιμώξεων και ετοιμότητας απέναντι σε προκλητές και φυσικές επιδημίες, και πλέον μέλος της Εθνικής Επιτροπής Εκτάκτων Συμβάντων Δημόσιας Υγείας) για τον κορωνοϊό. Η συζήτηση δημοσιεύτηκε υπό τον φαινομενικά βαρύγδουπο τίτλο: «Κορονοϊός: Μία μεγάλη συζήτηση με έναν ειδικό». Ακούγεται κάτι συνηθισμένο — δεν είναι: ήταν η πρώτη κουβέντα που έγινε για το θέμα στην Ελλάδα. Θυμίζω, ήταν 26 Ιανουαρίου του 2020: θα έπρεπε να περάσουν δύο ολόκληροι μήνες από τότε για να κινητοποιηθούμε «πανεθνικά».

Έκτοτε μίλησα πολλές φορές με τον Γιώργο Παππά για το θέμα, από διάφορα Μέσα. Και βέβαια, τον παρακολουθούσα και τον παρακολουθώ ανελλιπώς: τόσο μελετώντας τα Ημερολόγια Κορωνοϊού που δημοσιεύει τακτικά, όσο και τις λοιπές δημόσιες παρεμβάσεις του. Και βέβαια διαβάζοντας το βιβλίο του, «Οι επόμενες δύο εβδομάδες θα είναι κρίσιμες» (Εκδόσεις Διόπτρα).

Απευθύνθηκα πάλι στον γιατρό χθες, για να θυμηθούμε μαζί εκείνες τις τρομερές πρώτες ημέρες, για να μου πει τι συνέβη έκτοτε, πού βρισκόμαστε σήμερα, και τι μέλλει γενέσθαι αύριο. Αλλά και τι πρέπει να κάνουμε —εμείς, η πολιτεία—, για να μην περάσουμε τα ίδια την επόμενη φορά, που με βεβαιότητα θα υπάρξει.

Τον ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου για τον χρόνο του. Κι αυτό δεν είναι η πρώτη φορά που το λέω. Ακολουθεί ένα μεγάλο κείμενο. Διαβάστε το:

* * *

Α.Κ.: Λοιπόν, γιατρέ, πέρασαν τέσσερα χρόνια από εκείνη την πρώτη φορά.

Γ.Π.: Δεν ξέρω πόσο εύκολα μπορείτε να πάτε πίσω, στον προ-πανδημικό χρόνο, εγώ όχι ακόμη. Θυμάμαι καλά πάντως την αισιοδοξία μου ότι την ελέγχουμε την κατάσταση, σιγά μην καταστραφεί ο κόσμος, αλλά και την ανησυχία, την αίσθηση ότι καθυστερούμε ασυγχώρητα, ότι κάτι χάνουμε. Τις ίδιες εκείνες μέρες άκουγε κανείς, από υπεύθυνα χείλη θυμίζω, «ασχοληθείτε με τη γρίπη, δεν είναι μεταδοτικός αυτός ο κορωνοϊός, είναι θωρακισμένη η χώρα»…

Α.Κ.: Πώς ήταν για εσάς αυτά τα τέσσερα χρόνια; Τα πιο πολλά τα βλέπουμε και στο βιβλίο σας, αλλά αν θέλαμε να χωρίσουμε σε τέσσερα κεφάλαια, τέσσερα έτη, αυτό το διάστημα, τι τίτλους θα βάζαμε; Και πώς θα συνοψιζόταν το καθένα τους;

Γ.Π.: Ένας τίτλος, πολλές στιγμές: Postcards from the Edge. Καρτ-ποστάλ ανησυχίας τις πρώτες μέρες, δέους όταν βλέπαμε τα φέρετρα στην Ιταλία, αισιοδοξίας για τον επιστημονικό θρίαμβο των εμβολίων, βαθύτατης ανακούφισης όταν εμβολιάστηκε και η Άννα, οδύνης που δεν έχω ξεπεράσει ακόμη όταν χάθηκαν δικοί μου άνθρωποι που δεν πρόλαβαν να εμβολιαστούν, απορίας με την αποσιώπηση των στοιχειωδών μέτρων από ένα σημείο και μετά, έκπληξης (και μετά πικρού γέλιου) όταν μου χτυπούσαν την πόρτα απειλώντας με να με κρεμάσουν μετά τη νέα δίκη της Νυρεμβέργης επειδή έβαλα τον κόσμο να κάνει εμβόλιο, ανακούφισης που σε κάθε πρωτοχρονιάτικο τραπέζι είμαστε, η ευρύτερη οικογένεια, όλοι εδώ.

Α.Κ.: Μπήκατε πρώτος ίσως στο παιχνίδι της ενημέρωσης του κόσμου. Πόσο χρόνο ήθελε αυτό; Και τι κόπο συνεπαγόταν; Στο μεταξύ είχατε και το ιατρείο, και όλες τις άλλες επαγγελματικές και επιστημονικές υποχρεώσεις σας. Και βέβαια την οικογένεια, φίλους και συγγενείς, κάποιο χρόνο με τον εαυτό σας, όλα αυτά. Γεμάτη ημέρα…

Γ.Π.: Το να διαβάζω για τα του κορωνοϊού θα συνέβαινε έτσι κι αλλιώς, λόγω προσωπικού ενδιαφέροντος. Όσο αυξήθηκε η διαθέσιμη πληροφορία, όσο έγινε το διακύβευμα σημαντικότερο, έγινε και το διάβασμα περισσότερο. Ευτυχώς κοιμάμαι λίγο, ευτυχώς διαβάζω γρήγορα, ευτυχώς μπορώ να διαχωρίσω την ήρα από το σιτάρι στα άρθρα. Στο τελευταίο βοηθά η εμπειρία χρόνων ως μέλος συντακτικών ομάδων ή κριτής μεγάλων επιστημονικών εντύπων — εύκολα καταλαβαίνω τη σημασία ή τις παγίδες ενός επιστημονικού άρθρου. Συν την πολλή λογοτεχνία που σε βοηθά να υποψιάζεσαι τη λογοκλοπή, αυτή την ύποπτη αλλαγή ύφους. Ευτυχώς η γυναίκα μου και τα παιδιά μου θεωρούν αξιόλογο αυτό που κάνω, ευτυχώς ζω στα Ιωάννινα και δεν χάνω χρόνο στις μετακινήσεις, δυστυχώς δεν τελειώνουν οι ταινίες και τα βιβλία που θέλω να δω και να διαβάσω.

Από την πρόσφατη συζήτηση για τις ζωονόσους με μαθητές του Αρσάκειου Γυμνασίου Ιωαννίνων

Α.Κ.: Βγαίνατε και σε κάτι μικρά ιντερνετικά ραδιόφωνα τότε, πολύ πριν αρχίσει η «μόδα» της συζήτησης στα δελτία ειδήσεων των μεγάλων καναλιών με τους «ειδικούς». Και ενημερώνατε τον κόσμο, ή τέλος πάντων όποιον ήθελε να ακούσει. Και φυσικά ξεκινήσατε και τα πασίγνωστα πλέον Ημερολόγια Κορωνοϊού.

Γ.Π.: Θυμάμαι τα τέλη Μαΐου του 2020 να σφυρίζουμε λήξη πρώτου ημιχρόνου στο ραδιόφωνο του Amagi, όλο αισιοδοξία. Δεν αρνήθηκα σχεδόν καμία πρόσκληση να ενημερώσω, παρά μόνο ελάχιστες που δεν έβγαιναν χρονικά (ή αν ήθελαν μαγνητοσκόπηση, πικρή εμπειρία από τη μόνη φορά). Θυμάμαι βέβαια αδειάσματα από πρωινές εκπομπές μεγάλων καναλιών, έχω δει καθηγητές πανεπιστημίου να διαβάζουν τα ημερολόγια κορωνοϊού ως δικά τους στη δημόσια τηλεόραση, έχουν χαθεί άρθρα ή συνεντεύξεις στον δρόμο προς τη δημοσίευση. Κάποιοι με αγαπούν, κάποιοι δεν ξέρουν πως υπάρχω, ακόμη και στα ΜΜΕ της πόλης μου. Κάποια ημερολόγια έγιναν viral, άλλα τα διάβασαν συγγενείς και φίλοι.

Α.Κ.: Άξιζε τον κόπο; Θα το ξανακάνατε αν άρχιζαν όλα από την αρχή;

Γ.Π.: Φυσικά, ίσως να έκανα και κάποια περισσότερα, για παράδειγμα τα ημερολόγια στο twitter στα αγγλικά. Γεννήθηκαν ωραίες επιστημονικές συνεργασίες εκεί, πριν γίνει Χ το πτηνό.

Α.Κ.: Αλήθεια όμως, το ότι βγήκατε από την αρχή, ή μάλλον ΠΡΙΝ από την αρχή, και φωνάζατε για προστασία, μέτρα κλπ., πώς να το πω, εκτιμήθηκε από κάποιους θεσμούς;

Γ.Π.: Το να πει κάποιος ότι «Ο Παππάς τα είπε από νωρίς» δεν σημαίνει κάτι, θα προτιμούσα να μη δικαιωνόμουν και να μην είχαμε πανδημία.

Α.Κ.: Σωστά… Έχω την εντύπωση πάντως πως όλοι μάθαμε πολλά αυτό το διάστημα. Και δεν εννοώ μόνο για τους ιούς. Μάθαμε πολλά για το πώς διαχειριζόμαστε περίεργες καταστάσεις, τι σημαίνει να ζει κανείς με ρίσκο, πόσο δύσκολα, και αργά, κυκλοφορεί η αλήθεια, και πόσο αστραπιαία διασπείρεται το ψέμα. Και πολλά άλλα τέτοια.

Γ.Π.: Ε, ναι. Οφείλουμε να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας την ευτυχία τού να έχουμε μεγαλώσει και ζήσει σε συνθήκες ειρήνης και σχετικής ευημερίας. Δεν μας βομβαρδίζει κανείς, απολαμβάνουμε τα στοιχειώδη της δημόσιας υγείας και πρόνοιας, θεωρούμε φυσιολογικό να πεθαίνουν οι γονείς πριν τα παιδιά τους, να μπορούμε να βγούμε έξω, να μπορούμε να πούμε ό,τι θέλουμε χωρίς να μας μαντρώσει κανείς και να αρχίσει να μας δέρνει στην καλύτερη. Το πόσο πολύτιμο είναι αυτό το καταλαβαίνει κανείς όταν δεν μπορεί να εξασκήσει με ασφάλεια τις στοιχειώδεις ελευθερίες. Αλλά θα διαφωνήσω, ΔΕΝ μάθαμε πόσο γρήγορα τρέχει το ψέμα, έχουμε πρόβλημα εκεί.

Α.Κ.: Μάλιστα… Ας μείνουμε σ’ αυτό. Στο ψέμα: ήταν τα fake news ο μεγαλύτερος εχθρός των ανθρώπων της ενημέρωσης;

Γ.Π.: Όχι. Τα fake news βρήκαν χώρο για να επιδράσουν. Η απουσία εγγραμματοσύνης, που προϋπήρχε και κανείς δεν ασχολείται δυστυχώς μαζί της, ήταν το πρόβλημα. Η τάση μας να εντυπωσιαζόμαστε από φανταχτερούς τίτλους για θαυματουργά (ή θανατηφόρα από την άλλη) σκευάσματα. Ο περιορισμένος αριθμός ικανών δημοσιογράφων υγείας. Η απουσία από τον δημόσιο λόγο επιστημόνων με ταλέντο ή γνώση στην εκλαΐκευση της πληροφορίας. Η παρουσία, αντίθετα, θεσμικών επιστημόνων που γλυκάθηκαν από τη δημοσιότητα και έπιασαν καθημερινό στασίδι στις οθόνες και τα μικρόφωνα, αδιάβαστοι αλλά αυτάρεσκοι, έτοιμοι θαρρείς πια για το επόμενο Dancing With The Stars. 

Α.Κ.: Θα επιμείνω λίγο ακόμα: τελικώς ποιες είναι οι κυριότερες «φυλές» αυτών που διασπείρουν τα ψέματα;

Γ.Π.: Η διασπορά ψευδών για θέματα υγείας υπήρχε και πριν την πανδημία, έχει αναλυθεί και η προέλευσή τους. Αν ένα θέμα προκαλεί κοινωνική αναταραχή σε μια κοινωνία όπου επιτρέπεται η ελεύθερη έκφραση της γνώμης του καθενός, τότε κάποιοι εκμεταλλεύονται αυτό το θέμα για να προκαλέσουν αποσταθεροποίηση. Συγκεκριμένες χώρες επιθυμούν να δουν αδύναμες δυτικές κοινωνίες, και ο τρόπος με τον οποίο διακινήθηκαν ψεύδη οδήγησε αποδεδειγμένα σε αυτές τις χώρες. Υπάρχουν βέβαια και τοπικοί υποστηρικτές τέτοιων χωρών και διακινητές του ψεύδους τους, τους καταλάβαινες όταν εξηγούσαν «ποιο εμβόλιο είναι καλό». Τους βρίσκεις σε πανεπιστήμια, σε ναούς, στο κοινοβούλιο. Εκμεταλλεύονται ανθρώπους που «είδαν φως και μπήκαν» και ονειρεύονται, ίσως όχι αβάσιμα, ότι θα κάνουν πολιτική καριέρα, ανθρώπους που δεν είναι θρησκευόμενοι αλλά θρησκόληπτοι, ανθρώπους που νιώθουν αδικημένοι ή ξεχασμένοι και στους οποίους υπόσχονται μια ιερή αποστολή, σαν να είναι οι Blues Brothers ένα πράγμα. Και υπάρχουν κι αυτοί που βγάζουν χρήμα από την παραπληροφόρηση, πουλώντας το «σωστό θαυματουργό αποτοξινωτικό» μαντζούνι.

Α.Κ.: Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν και εκείνοι που καταλήγουν να δουν τα πράγματα ορθολογικά, χωρίς φόβο, και να πάρουν τις σωστές αποφάσεις. Να προσέχουν, να εμβολιάζονται κ.ο.κ. Πολλοί από αυτούς δεν το έκαναν χάρη σε ένα δελτίο Τύπου ή κάποια ανακοίνωση ή «σύσταση», αλλά από μια συνισταμένη ενημέρωσης. Αυτό είναι μεγάλη ικανοποίηση για εσάς, δεν είναι; Πολλές χιλιάδες άνθρωποι σας άκουγαν και σας διάβαζαν τακτικά.

Γ.Π.: Όταν ξεκίνησα να γράφω ημερολόγια κορωνοϊού, ήταν περισσότερο μια συζήτηση μεταξύ λίγων φίλων. Όσο μεγάλωνε το κοινό, μεγάλωνε και η ευθύνη. Κάθε λέξη γράφτηκε μετά από πολλή σκέψη, και κάθε άρθρο διαβάστηκε με προσοχή και δεύτερη εκτίμηση. Και σε κάθε αμφισβητούμενο ζήτημα, π.χ. τις όποιες παρενέργειες των εμβολίων, τοποθετήθηκα με βάση τα δεδομένα, χωρίς υπεκφυγές. Οπότε, ναι, νομίζω πως κάποιοι άνθρωποι βοηθήθηκαν στο να έχουν μια στοιχειοθετημένη εικόνα της κατάστασης και να τοποθετήσουν σωστά τον εαυτό τους μέσα στο κρίσιμο αυτό πλαίσιο. Ανακούφιση είναι περισσότερο, για όποια ζωή σώθηκε, όποια αλυσίδα μετάδοσης έσπασε, όποιο long covid αποφεύχθηκε.

Α.Κ.: Η αναγνωρισιμότητα; Πώς τη χειριστήκατε;

Γ.Π.: Όπως και κάποιοι άλλοι εξαιρετικοί άνθρωποι που έδωσαν και δίνουν αγώνα ενημέρωσης για την πανδημία, δεν μπήκα στη φάση αυτή της ενημέρωσης με στόχο οφέλη. Είχα ήδη κάνει πολλά πράγματα που κάλυψαν τον προσωπικό επιστημονικό εγωισμό μου, έγραψα ως πρώτο όνομα στα κορυφαία περιοδικά του κόσμου, το New England Journal of Medicine, το BMJ, το JAMA, σε όλα τα μεγάλα περιοδικά λοιμώξεων αλλά και σε σημαντικές έρευνες μαζί με δημοσιογράφους βραβευμένους με Πούλιτζερ, εκατοντάδες άνθρωποι ήρθαν να με ακούσουν να μιλάω σε απίθανες ώρες σε κορυφαία διεθνή συνέδρια, είναι το τηλέφωνό μου στη γρήγορη κλήση κορυφαίων διεθνών επιστημόνων, από αυτούς που παίρνουν αποφάσεις, είμαι πολύ ψηλότερα σε αυτή τη λίστα του Stanford που διακινείται ως απόδειξη αξίας από πολλούς προβεβλημένους πανεπιστημιακούς, ηγούμαι μιας σημαντικής ομάδας εργασίας στη Διεθνή Εταιρεία Αντιμικροβιακής Θεραπείας.

Όλα αυτά δεν τα έχω προβάλει ποτέ, ακόμη και όταν κάποιοι μίλησαν, αγνοώντας τα ακούσια ή εκούσια, για «γιατρούς του internet». Πρώτη φορά τα λέω μαζεμένα εδώ. Στο ιατρείο μου φιλοδοξώ να παραμείνω λοιπόν και να συνεχίσω τα όποια ερευνητικά πράγματα που έκανα και πριν. Δημοσιεύω πλέον μόνο όταν θεωρώ ότι πρέπει να ειπωθεί κάτι αξιόλογο ή πρωτότυπο, όχι για να φτιάξω βιογραφικό, και φιλοδοξώ να συμβάλω ώστε να χρειάζεται να ενημερώνω λιγότερο.

Από την παρουσίαση του βιβλίου του Πάνου Αμυρά «Η Λέσχη του Κακού», στο βιβλιοπωλείο Μωβ Κουκουβάγια

Α.Κ.: Πάμε σε κάτι άλλο. Μας πήγε πίσω όλη αυτή η ιστορία; Δώσαμε πολύ βάρος στον κορωνοϊό (και πολύ καλά κάναμε προφανώς ) αφήνοντας όμως άλλους τομείς της δημόσιας υγείας στην μπάντα;

Γ.Π.: Στις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία υπολόγισαν πως οι διαγνώσεις καρκίνου πήγαν πίσω σημαντικά το πρώτο διάστημα της πανδημίας. Και ότι πρέπει να τρέξουν στην πρόληψη για να καλύψουν αυτό το έδαφος. Πιθανώς κι εδώ ίσχυσε το ίδιο, προφανώς πρέπει να εστιάσουμε στην πρόληψη, σαφώς και οφείλουμε να αντιστρέψουμε το ποιοτικό και ποσοτικό έλλειμμα της δημόσιας υγείας, ξεπερνά την πανδημία αυτή η συζήτηση. Αλλά ας δώσω ένα παράδειγμα επένδυσης στο μέλλον: πάρε τους νέους επιστήμονες υγείας, μετά την αποφοίτησή τους, και στελέχωσε με αυτούς ομάδες κρούσης, που θα προάγουν την πληροφόρηση και την πρόληψη στην κοινότητα, θεραπείες και φροντίδα στο σπίτι, θα παρεμβαίνουν σε θέματα δημόσιας υγείας της καθημερινότητας των οποίων το βάρος επιμένουμε να αγνοούμε, και ταυτόχρονα θα είναι έτοιμες να ενεργοποιηθούν, να προσθέσουν και διαγνωστικές ικανότητες σε κάθε μείζον συμβάν, σε κάποια επιδημία.

Α.Κ.: Πριν… γίνουν όλα αυτά, ας δούμε τι κάναμε μέχρι τώρα: τελικά η Ελλάδα πώς τα πήγε, γιατρέ; Στην αρχή καλά, μετά άσχημα, μετά πάλι καλά, και μετά χειρότερα;

Γ.Π.: Τέλεια στην αρχή, έκλεισε νωρίς, πληροφόρησε με το κατάλληλο δίδυμο. Δεν πληροφόρησε μετά, αποφάσισε να παίξει άμυνα αλλά χωρίς να επενδύσει σε σέντερ μπακ. Εξαιρετικά πήγε ο αρχικός εμβολιασμός. Την υπόλοιπη πορεία όμως δεν την λες επιτυχία, και η αποτυχία αυτή αντικατοπτρίζεται στα ανεπαρκέστατα ποσοστά εμβολιασμού με το επικαιροποιημένο εμβόλιο. Μια λειτουργική πολιτεία και κοινωνία πάει και εμβολιάζεται μόλις ανοίξει το δικαίωμα, βλέπε Δανία. Ανεπαρκέστατη παρέμεινε η πληροφόρηση του κόσμου, κι αυτό ήταν το σημείο-κλειδί. Όταν έχεις απέναντί σου επαγγελματίες ψεύτες που θέλουν για δικούς τους σκοπούς να παραπλανήσουν απλούς ανθρώπους, δεν σε παίρνει να το παίζεις ψηλομύτης ή να αναβάλεις την ενημέρωση επειδή είναι Καθαρά Δευτέρα ή επειδή φοβάσαι την αντιπαράθεση — έχεις πόλεμο, κι αν είσαι θεσμικός επιστήμονας οφείλεις να αναλαμβάνεις όλο το πακέτο.

Α.Κ.: Γιατί ποτέ δεν μας ενημέρωσαν στα καθημερινά δελτία θανάτων πόσοι από τους νεκρούς ήταν ανεμβολίαστοι;

Γ.Π.: Για μεγάλο διάστημα υπήρχε αυτή η πληροφορία και έδειχνε με σαφήνεια τον προστατευτικό ρόλο των εμβολίων. Εδώ και καιρό έχουμε γενικό έλλειμμα στοιχείων, η εβδομαδιαία έκθεση του ΕΟΔΥ δεν μας πληροφορεί για τη γεωγραφική κατανομή των θανάτων, φέρ’ ειπείν — κάτι σημαντικό για να εκτιμήσει κανείς και τους τοπικούς παράγοντες που επέδρασαν αρνητικά στην πανδημία. Κάποια στιγμή, για παράδειγμα, πρέπει να ανοίξει η συζήτηση για τα αίτια της τεράστιας θνησιμότητας από κορωνοϊό, του πρώτου έτους της πανδημίας, στη Βόρεια Ελλάδα. Πολλά έφταιξαν, να τα δούμε κατά πρόσωπο επιτέλους.

Α.Κ.: Καμιά φορά νιώθω πως ζούμε σε εποχή όπου η αφαίμαξη, ας πούμε, θεωρείται σοφή ιατρική πρακτική. Ή το ξεμάτιασμα. Πώς νιώθει ένας γιατρός απέναντι στη συσσωρευμένη άγνοια;

Γ.Π.: Ενίοτε χάνει την υπομονή του. Μερικές φορές νιώθει απόγνωση, ειδικά όταν άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους εξαιτίας αυτής της άγνοιας, αλλά κυρίως όταν οι υποκινητές της άγνοιας παραμένουν ατιμώρητοι. Μετά ξαναρχίζει την προσπάθεια να ενημερώσει, όποιον τείνει ευήκοο ους.

Α.Κ.: Πάμε και στο μέλλον λιγάκι. Πότε να περιμένουμε την επόμενη ΝΕΑ πανδημία;

Γ.Π.: Αύριο ή σε σαράντα χρόνια. Δεν εξαρτάται από εμάς αλλά από το πόσο πιέζουν ανθρώπινες πράξεις την τύχη. Μπορεί ένα παθογόνο να είναι ικανό να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο και να σκοτώνει, αλλά να είναι καταχωνιασμένο στη μέση του πουθενά. Μπορεί να πάμε να το βρούμε και να ξεκινήσουμε μόνοι μας την πανδημία. Ή μπορεί να πέσουμε πάνω του αλλά το κρούσμα μηδέν να πάει σπίτι του, να μη δει κανέναν, και να μη μάθουμε ποτέ από τι γλιτώσαμε. Ή μπορεί κανένας φαντασμένος «επιστήμονας» να κάνει πειράματα και να φάμε το κεφάλι μας όλοι μαζί — η πρόοδος στη συνθετική βιολογία είναι τέτοια, που ασθμαίνοντας συζητάμε για την ανάγκη ανάπτυξης ρυθμιστικού πλαισίου, αλλά έχουμε αργήσει.

Α.Κ.: Αυτό που ακούγεται για τη γρίπη των πτηνών;

Γ.Π.: Μαθηματικά είναι βέβαιο ότι κάποτε θα έχουμε μια νέα πανδημία γρίπης, και αν είναι γρίπη των πτηνών μάλλον δεν θα έχει σχεδόν κανένας ανοσία από παλαιότερη επαφή με άλλα στελέχη γρίπης. Για την περίπτωση αυτή είμαστε σχετικά έτοιμοι, ως και στοκ εμβολίων για τα άτομα πρώτης γραμμής έχουν κάποιες χώρες. Συντονίζεται και η διεθνής κοινότητα. Ένα από τα σημαντικότερα πράγματα στα οποία συμμετέχω ξεκίνησε με ένα webinar που συντόνισα για τη Διεθνή Εταιρεία Αντιμικροβιακής Θεραπείας, όπου ήρθαν σε επαφή οι κορυφαίοι κάθε παραμέτρου της γρίπης των πτηνών, συν σημαντικοί άνθρωποι των διεθνών ΜΜΕ, συν άνθρωποι που παίρνουν αποφάσεις — εξελίσσεται αυτή η συνεργασία, είναι σημαντικό. Όχι μόνο επειδή η γρίπη των πτηνών ενδέχεται να εξελιχθεί κάποτε σε πανδημία, αλλά επειδή είναι το αίτιο μιας πανζωοτίας που τρέχει, εξελίσσεται, σαρώνει και σκοτώνει ζώα και πτηνά σε όλες τις ηπείρους του κόσμου: έφτασε μέχρι την Ανταρκτική πλέον.

Α.Κ.: Θα είμαστε μια στάλα καλύτερα προετοιμασμένοι τότε; Ή θα τα περάσουμε όλα καρμπόν από την αρχή;

Γ.Π.: Δεν αισιοδοξώ ότι μάθαμε κάτι: δεν έχουμε ετοιμάσει πλάνα και νομικά πλαίσια αντιμετώπισης της παραπληροφόρησης, δεν έχουμε εφαρμόσει ευρέως τις καινοτομίες και γνώσεις της τρέχουσας πανδημίας (π.χ. καθαρός αέρας), δεν έχουμε επιτύχει σε παγκόσμιο επίπεδο την ανάπτυξη ενός παρεμβατικού κανονιστικού πλαισίου που δεν θα θυσιάζει σε πρόσκαιρα οικονομικά οφέλη και πολιτικούς υπολογισμούς την αποτροπή της εξάπλωσης των πανδημιών, δεν κάναμε αγαπητή και κατανοητή την επιστήμη στον κόσμο — να πω κι άλλα;

Να πω: εξακολουθούμε να μην κατανοούμε ότι ο χειρισμός κάθε πανδημίας είναι ένα μια κοινωνική πράξη. Την πρώτη φορά που παρουσίασα σε διεθνές συνέδριο ένα attack scenario, πριν πολλά χρόνια στο Logrono της Ισπανίας, οι παρόντες υπεύθυνοι του CDC παραξενεύτηκαν (και μετά υιοθέτησαν) τις κοινωνικές παραμέτρους που έβαζα: δεν είναι όλα μαθηματικά μοντέλα — τι θα γίνει για παράδειγμα αν κάνουν απεργία εν μέσω επιδημίας οι νοσηλευτές, τι θα γίνει αν προκύψει πλιάτσικο στα φαρμακεία, τι θα γίνει αν βγει ο διασημότερος επιστήμονας του κόσμου και πει, «Μην αγχώνεστε, γριπούλα είναι». Σε μεγάλο βαθμό οι Αμερικανοί τα λαμβάνουν πλέον υπόψη τους αυτά, παίρνουν και τηλέφωνο έκτοτε, προς τιμήν μου, αν έχουν απορίες. Οι Αμερικανοί.

Α.Κ.: Πάντως δεν θα φτάσουμε στο σημείο να μας φάνε τα ζόμπι μετά από μια έξαρση δεν ξέρω κι εγώ ποιας επιδημίας, έτσι δεν είναι;

Γ.Π.: Σε λίγες μέρες θα δημοσιευθεί στο Εmerging Infectious Diseases, το επίσημο επιστημονικό περιοδικό του CDC, ένα άρθρο που γράψαμε με την καθηγήτρια μικροβιολογίας, τη Γεωργία Βρυώνη, για το πόσο πιθανό είναι να υπάρξει ποτέ πανδημία τύπου The Last of Us, και γενικότερα από μύκητες ή παθογόνα που σε κάνουν ζόμπι. Η συνοπτική απάντηση είναι ότι δεν είναι πιθανό τέτοιο σενάριο, θέλει αιώνες εξέλιξης των μυκήτων. Τώρα, αν είναι καλό να έχουμε κανένα πλάνο ετοιμότητας για τέτοια περίπτωση, μην και πειραματιστεί κανένας παλαβός με τον ιό της λύσσας; Η απάντηση είναι ναι, για όλα τα worst case πρέπει, κι ας είναι καταχωνιασμένα κάπου.

Α.Κ.: Είστε εδώ και λίγες εβδομάδες μέλος της «επιτροπή λοιμωξιολόγων», επί το ακριβέστερον Εθνική Επιτροπή Εκτάκτων Συμβάντων Δημόσιας Υγείας. Τι σημαίνει αυτό για εσάς και για πόσο καιρό θα υπάρχει αυτή η επιτροπή;

Γ.Π.: Προφανώς είναι τιμή, είναι και ευθύνη, τη διάρκεια της επιτροπής ή του χρόνου συμμετοχής μου σε αυτή τη γνωρίζουν άλλοι. Προφανώς και όσα πρεσβεύω δημόσια τα υποστηρίζω κι εκεί με πάθος, και με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη βιβλιογραφική τεκμηρίωση. Προφανώς και κατανοώ ότι δεν συμφωνούν όλοι με τις απόψεις/προτάσεις μου, χωρίς αυτό να με πτοεί. Θεωρώ πως οφείλουμε να στεκόμαστε απέναντι στον εφησυχασμό και να έχουμε πάντα το νου μας ΚΑΙ στο μεθαύριο, όχι μόνο το αύριο: η πανδημία είναι μια αφορμή, αλλά κι ένα μάθημα, για να κινητοποιήσουμε σημαντικές παραμέτρους της δημόσιας υγείας. Το θέμα του καθαρού αέρα των εσωτερικών χώρων ιδιαίτερα μπορεί να αποτελέσει υγειονομική επανάσταση, και αν κάποιος δεν πείθεται από εμένα ας αναζητήσει την εισήγηση του Jeremy Farrar, του βασικού επιστήμονα του ΠΟΥ, στο πρόσφατο σχετικό συνέδριο του ευρωπαϊκού κλάδου του ΠΟΥ. 

Το καλύτερο που μπορούσα να κάνω λοιπόν, πέρα από το να υπενθυμίζω όπου σταθώ κι όπου βρεθώ τη σημασία αυτού του καθαρού εσωτερικού αέρα, ήταν να καταθέσω κι έναν φάκελο, με εκτεταμένη βιβλιογραφία, προπανδημική και πανδημική, για το θέμα, στους αρμόδιους. Η φετινή χειμερινή περίοδος έχει χαθεί δυστυχώς. Αλλά είναι ένα θέμα για το οποίο δεν θα ησυχάσω μέχρι να προχωρήσει. Αυτό, και η φροντίδα των ασθενών με long covid.

Α.Κ.: Αλήθεια, τι γίνεται με το long covid;

Γ.Π.: Η κατάσταση long covid εξακολουθεί να είναι παραγνωρισμένη — πολλοί επαγγελματίες υγείας δηλώνουν πως ασχολούνται μαζί του, ενώ ουσιαστικά κάνουν απλή πνευμονολογική παρακολούθηση νοσοκομειακών ασθενών. Ολοκληρώνω έναν αντίστοιχο φάκελο για να κατατεθεί στους αρμοδίους, αναζητώ τρόπους να αυξηθεί η γνώση του γενικού κοινού γι’ αυτό (ώστε να εκμηδενιστεί το κοινωνικό και επιστημονικό gaslighting απέναντι στους ασθενείς), και πιθανές λύσεις για τη δημιουργία ενός δικτύου υγειονομικών με γνώση, που να μπορούν να αναγνωρίσουν τους ασθενείς και να τους προσανατολίσουν. Σιγά-σιγά προχωρά και η επιστήμη παγκοσμίως στο θέμα, είναι μια εποχή που αισιοδοξώ πως πολλά πράγματα αποσαφηνίζονται, και θα ανοίξουν θεραπευτικές οδοί.

Α.Κ.: Πάμε σε κάτι άλλο. Το βιβλίο πώς πήγε; Και τι feedback είχατε, τόσο από το γενικό κοινό, όσο και από συναδέλφους;

Γ.Π.: Από την αρχή θεωρούσα ότι κανείς δεν θα ήθελε να επανέρθει, μέσα από ένα βιβλίο, στις κατάμαυρες μέρες της πανδημίας, με όσο χιούμορ (ή απόπειρα χιούμορ) και επιστημονική διάθεση και να το προσέγγιζε κανείς. Ήταν και περιορισμένη η δυνατότητα παρουσιάσεων, γιατί προφανώς δεν μπορείς να παρουσιάσεις ένα βιβλίο για την πανδημία σε κλειστούς χώρους ενώ ο ιός κυκλοφορεί ανεξέλεγκτα. Άκουσα όμορφα λόγια από αρκετούς, είτε απλούς ανθρώπους είτε επιστήμονες και δασκάλους που σέβομαι, διάβασα και διασκεδαστικά δριμύτατα κατηγορώ από ανθρώπους που εξακολουθούν να κωφεύουν απέναντι στους νεκρούς της πανδημίας (ή επωφελούνται από την άρνηση αυτών) και απαιτούσαν να μην υπάρχει το βιβλίο σε βιβλιοπωλεία — τα αναμενόμενα!

Α.Κ.: Η ιατρική λογοτεχνία, ή μάλλον το ιατρικό autofiction, κάνει γενικά μεγάλη επιτυχία. Σκέφτεστε να το κάνατε, άσχετα από τον κορωνοϊό;

Γ.Π.: Πρόσφατα συζητούσα (για τη γρίπη των πτηνών) με τον David Quammen, δημοσιογράφο και συγγραφέα που κάνει εξαιρετική εκλαϊκευμένη επιστήμη, κυκλοφόρησε στη διάρκεια της πανδημίας και στην Ελλάδα το Spillover, που εξηγεί εκπληκτικά το γιατί όλο και προκύπτουν νέα παθογόνα και πώς επιδρούν στην ιστορία. Θα ήθελα να το έχω γράψει εγώ αυτό το βιβλίο, υπερκαλύπτει και τον βασικό τομέα των ενδιαφερόντων μου. Υπάρχει ένα άλλο βιβλίο μισογραμμένο στο μυαλό μου, αλλά θέλει αρκετή παράπλευρη εργασία ακόμη, και χρόνο, είναι ιδιαίτερο το θέμα.

Α.Κ.: Πριν κλείσουμε, να μας πείτε και δυο λόγια —αν και υποθέτω ότι τα επαναλαμβάνετε συνέχεια— τι να κάνουμε από εδώ και πέρα; Εμβολιασμό, προστασία με καλή μάσκα σε κλειστούς χώρους, καλό εξαερισμό στις σχολικές αίθουσες και όχι μόνο… τι άλλο;

Γ.Π.: Ατομικά, αυτά που σημειώνετε, να επικαιροποιούμε την ανοσία μας (κι αυτό γίνεται με εμβολιασμό), και δεν αναφέρομαι μόνο στον κορωνοϊό, να προσέχουμε την ποιότητα του αέρα που αναπνέουμε εφόσον κυκλοφορούν παθογόνα με σημαντική νοσηρότητα (και ο κορωνοϊός δεν είναι δυστυχώς εποχιακός), να ελέγχουμε τυχόν συμπτώματά μας και να φροντίζουμε να μην εκθέτουμε άλλους.

Ως κοινωνία, να αγαπήσουμε την επιστήμη και να αναζητούμε την πληροφόρησή μας με επιφύλαξη. Να απαιτήσουμε για το σύνολο ό,τι εφαρμόζεται σε συγκεκριμένους χώρους: για παράδειγμα, έχει στο κοινοβούλιο ή σε γραφεία πολιτειακών παραγόντων καθαριστές αέρα; Αν ναι, πολύ σωστά έχει, όμως οφείλει να εφαρμοστεί παντού, σε σχολεία, εργασιακούς χώρους, παντού. Δεν (πρέπει να) υπάρχουν πατρίκιοι και πληβείοι στη δημόσια υγεία.

Οι επιστήμονες από την άλλη να κατανοήσουμε ότι εξακολουθούμε να θεωρούμαστε η πλέον αξιόπιστη πηγή πληροφόρησης από το ευρύτερο κοινό, αλλά με ταχεία τάση απαξίωσης του αντικειμένου μας, της επιστήμης, και ημών φυσικά. Η λύση είναι μία, είναι κάτι στο οποίο επιμένω σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας. Να μη νιώθουμε ελίτ, να βγούμε σε όλα τα ΜΜΕ, να βγούμε στον αληθινό κόσμο εκεί έξω, να κατανοήσουμε πόσο εύκολα κολλάς στα μέσα μαζικής μεταφοράς που μπορεί εμείς να μη χρησιμοποιούμε, να δούμε πώς θα παρέμβουμε στα πηγαδάκια της γειτονιάς, στα καφενεία, τους εξωραϊστικούς συλλόγους, τα προαύλια των εκκλησιών — οι επαγγελματίες της παραπληροφόρησης γνωρίζουν καλά πως εκεί μπορούν να φυτέψουν σπόρους αμφιβολίας και ψεύδη.

Η πολιτεία, τώρα, να μη φοβάται να συγκρουστεί με όλους αυτούς που διασπείρουν ψεύδη. Να απαιτήσει από το άβατο της ακαδημαϊκής κοινότητας να τελειώσει τους ψεύτες (ή άσχετους, ένα από τα δύο) εντός της, άλλωστε η πολιτεία τους μισθοδοτεί — υπάρχουν σχεδόν σε όλα τα εγχώρια πανεπιστήμια τέτοιοι παραπληροφορητές και κρύβονται πίσω από το «ακαδημαϊκό άσυλο». Να ξανασκεφτεί η πολιτεία, με αφορμή την πανδημία, την ανάγκη τακτικής επανεκτίμησης της επιστημονικής επάρκειας όλων των επαγγελματιών υγείας: Έλα εδώ, παθολόγε, φαρμακοποιέ, νοσηλευτή, ουρολόγε, επισκέπτη υγείας, έλα να σε εξετάσουμε τι γνωρίζεις από τις επιστημονικές εξελίξεις της τελευταίας 20ετίας. Οφείλει να επικαιροποιείται η γνώση, και να κρινόμαστε γι’ αυτήν. Όποιος το αρνείται, φοβάται.

Και φυσικά πρέπει να πάμε στα σχολεία, σε συνεργασία επιστημόνων και πολιτείας: ένα από τα πράγματα που νιώθω περήφανος που κάνω είναι να ανταποκρίνομαι σε προσκλήσεις γυμνασίων, και να συζητάμε με τα παιδιά για επιστημονικά θέματα, την πανδημία, τις ζωονόσους — είναι ιδιαίτερη η ματιά των παιδιών, είναι διδακτική η αλληλεπίδραση για όλους μας.

Α.Κ.: Θερμές ευχαριστίες για όλα, γιατρέ. Και προσωπικά, και εκ μέρους πολλών.

Απαραίτητη διευκρίνιση: οι απόψεις είναι αυστηρά προσωπικές, και δεν υπάρχει οποιαδήποτε σχέση με φαρμακευτικές εταιρείες

Ο γιατρός Γιώργος Παππάς

* * *

Αυτά είπαμε χθες με τον γιατρό Γιώργο Παππά. Ας μου επιτραπεί αμέσως παρακάτω να βάλω μερικά αποσπάσματα από εκείνη την πρώτη, ιστορική ας μου επιτραπεί, συζήτηση. Μια συζήτηση που, βέβαια, βασίστηκε στα στοιχεία που ήταν γνωστά έως το μεσημέρι της Κυριακής 26 Ιανουαρίου 2020. Νά λοιπόν αυτά τα αποσπάσματα — ο αναγνώστης θα διαπιστώσει πως ήδη γνωρίζαμε σχεδόν τα πάντα, όλα εκείνα που μέσα στον επόμενο ένα-ενάμιση χρόνο θα γίνονταν κοινός τόπος. (Ή έστω τα γνώριζε εκείνος). Από τότε:

Η εγρήγορση δικαιολογείται επειδή ακριβώς πρόκειται για κάτι νέο. Δεν τον γνωρίζαμε, δεν γνωρίζουμε επαρκώς πώς συμπεριφέρεται, πόσο επιθετικός είναι, πόσο μεταδοτικός είναι, πόσο θανατηφόρος είναι, δεν γνωρίζουμε αν απαντά σε κάποιο φάρμακο (από τα υπάρχοντα μάλλον όχι), δεν έχουμε εμβόλιο για να προφυλαχτούμε. Περαιτέρω, επειδή προέρχεται από την Κίνα και υπάρχει ένας ιστορικά δικαιολογημένος φόβος ότι δεν έγινε/γίνεται καλή επιδημιολογική επιτήρηση, και, κυρίως, επειδή είναι ένας κορονοϊός, ξαδερφάκι του ιού SARS που απείλησε με θανατηφόρα πανδημία το 2002-2003 (η ανεπαρκής κινεζική επιτήρηση που μόλις αναφέραμε). […]

Ξέρουμε λοιπόν ότι όλα τα πρώτα κρούσματα είχαν άμεση σχέση με μια υπαίθρια αγορά ψαριών και εξωτικών εδεσμάτων στην πόλη Wuhan. Εκεί κυκλοφορούσαν/ψώνιζαν/εργάζονταν όλα τα πρώτα κρούσματα. Αλλά δεν ξέρουμε ακόμη τι ακριβώς έκαναν εκεί, για παράδειγμα αγόρασαν και έφαγαν σαλάτα νυχτερίδας με εντράδα φιδιού και σος από άγρια γαλή της Τάκλα Μακάν όλοι; Θα μπορούσε για παράδειγμα να ΜΗ φταίει κάποιο ζώο, αλλά να είχε εξαρχής τον ιό κάποιος άνθρωπος και να άρχισε να μεταδίδει σε όποιον βρισκόταν μπροστά του. Αυτό που είναι υπέρ της ζωικής προέλευσης είναι ότι ο ιός εμφανίζει σημαντική γενετική ομολογία με άλλους γνωστούς κορονοϊούς που βρίσκουμε μόνο στις νυχτερίδες. Πώς μεταφέρθηκε στον άνθρωπο τώρα; Άμα τρως νυχτερίδες… Με την άμεση επαφή ή βρώση με κάποιο από τα ζώα-ξενιστές, είτε τη νυχτερίδα άμεσα, ή κάποιο άλλο άγνωστο ζώο. […]

Από όπου κι αν ξεκίνησε, ο ιός μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο, και αυτό είναι το μείζον πρόβλημα, αυτό είναι και το χαρακτηριστικό του που του δίνει τη δυνατότητα να προκαλέσει πανδημία (υπολογίζεται ότι κάθε ασθενής δυνητικά μολύνει 2 νέους, αν και βρετανικά προγνωστικά μοντέλα φτάνουν αυτό τον αριθμό μέχρι 4). Ξέρουμε πλέον επίσημα ότι ασθενείς από την Wuhan (όπου η αρχική επιδημία) μετέφεραν σε μακρινές πόλεις τον ιό (στο σχετικό αποδεικτικό άρθρο που δημοσίευσε μόλις προχτές το Lancet κόλλησαν τη συμπεθέρα — έτσι χαλάνε οι οικογένειες…), ξέρουμε ότι ασθενείς μπορούν να κολλήσουν τον ιό σε ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό (μόλις χθες είχαμε τον πρώτο θάνατο γιατρού, και να σημειωθεί ότι ειδικά με τον SARS και τον MERS είχαμε μαζικές ενδονοσοκομειακές μεταδόσεις και πολλά θύματα σε εργαζόμενους της υγείας). Το υποθετικά ευχάριστο είναι πως θέλει μάλλον μεγάλα αναπνευστικά σταγονίδια για να μεταδοθεί, να βήξει ή να φταρνιστεί ο άλλος πάνω σου δηλαδή, όχι απλά να αναπνέει κοντά σου. […]

Προκαλεί ιογενή πνευμονία, που μπορεί να οδηγήσει σε αναπνευστική δυσχέρεια και θάνατο. Απ’ ό,τι φαίνεται, αυτοί που κινδυνεύουν είναι άτομα μεγάλης ηλικίας ή με σημαντικά άλλα υποκείμενα ιατρικά προβλήματα. Η μαζική πλειοψηφία των ασθενών διάγει μια ήπια νόσο και γίνεται καλά, η θνησιμότητα ακόμη και τώρα είναι γύρω στο 4%, χαμηλότερη από το SARS και το MERS, και πιθανώς να είναι ακόμη χαμηλότερη. Γιατί τώρα λέμε για 2.000 κρούσματα με 56 θανάτους, αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψη πως υπάρχει σωρεία αδιάγνωστων ασθενών με ήπια συμπτώματα που κυκλοφορούν στην Wuhan και ίσως στην Κίνα εν γένει. […] Το άλλο το σημαντικό που δεν ξέρουμε είναι αν υπάρχουν ασυμπτωματικοί φορείς (έχει αναφερθεί ένας στην οικογένεια με τη συμπεθέρα που λέγαμε) και αν αυτοί οι φορείς, που κυκλοφορούν ακόμη κι ανάμεσά μας, μεταδίδουν τον ιό εν αγνοία τους, καθώς δεν έχουν κάποιο σύμπτωμα που να τους αναγκάσει να πάνε στον γιατρό και να διαγνωστούν. Αν αυτοί μεταδίδουν τον ιό, τότε καμιά καραντίνα δεν μπορεί να τον ελέγξει. […]

Πρώτον, μην πάτε στην Κίνα μέχρι να ξεκαθαρίσει η κατάσταση. […] Δεύτερον, αποφεύγετε τη στενή επαφή με δυνητικούς ασθενείς. Πώς ορίζουμε τη στενή επαφή, είναι το πρώτο ερώτημα: εντός 2 μέτρων σε κλειστό χώρο, για παρατεταμένο διάστημα, χωρίς προστατευτικά μέτρα, όχι απλά μια μάσκα, ή αν βήξει/φταρνιστεί πάνω σου ασθενής ενώ εσύ δεν φοράς προστατευτικά. Στα αεροπλάνα δυο θέσεις ολόγυρα ήταν στην επιδημία του SARS οι κρίσιμες για κίνδυνο μετάδοσης. Το επόμενο ερώτημα είναι όμως πώς θα ξέρεις αν ο διπλανός σου έχει επιστρέψει από τη Wuhan… Εδώ λοιπόν αρχίζει η ευθύνη του κράτους και των διεθνών οργανισμών. Να ανακαλύψει τους δυνητικούς φορείς της νόσου. Θεωρητικά είναι εύκολο, βρίσκεις όσους βρέθηκαν στην προσβεβλημένη κινεζική επαρχία το τελευταίο 14ημερο πριν την εφαρμογή καραντίνας και τους παρακολουθείς συστήνοντάς τους να αποφύγουν τις πολλές δημόσιες εμφανίσεις. Αν δεν νοσήσουν (και αν δεν υπάρχουν ασυμπτωματικοί φορείς που μεταδίδουν), τότε σε 14 ημέρες (το μέγιστο που χρειάζεται για να εκδηλωθεί ο ιός με βάση τα πρώτα στοιχεία) μπορεί το συγκεκριμένο άτομο να θεωρηθεί ασφαλές για τον εαυτό του και τους γύρω του. Προσέξτε όμως: μιλάμε για τεράστιο αριθμό ατόμων: η Wuhan είχε απευθείας πτήση για Παρίσι έξι φορές την εβδομάδα, και για Ρώμη και Λονδίνο από τρεις φορές. Πέρασαν ασθενείς (βλέπε τα γαλλικά κρούσματα), η ελπίδα είναι να μη διέσπειραν τη νόσο. Και εδώ ξεκινάνε τα νέα προβλήματα: η νόσος έχει πλέον δευτερογενή διασπορά και εκτός των συγκεκριμένων πόλεων που έχουν μπει σε καραντίνα. Θεωρητικά μπορεί να περάσει ο ιός στην Ευρώπη και τις άλλες ηπείρους με πτήση από Πεκίνο ή Σανγκάη ή… Όσο ακραίο κι αν ακούγεται, αν θες αυτή τη στιγμή να εμποδίσεις τη νόσο με ασφάλεια, πρέπει να βάλεις σε καραντίνα όλη τη χώρα. […]

Η καραντίνα ήταν ακραίο μέτρο αλλά απαραίτητο. Πιθανώς όμως όχι αρκετό. Ξαναλέω, αν δεν μπει σε καραντίνα όλη η διακίνηση ατόμων από όλη τη χώρα δεν μπορείς να εξασφαλίσεις την αποφυγή εκτεταμένης διάχυσης του ιού προς τα έξω. Επίσης, όσο κι αν έχει προχωρήσει η επιστημονική επάρκεια των Κινέζων συναδέλφων, ακόμη οι κρατικοί φορείς ΔΕΝ δίνουν επαρκή στοιχεία: δεν είναι ικανοποιητικά τα όσα ξέρουμε εμείς και η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας. Εδώ που τα λέμε, δεν είναι επαρκής η πληροφόρηση της λοιπής Κίνας, εκτός των αποκλεισμένων περιοχών· αν δεις δελτία ειδήσεων και πρωτοσέλιδα επίσημων εφημερίδων, μπορεί και να πιστέψεις πως όλα είναι συνομωσία αντι-μαοϊκής φράξιας.

Ερ.: Είναι δυνατόν να τεθεί μία ολόκληρη μεγαλούπολη σε καραντίνα; Ακραίο μα απαραίτητο είναι, και ανθρωπιστικά υπεύθυνο. Μπορεί να σώσεις εκατοντάδες ζωές έτσι, και επιμένω πως πρέπει να επεκταθεί. Αν μπορεί να επιτευχθεί κάπου, είναι στην Κίνα λόγω καθεστώτος. Ναι, θα μου πεις για τα δικαιώματα των αποκλεισμένων, και ότι «Εγώ, βρε αδερφέ, δεν νοσώ, κάνε μου τεστ και άφησέ με να φύγω, και δεν με νοιάζει αν δεν έχεις εσύ 11 εκατομμύρια τεστ», και θα μου πεις για το ψυχολογικό βάρος των αποκλεισμένων, την αίσθηση της κρισιμότητας που επάγει η καραντίνα, του αβοήθητου, τη θυματοποίηση —θυσιάζομαι εγώ για τους άλλους—, αλλά: οι ακραίες περιπτώσεις απαιτούν και ακραία μέτρα. Και δυστυχώς η Wuhan στην παρούσα στιγμή δεν έχει εξαιρετικές προοπτικές για το μέλλον της, πας εύκολα για τουρισμό εκεί τους επόμενους μήνες/χρόνια;

Ερ.: Πόσο κινδυνεύουμε στην Ελλάδα; Η μόνη ασφαλής μέθοδος είναι να βάλεις σε στενή παρακολούθηση με περιορισμό μετακινήσεων άτομα που εισέρχονται από την Κίνα στην παρούσα φάση. Στην επιδημία του SARS, ένας ασθενής που πήγε από το Χονγκ-Κονγκ στο Τορόντο ήταν ο υπαίτιος για άλλα 128 καναδικά κρούσματα — δεν είναι αστείο… Επίσης, έχουν λέει δοθεί οδηγίες στα νοσοκομεία ώστε να είναι έτοιμα να δεχτούν πιθανά κρούσματα. Ελπίζω να μη ζήσουμε τους τραγέλαφους του 2003 σε ελληνικά νοσοκομεία, αλλά ρωτάω: πόσα τμήματα επειγόντων περιστατικών έχουν ειδικό χώρο διαλογής πριν το τμήμα; Γιατί, αν εγώ γύρισα από την Wuhan και ασθένησα και θέλω να πάω στα νοσοκομεία των Ιωαννίνων, θα πρέπει να μπω στα Επείγοντα, και εκεί να γίνει η διαλογή μου και η απομόνωσή μου, αφού έρθω σε επαφή με διάφορους άλλους ανίδεους ατυχείς ασθενείς. Πόσα ελληνικά νοσοκομεία έχουν κατάλληλο χώρο διαλογής λοιπόν; Ας μη ρωτήσω… Τέλος, όσον αφορά την ελληνική εμπειρία: Μπορεί να μας πει κάποιος υπεύθυνος πόσοι Έλληνες ζουν/βρέθηκαν στις περιοχές υπό καραντίνα; Ασχολήθηκε κανείς μαζί τους; Μπορεί επίσης να μας πει κάποιος υπεύθυνος πόσοι ταξιδιώτες που, βάσει διαβατηρίου, έχουν περάσει από Wuhan τον τελευταίο μήνα, βρέθηκαν μετά στην Ελλάδα με δεύτερη πτήση; Κοινώς, μην αποκλείετε και εγχώριο κρούσμα. Να ευχόμαστε μόνο να είναι κάποιος λογικός και να ειδοποιήσει το νοσοκομείο πριν πάει.

Ερ.: Πόσος χρόνος χρειάζεται για να βρεθεί ένα εμβόλιο; Στην καλύτερη περίπτωση θα μπει σε κλινικές δοκιμές το καλοκαίρι, και θα είναι εγκεκριμένο σε έναν χρόνο — τέσσερα εργαστήρια στον κόσμο αναφέρεται πως ήδη ξεκίνησαν, στη Αυστραλία, στην Johnson & Johnson, στο Saskatchewan του Καναδά και στο Εθνικό Ινστιτούτο Αλλεργιών και Λοιμωδών Νοσημάτων των ΗΠΑ.

Ερ.: Ο συγκεκριμένος ιός, ή κάποιος άλλος μελλοντικά, μπορεί να πλήξει καίρια την ανθρωπότητα; Με τα υπάρχοντα στοιχεία, αυτός ο ιός όχι. Εξαρτάται όμως πώς θα συμπεριφερθεί και ο ιός: ο SARS, για παράδειγμα, εξαφανίστηκε, ευτυχώς, μετά την επιδημία του 2002-2003. Ο MERS, από την άλλη, επιμένει αλλά τοπικά. Μπορεί να γίνει κάτι σαν γρίπη ο νέος ιός, με εμβόλιο και θανάτους ετησίως και παγκόσμια κατανομή. Μπορεί και να μην τον ξανακούσουμε. Να ευχόμαστε όμως ο επόμενος κορονοϊός, ή ο επόμενος ιός εν γένει, να μην είναι ΚΑΙ επιθετικός ΚΑΙ μεταδοτικότατος ΚΑΙ ευπροσάρμοστος/μεταλλάξιμος ώστε να μας ξεφεύγει. Τότε θα βάλει δύσκολα στην επιστήμη. 

Ερ.: Μέχρι τότε, τι πρέπει να κάνουμε; Να εμπιστευόμαστε την επιστήμη, ακόμη και όταν εκφράζεται από τη δυσκίνητη Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας. Να ετοιμαζόμαστε διά παν ενδεχόμενον σε προσωπικό και δομές, κι ας μη χρειαστεί ποτέ: επαναλαμβάνω, στα περισσότερα ελληνικά νοσοκομεία η διαλογή ασθενών γίνεται μέσα στα Επείγοντα. Ήθελα να στείλω ανοσοκατασταλμένο ασθενή στο νοσοκομείο σήμερα και έτρεμα στη σκέψη ότι θα μπει στα Επείγοντα με άλλα 35 κρούσματα γρίπης εκείνη την ώρα.