Αθλητισμος

Ο Άρης και το Κύπελλο: Μία πόλη, μια πιασμένη ανάσα

Μια γουλιά από μια μεγάλη κούπα, για τους ζωντανούς, γι’ αυτούς που έφυγαν, γι’ αυτούς που θα έρθουν, για τον Άλκη, για την πόλη

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
19’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο Άρης και το Κύπελλο: Μία πόλη, μια πιασμένη ανάσα

Άρης: Ώρα τελικού Κυπέλλου και οι Αρειανοί της Θεσσαλονίκης μιλάνε για το μεγάλο παιχνίδι

Σήμερα είναι η μέρα της πόλης μου. Και αύριο θα είναι. Αλλά σήμερα είναι πιο πολύ. Γιατί η πόλη δεν θέλει μόνο να κερδίζει: θέλει και να διεκδικεί. Θέλει να το παλεύει. Να πολεμάει. Γι’ αυτό σήμερα η μέρα είναι της πόλης μου πιο πολύ από όσο θα είναι αύριο, όταν θα έχει προστεθεί ένας ακόμη τίτλος στην κίτρινη τροπαιοθήκη. Γιατί έχουμε μάθει, θέλοντας και μη, πως σημασία σ’ αυτή τη ζωή έχει η αγωνία και το φάγωμα των νυχιών. Και δόξα τω παναγάθω, τα δικά μας είναι φαγωμένα μέχρι τη ρίζα, ματωμένα, φαίνεται το κόκαλο από κάτω.

Σημασία —έχουμε μάθει— έχει το άγχος, ο φόβος, τα βλέμματα που λένε τα δικά τους, οι σιωπές που λένε κι αυτές τα δικά τους. Τέτοια πράγματα. Καλά και τα πανηγύρια, καλά και τα γλέντια. Εννοείται. Μέσα. Αλλά φαντάσου λέει να ήταν το ταξίδι μέχρι τη Σελήνη παιχνιδάκι, και να το ’κανε ο πάσα ένας σε ένα απόγευμα, για βόλτα. Ο Μασκ, ας πούμε. Θα μας άρεσε; Δεν θα μας άρεσε. Σημασία έχει η προετοιμασία, οι αποτυχίες, η κούρσα του διαστήματος, οι πύραυλοι που σκάνε πριν ξεκινήσουν, οι ξανά-μανά αντίστροφες μετρήσεις, και βέβαια οι νίκες του αντιπάλου που μοιάζουν με καρφιά στην καρδιά σου (και τέτοια είναι: καρφιά), μα που εντέλει σε δυναμώνουν και σε πεισμώνουν ακόμη περισσότερο. Μέχρι να σηκωθεί ο πύραυλος.

Οπότε γι’ αυτό. Όλο το Σάββατο θα είναι η μέρα της πόλης μου. Η μέρα του Άρη. Όλοι θα ζούμε με το μυαλό μας σ’ αυτό που είναι να έρθει. (Και θα έρθει). Θα κοιτάμε τη δουλειά μας σαν να ’ναι κάτι ξένο, σε ξένο αλφάβητο, από πολύ μακρινούς ανθρώπους. Ώς αργά τη νύχτα. Κι από αύριο —ή άντε από μεθαύριο—, χορτάτοι, θα επιστρέψουμε στην καθημερινότητά μας. Αλλά είπαμε: χορτάτοι. Και με το μάτι μια στάλα τρελό, και σαλεμένο.

Ξέρετε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, όλοι οι οπαδοί όλων των ομάδων του κόσμου πιστεύουν ακριβώς τα ίδια για την ομάδα τους: ότι είναι ντόμπροι, καθαροί, μαχητές, τίμιοι, κλπ. κλπ. Τέτοια πράγματα. Μια χαρά, γιατί όχι; Και όλοι επίσης πιστεύουν ότι η ομάδα τους, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες του πλανήτη, προχωρά σε ένα μοναχικό μονοπάτι σπαρμένο εμπόδια, δυσκολίες, πέτρινα χρόνια και ούτω καθεξής. Να συμφωνήσουμε και σ’ αυτό, κανένα πρόβλημα. Αλλά (το ξέρω ότι το περιμένατε) υπάρχει και μία τέτοια, που έχει και κάτι παραπάνω: γαϊδουρινή υπομονή. Θα πείτε, υπάρχουν πολλές τέτοιες. Χιλιάδες. Σωστά. Αλλά όλες τους είναι μικρές. Είναι καλές και ιστορικές και παμπάλαιες κάποιες, και καλά θα κάνει κανείς να τις σέβεται (γιατί οι ομάδες είναι ο κόσμος τους, και ο κόσμος είναι ψυχές που κάποιοι ακόμα τις θυμούνται), αλλά μικρές. Πώς να το κάνουμε τώρα. Χωριά και γειτονιές. Συνοικίες και ενορίες. Τέτοια πράγματα.

Κι από την άλλη, είναι ο Άρης. Εκατόν δέκα χρονών, με ένα καταστατικό βγαλμένο από το αύριο, πρώτος στα πάντα στην Ελλάδα (από πρωταθλητής ποδοσφαίρου στο πρώτο πρωτάθλημα που διοργανώθηκε ποτέ, μέχρι ο σύλλογος με τα πρώτα γυναικεία τμήματα στη χώρα), με στρατιές οπαδών που, κατά έναν παράδοξο τρόπο, αυξάνονται συνεχώς αντί να μειώνονται όπως θα το ήθελε μια άλφα λογική, γεννημένος, μεγαλωμένος και παρών στο κέντρο της πόλης, μιας πόλης που είναι η δεύτερη της χώρας, μια μεγαλούπολη πιο μεγάλη από ένα σωρό ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, και διάολε άτιτλος στην μπάλα. Άτιτλος εδώ και πάνω από μισό αιώνα. Αν βρείτε άλλον ΕΝΑΝ τέτοιο, έναν όχι δύο, να μου τον πείτε. Ένας μεγάλος σύλλογος σε μεγάλη πόλη, με αμέτρητους οπαδούς, που οι μισοί και βάλε δεν έχουν δει κύπελλο (για πρωτάθλημα ούτε λόγος: θέλει ολιγάρχη από πίσω για να το πάρεις) παρά μόνο στα επίκαιρα, και που όμως ο κόσμος του, σε πείσμα κάθε λογικής, αυξάνεται και πληθύνεται. (Δεν θα βρείτε, δεν υπάρχει. Ούτε στη Λατινική Αμερική, ούτε στη Νοτιοανατολική Ασία. Ο δεύτερος σαν εμάς έχει πέντε κούπες και δύο πρωταθλήματα. ΔΕΝ έχει άλλον. Ο διάβολος μας έφτιαξε, και μετά έσπασε το καλούπι).

Αυτό το κουσούρι, αυτή η ιδιαιτερότητα, αυτός ο αρειανίδικος εξαιρετισμός είναι που μας ξεχωρίζει από όλους τους άλλους, θέλουμε δεν θέλουμε. Και βασικά δεν το θέλουμε. Σιγά μην το θέλουμε. Χαζοί δεν είμαστε. Αλλά δεν γίνεται αλλιώς. Είναι η μοίρα μας αυτή. Η κιτρινόμαυρη ειμαρμένη. Την αποδέχεσαι, και πας παρακάτω.

Θα το σηκώσουμε και, φυσώντας όλοι μαζί εκείνη την κρατημένη ανάσα, με ένα «αχ…», θα το ανεβάσουμε ψηλά στον ουρανό.

Αλλά κι αυτό το κουσούρι είναι που κάνει να παίζει το μάτι μας πάλι αυτές τις μέρες, και που κρατάμε την ανάσα μας μέχρι κάποια στιγμή απόψε που επιτέλους θα σπάσει η γκίνια, το βουντού και η μαύρη μαγεία και θα το σηκώσουμε και, φυσώντας όλοι μαζί εκείνη την κρατημένη ανάσα, με ένα «αχ…», θα το ανεβάσουμε ψηλά στον ουρανό. Για εμάς τους ζωντανούς, γι’ αυτούς που έφυγαν, γι’ αυτούς που θα έρθουν, για τον Άλκη — για την πόλη.

Σήμερα είναι η μέρα της.

* * *

Ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου όλους τους φίλους που δέχτηκαν σήμερα να γράψουν δυο λόγια για τον Άρη και το Κύπελλο. Διαβάστε τους, είναι ένας κι ένας:

* * *

Άρης: Οι Αρειανοί μιλάνε για τον μεγάλο τελικό Κυπέλλου Ελλάδας

Πάνος Αμυράς, συγγραφέας και δημοσιογράφος, διευθυντής Ελεύθερου Τύπου: Ο μπαμπάς Καλλιθέα. Η μαμά Γιάννενα. Εγώ, Άρης, ανεξήγητα ίσως για ένα παιδί που γεννήθηκε στην Αθήνα και αγάπησε την ομάδα χωρίς να υπάρχει οικογενειακή παράδοση ή συγγενική προτροπή. Μετακόμιση στη Θεσσαλονίκη. Δεκέμβριος 1978, έκτη δημοτικού. Επιτέλους, ο πατέρας πείθεται να πάμε για πρώτη φορά στο γήπεδο. Το ματς Άρης-Γιάννενα, «να δούμε και την ομάδα της μαμάς», το ύστατο επιχείρημα για να καμφθούν οι αντιρρήσεις. Μπαίνουμε Χαριλάου στο πέταλο, απέναντι από την «3». Το κοντράστ του πράσινου χλοοτάπητα και της κίτρινης εξέδρας έμοιαζε με μαγικό χαλί, έτοιμο να ταξιδέψει μια παιδική ψυχή, ευτυχισμένη που αντίκριζε την ομάδα του. Δίπλα στον πατέρα του. Οι ομάδες μπαίνουν, τα χαρτάκια από τους κομμένους «χρυσούς οδηγούς» δημιουργούν τον φανταστικό θόλο για να μοιραστείς άφοβα τη συγκίνησή σου. Η νίκη εύκολη, 3-0, όμως μία στιγμή, μοναδική. Η μπάλα από τον τερματοφύλακα Παντζιαρά αριστερά στον Πάλλα, ο οποίος ανεβαίνει προς τη μεσαία γραμμή και τροφοδοτεί τον Όλε Σκόμποε. Ο Δανός μέσος συγκλίνει στο κέντρο και επιτίθεται, ενώ ο Πάλλας ανοίγεται σε θέση αριστερού εξτρέμ. «Δώσ’ του την μπάλα», κραυγάζει η εξέδρα, όμως ο ξανθομάλλης Σκόμποε ξέρει καλύτερα από όλους τι να κάνει. Κρατάει τη μπάλα, ντριμπλάρει τον αντίπαλο και, όταν το δεξί μπακ των Ιωαννίνων παρατάει τη θέση του για να καλύψει την άμυνα, ο Όλε, χωρίς να βλέπει, πασάρει αριστερά στον ολομόναχο Πάλλα, που σεντράρει ανενόχλητος — κεφαλιά ο Ανανιάδης, γκολ. «Ω, τι παίκτης, ω τι ομάδα». Αυτό ήταν. Αγαπημένος ήρωας: ο Ντίνος Κούης, ελπίζω κάποτε να τον συναντήσω, να του πω πόσο υπερήφανος ένιωσα όταν έβαλε το γκολ με την Εθνική στη Δανία. Πιο δύσκολη στιγμή: Το χαμένο μπαράζ στον Βόλο από τον Ολυμπιακό, όταν όλη η Θεσσαλονίκη πίστευε ότι είχε έρθει η στιγμή να στεφθεί ο Άρης πρωταθλητής. Για έναν Αρειανό που δεν πανηγύρισε ποτέ τίτλο, ο τελικός του Σαββάτου μοιάζει με ένα ταξίδι που δεν τελειώνει ποτέ, αλλά που ξεκίνησε κάποτε στο Χαριλάου, χέρι-χέρι με τον πατέρα του. Εκεί όπου οι στιγμές δεν ξεχνιούνται ποτέ. Μαζί με τους ανθρώπους.

* * *

Χρήστος Γαλιλαίας, Καλλιτεχνικός Διευθυντής Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης, Αναπληρωτής Καθηγητής (Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων): Η δική μας γενιά, η γενιά του Αυτοκράτορα, εθίστηκε στις νίκες λόγω του μπάσκετ. Οι στιγμές που ζήσαμε μοναδικές, οι αναμνήσεις ατελείωτες, τα συναισθήματα μαγικά. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα ραντεβού στην πλατεία της ΧΑΝΘ στις 16:30 για τα παιχνίδια που ξεκινούσαν στις 21:45. Όποιος κατάφερνε να είναι στο Παλέ τις Πέμπτες αισθανόταν ότι είναι ο πιο τυχερός άνθρωπος του κόσμου. Ο Άρης υπήρξε ένα κοινωνικό φαινόμενο που όμοιό του δεν ξανάγινε στην παγκόσμια αθλητική ιστορία, και δύσκολα θα ξαναγίνει. Τρεις φορές πέρασα τον Ατλαντικό για ένα παιχνίδι, για να δω την αγαπημένη μου ομάδα με τον Θεό του πολέμου στην κιτρινόμαυρη φανέλα. Στον Άρη οφείλω τις ωραιότερες στιγμές της ζωής μου. Η μεγάλη μου αγάπη και παντοτινή! Πρόσφατα γιορτάσαμε τα 110 χρόνια του τεράστιου αυτού συλλόγου και ένιωσα δέος και περηφάνια που ανήκω σε αυτή τη μεγάλη οικογένεια. Τώρα έφτασε το πλήρωμα του χρόνου. Ο Άρης σε ένα ακόμα μεγάλο ραντεβού με την αθλητική ιστορία. Για όλους εκείνους που δεν είναι πια μαζί μας… Αρειανάρα, φέρε μας το κύπελλο!!!

* * *

Λιάνα Γερασοπούλου, νευρολόγος: 54 χρόνια από τον τελευταίο τίτλο, 44 από το χαμένο πρωτάθλημα (πάλι) στον Βόλο και 24 ώρες πριν τον τελικό, είναι αδύνατον να περιγράψω το μέγεθος, το βάθος και την πυκνότητα της συσσωρευμένης επιθυμίας που πλημμυρίζει και τυραννάει την καρδιά μου. Το άγχος που προσπαθώ να ελέγξω πλέον ξεχειλίζει και γίνεται σωματικό. Τόσοι χαμένοι τελικοί, τόσες στιγμές ακραίας και μεταφυσικά παράξενης ατυχίας σε ημιτελικούς της πρόσφατης ιστορίας, έχουν συνθέσει ένα πέπλο ηττοπάθειας και μοιρολατρίας από το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να απαλλαγούμε αύριο. Είναι ένα συλλογικό ψυχικό τραύμα που μας απομακρύνει από την επιτυχία, ενώ η επιτυχία είναι η μόνη θεραπεία του. Φαύλος κύκλος με διαστάσεις αρχαίας τραγωδίας και συνέπειες αυτοκαταστροφικές. Αυτό θα παιχτεί αύριο καθώς η μπάλα θα κυλάει στο χορτάρι του άδειου δυστυχώς Πανθεσσαλικού: αν σπάσει, θα σπάσει για πάντα· αν όχι (που δεν υπάρχει αυτή η περίπτωση αλλά λέμε τώρα), θα πονάει κι άλλο. Το ακριβώς αντίθετο φαινόμενο ζούμε στο μπάσκετ, η φανέλα είναι αυτή που βάζει το καλάθι σε στιγμές, όπως π.χ. το τρίποντο του Γιαννάκη, το χτεσινό μπάζερ μπίτερ που μας έφερε στην τετράδα κόντρα σε κάθε λογική, και τόσες άλλες. Μια αντίθεση στα όρια της παράνοιας που τη ζούμε και την τραγουδάμε μόνο εμείς οι Αρειανοί. Ο Άρης για μένα, όπως και για την πόλη μας, είναι ένα ζωντανό και πολύτιμο κεφάλαιο. Πυροδοτεί και συντηρεί ένα ασίγαστο πάθος, ένα ζωηρό ενδιαφέρον, μια σύνδεση με τους άλλους, φίλους και αντιπάλους. Δεν περιμένω το Κύπελλο για να επιβεβαιώσω την αγάπη μου γιατί δεν έχω καμία αμφιβολία ή δισταγμό ακόμα και όταν περίμενα την κατάληξη της μπάλας μετά το σουτ του Βελώνη. Αν το πάρουμε αύριο, θα έχουμε φτάσει στην Ιθάκη. Όμως εγώ νιώθω πλούσια με όσα κέρδισα στον δρόμο, μη προσδοκώντας τίτλους να με δώσει η Ιθάκη. Ο Άρης μ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι κι όσο θα ζω χιλιόμετρα θα γράφω και θα τραγουδώ. Πάμε γερά, Αρειανάρα μου!

* * *

Άγγελος Ιωαννίδης, επιχειρηματίας (Astakos, Kooqie): Εμείς που μεγαλώσαμε στα τέλη των ’80s, αρχές ’90s, μεγαλώσαμε σαν νικητές. Μας πήγαινε ο πατέρας μας στο Αλεξάνδρειο και για χρόνια δεν ξέραμε τι σημαίνει ήττα. Με τα χρόνια το ενδιαφέρον των Ελλήνων φιλάθλων μετατοπίστηκε από το μπάσκετ και πήγε (επέστρεψε; Ίσως…) στο ποδόσφαιρο. Οι νίκες για την ομάδα μου πλέον λιγότερες και οι επιτυχίες με το σταγονόμετρο. Να μην αναφερθώ στις πίκρες και τους χαμένους τελικούς. Ή μάλλον γιατί να μην αναφερθώ; Θα αναφερθώ: Το δοκάρι του Νασίφ Μόρις στην Τούμπα με τον ΠΑΟΚ το 2003. Έπειτα, δύο χρόνια μετά, ο χειρότερος Άρης της ιστορίας απέναντι στον καλύτερο Ολυμπιακό της ιστορίας στον τελικό της Πάτρας. Τον άκουγα από ένα ραδιοφωνάκι μέσα σε ένα στρατιωτικό λεωφορείο όπου πήγαινα μετάθεση. Δύο χαμένοι τελικοί ήδη, και κάπου πιστεύουμε ότι η μοίρα πλέον μάς το χρωστάει. Κάπως από αυτή την υπερβολική σιγουριά την πατήσαμε και το ’08 με τον Ολυμπιακό στο Καυταντζόγλειο. Εγώ με πολυπόθητο χαρτάκι που κάπως κονόμησα για τις θύρες των Ερυθρόλευκων, αλλά μέσα στον χαμό μπήκα με τους δικούς μας. Στον πλανήτη Άρη και στα ραδιόφωνα της πόλης, είχαμε ήδη κερδίσει το ματς μία εβδομάδα πριν. Την ίδια στιγμή ο Σωκράτης Κόκκαλης επισκεπτόταν την ομάδα (τον Ολυμπιακό του Κοβάτσεβιτς και του Γκαλέτι) στην προπόνηση και τους εξηγούσε πως ο Άρης είναι δυνατή ομάδα και πρέπει να τα δώσουν όλα. Σοβαρότητα. Φτάνουμε στο 2010. Κοντά στους 30.000 οπαδοί του Άρη κατέβηκαν στο ΟΑΚΑ για τον τελικό με τον ΠΑΟ. Ξανά υπερβάλλων ενθουσιασμός. Η μεγαλύτερη μετακίνηση οπαδών που έγινε ποτέ στην Ελλάδα θα έφερνε και τον τίτλο. Πάλι πολυπόθητο χαρτάκι εγώ. Ήμουν ήδη εκδρομή στην Αθήνα από μέρες. Πήγα στο γήπεδο με τα πόδια (άγνοια κινδύνου λέγεται αυτό). Δεν με αποζημίωσε η ομάδα. Πιάσ’ το, ρε Σηφάκη αγόρι μου… Φτάνουμε στο 2024. Πάλι Παναθηναϊκός. Στα σαράντα μου πλέον. Μετά από τέσσερις χαμένους τελικούς, εναγωνίως περιμένω έναν τίτλο. Αυτή τη φορά στον Βόλο το ματς. Χωρίς εισιτήριο για μένα αλλά και για κανέναν, αφού θα γίνει σε άδειο γήπεδο υπό τον φόβο επεισοδίων. Ας το πάρουμε όμως και ας το δω από τον καναπέ, δεν με πειράζει. Ας έχει η ομάδα αυτό που της έλειπε στους προηγούμενους τελικούς, συγκέντρωση και σοβαρότητα, κι ας μη το δει κανένας μας από κοντά. Άλλωστε, κάποιοι είμαστε ακόμα στο Αλεξάνδρειο, στην Τούμπα, στην Πάτρα, στο Καυταντζόγλειο, στο ΟΑΚΑ και στη Βέροια. Στο πατρικό του Άλκη.

* * *

Ελεάννα Ιωαννίδου, νομικός, πρώην δημοτική σύμβουλος Θεσσαλονίκης: Στον τελικό Κυπέλλου του 2010, ήμουν μια από τις δεκάδες χιλιάδες Αρειανών που βρεθήκαμε στο ΟΑΚΑ. Είχα μαζί μου τη μεγάλη μου κόρη, δεκάχρονη τότε, που, από επτά χρονών, υπήρξε το πρώτο κορίτσι που συνόδευε τους ποδοσφαιριστές στον αγωνιστικό χώρο του Κλεάνθης Βικελίδης. Δεν είχε χάσει ποτέ ματς εντός έδρας, αν και όχι σπάνια, ντυμένες στα κιτρινόμαυρα καθοδόν προς το γήπεδο, είχαμε πέσει σε «καρτέρι» οπαδών αντίπαλης ομάδας με στόχο να μας εκφοβίσουν. Το κατάφερναν εύκολα, αλλά δεν το βάζαμε κάτω. Σε εκείνο τον τελικό, ο ταξιτζής που μας πήγε στο γήπεδο μας έβγαλε σηκωτές στη θύρα των οπαδών του Παναθηναϊκού. Έντρομες, βρεθήκαμε ντυμένες και βαμμένες στα κιτρινόμαυρα ανάμεσά τους. Βλέπουμε να έρχεται προς το μέρος μας μια ομάδα οργανωμένων της Θύρας 13. Πριν προλάβουμε να αντιδράσουμε, μας λένε: «Τι κάνετε εδώ, κορίτσια; Ελάτε, θα σας πάμε στη θύρα των Αρειανών μη σας πειράξει κανένας». Και, όντως, δυο κιτρινόμαυρες, περιστοιχισμένες από καμιά δεκαριά καταπράσινους, περπατήσαμε ώς τη θύρα των Αρειανών, στην άλλη άκρη του γηπέδου. Η κόρη μου δεν μπορούσε να το πιστέψει! «Καλή διασκέδαση, αλλά να περιμένετε να χάσετε», μας είπαν γελώντας και γύρισαν σίγουρα καθυστερημένοι στη δική τους θύρα, γιατί το ματς ξεκινούσε σε 5 λεπτά. Η ήττα ήταν πικρή, αλλά στην κόρη μου έμεινε και η γλυκιά γεύση της φιλοξενίας: η γεύση πως το ποδόσφαιρο είναι χαρά και όχι μάχη. Οι δίδυμες μικρότερες κόρες μου πρωτοπήγαν στον Ναό κυριολεκτικά από την κοιλιά της μάνας τους, για το αξέχαστο ματς με την Ατλέτικο Μαδρίτης. Πέντε μηνών επισκέφτηκαν το Αλεξάνδρειο Μέλαθρο και τριών χρονών πρώτη φορά το Κλεάνθης Βικελίδης, στα δύσκολα χρόνια της Γ΄ Εθνικής. Στο πρώτο τους ματς, πρώτη αγωνιστική του 2014, με αντίπαλο που δεν θυμάμαι πια, λίγος ο κόσμος, ανάμεσά τους και δύο ηλικιωμένοι φίλοι που κάθονται πίσω μας. Ο ένας από τους δύο ήταν τυφλός και ο φίλος του έκανε αναλυτική περιγραφή του αγώνα, καλύτερος και από ραδιοφωνικό εκφωνητή. Οι δίδυμες εντυπωσιάστηκαν από αυτό τον δεσμό, της φιλίας και της αγάπης για την ομάδα, πιο πολύ και από την ενθουσιώδη εξέδρα στη Θύρα 3. Το άλλο γεγονός που συγκλόνισε τις εφηβικές, πλέον, ψυχές τους ήταν η δολοφονία του Άλκη. Η αποφορά βίας και μισαλλοδοξίας είναι παρούσα παντού στη ζωή τους, τη συναντάνε σε πολλές πτυχές της καθημερινότητάς τους και έχουν μάθει να ορθώνουν το ανάστημά τους περήφανα απέναντί της. Μετά τη δολοφονία του Άλκη, όμως, μου δήλωσαν πως φοβούνται να φοράνε κιτρινόμαυρα όταν βγαίνουν από το σπίτι, «γιατί δεν θέλουμε να γίνουμε ο νέος Άλκης». Αυτό τον τελικό θα τον δούμε μαζί στο σπορτς καφέ στο Κλεάνθης Βικελίδης, λόγω της γνωστής γελοιότητας του τελικού χωρίς θεατές. Σίγουρα, αυτή η στρατηγική δεν μας φέρνει κοντά στον στόχο που είναι οι δίδυμες να μπορούν να παρακολουθήσουν έναν τελικό ποδοσφαίρου με τις φίλες και τους φίλους τους που τυχαίνει να υποστηρίζουν άλλες ομάδες. Ξέρω ότι απέχουμε πολύ. Ξέρω, όμως, ότι το βράδυ του Σαββάτου θα βγουν με τα κιτρινόμαυρά τους να γιορτάσουν στους δρόμους της πόλης. Και θα τα φοράνε χωρίς φόβο, όπως τα φόρεσε η αδερφή τους δεκατέσσερα χρόνια πριν. Γιατί ο τροχός γυρίζει και αυτή τη νίκη τη χρωστάει η Ιστορία. Στα κορίτσια μου, σε όλα τα παιδιά μας και στη μνήμη του Άλκη μας.

* * *

Περικλής Καραϊσκάκης, πλαστικός χειρουργός: Όταν μου ζήτησε ο φίλος Κυριάκος να γράψω μερικές κουβέντες για τον επικείμενο τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος, είναι αλήθεια πως δεν ήξερα από πού να ξεκινήσω. Βλέπετε, αυτό το παιχνίδι είναι για τον μέσο Αρειανό κάτι παραπάνω από ένα απλό παιχνίδι, από ένας ακόμη τελικός. Όχι, δεν πρόκειται να αλλάξει η καθημερινότητά μας μετά από αυτό ούτε οι λογαριασμοί μας θα πληρώνονται πιο εύκολα. Αλλά για όλους εμάς που αγαπάμε τον αθλητισμό και εν προκειμένω τον ΑΡΗ, είναι ένα παιχνίδι που σημαίνει πολλά. Είναι ένα παιχνίδι που, εφόσον το αποτέλεσμα είναι το επιθυμητό για εμάς, θα προκαλέσει μια έκρηξη συναισθημάτων που όμοιά της νομίζω ότι σπανίως θα βιώσει ένας άνθρωπος στη διάρκεια της ζωής του. Στην περίπτωση που ο Κουέστα υψώσει απόψε στον ουρανό του Βόλου το τρόπαιο, είμαι βέβαιος πως οι περισσότεροι εξ ημών δεν θα ξέρουμε πώς να διαχειριστούμε αυτά μας τα συναισθήματα. Έχοντας περάσει τόσες πίκρες και απογοητεύσεις με τον ΑΡΗ, αυτή η πρωτόγνωρη χαρά θα κάνει τους περισσότερους να τσιμπιούνται για να πιστέψουν ότι όντως το ζουν και δεν ονειρεύονται. Και μην εκπλαγείτε αν σήμερα το βράδυ δείτε ανθρώπους άνω των σαράντα να κλαίνε σαν μωρά παιδιά. Δάκρυα χαράς θα είναι και ανακούφισης, μετά από δεκαετίες ολόκληρες που οι χαρές ήταν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού και οι στεναχώριες υπερπολλαπλάσιες. Εύχομαι να διεξαχθεί ένας τελικός αντάξιος της ιστορίας των δύο ομάδων και να κερδίσει η ομάδα μου. Και μακάρι να είναι η τελευταία φορά σε τούτη τη χώρα που παρατηρείται το θλιβερό φαινόμενο να διεξάγεται ένα τέτοιο παιχνίδι μπροστά σε άδειες κερκίδες…

* * *

Λάζαρος Καράσσο, πωλητής βιβλίων (υπεύθυνος ανάπτυξης πωλήσεων Β. Ελλάδος, Εκδόσεις Διόπτρα): 25 Μάη, Πανθεσσαλικό στάδιο. Ο Άρης Θεσσαλονίκης σε ακόμα έναν τελικό κυπέλλου. Κι όλοι εμείς που αγαπάμε την ομάδα, δυστυχώς, στη Θεσσαλονίκη και μπροστά σε μια οθόνη. Με τα μάτια καρφωμένα στον αγώνα, και την ψυχή αλλά και τη φωνή μας στον Βόλο. Σχεδόν πενηντάρισα και από το ποδόσφαιρο θυμάμαι την απογοήτευση του μπαμπά μου από το μπαράζ του Βόλου, τρεις υποβιβασμούς, πέντε-έξι οδυνηρές ήττες σε παρατάσεις, πέναλτι, καθυστερήσεις. Άλλα και νίκες στη Μαδρίτη, προκρίσεις επί της Σαραγόσα, μεγάλες εμφανίσεις σε ευρωπαϊκά παιχνίδια. Σκέφτομαι πως αυτός ο σύλλογος δικαιούται κάτι παραπάνω, μαζί του κι εγώ, που από παιδί τον αγαπώ και που εκτός από τις μνημειώδεις εποχές της αυτοκρατορίας του μπάσκετ, θέλω να πανηγυρίσω ένα τρόπαιο και στο ποδόσφαιρο. Γιατί δεν πιστεύω πως υπάρχει φίλαθλος που δεν συμφωνεί. Ο Άρης είναι μεγάλος. Και στο Βόλο θα μεγαλώσει κι άλλο. Ακόμα ένα κύπελλο, ακόμα ένα τρόπαιο στην πόλη. Και, μόλις γίνει, μόλις ο Χουλιάν Κουέστα σηκώσει την κούπα, όλοι εμείς θα έχουμε πάρει μια βαθιά ανάσα. Σαν ο σύλλογος να αναγεννήθηκε, λες κι εμείς μαζί του γίναμε πάλι δέκα χρονών…

* * *

Διονύσης Κατρανίτσας, επιχειρηματίας (Ζύθος Ντορέ): Ένας τελικός αγώνας ποδοσφαίρου, ένα ματς που στο τέλος ο νικητής σηκώνει την κούπα στον ουρανό και την καρφώνει εκεί ανάμεσα στ’ αστέρια για πάντα. Ένας ακόμα τελικός για τον Άρη της Θεσσαλονίκης. Τέτοιες στιγμές πράγματι φεύγουν από τα δεσμά του χρόνου και πάνε στο «πάντα». Είναι οι στιγμές που ψάχνεις την ασπρόμαυρη φωτογραφία σου με την κιτρινόμαυρη φανέλα του Άρη ή τη φωτογραφία σου στο γήπεδο με εκείνα τα χαρτονένια κωνικά, σαν κινέζικα καπέλα, που πουλούσαν πλανόδιοι έξω από το γήπεδο, και το συναρμολογούσες γρήγορα-γρήγορα για να το έχεις φορεμένο πριν ακόμη περάσεις τα τουρνικέ της θύρας 1. Και την ίδια στιγμή βρίσκεσαι στο μέλλον και φαντάζεσαι να αφηγείσαι πως ήσουν και σε αυτόν τον τελικό κυπέλλου. Αλλά σε αυτόν τον τελικό κυπέλλου δεν μπορείς να είσαι! Μόνο από την τηλεόραση θα τον δεις… Βλέπεις ούτε ο Άλκης, ούτε οι άλλες χαμένες ανθρώπινες ζωές κατάφεραν να εξευμενίσουν τη σατανική πλευρά μας. Η Θεσσαλονίκη θα αλλάξει την ώρα του ματς, όλη η πόλη θα κρατάει την ανάσα της σε κάθε κοντρόλ, σουτ και κεφαλιά και θα ανάψει σαν βεγγαλικό με τη λήξη, τη στιγμή που αρχηγός του Άρη, ο Χουλιάν, θα καρφώσει ένα ακόμη αστέρι στο στερέωμα.

* * *

Νίκος Λαμπρούλης, δρομέας μεγάλων αποστάσεων: Το 2003 ήταν τελικός στην έδρα του αιώνιου εχθρού. Το 2005 η ομάδα —ήδη υποβιβασμένη στη Β΄ Εθνική— πάλεψε τις μηδαμινές της ελπίδες με τον μόνιμο πρωταθλητή. Το 2008 η υπερβολική σιγουριά και τα βιαστικά πριν την ώρα τους πανηγύρια έδωσαν το τρόπαιο στους αντιπάλους, που ήρθαν με… τις σαγιονάρες από τις διακοπές τους. Και τέλος το 2010, στον τελευταίο τελικό που συμμετείχε ο ΑΡΗΣ, η απίστευτη οργάνωση και η μεγαλύτερη μετακίνηση οπαδών στη χώρα δεν βρήκε αντιστοιχία στο χορτάρι από την ίδια την ομάδα. Από τότε έχουν περάσει 14 χρόνια. Και τι δεν έγινε στο ενδιάμεσο. Κρίση, μνημόνια, άνοδος της ακροδεξιάς, πολιτική αστάθεια, capital controls, δημοψηφίσματα, κορονοϊός, κρίση ενέργειας, πόλεμος στην Ουκρανία… Η ομάδα σε αυτό το διάστημα έζησε τον απόλυτο εφιάλτη για τέσσερα χρόνια, δύο στη Γ΄ και δύο στη Β΄. Ο κόσμος όμως πάντα εκεί. Από το Κοκκινόχωμα με το τοπικό Βυζάντιο, μέχρι τη Νορβηγία κόντρα στη Μόλντε. Έβλεπε την έλλειψη σεβασμού στον ΑΡΗ και τρελαινόταν. Και προστάτευε όλο και περισσότερο την ομάδα. Και δυνάμωνε τη φωνή και την αγανάκτησή του, που έγινε θλίψη και οργή όταν είδε να δολοφονούν εν ψυχρώ δύο νέα παιδιά, φιλάθλους του. Μπορεί να μην κερδίσουμε απόψε στο Πανθεσσαλικό. Θα με πειράξει, αλλά νιώθω όλα αυτά τα χρόνια με την ενασχόλησή μου με την ομάδα ότι έχω αποκτήσει μια κάποιου είδους αναισθησία, έχει σκληρύνει η «επιδερμίδα» μου και δεν τη διαπερνά καμία ήττα. Ίσως να είναι η πανοπλία του ΑΡΗ αυτή. Αλλά αν το σηκώσουμε θα πανηγυρίσω σαν τρελός. Όχι γιατί είναι κάποιο απίστευτο επίτευγμα. Αλλά για όλα όσα μεσολάβησαν. Για τα όσα έχουμε δώσει στην ομάδα, παίρνοντας πίσω ελάχιστα. Γιατί ποτέ δεν είδαμε αυτή τη σχέση ανταποδοτικά. Για να κιτρινίσει όλη η πόλη. Για να χαρεί ο διπλανός μου στο γήπεδο, ο κάθε συνοπαδός μου που ξέρω καλά ότι έχει βιώσει όσα κι εγώ. Για να χαρούν τα παιδιά μου, και χιλιάδες άλλα παιδιά, και να είναι κάτι που θα το θυμούνται για πάντα. Για να τραγουδούν «Ευχαριστώ και τον Θεό που μ’ έχει κάνει Αρειανό» με χαμόγελο ευτυχίας. Για να στείλω στον πατέρα μου το SMS που έχω αποθηκευμένο από το ημίχρονο του τελικού στο ΟΑΚΑ: «Το πήραμε, μπαμπά!»

* * *

Ρενάτο Λέκκα, δημοσιογράφος (One Channel): Το ποδόσφαιρο είναι το άθλημα που προσφέρει τις μεγαλύτερες συγκινήσεις. Το να είναι φίλαθλος και οπαδός μίας ομάδας η οποία δεν πρωταγωνιστεί σε τίτλους κάθε χρόνο σε κάνει πιο ρομαντικό αλλά και πιο… ζωντανό. Το γεγονός ότι φέτος ο Άρης έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει τον πρώτο του τίτλο μετά το 1970 έχει από μόνο του ένα βάρος. Βάρος συναισθημάτων, βάρος ρομαντισμού, βάρος για όσους στάθηκαν δίπλα στην ομάδα όταν ανεβοκατέβαινε κατηγορίες. Έχοντας δει τέσσερις χαμένους τελικούς εκ των οποίων οι δύο ήταν άδικοι (με υποκειμενικά κριτήρια) βάσει της εικόνας (με ΠΑΟΚ στην Τούμπα και Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ), περιμένω με μεγάλη ανυπομονησία την αποψινή αναμέτρηση. Ως… προπονητής του καναπέ, θέλω να σταθώ στον προπονητή μας, Άκη Μάντζιο, ο οποίος είναι ίσως ο μόνος κόουτς που είχε η ομάδα στην πρόσφατη ιστορίας της που μπορεί και παίρνει το 100% του ρόστερ του. Ο Άκης Μάντζιος, έχοντας υπάρξει ποδοσφαιριστής της ομάδας, είμαι σίγουρος ότι έχει περάσει τη δίψα του κόσμου και της Θεσσαλονίκης για μία διάκριση. Ελπίζω να δούμε τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή μας από την άνοδο του Άρη στη Super League, τον Χουλιάν Κουέστα, να το σηκώνει.

* * *

Μαρία Μουστάκα, δημοσιογράφος (Δημοτική Τηλεόραση Θεσσαλονίκης, TV100): Μόνο κάποιος που έχει ζήσει τέσσερις χαμένους τελικούς ως φίλαθλος του Άρη και δεν έχει γευτεί ποτέ τη χαρά ενός τίτλου στο ποδόσφαιρο μπορεί να αντιληφθεί πόσο σημαντικός είναι αυτός ο τελικός για όλο τον οργανισμό του Άρη, αλλά και για όλους εμάς που προσδοκούμε να ζήσουμε αυτό που δεν έχουμε ζήσει ποτέ. Προσωπικά ανήκω στη γενιά των Αρειανών που δεν είχαν την τύχη να απολαύσουν στιγμές μεγαλείου από το ποδοσφαιρικό τμήμα, παρά μόνο κάποιες μεμονωμένες επιτυχίες, κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που περισσότερο έμοιαζαν με «φωτοβολίδες» παρά με νίκες που μπορούν να αλλάξουν το επίπεδο μιας ομάδας. Γι’ αυτό και η προσμονή για την κατάκτηση ενός τίτλου είναι τόσο μεγάλη, που έχω συλλάβει τον εαυτό μου να μετράει μήνες, μέρες και ώρες για αυτό το Σάββατο, το Μεγάλο Σάββατο του Άρη μας, που όλοι ελπίζουμε ότι θα μας φέρει αυτό που δεν μας έφερε επί 54 ολόκληρα χρόνια. Κι αν φύγαμε πληγωμένοι το 2003 από την Τούμπα, το 2005 από την Πάτρα, το 2008 από το Καυταντζόγλειο και το 2010 από το ΟΑΚΑ, τώρα νομίζω ότι ήρθε η ώρα μας να πανηγυρίσουμε. Τα χρόνια της αναμονής είναι πολλά. Αλλά είναι η πρώτη φορά που, περπατώντας απλά κανείς στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, αντιλαμβάνεται ότι δεν υπάρχει μόνο προσμονή αλλά και πεποίθηση ότι αυτή τη φορά μπορούμε να τα καταφέρουμε. Το θέλουμε πολύ και το πιστεύουμε ακόμα περισσότερο. Ελπίζω να το πιστεύουν εξίσου και οι παίκτες της ομάδας, που θα κληθούν το Σάββατο στο χορτάρι να αποδείξουν ότι ο Άρης δεν ξέρει απλώς να φτάνει στην πηγή αλλά και να πίνει νερό. Γιατί αρκετές φορές, είναι αλήθεια, έφτανε στην πηγή, αλλά «κατάφερνε» πάντα να αποκλείεται από τον θεσμό του Κυπέλλου ή να χάνει τελικούς με τον κάθε πιθανό και… απίθανο τρόπο. Σαν να στοιχειώνει αυτή την ομάδα μια άδικη κατάρα που δεν λέει να σπάσει… Ίσως, λοιπόν, η μοίρα, που μας έπαιξε τόσα άσχημα παιχνίδια στο παρελθόν, να χρωστάει κάτι σε αυτή την ομάδα και να ήρθε η ώρα να της το ξεπληρώσει. Αν αυτό συμβεί, θα μπουν τα θεμέλια για ακόμα μεγαλύτερες διακρίσεις στο μέλλον, αλλά και για τη συνολική ανάταξη του συλλόγου σε όλα τα επίπεδα. Ο τελικός αυτός είναι η χρυσή ευκαιρία του Άρη. Χρυσή ευκαιρία και για τη Θεσσαλονίκη να αποδείξει, χρόνια μετά την μπασκετική της παντοκρατορία, ότι μπορεί να κυριαρχεί και στο ποδόσφαιρο. Είναι η μεγάλη της ευκαιρία να γευθεί δύο τίτλους εφέτος, ξυπνώντας θύμησες από τη χρυσή εποχή της μπασκετικής αυτοκρατορίας του Άρη, που γαλούχησε γενιές και γενιές. Δεν συμβαίνει συχνά το να κατακτά η πόλη πρωτάθλημα και Κύπελλο μέσα σε μία εβδομάδα από δύο διαφορετικές ομάδες. Για την ακρίβεια, έχει να συμβεί από το 1976, και πάνε πολλά χρόνια από τότε… Αυτός ο τελικός είναι σημαντικός, λοιπόν, για πολλούς λόγους. Και είναι πρωτίστως σημαντικός για τον Άρη, που καλείται να κάνει την υπέρβαση. Ο τίτλος θα αλλάξει το επίπεδο της ομάδας, αλλά κυρίως θα είναι βάλσαμο στις ταλαιπωρημένες ψυχές μικρών και μεγαλύτερων οπαδών της ομάδας. Ακόμα κι αν η ομάδα δεν τα καταφέρει όμως, στο άδειο (δυστυχώς) Πανθεσσαλικό, ο Άρης θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά το Σάββατο. Κι ο κόσμος του θα είναι εκεί, στο πλάι του, όπως ήταν κι όλα τα προηγούμενα χρόνια, ακόμη και στα πιο… πέτρινα. Ξέρουν και η ομάδα και ο κόσμος να διαχειρίζονται τις αποτυχίες και το έχουν αποδείξει με τον πιο εμφατικό τρόπο. Ας δούμε επιτέλους και πώς μπορούν να διαχειριστούν την επιτυχία. Σίγουρα «δεν γίναμε Άρης για τους τίτλους», αλλά… ας το ζήσουμε κι αυτό!

* * *

Μαρία Φαρδέλλα, interior designer, εκδότρια του «Εξώστη»: Η τεράστια ιστορία του Άρη μας, οι εφηβικές μας Κυριακές, οι φίλοι μας που πανηγυρίσαμε αγκαλιά αλλά και κλάψαμε στα ίδια τσιμέντα, οι «άντε γεια» νίκες μας στην Ευρώπη, τα γκολ του Λαζαρίδη και του Βελώνη, τα ξενύχτια με το ραδιόφωνο δίπλα από το μαξιλάρι, η κάθοδος μας στην Γ΄ κατηγορία και τα βαριά μας πόδια που δεν σήκωναν την πίκρα μας, τα πλημμυρισμένα από ευτυχία συναισθήματα σε εκείνο το πρώτο ματς μετά την άνοδο, το σκοτάδι στο οποίο έχει βυθιστεί η πόλη, οι βραδινές περίπολοι, η δολοφονία του Τόσκο και ο Άλκης. Ο Άλκης: εκείνο το βράδυ δολοφονήθηκε κι ένα κομμάτι από τον καθένα μας. Ο Άρης θα φέρει το κύπελλο στην Θεσσαλονίκη. Γιατί η πόλη μας χρειάζεται φως και πρέπει να επιστρέψει εκεί που της αξίζει. Για όλους εμάς που είμαστε ακόμα εδώ, για εκείνους που έφυγαν με την προσμονή του τίτλου, για τον Άλκη.

* * *

Δημήτρης Ψυχούλας, πολιτικός μηχανικός: Το ’70 ήμουν δώδεκα χρόνων. Εκείνο το βράδυ του Ιούνη είχα πάει από νωρίς με τον πατέρα μου στο Καυταντζόγλειο. Θυμάμαι το γκολ του Μανώλη Κεραμιδά. Θυμάμαι, στο χαμένο πέναλτι του Κούδα, τον «Ρίνγκο», πριν την εκτέλεση, να περνάει και να ξαναπερνάει πάνω από την μπάλα. Θυμάμαι τον Νίκο Χρηστίδη να σηκώνει το Κύπελλο στον ουρανό της Θεσσαλονίκης. Θυμάμαι τον γύρο του θριάμβου. Τα θυμάμαι όλα. Από τότε πέρασε πάνω από μισός αιώνας. Με χαρές, με λύπες —μεγάλες λύπες— και, κυρίως, με χαμένες ευκαιρίες. Μεγαλύτερη από αυτές ήταν το μπαράζ με τον Ολυμπιακό, που έγινε σαν χθες (24/5) το 1980, στον Βόλο. Απόψε, το δρομολόγιο περνάει πάλι από τον Βόλο. Και απόψε τα όνειρα πρέπει να λάβουνε εκδίκηση. Απόψε ο Χουλιάν Κουέστα, σαν άλλος Νίκος Χρηστίδης, πρέπει να σηκώσει το Κύπελλο στον ουρανό της Θεσσαλίας. Κι ας μην είμαι εκεί. Κι ας μην είμαστε εκεί. Εμείς θα τους περιμένουμε. Θα τους περιμένουμε στην είσοδο της πόλης. Θα τους περιμένουμε στην Παλιά Παραλία, δίπλα στον Θερμαϊκό. Θα τους περιμένουμε στον Πύργο τον Λευκό, να ανεβάσουμε το Κύπελλο ψηλά στις πολεμίστρες. Θα τους περιμένουμε στην Άνω Πόλη να σηκώσουμε το Κύπελλο στα Κάστρα. Θα τους περιμένουμε στη Χαριλάου να κάνουμε μαζί τον γύρο του θριάμβου μέσα στο Κλεάνθης Βικελίδης. Θα τους περιμένουμε σε όλες τις συνοικίες, σε όλες τις γειτονιές. Θα τους περιμένει ο κάθε Αρειανός στο σπίτι του. Να κοιμηθεί —μετά από 54 χρόνια— αγκαλιά με το Κύπελλο. ΥΓ. Εμείς οι Αρειανοί έχουμε μάθει να ζούμε δύσκολους καιρούς. Έχουμε αντέξει πολλά, και μπορούμε να αντέξουμε περισσότερα. Ακόμα κι αν η ομάδα γυρίσει στην πόλη χωρίς το τρόπαιο, θα είμαστε δίπλα της. Θα είμαστε στις κερκίδες, στις τηλεοράσεις, στους υπολογιστές, στα τάμπλετ, στα κινητά, να παθιαζόμαστε και να κάνουμε όνειρα. Από την αρχή.

Ο Άρης και το Κύπελλο: Μία πόλη, μια πιασμένη ανάσα

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.