Αθλητισμος

Ρόμπερτο Μαντσίνι, Ντέγιαν Στάνκοβιτς και Ατίλιο Λομπάρντο μετέφεραν το φέρετρο του Σίνισα Μιχαΐλοβιτς(βίντεο)

«Ήταν τιμή μου που ήταν φίλος μου και είναι μια τεράστια απώλεια», ανέφερε ο γνωστός προπονητής

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Θρήνος και συγκίνηση στη κηδεία του Σίνισα Μιχαΐλοβιτς 

Το τελευταίο «αντίο» στον Σίνισα Μιχαΐλοβιτς είπαν συγγενείς, φίλοι, οπαδοί και θαυμαστές στη νεκρώσιμη ακολουθία στη Ρώμη. 3.000 άνθρωποι υπολογίζεται πως έδωσαν το «παρών» στην κηδεία του σέρβου πρώην ποδοσφαιριστή ο οποίος πέθανε σε ηλικία 53 ετών μετά από μάχη με τη λευχαιμία.

Μετά το τέλος της τελετής, οι καλοί του φίλοι από την Σαμπντόρια, Ρομπέρτο Μαντσίνι και Ατίλιο Λομπάρντο αλλά και ο συμπαίκτης του στην Εθνική Σερβίας Ντέγιαν Στάνκοβιτς μετέφεραν το φέρετρο με τη σορό του. «Για εμένα ο Μιχαΐλοβιτς ήταν ένας αδερφός. Μια ζωή μαζί, ήταν μια τεράστια φιλία. Ήταν τιμή μου που ήταν φίλος μου και είναι μια τεράστια απώλεια», ανέφερε ο Μαντσίνι ο οποίος είχε δημοσιεύσει το εξής μήνυμα όταν έγινε γνωστός ο θάνατος του Μιχαΐλοβιτς. «Αυτή είναι μία ημέρα που δεν ήθελα ποτέ να ζήσω επειδή έχασα έναν φίλο με τον οποίο μοιράστηκα σχεδόν 30 χρόνια της ζωής μου, εντός και εκτός γηπέδου. Δεν είναι σωστό μία τέτοια τρομερή ασθένεια να παίρνει από κοντά μας έναν άνθρωπο 53 ετών, που πάλεψε ως την τελευταία του στιγμή σαν λιοντάρι, όπως είχε συνηθίσει να κάνει στο γήπεδο. Έτσι ακριβώς θα παραμείνει δίπλα μου ο Σίνισα, ακόμα και αν δεν είναι μαζί μας, όπως έκανε στην Γένοβα, στην Ρώμη, στο Μιλάνο αλλά και αργότερα όπου ακολουθήσαμε διαφορετικούς δρόμους» έγραψε ο Μαντσίνι. 

Λίγο, μάλιστα, πριν η νεκροφόρα αποχωρήσει για το νεκροταφείο, ο Ντέγιαν Στάνκοβιτς έσκυψε και φίλησε εκ νέου το φέρετρο του Σίνισα Μιχαΐλοβιτς.

Σίνισα Μιχαΐλοβιτς: Η αθλητική πορεία και οι δύσκολοι αγώνες της ζωής του

Ο Σίνισα Μιχαΐλοβιτς στα ευρωπαϊκά γήπεδα έκανε μια σπουδαία καριέρα με τη φανέλα της Ρόμα, της Σαμπντόρια, της Λάτσιο και της Ίντερ. Στις αρχές της νέας χιλιετίας, θεωρήθηκε από τους κορυφαίους αμυντικούς στον κόσμο, με φοβερό αριστερό πόδι. Ο Σέρβος τεχνικός άρχισε την προπονητική καριέρα του το 2006 ως βοηθός προπονητής του Ρομπέρτο Μαντσίνι στην Ίντερ όπου έμεινε για μία διετία ενώ στη συνέχεια εργάστηκε κατά σειρά σε Μπολόνια, Κατάνια, Φιορεντίνα, εθνική Σερβίας, Σαμπντόρια, Μίλαν, Τορίνο και Μπολόνια που αποτέλεσε τον τελευταίο προπονητικό σταθμό της καριέρας του. Πριν από τρία χρόνια είχε δηλώσει πως γεννήθηκε δύο φορές, μία το 1969 και μία το 2019, όταν και ξεπέρασε τη μάχη με τον καρκίνο για πρώτη φορά. Μέχρι τη στιγμή που τον περασμένο Μάρτιο η επάρατη νόσος ξανά βρέθηκε στον δρόμο του. Γεννήθηκε το 1969, και μέχρι το 1991 ήταν ήρωας. Στη συνέχεια έγινε από τα πλέον μισητά πρόσωπα της Κροατίας. Η διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας, ο πόλεμος στην Κροατία, όπου καταστράφηκε και το πατρικό του σπίτι, στο Βούκοβαρ, τον έφεραν αντιμέτωπο με πολλές επικρίσεις, όταν ο ίδιος επέλεξε να αγωνιστεί για την Εθνική Γιουγκοσλαβίας και όχι την «Χρβάτσκα», σε ηλικία 22 ετών. Ο ίδιος για πολλά χρόνια δεν μπορούσε να επιστρέψει στην ιδιαίτερη πατρίδα του.