Επικαιροτητα

Τζέιμι Όλιβερ: Ο βασιλιάς της κουζίνας

Από σεφ, ποπ σταρ

Λίνα Μανδράκου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πρωτοεμφανίστηκε δειλά στη βρετανική τηλεόραση με τον τίτλο του «Γυμνού σεφ», θεωρήθηκε αντίδοτο στο κατεστημένο της Ντέλια (της δικής μας Βέφας) και άρεσε πολύ, ακόμα και σε τηλεθεατές που ποσώς ενδιαφέρονταν για την κουζίνα. Μέσα σε λίγα χρόνια αποκατέστησε το πρεστίζ της βρετανικής κουζίνας, που θεωρούνταν μάλλον αδιάφορη, κατέκτησε τα μίντια κι έγινε παγκοσμίως γνωστός, αφού μπήκε μέσω TV στα νοικοκυριά δεκάδων χώρων του πλανήτη. Ο τηλεμάγειρας Τζέιμι Όλιβερ, που γεννήθηκε στις 27 Μαΐου του 1975, είναι αναμφισβήτητα ποπ σταρ.

Το πρόσωπό του είναι φρέσκο, οι συνταγές του εύκολες και πρωτότυπες, το ντύσιμό του απλούστατο. Οι εκπομπές του αναμειγνύουν την ποπ κουλτούρα με τη γαστρονομία, διαπνέονται από την ηθική του ηδονισμού και της άμεσης ευδαιμονίας και είναι διασκεδαστικές. Τα νούμερα τηλεθέασης στο Channel 4, όταν πρωτοεμφανίστηκε, υπολείπονταν ελάχιστα από εκείνα του πρωτοπόρου Μεγάλου Αδελφού.

Ο Τζέιμι μυήθηκε στα μυστικά της μαγειρικής τέχνης από τα παιδικά του χρόνια. Στα οκτώ του καθάριζε πατάτες στο οικογενειακό παμπ-ρεστοράν «The Cricketers» του Έσεξ, στα έντεκα ετοίμαζε χορτόσουπες γρηγορότερα από όλους τους σεφ του μαγαζιού και στα δεκαέξι γράφτηκε στο Westminster Catering College. Στη συνέχεια έφυγε για τη Γαλλία, για να μυηθεί στα μυστικά των εκλεπτυσμένων γεύσεων. Άμα τη επιστροφή του στο Λονδίνο, προσλήφθηκε στο απαιτητικό «River Cafe», όπου δούλεψε για τρία χρόνια.

 Ο βασιλιάς της κουζίνας

Η τηλεόραση μπήκε στη ζωή του όταν εμφανίστηκε για μία και μοναδική φορά σε ντοκιμαντέρ αφιερωμένο στο περιβόητο καφέ. Το επόμενο κιόλας πρωί ο πληθωρικός και λαλίστατος Όλιβερ δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από εκπρόσωπο της Optomen Television, μιας από τις πέντε μεγαλύτερες εταιρείες τηλεοπτικών παραγωγών στη Βρετανία. Μέσα σε λίγες μέρες η σειρά «Γυμνός σεφ» ήταν γεγονός. Το ομότιτλο βιβλίο συνταγών, που εκδόθηκε σύντομα, φιγουράρισε στη λίστα των μπεστ σέλερ για περισσότερες από δέκα εβδομάδες.

Οι επόμενοι κύκλοι εκπομπών συνέχισαν να ενθουσιάζουν τον κόσμο και να ανταποκρίνονται απολύτως στις γαστριμαργικές διαθέσεις και ανάγκες του. Ο Τζέιμι κατέγραφε τα ιδιωτικά πάρτι που οργάνωνε για φίλους στο διαμέρισμά του, εξορμούσε live σε αγαπημένα του καταστήματα, έδινε tips τη στιγμή που επέλεγε τα προϊόντα και συνέτασσε λίστες με υλικά που δεν έπρεπε να λείπουν από καμιά κουζίνα.

Η τέχνη του εκτιμήθηκε όχι μόνο από τον καλοφαγά Fatboy Slim, που τον συμβουλεύεται τηλεφωνικώς, αλλά και από τα μέλη της βρετανικής κυβέρνησης. Τόσο το 1999 όσο και το 2003 πέρασε το κατώφλι της Ντάουνιγκ Στριτ, για να ετοιμάσει γεύμα για τον Βρετανό πρωθυπουργό και τους προσκεκλημένους του. Ο νεαρός κι ευφάνταστος σεφ άρχισε να ταξιδεύει στον πλανήτη, με στόχο να διευρύνει τις γνώσεις του και να προμοτάρει τα προϊόντα του, ενώ ταυτόχρονα χρίστηκε αρχισέφ του κυριλέ «Monte’s» στη Νάιτμπριτζ.

Η στράτευση: Το 2002 δρομολόγησε στο Λονδίνο το πιο φιλόδοξο πρότζεκτ του ανοίγοντας το εστιατόριο «Fifteen». Ο Όλιβερ επέλεξε δεκαπέντε προβληματικούς νέους, που δεν είχαν λειτουργήσει ποτέ στο παρελθόν σε περιβάλλον κουζίνας εστιατορίου, και τους μετέτρεψε, τουλάχιστον τους περισσότερους από αυτούς, σε επαγγελματίες σεφ. Το εγχείρημα χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό τόσο από τον απλό λαό όσο και από διαπρεπείς προσωπικότητες της βρετανικής κοινωνίας, που δεν φείδονται δωρεών και χορηγιών.

Το 2005 προσπάθησε να πείσει τη μαθητιώσα νεολαία της Βρετανίας να τρώει υγιεινά. Το πρόγραμμα Feed Me Better στηρίχτηκε από την κυβέρνηση, όχι όμως και από τους εργαζόμενους στα τμήματα σίτισης των μαθητών ή τους γονείς. (Μερικά επεισόδια είναι ξεκαρδιστικά).

Ποπ ζωή, ποπ μαγειρική: Ακολουθώντας το πρότυπο των ροκ σταρ, στα τέλη του 2001 ο Τζέιμι Όλιβερ πραγματοποίησε μαγειρική περιοδεία με τίτλο Happy Days Tour σημειώνοντας τεράστια επιτυχία. Χιλιάδες άνθρωποι συνωστίστηκαν σε θέατρα του Κέιμπριτζ, του Μπερνμάουθ και του Λονδίνου, για να βιώσουν την εμπειρία, ενώ οι «συναυλίες» στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία ήταν sold out!

Στα 27 του ο πολυβραβευμένος τόσο για τις τηλεοπτικές του παραγωγές όσο και για τα βιβλία του ποπ σταρ ήταν υπεύθυνος της γαστρονομικής στήλης των βρετανικών εκδοχών του GQ και του Marie Clair, ενώ διατηρούσε τη δική του εβδομαδιαία στήλη στο σαββατιάτικο περιοδικό των Times.

Το 2005 φιγούραρε στη λίστα με τους πλουσιότερους Βρετανούς κάτω των 30, ενώ το 2008 εγκαινίασε την αλυσίδα εστιατορίων Jamie’s Italian, με 30 υποκαταστήματα σε όλον τον κόσμο.

I love to hate you: Είναι γνωστό ότι αφενός η τρέλα πουλάει και αφετέρου η επιτυχία δημιουργεί εχθρούς. Η υπερπροβολή που γνώρισε ο «γυμνός σεφ» από τα μίντια, τα οποία αγάπησαν τις χαριτωμένες εκκεντρικότητές του, έκανε τις γυναίκες να τον λατρέψουν και τους άντρες να τον σιχαθούν. Οι πολυάριθμοι αντίπαλοί του ισχυρίζονται ότι το σουξέ του οφείλεται κυρίως στο γλυκό του προσωπάκι, το καλλίγραμμο σώμα του και τα εξυπνακίστικα σχόλιά του. Χαρακτηρίζουν τον Όλιβερ αμετροεπή, θεωρούν την κοινωνική στράτευση του Fifteen κίνηση εντυπωσιασμού και ταπεινών κινήτρων, ενώ δεν του συγχωρούν το γεγονός ότι εκτιμά τις γυναίκες σεφ.

Εκείνος με τη σειρά του απολαμβάνει στο έπακρο τις διαστάσεις της φήμης του «κακού παιδιού» χωρίς να προκαλεί. Απλά στήνει τις αντισυμβατικές του παραστάσεις, μιλά τη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι φίλοι του, δίνει ειλικρινείς συνεντεύξεις, τα «παίρνει» χοντρά για να πρωταγωνιστήσει σε διαφημιστικά σποτ, φλερτάρει αυτάρεσκα με τα φλας και τις κάμερες και δρομολογεί το ένα πρότζεκτ μετά το άλλο.

Ζει στο Έσεξ. Ξυπνάει από τις 6.30 το πρωί και δουλεύει πολύ σκληρά. Είναι πατέρας πέντε παιδιών και δεν αφήνει τη σύζυγό του Τζουλς να ανακατεύεται στην κουζίνα. Πάσχει από σοβαρή μορφή δυσλεξίας και διάβασε το πρώτο του μυθιστόρημα το 2013 σε ηλικία 38 χρονών!

Μπουκιά και συχώριο: Ενστερνιζόμενος την άποψη ότι πρώτα πρέπει να χωθείς στις κατσαρόλες και μετά να βουτήξεις στη ζωή, προτείνει μέσω της ιστοσελίδας του απλές και υγιεινές συνταγές που μπορούν να τις εκτελέσουν και παιδιά. Ο σκηνικός περίγυρος των εκπομπών του είναι μοντέρνος, η κουζίνα του υπερσύγχρονη, οι συνταγές του περίεργες και επηρεασμένες από την παγκόσμια γαστρονομική κουλτούρα. Τα υλικά του είναι πρωτότυπα αλλά όχι δυσεύρετα. Πέρα από το αναιδές μειδίαμα και τα ευφυολογήματα, το κυριότερο ατού του σεφ είναι το υπόγειο, σαρκαστικό και κυρίως αυτοσαρκαστικό χιούμορ. Η εκτέλεση των συνταγών συνοδεύεται από μουσική ροκ και απολαυστικά σχόλια, ενίοτε πικάντικα, που προπαγανδίζουν την ύπαρξη άμεσης σχέσης ανάμεσα στο φαγητό, το κρασί και τον έρωτα. Μιλώντας και μαγειρεύοντας ταχύτατα, κάνει κοινωνιολογικές παρατηρήσεις περί φιλίας, αφήνει σεξουαλικά υπονοούμενα, δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει την αργκό.

Τις εντυπώσεις κερδίζει η ιλιγγιώδης σκηνοθετική γραμμή και κυρίως το γεγονός ότι ο μάγειρας κάνει ό,τι θέλει. Τρέχει, γελάει, αφήνει την κουζίνα του ανακατεμένη, δεν σκουπίζει τα αλεύρια που έχουν πέσει στο πάτωμα, καλεί σε τραπέζι τους φίλους του -από μουσικούς και μοντέλα μέχρι μάγους και ταχυδακτυλουργούς.

www.jamieoliver.com

Το κανάλι του στο YouTube