Μουσικη

Πώς αντιμετώπιζουμε τη νέα μουσική στις μέρες του κορωνοϊού;

Οι νέες διεθνείς τάσεις και η ελληνική πραγματικότητα

dimitris_lilis.jpg
Δημήτρης Λιλής
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γυναίκα που φορά ακουστικά κι ακούει μουσική

Θα αλλάξει ή όχι ο κορωνοϊός τις μουσικές μας συνήθειες; Τι συμβαίνει στη μουσική βιομηχανία την περίοδο της καραντίνας.

Με την καραντίνα να πλησιάζει στο τέλος, σκέφτηκα τους αρκετούς φίλους που βρήκαν χρόνο να αναδιοργανανώσουν τις δισκοθήκες τους, κάποιους άλλους που βρήκαν χρόνο για να ακούσουν την καινούρια μουσική που δεν έχουν προλάβει τελευταία, μα κυρίως, έπεφτα πολύ συχνά σε social media posts φίλων που εκμεταλλεύτηκαν τον χρόνο στο σπίτι για να μας υπενθυμίσουν την μουσική που σημάδεψε τα εφηβικά τους χρόνια.

Ισχύει ότι -για λόγους που έχουν τύχει και επιστημονικής ανάλυσης- τα ακούσματα που έχουμε από τα 10 μέχρι τα 20 χρόνια μας είναι αυτά που μας στιγματίζουν και θα έχουν για πάντα μια ιδιαίτερη θέση στην δισκοθήκη μας. Αλλά με αυτό το αξίωμα, δύσκολα θα είχε νόημα η νέα μουσική που κυκλοφορούν καθημερινά όλοι οι καλλιτέχνες και οι δισκογραφικές του πλανήτη, και πιστέψτε με, κοντά 50 χιλιάδες νέα κομμάτια ανεβαίνουν καθημερινά στην Spotify πλατφόρμα.

Αν η παραπάνω σκέψη σας φαίνεται λογική, ας αναρωτηθούμε για λίγο τι έχει πάει στραβά στην χώρα μας και οι μουσικές κοινότητες μας, από τις ανεξάρτητες μέχρι τις έντεχνες, τις ροκ , τις χιπ χοπ και τις παραδοσιακές έχουν να παραπονιούνται για το γεγονός ότι δύσκολα ζει κάποιος από την μουσική στην Ελλάδα. Όχι, δεν θα το λύσουμε στις παρακάτω γραμμές αυτό το πρόβλημα. Άλλωστε, δεν το έχουμε λύσει χρόνια τώρα και μια σειρά από ατυχείς συγκυρίες είναι εδώ για να το επιβεβαιώσουν. Η ΑΕΠΙ με την όποια κατάληξή της, ο νέος οργανισμός δημιουργών που αναμένουμε να ολοκληρώσει τις λειτουργίες του, το σύντομο διάστημα του MTV στην χώρα μας, η πλατφόρμα Spotify που άνοιξε και έκλεισε τα γραφεία της μερικά χρόνια πριν αντιλαμβανόμενη ότι η τότε γενιά Ελλήνων δεν ήταν σε θέση να κατανοήσει την χρησιμότητα της και μερικές χιλιάδες απούλητα εισιτήρια σε συναυλίες νέων ονομάτων που οι εκάστοτε διοργανωτές ρίσκαραν να φέρουν στην ώρα τους στους συναυλιακούς μας χώρους.

Οπότε σίγουρα, το γιατί οι Έλληνες δεν ακολουθούν τις νέες μουσικές εξελίξεις δεν θα λυθεί σε αυτό το κείμενο που ξεκίνησε να συντάσσεται με αφορμή τα ασταμάτητα ποσταρίσματα σε facebook τοίχους για την ακουστική εκτέλεση των Rolling Stones στο “You Can’t Always Get What You Want” από το gala της Lady Gaga “Οne World Together At Home”.

The Rolling Stones perform "You Can't Always Get What You Want" |  | One World: Together At Home

Για αρχή, ας γίνει ξεκάθαρo ότι χρειαζόμαστε όσο τίποτα δίσκους, συγκροτήματα και κομμάτια που είναι φάροι στην σύγχρονη μουσική ιστορία (βλ. Rolling Stones). Ας γίνει επίσης ξεκάθαρο, ότι η αστυνομία του μουσικού γούστου έχει πάψει να υπάρχει από την εποχή που οι τελευταίες μουσικές καινοτομίες, όπως αυτή της ραπ ή της ηλεκτρονικής μουσικής, ξεκίνησαν να παντρεύονται με άλλα δημοφιλή είδη και να βρίσκουν αποδοχή στα mainstream pop & rock ακροατήρια.

Άρα, αν δεν είμαστε εδώ για να κρίνουμε τις επιλογές του καθενός τότε γιατί ασχολούμαστε με την νέα μουσική και δεν αποδεχόμαστε αρχικά την ελευθερία του να ακούει ο καθείς ότι γουστάρει και έπειτα το αξίωμα ότι οι άνθρωποι αρέσκονται στο να ακούν συχνά και σε επανάληψη τα ονόματα και τα τραγούδια που ξέρουν ήδη;

Γιατί νέα μουσική σημαίνει εξέλιξη του πολιτισμού. Απόδειξη αυτού, τα άπειρα διαμάντια της τέχνης που ακόμα και αν δεν αναγνωρίστηκαν μαζικά στην ώρα τους (ίσως γιατί είχαν προχωρημένα concepts) όρισαν το μέλλον της μουσικής. Είμαι σίγουρος ότι θα έχετε διαβάσει ιστορίες για τις πενιχρές πωλήσεις δίσκων στην εποχή τους, όπως η «μπανάνα» των Velvet Underground And Nico στα 60s, το “Discreet Music” του Brian Eno στα 70s, το “Paul’s Boutique” των Beastie Boys στα 80s, το “TNT” των Tortoise στα 90s και από τα 00s και έπειτα, που η πρόσβαση στο διαδίκτυο χαρίζει σε όλους το δικαίωμα της άποψης, ας διαλέξει ο καθένας το καλά κρυμμένο άλμπουμ που άλλαξε την ζωή του.

61a5qnvbzal._sl1280_.jpg

Προσέξτε αυτό το τελευταίο, είναι ίσως η ουσία όσων θέλω να αποδείξω. Μπορεί στην ζωή μας από 10 έως 20 ετών που καταναλώνουμε ασταμάτητα μουσική, να «δενόμαστε» με αρκετούς από τους αγαπημένους μας καλλιτέχνες, αλλά τελικά είναι λίγοι αυτοί που βρίσκουν την ξεχωριστή θέση στην προτίμηση μας και ίσως μετρημένοι στα δάκτυλα αυτοί που μας αλλάζουν την ζωή.

Ακριβώς όπως συμβαίνει με την γνώση σε αυτή την ηλικία, έτσι και με την μουσική, ανάλογα με το είδος που κερδίζει τον καθένα μας, αναπτύσσουμε τις βασικές γνώσεις και τα πρώτα μας ερεθίσματα. Ωστόσο, δεν είναι παρά μόνο μέχρι την ηλικιακή ωρίμανση, που μουσικοί νεωτερισμοί, ήχοι που παλαιότερα μας ξένιζαν, γίνονται πιο κατανοητοί και μας ωθούν να εκτεθούμε σε δίσκους που μπορούμε να αντιληφθούμε το μεγαλείο τους έστω και καθυστερημένα. Μάλιστα, αν είμαστε ανοιχτοί σαν ακροατές συνήθως τους αφήνουμε να μας αλλάξουν την ζωή.

Παραδειγματικά και αφήνοντας για λίγο στην άκρη την θέση πολλών που συγχέουν την προσωπική ζωή ενός δημιουργού και το ήθος του με το καλλιτεχνικό του έργο, το “Thriller” του Michael Jackson είναι ένα από τα ευαγγέλια pop δημιουργίας από κάθε άποψη. Μεγάλωσε εκατομμύρια πιτσιρικάδες στην ώρα του, άλλαξε την ποπ και βραβεύτηκε για αυτό, την ίδια στιγμή που χρόνια μετά πείθει από κάθε άποψη δισεκατομμύρια κόσμου για την iconic θέση του στα pop albums που άλλαξαν τον κόσμο. Ακόμα και ο πιο αυστηρός κριτής της μουσικής, είτε στην ώρα του, είτε χρόνια μετά, είναι πιθανό να ανακαλύπτει την υψηλού επιπέδου παραγωγή που σφραγίζει την επιτυχία του σε βαθμό τέτοιο ώστε ακόμα και αν έχει κάποιος τα θέματα του με το ήθος του Jackson, υποχρεούται να αναγνωρίσει το μουσικό μεγαλείο του δίσκου.

Αν μέχρι εδώ συμφωνούμε, σκεφτείτε πότε ακούσατε το “Thriller” για πρώτη φορά. Αν μόλις πατήσατε το play, αυτό συνέβη γιατί διαβάσετε για κάτι και για κάποιον που η φήμη του προηγείται της μαρτυρίας σας. Αν μεγαλώσατε με το “Thriller” τότε γνωρίζετε από πρώτο χέρι την Jackson mania και αν το ανακαλύψατε ετεροχρονισμένα όπως εγώ, τότε υποθέτω ότι έχετε τουλάχιστον προβληματιστεί για το αν φτιάχνουν τους δίσκους ακόμα όπως τους έφτιαχναν τότε.

Και η απάντηση είναι ότι τους φτιάχνουν. Μπορεί, μετά τους Beatles να δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι οι συγχορδίες είναι μετρημένες και τα «σκαθάρια» μεγαλούργησαν πάνω σε κάθε μια από αυτές, μετά τους Kraftwerk να έγιναν κατανοητά στις μάζες τα ηλεκτρονικά beats και μετά τον Miles Davis να καταλάβαμε ότι η μουσική δεν μπαίνει σε καλούπια, αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι εξελίσσεται και είναι άδικο μία χώρα με σπουδαία μουσική παράδοση όπως η Ελλάδα να μην ακολουθεί την εξέλιξη της.

Το τι παίζουν τα ραδιόφωνά μας, (που λέγεται πως η ακρόασή τους μεγάλωσε στις μέρες του κορωνοϊού) δεν είναι κρυφό. Τα airplay τους είναι φτιαγμένα βάση της αξίας «ότι αρέσει στο κοινό» και το μυστικό  της επιτυχίας τους βρίσκεται στην επανάληψη των δοκιμασμένων επιτυχιών κυρίως από το παρελθόν, με την προσθήκη ελάχιστων νέων κυκλοφοριών.

Θα υπενθυμίσω ότι ανεβαίνουν καθημερινά 50 χιλιάδες νέα τραγούδια στις ψηφιακές πλατφόρμες κι όμως, το ελληνικό ραδιόφωνο αντί να διαλέξει και να προτείνει, προσπαθεί να εξυπηρετεί τις επιθυμίες των ακροατών, πολλές φορές αντλώντας έμπνευση από τους social τοίχους των ακροατών που σε καιρό καραντίνας ακόμη περισσότερο φρόντισαν να υπενθυμίζουν τα «παλιά αγαπημένα».

Θα μου πεις, «γούστα είναι αυτά» και κυριολεκτικά δεν θα έπρεπε να μου πέφτει λόγος. Από την άλλη, το μόνο σίγουρο είναι πως η μουσική δεν άλλαξε από τέτοιες οπισθοδρομικές συμπεριφορές και αν προχώρησε έστω και κάτω από ακραίες συνθήκες (όπου κάποιοι έκαιγαν disco βινύλια) είναι γιατί αυτή είναι η ανθρώπινη φύση και η ανάγκη του πολιτισμού να εξελίσσεται. Και αν κάτι γίνεται πλέον ξεκάθαρο είναι ότι μπαίνουμε σε συνθήκες αλλαγών. Έτσι όπως μνημονεύουμε τους δίσκους που άλλαξαν την μουσική τα τελευταία 50 - 60 χρόνια, το ίδιο θα μνημονεύουμε τις μέρες της μεγάλης καραντίνας που πιθανόν να αλλάξουν τον κόσμο όπως τον ξέραμε. Και αν όντως είναι να αλλάξουμε πράγματα και στην Ελλάδα γιατί να μην αλλάξουμε και τον τρόπο που ακούμε την μουσική. Μετά την μεγάλη ύφεση του 2008 - 2012, οι μεταβολές που έφερε η ψηφιοποίηση της δισκογραφίας έδωσαν νέο κύκλο ζωής στην βιομηχανία που πλέον δείχνει να κατανοεί τις συμπεριφορές του κοινού και να προχωράει σε καινοτομίες. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι στριμάραμε τόσες live εκδοχές των αγαπημένων μας καλλιτεχνών τις μέρες του κορωνοϊού, δημιούργησε τάση και με τα δεδομένα της μη υποχώρησης του ιού και τις ακυρώσεις των μαζικών συναθροίσεων αυτή η τάση δεν φαίνεται να σταματά σύντομα.  

Την ίδια στιμή, σε αυτό το σχετικά «στατικό» διάστημα, αν ρίξουμε μια ματιά στα playlists των επιδραστικών ραδιοφώνων της Δύσης θα δούμε πόσο γρήγορα, καθημερινά και με ανάγκη για άναδειξη νέων ονομάτων, υιοθετούν σταθμοί όπως το BBC, το NPR, το Beats 1 της Apple Music τις νέες μουσικές τάσεις. Σε όλες τις προηγμένες μουσικά βιομηχανίες, κοινό και μέσα μουσικής ενημέρωσης καθημερινά “σπρώχνουν τα πράγματα μπροστά” για την νέα μουσική πραγματικότητα και σαν λαμπρή εξαίρεση (μεταξύ ελάχιστων άλλων χωρών) η χώρα μας, αποφασίζει να καταναλώσει την νέα μουσική πραγματικότητα με δισταγμό, φανατικά κολλημένη στα παλιά και αγαπημένα, τα ονόματα που μας μεγάλωσαν, αυτά με τα οποία «ερωτευτήκαμε», «κολλήσαμε» και περιέργως είμαστε σίγουροι ότι «είναι οι καλύτεροι».

Αν όντως ισχύουν όλα τα προηγούμενα, και η μουσική άξιζε μόνο όπως την έκαναν παλιά, τότε γιατί έχουμε όλοι από έναν φίλο που παίζει σε μια μπάντα ή σκαρώνει μόνος του νέα τραγούδια; Από ποιόν περιμένει αυτός και εμείς σαν φίλοι του να αναγνωριστεί η δημιουργία του; Αν ο κόσμος μουσικά τελειώνει στο “Where Is My Mind” των Pixies (1988) που με πάθος κρατάνε ακόμα στο playlist τους καθημερινά κάποια ραδιόφωνα, τότε είμαστε στ’ αλήθεια τυχεροί που το άκουσε ο Kurt Cobain, επηρεάστηκε και άρχισε να γρατζουνάει την κιθάρα του μέχρι να προκύψει το “Smells Like Teen Spirit” του 1991 και μετά προσθέστε ελεύθερα όσους αυτός επηρέασε για να αλλάξει η μουσική όπως την ξέραμε μέχρι τότε.  Και αν η εξέλιξη στην μουσική και η πολυμορφία της είναι δείγμα εξέλιξης του πολιτισμού, εμείς γιατί έχουμε μία λίστα με λιγότερα από 100 αγαπημένα ονόματα που θέλουμε να βλέπουμε κάθε χρόνο live στην χώρα μας;

Nirvana - Smells Like Teen Spirit (Official Music Video)

Ελπίζω να μου επιτρέπετε τις παραπάνω ερωτήσεις - σκέψεις, είχα έξτρα χρόνο αυτές τις μέρες και παρατηρούσα τις social media τάσεις. Υποστηρίζω το νέο μουσικό μετερίζι από την συχνότητα του Athens Voice Radio 102,5 FM κάθε Σαββατοκύριακο (18.00-20.00) και χωρίς καν να το έχω αντιληφθεί (γιατί θεωρώ δεύτερη φύση μου την ακρόαση και ανακάλυψη νέας μουσικής), οι γύρω μου με αντιμετωπίζουν σαν το «γενναίο πρόβατο επί σφαγής» που πηγαίνει κόντρα στα μέχρι τώρα ραδιοφωνικά δεδομένα της χώρας και παίζει νέα μουσική, χωρίς να ακουμπάει καν το μαξιλαράκι των στάνταρντ επιλογών, εξ ου και πολλοί υποθέτουν ότι η εκπομπή μου θα ενδιαφέρει τους λίγους -εξίσου γενναίους- που παρακολουθούν τις μουσικές εξελίξεις.

Κάτι σαν μουσική σταυροφορία σαν να λέμε. Μόνο που στο πλευρό μου (και το κατάλαβα αυτές τις μέρες περισσότερο), έχω αρκετά από τα ονόματα που έχουν αλλάξει ή θα αλλάξουν το παιχνίδι της μουσικής στην χώρα μας. Δεν πάει καιρός, που τα charts και οι μουσικές τάσεις της Ελλάδας έγιναν κτήμα των ραπ παραγωγών με τον φρέσκο ήχο, ενώ τα παιδιά που τρέχουν την φάση -ακριβώς όπως γίνεται και στο εξωτερικό- έχουν ξεκινήσει να αξιοποιούν την επιδραστικότητα τους συνεργαζόμενοι και φέρνοντας στο φως νέα, διαφορετικά και ανεξάρτητα ταλέντα της σκηνής. Αυτό σημαίνει ότι σύντομα, (ακόμα και αν δεν το θέλετε εσείς του all time classics ρεπερτορίου) θα δείτε δίπλα στα νέα σας για την ακουστική εκτέλεση των Stones, να φιγουράρει η διεθνή προβολή που εξασφάλιζουν τα κομμάτια διεθνών καλλιτεχνών όπως ο Larry Gus, ο Sillyboy ή οι Athens Kids. Και ίσως το καλύτερο δώρο, που έχει κάνει στη νέα γενιά μουσικών (ειδικά των ανεξάρτητων) η «χρόνια» οπισθοδρομική αντίληψη του εγχώριου μουσικού κοινού να είναι το γεγονός ότι τους αγνοεί.

Sillyboy's Ghost Relatives - In A Small Place

Ακριβώς, σαν το ρητό «ουδείς προφήτης στον τόπο του» αυτά τα παιδιά μεγάλωσαν μέσα στα στερεότυπα playlists του ραδιοφώνου, έμαθαν από τα επαναλαμβανόμενα λάθη αυτών, δημιούργησαν τα ανοιχτόμυαλα δικά τους ιντερνετικά playlists και κατάλαβαν -άλλοι γρήγορα και άλλοι πιο αργά- ότι αν θέλουν να ζήσουν από την μουσική, η αγορά και το κοινό τους βρίσκονται στον αναπτυγμένο μουσικά δυτικό κόσμο και όχι απαραίτητα στην Ελλάδα των «κλασσικών αγαπημένων» που το κοινό της έχει χώρο για 10 συναυλίες τον χρόνο και αυτές διανθισμένες με τα στανταράκια που τους παίζει σε λούπα επί χρόνια το ραδιόφωνο.

Αν πραγματικά αλλάζουμε έστω και λίγο μυαλά μετά τον κορωνοϊό, θα είχε ενδιαφέρον οι Έλληνες ακροατές να αρχίζουν να συγχρονίζονται με αυτούς του δυτικού κόσμου. Έτσι και αλλιώς χρησιμοποιήσαμε τις δυτικές χώρες σαν παράδειγμα για να αποδείξουμε πόσο αποτελεσματικά αντιμετωπίσαμε ένα παγκόσμιο ιατρικό φαινόμενο και κάποιοι μας το αναγνώρισαν, άρα έχει μόνο νόημα να συνεχίσουμε να μεταφέρουμε τον παραδειγματισμό και την σύγκριση και σε άλλα επίπεδα. Γνωρίζοντας ή μαθαίνοντας τις βασικές αξίες που πλέον διέπουν την σύγχρονη μουσική βιομηχανία, όπως για παράδειγμα ότι το Spotify αποδίδει 3 φορές περισσότερο απλό το Youtube στους δημιουργούς και καλό είναι εκεί να ακούμε τις ηχογραφήσεις που προτιμούμε για να υποστηρίζουμε έμπρακτα καλλιτέχνες και labels ή μπορούμε να υποστηρίζουμε κατευθείαν τους ανεξάρτητους καλλιτέχνες απο πλατφόρμες όπως το Bandcamp, θα είχε ενδιαφέρον είτε να ξεκινήσουμε την σχετική αλλαγή στις μουσικές μας συνήθειες, είτε να αφήσουμε τους μικρότερους σε ηλικία να μας δείξουν.

Τέλος, ας θυμηθούμε απλά πως αντιδρούσαν οι δικοί μας γονείς σε οτιδήποτε νέο μουσικά φέρναμε εμείς στο σπίτι και ας πορευτούμε με το ρητό που λέει πως «οτιδήποτε δημιουργεί θόρυβο ή ήχους μη οικείους στα αυτιά μας μπορεί απλά να χρειάζεται λίγη προσοχή παραπάνω» . Ο Kurt Kobain και οι Nirvana έκαναν ακριβώς τον θόρυβο που χρειάστηκε για αλλάξουν την μουσική όπως την ξέραμε και κέρδισαν την προσοχή μας. Η εξέλιξη της νέας μουσικής είναι αναμφισβήτητη, το μόνο που χρειάζεται είναι απλά να την ακροαστούμε.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ