Θεατρο - Οπερα

Μαρία Πρωτόπαππα: Τρομάρα μου, νομίζω πως είμαι επαναστάτρια

Η δημοφιλής ηθοποιός μιλάει στην A.V. για τη νέα της παράσταση

4741-35213.jpg
Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 499
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
78298-174648.jpg

Η Μαρία Πρωτόπαπα σε μια συνέντευξη στην Athens Voice και τον Δημήτρη Μαστρογιαννίτη.

Το όνομά της στους πρωταγωνιστικούς ρόλους του «Αγαπητικού της βοσκοπούλας» που ανεβαίνει στο Παλλάς, παραξένεψε. Τι θέλει αυτό το παθιασμένο κορίτσι, που μας συνήθισε σε άλλους ρόλους, σ‹ ένα βουκολικό έργο; Όλα τελικά είναι προκαταλήψεις και το έργο του Κορομηλά της δίνει την ευκαιρία να ψάξει στα σκοτάδια της.

Πρώτη αντίδραση όταν σου ζήτησαν συνεργασία στον «Αγαπητικό»; Δεν το ήξερα το έργο. Όταν μου διηγήθηκε την ιστορία ο Πέτρος (σ.σ. Ζούλιας, ο σκηνοθέτης) κάτι μου έκανε. Έχει κάτι βρώμικο μέσα του. Ως περίεργη ζητάω πάντα μια πρόκληση, αν υπάρχει κάτι που δεν έχω ποτέ αγγίξει. Μου φάνηκε θρίλερ. Μπορεί να φταίει και ότι το διάβασα γύρω στις 4.30-5.00 το πρωί, μετά τον ύπνο. Όλοι οι χαρακτήρες ήταν στραμμένοι προς το φως και ξαφνικά φυσάει ένας αέρας και όλοι μεταμορφώνονται – στριτζώνουν, γίνονται εκδικητικοί, και τη θέση της αγάπης την παίρνει το μίσος. Σε μερικές σκηνές μου θυμίζει μια ταινία με τον Γιούαν Μακ Γκρέγκορ, που πάει σ’ ένα χωριό όπου όλα φαίνονται ειδυλλιακά στην αρχή, αλλά κάτω από την επιφάνεια κρύβεται κάτι το τερατώδες. Αυτό είδα εγώ (γελάει), δεν είδα το φολκλόρ. Επιπλέον σε μια εποχή που μας αρέσει να εξωραΐζουμε το παρελθόν, βάζει τα πράγματα σε μια πιο πραγματική βάση – ναι, τότε υπήρχε φιλότιμο, ή όπως μου έλεγε η γιαγιά μου τραγουδούσαν όλοι μαζί στον τρύγο και υπήρχε ομόνοια, αλλά ταυτόχρονα υπήρχαν πάθη και μίση. Αδέλφια μπορούσαν να μη μιλούν για ένα χωράφι... Για μένα το σήμερα είναι μια συνέχεια του τότε και κοιτάζοντας αυτούς τους ανθρώπους συνειδητοποιώ γιατί φτάσαμε εδώ που φτάσαμε.

Μήπως ήθελες να το δεις έτσι; Οι φιλόλογοι, είναι αλήθεια, θεωρούν πως εξωραΐζει τη ζωή στην ελληνική ύπαιθρο. Εγώ δεν το βλέπω έτσι. Έτσι κι αλλιώς σημασία έχει ποια μάτια το διαβάζουν. Εδώ μου είχε τύχει με sms, και γραπτό και ηχητικό, να παρεξηγήσω αυτό που ήθελε να μου πει αυτός που μου το έστειλε. Επειδή ήμουν κάπως, το μετέφρασα τελείως εσφαλμένα. Ευτυχώς δεν αντέδρασα αμέσως και όταν το διάβασα σε καλύτερες συνθήκες συνειδητοποίησα πως έλεγε κάτι τελείως διαφορετικό. Η εμπειρία μου με τον Ξενόπουλο με έχει βοηθήσει επίσης να καταλάβω πως πολλές φορές διαβάζουμε με προκαταλήψεις. Όλοι τον θεωρούμε ένα ρομαντικό συγγραφέα. Εγώ κατάλαβα πως επειδή απευθυνόταν στο κοινό των σαλονιών του Κολωνακίου, χρησιμοποιούσε μια καθωσπρέπει γλώσσα για να πει τα πιο βρώμικα πράγματα. Δεν έβαζε τον ήρωα να δείχνει τα τέτοια του, όπως γίνεται σήμερα και δεν τρέχει τίποτα, αλλά όλα τα έκρυβε κάτω από ένα καθωσπρέπει μανδύα. Μου αρέσει επίσης που στο έργο μπορώ να καταλάβω πώς ήταν ο έρωτας τότε· στηριζόταν στη στέρηση και στη βραδύτητα, με τα καλά και τα κακά που έχει αυτό. Έπαιρνες κάτι που νόμιζες πως άξιζε και υποχρεωνόσουν μια ζωή να το κουβαλάς. Πάντως σίγουρα ήταν πιο δριμύ το πάθος, εξαιτίας της επιβεβλημένης απόστασης, η οποία δημιουργεί μύθο και πόθο. Ή το θέμα της πίστης. Ο ένας ήρωας μένει εκεί πιστός στον παιδικό του έρωτα. Σήμερα θα τον χαρακτηρίζαμε εμμονικό. Χθες το βράδυ μού άναψε ένα φλας και συνειδητοποίησα πως ο ρόλος της συγκεκριμένης μάνας μού δίνει την ευκαιρία να ψάξω το θέμα της μητρικής αγάπης – έχω και τα δικά μου θέματα εδώ. Στο έργο κάνω μια χήρα από χρόνια που δεν ενδιαφέρεται για τον έρωτα της κόρης της και θέλει να τη δώσει σε αυτόν με τον οποίο πιστεύει πως θα ζήσει καλά. Η άλλη μάνα –την υποδύεται η Ρένη Πιττακή– λυσσάει για να ικανοποιήσει τα θέλω του γιου της. Δύο όψεις της αγάπης. Η αγάπη ως φυλακή και η αγάπη ως προσφορά. Πού μπορούν όμως και οι δύο να σε οδηγήσουν;

Συμπίπτει η δική σου ανάγνωση με αυτή του σκηνοθέτη; Στις αναγνώσεις, επειδή κάναμε πολύ καιρό τραπέζι, και ο ίδιος έφερνε παρόμοιο υλικό και γινόταν πολύ καλό παιχνίδι. Το μπαλάκι πήγαινε και ερχόταν. Ξεκινήσαμε έχοντας το τρίπτυχο Ελλάδα, Ορθοδοξία, Οικογένεια και τελικά είδαμε της Παναγιάς τα μάτια εκεί μέσα. Είναι γεμάτο δεισιδαιμονίες και δείγματα στρεβλής αγάπης. Ασχέτως αν υπάρχει στο τέλος χάπι έντ, αρχικά δουλεύαμε χωρίς να το λογαριάζουμε. Εξάλλου, νομίζω η επιλογή τους να με συμπεριλάβουν στο θίασο έλεγε κάτι. Με «αγοράσαν» για ορισμένους λόγους. Πιστεύω πως δεν έχω την εξωστρέφεια που απαιτεί ένα τόσο λαμπερό και μεγάλο θέατρο, όπως το Παλλάς. Ξέρεις, έχω δεινοπαθήσει σε πολλές κουλτουροκαταστάσεις και σε πολύ μικρότερα θέατρα, κι έχουν δεινοπαθήσει μαζί μου – δεν βγάζω την ουρά μου απ’ έξω, να το παίξω θύμα. Δεν είμαι τόσο εύκολη με όλα. Τώρα αρχίζω και κοιτάζω την αρνητικώς εννοούμενη ματαιοδοξία μου... και αναρωτιέμαι μήπως το γεγονός πως γενικά κρύβομαι –και στη ζωή μου συμβαίνει αυτό–, είναι ένα είδος κόμπλεξ. Το ότι φοβόμουν, για παράδειγμα, να βγω σε μια τόσο μεγάλη πόρτα όπως το Παλλάς. Ο μόνος τρόπος να πολεμήσω αυτή την εσωστρέφεια είναι πάνω στη σκηνή.

Μα έχεις πίσω σου πρωταγωνιστικούς ρόλους σε Εθνικό, περιοδείες μπροστά σε πολύ κόσμο. Τα σκοτάδια σου δεν σε αφήνουν να χαλαρώσεις; Σίγουρα. Τρομάρα μου, ακόμα νομίζω πως είμαι η επαναστάτρια! (γελάει)

Δεν μπορώ να ξεχάσω στη συνέντευξη του Πρετεντέρη για «Το νησί» πόσο στριμμένο άντερο έδειχνες. Όλοι χαιρόντουσαν με την επιτυχία κι εσύ ήθελες μ’ έναν τρόπο να τη «λερώσεις». Έχεις δίκιο, όμως δεν ήθελα επουδενί να μειώσω την επιτυχία της. Μου άρεσε πως έγινε αιτία να μαθευτεί όλη αυτή η ιστορία της Σπιναλόγκα. Αλλά από την άλλη δεν μπορώ να είμαι ψεύτικη. Ίσως τελικά είμαι πολύ ρομαντική. Πριν δεχτώ να συμμετάσχω έτυχε να δω ένα ντοκιμαντέρ μ’ έναν από τους ασθενείς της Σπιναλόγκα. Ήταν αποκρουστικός, δεν μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε και ευτυχώς υπήρχαν υπότιτλοι. Το γεγονός πως εμείς είχαμε δύο πιτσιλιές ως λεπροί στο σίριαλ, για να μη νιώσουν άσχημα οι θεατές, μ’ ενοχλούσε. Αν και ήξερα πως έπρεπε να βγάλει τα λεφτά της αυτή η παραγωγή, άρα και να λάβει υπόψη της τις αντιδράσεις των θεατών, η κοσμοθεωρία μου αντιδρούσε. Για μένα έπρεπε να ήμασταν αποκρουστικοί. Με τον εαυτό μου λοιπόν, τρώγομαι. Στην εκπομπή του Πρετεντέρη δεν ένιωθα καλά, όπως δεν νιώθω καλά στις φωτογραφίσεις. Βγαίνω κάπως (σ.σ. στραβώνει το στόμα της και κάνει γκριμάτσες). Σιχαίνομαι τις selfie φωτογραφίες. Θέλω την κανονικότητα. Το θεωρώ μεγάλη μούφα όλο αυτό το κατασκεύασμα του στιλ...

Μα πόσα χρόνια δουλεύεις ως ηθοποιός και δεν μπορείς να το συνηθίσεις; Δεν προκαλεί πρόβλημα στις συνεργασίες; Ασχολούμαι ερασιτεχνικά από τα δεκατέσσερά μου. Δεν μπορώ να χαλαρώσω κι ας πέρασαν τα χρόνια. Υποκριτικά, ναι, αλλά σε σχέση με το υπόλοιπο, όχι. Οι άνθρωποι που βλέπουν το πάθος μου ως γενναιοδωρία με αγαπούν πάρα πολύ. Οι υπόλοιποι έχουν πρόβλημα. Δεν αντέχω όσους αντιμετωπίζουν με μεγάλη ευκολία τη δουλειά, του τύπου δεν τρέχει τίποτα γιατί είμαστε ωραίοι – εκεί έχω θέμα και γίνομαι αντιπαθής. Δεν μπορώ να συμπράξω. Ασκώ ένα πολυτελές επάγγελμα, που επιπλέον, ειδικά στις ημέρες μας, είναι μεγάλη πολυτέλεια και για τους θεατές. Από τη στιγμή που δεν είναι ένα επάγγελμα προσφοράς μιας πιο άμεσης υπηρεσίας –π.χ. γιατρός–, αλλά προσφέρει βήμα, για μένα σημαίνει πως πρέπει να λυσσάς. Δεν λέω πως είμαι καλύτερη από άλλους, αλλά είμαι παθιασμένη. Θυμάμαι έναν ηλικιωμένο μετρ σ’ ένα μικρό ξενοδοχείο στη Φλωρεντία. Τόσο φοβερός επαγγελματίας, που δεν μπορώ να τον ξεχάσω τόσα χρόνια μετά, εξαιτίας του πάθους του για το επάγγελμά του. Ήταν ένα έργο τέχνης από μόνος του...

Σου ταιριάζει το... «βασανίζομαι»; Δεν το καταλαβαίνω, για να πω την αλήθεια. Πιστεύω στο χιούμορ και την ελαφρότητα κι ότι με αυτά μπορείς να περάσεις πιο εύκολα πράγματα. Είναι η επόμενη πίστα που πρέπει να περάσω. Το χρειάζομαι για μένα, αλλά πάντα θα είναι κάτω από έναν τίτλο, μια ιδεολογία. Δεν αυτομαστιγώνομαι σπίτι μου, να είσαι σίγουρος, απλά μου αρέσει η πειθαρχία. Έχω την ανάγκη της δομής. Μπορώ να κάνω τα πιο γελοία πράγματα, αλλά θέλω να το κάνω κάτω από μια δομή.

Άφησες ποτέ τη ζωή να σε πάει; Μονίμως. Το μόνο πλάνο που είχα ήταν πως θα πεθάνω στα τριάντα μου – νομίζω πως ούτε η μητέρα μου το ξέρει αυτό. Ευτυχώς δεν εκπληρώθηκε, αν και δεν φοβάμαι το θάνατο – έχω φτιάξει πίστες γι’ αυτόν και δανείζομαι ό,τι με βολεύει και κυρίως θεωρίες από την επιστήμη. Μου αρέσει αυτή που σχετίζεται με τη διάσταση του χωροχρόνου. Τον πόνο μόνο φοβάμαι. Πιστεύοντας πως θα πεθάνω στα τριάντα προσπαθούσα να ξεπεράσω τα ελαττώματά μου και να γίνω καλύτερος άνθρωπος για τους άλλους. Από τα τριάντα και μετά, στα υπόλοιπα χρόνια που τα θεωρώ μπόνους, απελευθερώθηκα. Στα είκοσι ένιωθα εξήντα, πριν από λίγα χρόνια ένιωθα είκοσι οχτώ και τώρα στα σαράντα τέσσερά μου έχω εξοικειωθεί με την ηλικία μου και ότι βγάζω άσπρα μαλλιά. Νιώθω πιο ελαφριά.

Πόσο ελαφριά μπορείς να νιώθεις με τόσο πάθος και ένταση που βάζεις στους ρόλους σου; Ωχ, ναι, στη διαδικασία της δουλειάς είμαι τσιτωμένη και ηρεμώ στους ενδιάμεσους νεκρούς χρόνους. Παλιότερα δεν έπαιζε ούτε και αυτό.

Info: Από 11/10. «Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας» του Δημητρίου Κορομηλά. Σκην.: Πέτρος Ζούλιας. Παίζουν: Ρένη Πιττακή, Μαρία Πρωτόπαππα, Χρήστος Στέργιογλου, Ευγενία Δημητροπούλου, Βασίλης Μπισμπίκης κ.ά. Παλλάς, Βουκουρεστίου 5, Αθήνα, 210 3213100

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ