Οι Ιστοριες σας

Τα φαντάσματα των Χριστουγέννων

Ένα διήγημα του Γιάννη Πάσχου*

A.V. Guest
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Περνούσαμε μέσα από το χιόνι που έφτανε το μπόι μας και πηγαίναμε, στην εκκλησία που γειτόνευε με το νεκροταφείο. Δεν είχε ξημερώσει ακόμη, το φως του φεγγαριού έσκαγε πάνω στο χιόνι, φως απόκοσμο που το έκανε ακόμη πιο μαγικό, ακόμη πιο τρομακτικό και παράξενο η φαντασία μας. Ανήμερα Χριστούγεννα. Καθόμασταν στην πόρτα της εκκλησίας ο ένας δίπλα στον άλλον στριμωχτά μέχρι να ’ρθει ο παπάς και καλούσαμε τα φαντάσματα. Αρχίζαμε από αυτούς που συμπαθούσαμε πιο πολύ και μετά καλούσαμε τους αφύσικους, τους αΐσκιωτους και τους κακούς. Νάτοι έρχονται, ψιθυρίζαμε ανατριχιάζοντας, όταν οι σκιές των δένδρων άλλαζαν θέση πάνω στο άσπρο χιόνι ή όταν μεγάλα κομμάτια χιονιού έπεφταν ξαφνικά από τα βαρυφορτωμένα κλαδιά. Νάτη, ήρθε η Ρήνα του Γιώτη, νάτος ο Πάνος ο στόκος, ο Θέμης ο τενεκές, η Ρούλα του Θανάση, νάτος ο αγροφύλακας, η Θοδωρίτσα του Νίκου, νάτοι έρχονται…

Καθόμασταν, λοιπόν, παρέα εκεί, μπροστά στην πόρτα της εκκλησίας και περιμέναμε όλοι μαζί, παιδιά και φαντάσματα, τη γέννηση του Χριστού. Έλεγαν διάφορα τα φαντάσματα και μάλιστα, απαντούσαν πρόθυμα αν τα ρωτούσαμε κάτι: Όχι, δεν έχουμε δόντια, ούτε κόκαλα έχουμε… Ψήλωσες, Δημητράκη μου, λεβέντης έγινες… Να προσέχετε όταν τρέχετε στη κατηφόρα του Μέρμηγκα, γλιστράει… Αρρώστια; Όχι δεν αρρωσταίνουμε, κανένα συναχάκι και αυτό σπάνια… Όλο φιλάκια είσαι, Πάνο μου, με τη Δημητρούλα, πονηρούλη… Αφήστε τα τσιγάρα γι αργότερα, μη φαρμακώνεστε από τώρα… Αυτά και άλλα πολλά άκουγες από τα φαντάσματα, έλεγαν και μερικά ακαταλαβίστικα δεν ξέρω σε τι γλώσσα και φιλοσοφίες έλεγαν για τη ζωή που προς στιγμή μας προβλημάτιζαν αλλά πάλι, δεν πολυδίναμε και σημασία. Ακόμη και τα φαντάσματα αυτών που στη ζωή ήταν κακοί και δύσκολοι λόγια γλυκά έλεγαν και ήταν φανερό πως ήθελαν να ξεχάσουμε τα χαστούκια και τις βρισιές και τις τιμωρίες που μας επέβαλλαν όταν κάναμε καμιά αταξία.

Μετά, ο καθένας από μας έλεγε τι άκουσε, γιατί τα φαντάσματα είχαν πολύ λεπτές φωνές και σιγανές που, αν δεν έδινες πολύ μεγάλη προσοχή, έχανες κάποια από τα λόγια τους. Ο καθένας άκουγε διαφορετικά πράγματα, αλλά κανένας δεν τολμούσε να αμφισβητήσει αυτά που έλεγε ο άλλος ότι άκουσε, γιατί ήταν μεγάλη αμαρτία και ασέβεια να αμφισβητήσεις των φαντασμάτων τα λόγια. Μόλις ακούγονταν από μακριά τα βήματα του παπά και φαινόταν το φως του φακού που κρατούσε στο χέρι, τα φαντάσματα κολλούσαν στους τοίχους της εκκλησίας και γίνονταν ένα με τις παγωμένες πέτρες. Εμείς όμως, ξέραμε ότι ήταν εκεί και τη στιγμή που ψέλναμε «η γέννησις σου Χριστέ ο Θεός ημών ανέτειλε τω κόσμω, το φως το της γνώσεως…» κοιταζόμασταν μεταξύ μας και ψέλναμε δυνατά, πολύ δυνατά, ξελαρυγγιαζόμασταν για να μας ακούν καθαρά, κι αυτό το κάναμε από σεβασμό, να νιώσουν ότι τα υπολογίζαμε όσο και τους ζωντανούς. Θέλαμε να τα έχουμε συμμάχους για να μπαίνουμε στο νεκροταφείο ελεύθερα τα βράδια τον χρόνο που θα ερχόταν και να κρυβόμαστε άφοβα για τις βρωμοδουλειές μας πίσω από τους τάφους τους, εκεί που οι μεγάλοι φοβόνταν να πλησιάσουν.

*Ο Γιάννης Πάσχος γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1954. Σπούδασε Βιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και ειδικεύτηκε στη Μοριακή Βιολογία και τη Γενετική των υδρόβιων οργανισμών στην Ουγγαρία και τη Νορβηγία. Είναι καθηγητής Ιχθυολογίας. Το λογοτεχνικό του έργο περιλαμβάνει ποιήματα, συλλογές διηγημάτων, νουβέλες και δοκίμια τα οποία για χρόνια παρέμεναν αδημοσίευτα. Το Μάρτιο του 2005 εκδόθηκε το πρώτο του ποιητικό κείμενο από τις εκδόσεις Οδός Πανός με τίτλο "Lila Teman". Ποιήματα, διηγήματα και κείμενά του έχουν δημοσιευθεί στα περιοδικά Οδός Πανός, Φαρφουλάς, Soul, Δρομολόγιο, Δέλεαρ, Ίαμβος, στις εφημερίδες, Καθημερινή, Ελευθεροτυπία, Πριν, Παρόν, Ηπειρωτικός Αγών και στο διαδίκτυο, poeticanet, protagon.gr, human traffic, toportal, φρέαρ, Ποιείν. Έχουν εκδοθεί τα: (2015) Μεγάλες διώρυγες, Μελάνι, (2013) Μη φεύγεις, Ίνδικτος, (2009) Μία νυξ δι’ εν έτος, Μελάνι, (2007) Ζωή εκτός ωραρίου, Μελάνι, (2005) Lila Teman, Οδός Πανός, (2010) Οι ιχθύες ως σύμβολο και ως τεχνούργημα, Ίνδικτος.