Κοσμος

Η Ευρώπη και η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ

Ο Καραμανλής υπενθύμιζε στους συνομιλητές του ότι η Ελλάδα είναι το λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και κατά συνέπεια δεν μπορεί να απουσιάζει από τις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης

129265-292192.jpg
Πάνος Λουκάκος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κωνσταντίνος Καραμανλής / Υπογραφή συμφωνίας ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ
Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής υπογράφει στο Ζάππειο τη συμφωνία ένταξης την Ελλάδας στην ΕΟΚ, 28 Μαΐου 1979.

Πώς έγινε η πλήρης ένταξη της Ελλάδας ως δέκατου μέλους της τότε Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.

Τον περασμένο Ιανουάριο συμπληρώθηκαν 42 χρόνια από την πλήρη ένταξη της Ελλάδας ως δέκατου μέλους της τότε Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Σήμερα, συμπληρώνονται 44 χρόνια από την υπογραφή της πράξης προσχώρησης (28 Μαϊου 1979). Τον φετινό Ιούνιο θα συμπληρωθούν 62 χρόνια από την αρχική συμφωνία σύνδεσης της Ελλάδας με την ΕΟΚ των τότε έξι χωρών, που άνοιξε τον δρόμο για την πλήρη ένταξη. Όλες αυτές οι επέτειοι αλλά και όλες οι άλλες ενδιάμεσες σχετικές ημερομηνίες - σταθμοί στη μακρά αυτή διαδικασία φέρουν την προσωπική σφραγίδα ενός πολιτικού: του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Ήδη από τον Ιούνιο του 1959 ο Καραμανλής –τότε πρωθυπουργός– είχε καταθέσει την αίτηση για τη συμφωνία σύνδεσης. Και τον Ιούνιο του 1975 –πάλι πρωθυπουργός– είχε καταθέσει την αίτηση για την πλήρη ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Η διαδρομή αυτή του Καραμανλή που ξεκινά από το 1959 και ολοκληρώνεται τον Ιανουάριο του 1981 υπήρξε ανηφορική και δύσβατη. Εξ αρχής οι άλλες χώρες - μέλη της ΕΟΚ είχαν μεγάλες αντιρρήσεις για την ένταξη της Ελλάδας. Οι Έξι του 1959 - 1961 θεωρούσαν ότι το επίπεδο της ελληνικής οικονομίας υπολειπόταν απελπιστικά του δικού τους και τούτο θα δημιουργούσε προβλήματα στη συνέχεια στα συμβαλλόμενα μέρη. Οι Εννέα του 1975 - 1979 θεωρούσαν ότι τα προβλήματα δεν θα ήταν μόνο οικονομικά αλλά και πολιτικά. Είχε προηγηθεί, με απόφαση της ΕΟΚ, το πάγωμα της συμφωνίας σύνδεσης από το 1967 λόγω της δικτατορίας. Και το 1975 υπήρχαν κράτη - μέλη που αμφέβαλλαν αν η Δημοκρατία έχει οριστικά αποκατασταθεί στην Ελλάδα. Ζωηρότερες αντιρρήσεις όμως προκαλούσε η ενδημική ελληνοτουρκική κρίση, η παρόξυνσή της μετά την εισβολή της Τουρκίας στη Κύπρο και συνεπώς το ενδεχόμενο ενός πολέμου μεταξύ των δύο χωρών, στον οποίο αναγκαίως θα εμπλέκονταν και οι Εννέα της ΕΟΚ αν η Ελλάδα ήταν κράτος - μέλος της.

Κωνσταντίνος Καραμανλής, Βαλερί Ζισκάρ ντ Εσταίν
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με τον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας, Βαλερί Ζισκάρ ντ Εσταίν, Παρίσι, Απρίλιος 1975

Για να αρθούν αυτές οι επιφυλάξεις και οι αντιρρήσεις ο Καραμανλής επισκέφθηκε διαδοχικά και επανειλημμένα τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες που έπαιζαν τον καθοριστικό ρόλο στην ελληνική υπόθεση. Εξασφάλισε αρχικά την υποστήριξη της Γαλλίας του Βαλερί Ζισκάρ ντ' Εστέν. Και με αυτό το διαβατήριο πίεσε ασφυκτικά τον Γερμανό καγκελάριο, Χέλμουτ Σμιτ, που είχε προβάλει τις εντονότερες αντιρρήσεις για την ελληνική ένταξη. Η επιχειρηματολογία του είχε πολλαπλά σκέλη: Υπενθύμιζε στους συνομιλητές του ότι η Ελλάδα είναι το λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και κατά συνέπεια δεν μπορεί να απουσιάζει από τις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Πρόσθετε ότι ήταν υποχρέωση της Ευρώπης έναντι των δημοκρατικών παρακαταθηκών της να στηρίξει την Ελλάδα, που αναίμακτα είχε βγει από τη δικτατορία και είχε αποκαταστήσει τη Δημοκρατία. Υποστήριζε ότι η Ελλάδα προχωρούσε με ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης και σύντομα η ελληνική οικονομία θα ήταν σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα της ένταξης. Και δεν παρέλειψε να τονίσει ευθέως στον Χέλμουτ Σμιτ ότι η Γερμανία ήταν η τελευταία χώρα που είχε δικαίωμα να αντιδρά στην ένταξη της Ελλάδας, με δεδομένες τις τεράστιες καταστροφές που είχε προκαλέσει στη χώρα μας με τον πόλεμο και την Κατοχή.

Κωνσταντίνος Καραμανλής, Χέλμουτ Σμιτ (1977)
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με τον Γερμανό καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ στη γερμανική πρεσβεία, Λονδίνο, Μάιος 1977

Τα διαδοχικά ταξίδια και η συνεχής πίεση του Καραμανλή έφεραν τελικά το αποτέλεσμα που πεισματικά επεδίωκε από τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Και το αποδιδόμενο στον Ζισκάρ ντ' Εστέν ότι «στην ΕΟΚ δεν βάλαμε την Ελλάδα, αλλά τον Καραμανλή» ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα εκείνης της εποχής. Ωστόσο, τα μέτωπα τα οποία είχε να αντιμετωπίσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν βρίσκονταν μόνο στο εξωτερικό. Και στο εσωτερικό υπήρχαν εξαιρετικά έντονες αντιδράσεις, κυρίως από το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ. Το ΠΑΣΟΚ, ως αξιωματική αντιπολίτευση, χαρακτήριζε «αποικιοκρατική» τη συμφωνία ένταξης, αιτία καταλήστευσης του εθνικού πλούτου, αφετηρία που θα έκανε τους Έλληνες τα γκαρσόνια της Ευρώπης. Έτσι αποχώρησε από τη σχετική ψηφοφορία στη Βουλή και δεν παρέστη στην τελετή για την υπογραφή της συμφωνίας ένταξης. Με συνθήματα του τύπου «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», φληναφήματα περί του «τρίτου δρόμου προς τον σοσιαλισμό» αλλά και δεσμεύσεις ότι, ερχόμενη στην εξουσία, θα προκαλούσε δημοψήφισμα για την έξοδο από την ΕΟΚ, η τότε αξιωματική αντιπολίτευση χρησιμοποίησε κάθε μέσο που είχε στη διάθεσή της για να υπονομεύσει την ένταξη. Και μαζί με το ΠΑΣΟΚ ακολουθούσε στην ίδια λογική και το ΚΚΕ. Φωτεινές εξαιρέσεις από το χώρο της Αριστεράς η ΕΔΑ με τον Ηλία Ηλιού και το ΚΚΕ εσωτερικού με τον Λεωνίδα Κύρκο. Είχαν επίσης υποστηρίξει την ένταξη η ΕΔΗΚ του Γεωργίου Μαύρου, το ΚΟΔΗΣΟ του εκ των πρωτεργατών της ευρωπαϊκής πορείας της Ελλάδας Γιάγκου Πεσμαζόγλου και η Εθνική Παράταξη. Ο ίδιος ο Καραμανλής θεωρούσε αστειότητες τα εναντίον της ένταξης επιχειρήματα. Και αν κατανοούσε την αρνητική στάση του ΚΚΕ λόγω της πρόσδεσής του στη τότε Σοβιετική Ένωση, θεωρούσε εθνικά επιζήμιο και πολιτικά ακατανόητο τον ρόλο του Ανδρέα Παπανδρέου, τον οποίο ρόλο απέδιδε αποκλειστικά στην έφεση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης προς τον εύκολο, ευκαιριακό λαϊκισμό. 

Τα χρόνια εκείνα, αρχικά ως πολιτικός συντάκτης και αρθρογράφος του «Βήματος» και κατόπιν της «Ελευθεροτυπίας», συνομιλούσα συχνά με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο ίδιος θεωρούσε την πρώτη του προδικτατορική οκταετία ως τη συναρπαστικότερη και δημιουργικότερη διότι τότε, όπως έλεγε, αναδύθηκε μέσα από τις στάχτες του Παγκόσμιου και του Εμφύλιου Πολέμου η νέα Ελλάδα και τέθηκαν οι βάσεις για την οικονομική ανάπτυξή της. Αλλά πρόσθετε ότι σημαντικότερο επίτευγμά του στη συνέχεια ήταν, μαζί με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, η ένταξη στην ΕΟΚ καθώς σταθεροποιούσε το δημοκρατικό πολίτευμα, παρείχε προστασία έναντι της Τουρκίας, χαλάρωνε τους δεσμούς εξάρτησης από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενσωμάτωνε την Ελλάδα στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και προωθούσε την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.

Κωνσταντίνος Καραμανλής / Ομιλία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Στρασβούργο, Σεπτέμβριος 1983
Ομιλία Κωνσταντίνου Καραμανλή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Στρασβούργο, Σεπτέμβριος 1983

Αυτό το σκεπτικό, που ανέλυε σε συνομιλητές του, εξηγεί γιατί ο Καραμανλής δεν έριξε το βάρος του σε επιμέρους οικονομικά ζητήματα που θα καθυστερούσαν ή και θα απέτρεπαν την ελληνική ένταξη, γιατί επιχειρηματολόγησε κυρίως πολιτικά στους τότε Εννέα και γιατί άφησε κατά μέρος για αργότερα ζήτημα του είδους «ποια τιμή θα έχουν τα ελληνικά αγγουράκια». Έτσι πέτυχε τον στόχο του και έτσι έγινε η Ελλάδα το δέκατο μέλος της ΕΟΚ. Βέβαιον είναι ότι χωρίς την παρουσία ενός ηγέτη του βεληνεκούς του Κωνσταντίνου Καραμανλή, η Ελλάδα δεν θα είχε γίνει τότε δεκτή στην ΕΟΚ. Και βεβαιότερο είναι ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος τον διαδέχθηκε, ήταν ο τελευταίος που θα γινόταν αποδεκτός στην Ευρώπη ως ισότιμος εταίρος.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ