Βιβλιο

Ο Λι Τσάιλντ, ο Τζακ Ρίτσερ, και τα περιοδικά για άντρες

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

Κυριάκος Αθανασιάδης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Ενώ κλείναμε το «Σχετικά ασφαλής», το τελευταίο —και εντελώς ξεχωριστό— βιβλίο του πελώριου Λι Τσάιλντ που κυκλοφόρησε στα ελληνικά (μετάφραση Νίκος Ιβραηνίας, Εκδόσεις Bell), πληροφορηθήκαμε αυτή την είδηση: ο Τσάιλντ επισκέφθηκε μία φυλακή στο Νότιο Γιορκσάιρ και συζήτησε με κρατούμενους εκεί, στο πλαίσιο ενός προγράμματος που ο ίδιος χρηματοδοτεί. Το πρόγραμμα στοχεύει στην αύξηση του επιπέδου αλφαβητισμού στις φυλακές.

Ο λόγος που το κάνει ο Τσάιλντ αυτό είναι πολύ απλός: ένα μεγάλο ποσοστό των κρατουμένων βρίσκεται στις φυλακές γιατί ακριβώς δεν ξέρει γράμματα. Ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να διαβάσει και να γράψει, που είναι, δηλαδή, ανίσχυρος και γυμνός απέναντι στις πολυπλοκότητες του βίου, έχει πολλαπλάσιες πιθανότητες να καταφύγει στην παρανομία από έναν εγγράμματο άνθρωπο — οι πιθανότητες να παρανομήσει είναι κατά πολύ περισσότερες. ΟΕΔ.

Ακόμη χειρότερα: υπάρχουν άνθρωποι, λέει ο Τσάιλντ, που δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν καν μια επιστολή που λαμβάνουν από το κράτος. Έτσι, την αγνοούν, μέχρι που το πράγμα ξεφεύγει από κάθε έλεγχο και καταλήγουν, για πρώτη, δεύτερη ή πολλοστή φορά, μέσα.

Οι κρατούμενοι που παίρνουν μέρος στο πρόγραμμα εγγραμματισμού του Λι Τσάιλντ (το οποίο εκτείνεται σε πέντε σωφρονιστικά καταστήματα) είναι προφανώς ευγνώμονες, ενώ κάποιοι από αυτούς, από την πρώτη φουρνιά, ήδη παίζουν τον ρόλο μέντορα για τους νεότερους. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που δεν μαθαίνουν απλώς να διαβάζουν, αλλά γράφουν και ολόκληρα βιβλία, αυτοβιογραφικά και όχι μόνο: ο Τσάιλντ τούς ενθαρρύνει να του τα στέλνουν, για να τα προωθήσει σε δικούς του αξιολογητές. Κάποια από αυτά, ίσως φτάσουν στο γραφείο ενός ατζέντη, δηλαδή ένα βήμα πριν την έκδοση. Μακάρι.

Ο Λι Τσάιλντ θα μπορούσε βέβαια να μην κάνει τίποτε από όλα αυτά, καθώς είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους συγγραφείς των καιρών μας. Τα μυθιστορήματά του με πρωταγωνιστή τον Τζακ Ρίτσερ έχουν πουλήσει περισσότερα από 100 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως, και ο αριθμός ανεβαίνει συνέχεια, καθώς τον ανακαλύπτουν όλο και νεότερες ηλικίες, ειδικά μετά την επιτυχία της πρόσφατης τηλεοπτικής σειράς, στην οποία πρωταγωνιστεί ο τρομερός Άλαν Ρίτσον, που είναι κομμένος και ραμμένος για να παίζει αυτόν τον ρόλο. (Αν και η αλήθεια είναι πως θέλουμε να τον δούμε και σαν Κόναν κάποια στιγμή). Παλαιότερα τον έπαιζε στο σινεμά ο Τομ Κρουζ, που είναι μεν καλύτερος ηθοποιός, αλλά διάολε είναι κοντός: 1,70. Ο Τζακ Ρίτσερ είναι 1,95. Συγγνώμη κιόλας.

Εμείς πάλι χαθήκαμε στα είκοσι διηγήματα του «Σχετικά ασφαλής», και δεν θέλαμε να τελειώσουν γιατί ανακαλύψαμε μια πτυχή του συγγραφέα που δεν τη γνωρίζαμε. Η μικρή φόρμα έχει τους δικούς της κανόνες, και ο Λι Τσάιλντ μοιάζει να τους ξέρει καλά. Δεν έχουμε Τζακ Ρίτσερ σ’ αυτή τη συλλογή, αλλά μία σειρά από άλλους άντρες πρωταγωνιστές, σκληροτράχηλους όλους, τύπους που ζουν στα άκρα και που έχουν ασφαλώς να μας πουν πολλά και ενδιαφέροντα. Τουλάχιστον τα τρία στα τέσσερα διηγήματα του τόμου είναι έξοχα, ενώ δυο-τρία είναι απλώς εκπληκτικά — δεν υπάρχει περίπτωση να μη μείνετε με το στόμα ανοιχτό τελειώνοντάς τα, καθώς ΔΕΝ θα περιμένετε αυτή την κατάληξη, κι αυτή την ανατροπή της τελευταίας αράδας.

Ωραία, περιπετειώδη, «compact» θρίλερ, ιστορίες που διαβάζοντάς τες νιώθεις πως βρίσκεσαι μέσα σε ένα μελίσσι. Ο Τσάιλντ ξέρει να φτιάχνει σασπένς, και ξέρει πότε να πυροδοτεί τη βόμβα — για να θυμηθούμε το χιτσκοκικό «Σαμποτάζ».

Ο Τσάιλντ —δεν λέμε τίποτε άγνωστο— είναι ένας από τους κορυφαίους τεχνίτες του σύγχρονου θρίλερ και αυτός που τις τελευταίες δεκαετίες κρατά τη δάδα τής hardboiled παράδοσης, έχοντας ήρωες (βασικά: αντιήρωες) από όλη την γκάμα του αστυνομικού και του νουάρ. Πέραν όλων των άλλων, οι διεθνούς κύρους κριτικοί τον αποτιμούν κάτι παραπάνω από θετικά για την οικονομία του λόγου και την αφηγηματική του ακρίβεια.

Και γράφει για άντρες — σωστά; Αν μη τι άλλο, ο Τζακ Ρίτσερ ενσαρκώνει μια κλασική ανδρική φαντασίωση ισχύος. Ας μην κρυβόμαστε: ποιος άντρας δεν θα ήθελε να έχει τη διάπλαση, τις ικανότητες, το μυαλό και τις επιτυχίες αυτού του αρχετυπικού αρρενωπού πρωταγωνιστή — σωστά;

Σωστά. Μόνο που —άκου τώρα— το ποσοστό των γυναικών που διαβάζουν τα βιβλία του Λι Τσάιλντ είναι αναπάντεχα υψηλό: φτάνει το 60% του αναγνωστικού του κοινού. Ο ίδιος ο Τσάιλντ έχει δηλώσει σε πολλές συνεντεύξεις του πως οι γυναίκες ελκύονται στα βιβλία του από την απόλυτη ανεξαρτησία του ήρωα, αφενός, και από τον σεβασμό που επιδεικνύει προς το γυναικείο φύλο, αφετέρου. Επιπλέον, οι γυναικείοι χαρακτήρες στα βιβλία του δεν παρουσιάζονται σαν παθητικά θύματα που πρέπει να τρέξει να τα σώσει ο Ρίτσερ από τους κακούς, αλλά σαν ικανές και δυναμικές προσωπικότητες, γεγονός που —εκτός από τις λογοτεχνικές αρετές, την ποιότητα της γραφής του, τις καλά δεμένες πλοκές, τις ευφάνταστες ιδέες, τους εκατοντάδες ολοζώντανους χαρακτήρες κλπ. κλπ.— διαφοροποιεί τον Child από την παράδοση των παλαιότερων περιοδικών τύπου Men’s Adventure.

Με άλλα λόγια, αυτή η ισορροπία μεταξύ της ωμής, ωραία συγχρονισμένης δράσης και της σύγχρονης κοινωνικής αντίληψης είναι που έχει καταστήσει τη σειρά μια από τις πιο επιτυχημένες εμπορικά στην ιστορία του περιπετειώδους θρίλερ — και το γυναικείο κοινό είναι η ραχοκοκαλιά της παγκόσμιας απήχησής της.

Αλλά, καθώς αναφερθήκαμε στα περιοδικά τύπου Men’s Adventure, που στον καιρό τους υπήρξαν γνωστά και σαν «sweat magazines», καθώς υπόσχονταν ένταση, βία, ωμή δράση, και άλλα πράγματα που σε κάνουν να χύνεις ιδρώτα, ας πούμε δυο πράγματα και γι’ αυτά.

Τα Men’s Adventure Magazines λοιπόν μεσουράνησαν κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Εν μέρει προερχόμενα από τα παλπ, διέθεταν περιεχόμενο —διηγήματα, έστω χωρίς καμία λογοτεχνική φιλοδοξία, και δήθεν αληθινές ιστορίες— που εστίαζε σε πολεμικά κατορθώματα, εξωτικές περιπέτειες, ιστορίες ανδρείας και επιβίωσης σε εχθρικά περιβάλλοντα, και συχνά συνοδεύονταν από προκλητική εικονογράφηση — και δεν εννοούμε πάντα γυμνό. Συνολικά, εκδόθηκαν πάνω από διακόσιοι (200!) τέτοιοι τίτλοι, με πολλά τεύχη οι περισσότεροι, αρκετοί από τους οποίους υπήρξαν εμβληματικοί. Τίτλοι όπως για παράδειγμα το «Argosy» (1882), το οποίο αν και παλαιότερο προσαρμόστηκε αργότερα σε αυτό το ύφος, το «True» (1937), το «Stag» (1942), το «Male» (1950), το «Saga» (1950), το «For Men Only» (1954) κλπ. κλπ. Για να ξεχωρίσουν από τον ανταγωνισμό, τα περιοδικά αυτά βασίζονταν σε εντυπωσιοθηρικά εξώφυλλα που συνήθως απεικόνιζαν άντρες να μάχονται με άγρια θηρία, να αντιμετωπίζουν σαδιστές εχθρούς, να διασώζουν γυναίκες από αιχμαλωσία και άλλα τέτοια όμορφα.

Η παρακμή του είδους επήλθε —κυρίως— λόγω της ανόδου της τηλεοράσεως και των εκατοντάδων πολύ κακής ποιότητας εκπομπών που προβάλλονταν καθημερινά. Σήμερα δεν εκδίδονται παρόμοια περιοδικά, καθώς η αισθητική και η θεματολογία τους θεωρούνται παρωχημένες, αν και επιβιώνουν ως συλλεκτικά αντικείμενα και βεβαίως σαν πηγή έμπνευσης για την ποπ κουλτούρα. Μάλιστα, από τις αρχές του αιώνα μας μέχρι και σήμερα εκδίδονται όλο και περισσότερες ανθολογίες με διηγήματα κορυφαίων συγγραφέων που έγραφαν σε αυτά (σχεδόν πάντα με ψευδώνυμο, σχεδόν πάντα για πενταροδεκάρες), γίνονται εκθέσεις με τα εξώφυλλά τους, ομιλίες, συνέδρια κ.ο.κ., καθώς αντιμετωπίζονται σαν πολιτισμικό τεκμήριο της λαϊκής κουλτούρας, και της προϊστορίας της μαζικής αισθητικής του exploitation. Εννοείται πως τα διηγήματά τους διαβάζονται ακόμη με κρυφό ενθουσιασμό, από πολλούς νερντ και λοιπούς ρέκτες του είδους.

Δυστυχώς, στη θέση τους έχουμε πια τα σόσιαλ μίντια, αυτή τη χοάνη της φρίκης που κανένα τους δεν προέβλεψε και που θα μας θάψει όλους. Αιωνία τους η μνήμη.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Τις Κυριακές, η στήλη μεταμορφώνεται στο Βιβλίο της Εβδομάδας. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.