Βιβλιο

Emmanuel Bove: «Η παγίδα»

Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Στίλβη

Κυριάκος Αθανασιάδης
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Νέοι τίτλοι που ξεχωρίζουν για την περίοδο των εορτών, προτάσεις που αξίζουν τον χρόνο σας, ιδέες για δώρα σε έναν δικό σας άνθρωπο

Κάθε μέρα, τις τρεις πρώτες εβδομάδες του Δεκεμβρίου, θα παρουσιάζουμε μία καινούργια έκδοση: βιβλία που αξίζουν —όσο γίνεται τεκμηριωμένα—, βιβλία «για όλα τα γούστα», βιβλία που μας έκαναν κλικ για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Η περίοδος των εορτών μοσχομυρίζει έτσι κι αλλιώς φρεσκοτυπωμένες σελίδες.

Σήμερα: Emmanuel Bove, «Η παγίδα» (μετάφραση Μαρία Γυπαράκη, 270 σελίδες, Εκδόσεις Στίλβη)

Χαιρετίζουμε τις νέες εκδόσεις Στίλβη, με πολλή χαρά. Ωραία βιβλία, τίτλοι που πολύ δύσκολα θα βλέπαμε αλλού, φανερή τυπογραφική μέριμνα, ωραία αισθητική εν γένει. Η «Παγίδα» (1945) του Εμμανουέλ Μποβ είναι ένα ξεχωριστό μυθιστόρημα, γραμμένο με το χαρακτηριστικό λιτό ύφος του συγγραφέα, και με ήρωα έναν επίσης χαρακτηριστικό ανθρωπότυπο του Μποβ, βυθισμένο σε μια κατάσταση απόλυτης απομόνωσης και αβεβαιότητας — και έτσι είναι: πώς αλλιώς να αποτυπώσεις την ατμόσφαιρα της υπαρξιακής ανασφάλειας που επικρατούσε τα χρόνια που γράφτηκε και εκδόθηκε το μυθιστόρημα, κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου;…

Όμως δεν θα πούμε περισσότερα εμείς. Θα δώσουμε αμέσως τον λόγο στη μεταφράστρια του βιβλίου, αλλά και χαλκέντερη εκδότρια της Στίλβης, Μαρία Γυπαράκη, αφού πρώτα την ευχαριστήσουμε μέσα από την καρδιά μας για την προθυμία και τον χρόνο της. Νά το ωραίο, μεγάλο, μεστό κείμενο που μας εμπιστεύτηκε — διαβάστε το:

* * *

Ο καθρέπτης της πιο σκοτεινής περιόδου της γαλλικής ιστορίας

«Το μυθιστόρημα» –γράφει ο Σταντάλ στο «Κόκκινο και το Μαύρο»– «είναι ένας καθρέπτης που περιφέρεται σε έναν μεγάλο δρόμο. Άλλοτε βλέπετε να καθρεπτίζεται πάνω του το γαλάζιο του ουρανού και άλλοτε το μόλυσμα του βούρκου». Η περίπτωση της προσφάτως μεταφρασμένης στα ελληνικά «Παγίδας» του Μποβ (1898-1945) είναι ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά δείγματα της δεύτερης περίπτωσης.

Η πρώτη γνωριμία του συγγραφέα με το ελληνικό κοινό χρονολογείται το 1988 με το μυθιστόρημα «Οι Φίλοι μου» (1924), εξαντλημένο σήμερα. Το 2023 ο «Αρμάν» (1927) κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη, και τέλος –ας ελπίσουμε πως θα υπάρξει συνέχεια– η «Παγίδα» (1945) από τις εκδόσεις Στίλβη. Οι «Φίλοι μου» ήταν το πρώτο μυθιστόρημα του συγγραφέα, και η «Παγίδα» ένα από τα τελευταία του. Το πρώτο εκδίδεται με τη βοήθεια της Κολέτ, η οποία μεσολαβεί για τη δημοσίευσή του, και γνωρίζει τεράστια εκδοτική επιτυχία, πρώτη και τελευταία άλλωστε κατά τη διάρκεια της σύντομης ζωής του πολυγραφότατου δημιουργού.

Το 1928 ο Μποβ ξεχωρίζει μεταξύ 406 υποψηφίων –ανάμεσα στους οποίους ο Αντρέ Ζιντ και ο Πιέρ Ντριέ Λα Ροσέλ!– και αποσπά το λογοτεχνικό βραβείο «Figuière». Η αναγνώριση αποδεικνύεται εφήμερη· ο Μποβ γράφει, αλλά σιγά-σιγά ένα τείχος σιωπής τον απομονώνει, πιθανότατα λόγω των δυσκολιών της πρόσληψης του έργου του: η γραφή του είναι καινοτόμος και ανοίγει τον δρόμου γι’ αυτό που στη δεκαετία του 1950 θα οριστεί ως Νέο Μυθιστόρημα (το περίφημο Nouveau Roman) ή αντι-μυθιστόρημα.

Ο Μποβ προηγείται της εποχής του, οι ήρωες/αντιήρωες που στοιχειώνουν τα έργα του εκθέτοντας ανενδοίαστα τις υπαρξιακές αναπηρίες τους ενοχλούν, και η «μοντερνιστική» αντιμετώπιση του μυθοπλαστικού μηχανισμού αποσταθεροποιεί τον αναγνώστη του Μεσοπολέμου, τον εξοικειωμένο με τα μεγάλα ρεύματα του νατουραλισμού και του ρεαλισμού.

Ο ίδιος ο Μποβ αναγνωρίζει, στις απαρχές του, για μέντορα και καθοδηγητή του τον Ντοστογιέφσκι, χωρίς αυτό να εμποδίσει τους μελετητές να ανιχνεύουν μια καφκική συγγένεια. Στον τόμο που οι πανεπιστημιακές εκδόσεις της Λυών αφιερώνουν στον Μποβ («Lire Bove», Les Presses Universitaires de Lyon, 2003), η Sophie Coste, υπό τη συνδιεύθυνση της οποίας εκδόθηκε ο εν λόγω τόμος, γράφει πολύ χαρακτηριστικά:

«Υπάρχει όμως μεταξύ [Κάφκα και Μποβ] μία κυρίαρχη διαφορά: στον Κάφκα το παράδοξο εμφανίζεται ως κάτι το κοινότοπο, ενώ ο Μποβ αντιστρέφει τον μηχανισμό καθιστώντας το κοινότοπο, ανησυχητικό, ταραχώδες και διαστροφικό».

Αυτή είναι και η περίπτωση της «Παγίδας», όπου ο Μποβ, απόλυτος κύριος της τέχνης του, αποκρυπτογραφεί με μαεστρία την αντανάκλαση του «μολύσματος του βούρκου» πάνω στον στανταλικό καθρέπτη.

Μεταξύ του πρώτου μυθιστορήματος («Οι φίλοι μου») και της «Παγίδας», ο Μποβ χτίζει έναν κόσμο τραγικό, χρωματισμένο με μια λεπταίσθητη ειρωνεία, κατοικημένο από ηθικά και υλικά αξιολύπητους, κρατώντας, όμως, επίμονα τις αποστάσεις του από τα δραματικά πρόσωπα των μυθοπλασιών του. Η Azucena Macho Vargas, καθηγήτρια της γαλλικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Σαραγόσα, σκιαγραφεί με ενάργεια τον ήρωα/αντιήρωα του συγγραφέα και την υπαρξιακή αναπηρία του:

«Το έργο του Εμμανουέλ Μποβ το στοιχειώνουν υπάρξεις οι οποίες πιστεύουν στο μεγαλείο του πεπρωμένου τους, ενώ στην πραγματικότητα αποδεικνύονται παντελώς ανίκανοι να αποδεχτούν τη θλιβερή τους αλήθεια. Μοναχικοί και αποκαμωμένοι, κρίνουν ότι η κοινωνία θα πρέπει να αναγνωρίσει τις αρετές τους και να τους δώσει τη θέση που τους αξίζει. Δυστυχώς, δεν θα τα καταφέρουν ποτέ, διότι πέραν του ότι δεν διαθέτουν καμιά μοναδικότητα, η μετριότητα και η έλλειψη θέλησης τους εμποδίζει να καταβάλουν την οποιαδήποτε προσπάθεια για την επίτευξη του σκοπού τους».

Από τον κανόνα δεν θα ξεφύγει ούτε ο Μπριντέ, ο ήρωας της «Παγίδας», ο αποτυχημένος δημοσιογράφος και επίδοξος αντιστασιακός. Στοιχεία που δανείζεται, ίσως, ο Μποβ από την προσωπική του δεξαμενή –αξιολόγηση ίσως παρακινδυνευμένη αλλά θεμιτή, αν παράλληλα με το έργο τοποθετηθεί και η ζωή του αφηγητή–, για να τα ερευνήσει λεπτομερώς κάτω από τον υπαρξιακό μεγεθυντικό φακό του. Εξ ου και η θαυμαστή τεχνική της λεπτομέρειάς του, που γοήτευε τον Μπέκετ: «Διαθέτει όσο κανείς άλλος την αίσθηση της συγκλονιστικής λεπτομέρειας», θα σχολιάσει ο Ιρλανδός. Προς επίρρωση της μπεκετικής ρήσης, παραθέτουμε από την «Παγίδα»:

«Ο Μπασόν πέρασε τη γλώσσα του πάνω απ’ τα χείλη του. Ήταν ελαφρά, σχεδόν ανεπαίσθητα ιδρωμένος, ούτε μια σταγόνα στο πρόσωπό του, μόνο μια γυαλάδα, κάτι σαν ίχνος από βρεγμένο πανί πάνω σε μάρμαρο».

Η περιγραφή μιας «βιβλικής» σχεδόν αγωνίας με το οδυνηρό να συνομιλεί διακριτικά με το ανώδυνο· αφηγηματικές τοποθετήσεις που προεικάζουν, κατά κοινή ομολογία, το Νέο Μυθιστόρημα.

Στην «Παγίδα» όμως, ο Μπριντέ δεν είναι ο μοναδικός πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος· ο ήρωας μοιράζεται τον αφηγηματικό χώρο με την Ιστορία της Γαλλίας, και πιο συγκεκριμένα με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της χώρας που ξεκινά με την Ανακωχή της 22ας Ιουνίου του 1940 για να λήξει με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η κυβέρνηση του Βισύ υπό την ηγεσία του στρατάρχη Πεταίν και η συνθηκολόγησή του με τη Ναζιστική Γερμανία, ο διαχωρισμός σε ελεύθερη και κατεχόμενη Γαλλία, η παγίδα, εντέλει, του φασισμού, αόρατη και παντοδύναμη, προκαθορίζει τα πάντα. Το βάρος των ιστορικών συγκυριών καθιστά την «Παγίδα» ένα από τα σπουδαιότερα πολιτικά μυθιστορήματα του 20ού αιώνα με κύριο θέμα τον επάρατο φασισμό.

Και εδώ ακριβώς ο Μποβ καταφέρνει να καταστήσει με τη γραφή του ανησυχητικό και ταραχώδες αυτό που μια μερίδα του πληθυσμού, σε ολόκληρη της Ευρώπη, είτε πίστευε είτε αντιμετώπιζε στωικά ως κάτι το «κοινότοπο». Τοποθετείται με άλλα λόγια απέναντι στην ιστορία, και αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο προτέρημα της «Παγίδας», πάνω στον λαβυρινθώδη καμβά της οποίας πλέκεται ένα πολιτικό-υπαρξιακό θρίλερ, γεμάτο ανδρείκελα παγιδευμένα στα πλοκάμια του φασισμού, μηδέ του πρωταγωνιστή εξαιρουμένου, έρμαια μιας απέραντης και απελπιστικής μοναξιάς:

«Ο Μπριντέ ανέβηκε την avenue de la Gare [Λυών] και, ενώ κοιτούσε συνεχώς δεξιά κι αριστερά, με την ελπίδα να συναντήσει τον φίλο που θα τον έβγαζε από τη δύσκολη θέση, έσκυψε το κεφάλι. Δεν ήθελε να δει κανέναν. “Και σαν ηλίθιος”, σκέφτηκε, “ερχόμενος εδώ, φαντάστηκα ότι θα έβρισκα ανθρώπους που, απλά, θα προσποιούνταν πως είναι υπέρ των Γερμαναράδων και οι οποίοι θα με βοηθούσαν κιόλας… και πως μεταξύ Γάλλων θα ήμασταν αλληλέγγυοι”».

Στη Λυών –όπως ακριβώς και ο πρωταγωνιστής του– θα παραμείνει ο Μποβ, με τη σύζυγό του, για κάποιο διάστημα. Τα σκληρά αντισημιτικά μέτρα, όμως, που παίρνει η κυβέρνηση του Βισύ θα τον οδηγήσουν στη Drôme: «Όλο το καλοκαίρι περιφερόταν στα χωριά του Πουί-ντε-Ντομ, της Αρντές και της Ντρομ». Οι καθρέπτες –άλλοτε κοίλοι και άλλοτε κυρτοί–, πάνω στους οποίους «αναμορφώνεται» (πρόκειται για αναμορφώσεις και όχι για ταυτίσεις) ο ήρωας και δημιουργός εντείνουν ακόμη περισσότερο την αγωνία του λαβυρίνθου.

Το 1942, ο Μποβ και η σύζυγός του καταφέρνουν μετά από επίπονο και μακρύ ταξίδι να φτάσουν στην Αφρική. Στο Αλγέρι, όπου και εγκαταστάθηκαν για δύο χρόνια, γράφει τα τρία τελευταία μυθιστορήματά του, μεταξύ των οποίων και την «Παγίδα». Όπως και ο Μπριντέ, ο Μποβ ελπίζει πάντα πως θα καταφέρει να πάει στο Λονδίνο για να ενταχθεί στις αντιστασιακές ομάδες του Ντε Γκολ, και ζητά από τον φίλο του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ να μεσολαβήσει. Παρά τις προσπάθειες που μοιάζει να κατέβαλε ο τελευταίος, η επιθυμία του Μποβ έμεινε ανεκπλήρωτη.

Θα επιστρέψει στο Παρίσι το 1944, καταβεβλημένος από την πλευρίτιδα που τον ταλαιπωρεί από το 1936. Μετά από πολλές προσπάθειες, καταφέρνει, το 1945, λίγους μήνες πριν τον θάνατό του, να δημοσιεύσει την «Παγίδα», που μάλλον άφησε το κοινό αδιάφορο. Η στιγμή δεν προσφέρεται· η Γαλλία θέλει να ξεχάσει τις μαύρες σελίδες της Ιστορίας της, δικάζει προδότες και δωσίλογους, προσπαθεί να ξεχάσει. Οι πληγές είναι ανοιχτές. Θα πρέπει να περάσουν αρκετά χρόνια για να επανεκτιμηθεί το σκοτεινό και ρεαλιστικό έργο του, που ανοίγει νέους δρόμους στη λογοτεχνική αφήγηση.

Το 2017, οργανώθηκε στην πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη του Ντάρμστατ μια έκθεση για τον συγγραφέα της «Παγίδας» με τη συμμετοχή του νομπελίστα Πέτερ Χάντκε, που τυχαίνει να είναι ο μεταφραστής του Μποβ στα γερμανικά.

Σήμερα ο Μποβ είναι ένας post-mortem αναγνωρισμένος μεγάλος συγγραφέας, τα έργα του οποίου εκδίδονται και αποτελούν αντικείμενο μελάτης. Η «Παγίδα» του είναι ένα από τα έργα στα οποία πρωτίστως θα πρέπει να ανατρέξει ο αναγνώστης, αφενός για τη λογοτεχνική του αρτιότητα και αφετέρου για την περιγραφή των ζοφερών καιρών που μοιάζει να πλησιάζουν ξανά.

  • Νά και το οπισθόφυλλο:

Τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του Emmanuel Bove, κατά τη διάρκεια των οποίων γράφτηκε και η «Παγίδα», θα μπορούσε κανείς να τα θεωρήσει ως τα πιο «συμπυκνωμένα» και τα πιο δραματικά. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο πόλεμος και ο θάνατος γίνονται οι ρυθμιστές τόσο της ανθρώπινης όσο και της συγγραφικής συνθήκης. Ήδη από το 1934 ο Bove είναι μέλος της αντιφασιστικής οργάνωσης CVIA, της οποίας προΐστανται γνωστοί διανοούμενοι της αριστεράς, μεταξύ των οποίων και ο φιλόσοφος Alain. Ο Χίτλερ και οι εθνικοσοσιαλιστές έχουν πλέον, χάρη στον εξουσιοδοτικό νόμο του 1933, την εξουσία στα χέρια τους· η Ευρώπη κλυδωνίζεται, η ελευθερία της απειλείται.

Ο καμβάς της λαβυρινθώδους πλοκής του μυθιστορήματος δεν είναι —κατά την άποψή μας— παρά η ίδια η Ιστορία πάνω στην οποία ο Bove χτίζει ένα πολιτικό-υπαρξιακό θρίλερ, γεμάτο ανδρείκελα παγιδευμένα στα πλοκάμια του φασισμού, μηδέ του πρωταγωνιστή του εξαιρουμένου, έρμαια μιας απέραντης και απελπιστικής μοναξιάς.

  • Και ένα μικρό βιογραφικό του συγγραφέα:

Ο Εμμανουέλ Μποβ (Emmanuel Bove), γεννημένος ως Εμμανουέλ Μπομποβνίκοφ (Emmanuel Bobovnikoff) στις 20 Απριλίου 1898 στο Παρίσι, ήταν Γάλλος συγγραφέας και δημοσιογράφος. Αποφάσισε να γίνει μυθιστοριογράφος σε ηλικία μόλις 14 ετών. Κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα, «Οι φίλοι μου» («Mes Amis»), το 1924. Το βιβλίο γνώρισε αμέσως επιτυχία και εκτιμήθηκε από επιφανείς λογοτέχνες όπως ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε και ο Αντρέ Ζιντ. Το έργο του χαρακτηρίζεται από έναν λιτό και διακριτικό τόνο, και εστιάζει σε αδέξιες φιγούρες, σε αουτσάιντερ, σε «χαμένους» χαρακτήρες που είναι συνήθως παραιτημένοι στη μοίρα τους. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί στο Αλγέρι, όπου έγραψε τα τρία τελευταία του μυθιστορήματα, συμπεριλαμβανομένης της «Παγίδας» («Le Piège», 1945). Πέθανε στο Παρίσι στις 19 Ιουλίου 1945, λίγο μετά την επιστροφή του από την εξορία, σε ηλικία 47 ετών, από καρδιακή ανεπάρκεια. Παρότι το έργο του έπεσε στη λήθη μετά τον πρόωρο θάνατό του, πλέον επανακάμπτει δυναμικά, ενώ εξακολουθεί να έχει πιστούς θαυμαστές, όχι μόνο στη Γαλλία αλλά σε όλο τον κόσμο.

Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Τις Κυριακές, η στήλη μεταμορφώνεται στο Βιβλίο της Εβδομάδας. Ειδικά για τις τρεις πρώτες εβδομάδες του Δεκεμβρίου, βγαίνουμε κάθε μέρα με μία πρόταση ανάγνωσης. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.