Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι © Leonardo Cendamo/Getty Images
Βιβλιο

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Δώρα Λαβαζού
Δώρα Λαβαζού
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Φραντσέσκα Ντιοταλέβι αναμειγνύει τη μυθοπλασία με τα πραγματικά γεγονότα της ζωής της Βίβιαν Μάιερ

Το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα» της Φραντσέσκα Ντιοταλέβι, εμπνευσμένο από τη συναρπαστική και αινιγματική φιγούρα της φωτογράφου Βίβιαν Μάιερ, κυκλοφορεί πλέον στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Κάμινος. Η αφήγηση της Ντιοταλέβι μεταφέρει τον αναγνώστη στη Νέα Υόρκη του 1954. Εκεί, η νεαρή Βίβιαν εργάζεται ως νταντά, ενώ παράλληλα παρατηρεί και απαθανατίζει τη ζωή της πόλης με μια ματιά που διεισδύει στα περιθώρια και στις σκιές. Η φωτογραφική μηχανή γίνεται το προσωπικό της καταφύγιο αλλά και το όχημα για να μετατρέψει τα παιδικά της τραύματα σε καλλιτεχνική πράξη.

Συνδυάζοντας πραγματικά στοιχεία με μυθοπλασία, η Ντιοταλέβι φωτίζει την αθέατη πλευρά μιας γυναίκας που επέλεξε να παραμείνει αόρατη όσο ζούσε, αλλά άφησε πίσω της ένα έργο που τη δικαιώνει ως μια από τις πιο ξεχωριστές μορφές της φωτογραφίας δρόμου του 20ού αιώνα.

Η Φραντσέσκα Ντιοταλέβι μιλάει για το βιβλίο της «Με τη δική σου ματιά μονάχα»

Ας ξεκινήσουμε με μια κάπως συνηθισμένη ερώτηση: Ποια είναι η σχέση σας με τo γράψιμο στο πέρασμα του χρόνου; Θέλατε πάντοτε να γίνετε συγγραφέας;

Ξεκίνησα να γράφω στα χρόνια του πανεπιστημίου· πριν από τότε ήμουν κυρίως – από την παιδική μου κιόλας ηλικία – μια παθιασμένη και αχόρταγη αναγνώστρια. Εκείνη την περίοδο έγραφα μικρές ιστορίες που δημοσίευα διαδικτυακά, σχεδόν για παιχνίδι. Έπειτα, με την πρώτη μου δουλειά, γεννήθηκε η επιθυμία να δοκιμάσω κάτι πιο απαιτητικό. Είχα μια δουλειά γραφείου που δεν την αγαπούσα ιδιαίτερα· στο μεσημεριανό διάλειμμα έμενα συχνά μόνη στο γραφείο. Μια μέρα άνοιξα ένα έγγραφο Word και άρχισα να γράφω μια ιστορία με την πρόθεση, για πρώτη φορά, να μην σταματήσω στις λίγες σελίδες. Ήταν τότε που κατάλαβα κάτι θεμελιώδες: για μένα η γραφή είναι πάνω απ’ όλα ένα καταφύγιο, ένας τόπος διαχωρισμένος από την πραγματικότητα, έχει μεγαλύτερη συγγένεια με αυτό που είμαι, μες στη ζωή. Και γι’ αυτό συνεχίζω να επιστρέφω εκεί, ξανά και ξανά.

Είναι δύσκολο το επάγγελμά σας στον σημερινό κόσμο;

Θα ήταν δύσκολο, νομίζω, αν εξαρτιόμουν οικονομικά αποκλειστικά από τη συγγραφή. Αλλά από επιλογή – πέρα και από την ανάγκη – πάντοτε είχα πλάι σε αυτή τη δραστηριότητα μια άλλη δουλειά. Αυτό μου επιτρέπει να κρατώ τη συγγραφή σε έναν χώρο ελευθερίας: κάτι που κάνω από θέληση, όχι από υποχρέωση. Και είναι ακριβώς αυτό που μου επιτρέπει να απολαμβάνω πλήρως ό,τι φέρνει μαζί της η συγγραφή: τη δυνατότητα να επιλέγω τις ιστορίες που επιθυμώ να αφηγηθώ, τη σχέση με τους αναγνώστες, την ευτυχία να ταξιδεύω μαζί με τα βιβλία μου, και την αίσθηση –κάθε φορά– πως χτίζω μια γέφυρα ανάμεσα σε ό,τι φαντάζομαι και σε κάποιον που, από κάποιο μέρος, ακούει.

Τι σας ενέπνευσε στη Βίβιαν;

Έγραψα αυτό το μυθιστόρημα προσπαθώντας να απαντήσω σε ένα ερώτημα που με κυνηγούσε: τι έκανε αυτή την καλλιτέχνιδα να φωτογραφίζει κάθε μέρα της ζωής της, χωρίς να νιώθει την επιθυμία να δει τις εικόνες να εμφανίζονται πάνω στο φιλμ;

Όταν συνάντησα το έργο της, γοητεύτηκα από τη βαθιά ενσυναίσθηση που εξέπεμπε. Ήταν το βλέμμα κάποιου που ξέρει να βλέπει πραγματικά: όχι μόνο μια σκηνή, αλλά όλα όσα αυτή η σκηνή περιέχει. Στις πιο επιτυχημένες φωτογραφίες της αναδύονται κυρίως οι δεσμοί μεταξύ των ανθρώπων, οι ανεπαίσθητες ανταλλαγές, οι λεπτές συνδέσεις.

Κι όμως, στη ζωή, η Βίβιαν επέλεγε τη μοναξιά: πόρτες πάντα κλειδωμένες, ψεύτικα ονόματα για να υπογράφει τις αποδείξεις, ένας σπασμένος δεσμός με την οικογένεια. Και αυτή η αντίθεση ήταν που με ώθησε να την κυνηγήσω πάνω στη σελίδα. Ήθελα να τη συναντήσω, να καθίσω δίπλα της σ’ ένα παγκάκι και να ακούσω αυτό που αναταρασσόταν μέσα της. Να προσπαθήσω να την κατανοήσω, έστω για μια στιγμή.

Σας απονεμήθηκαν αρκετά λογοτεχνικά βραβεία για το βιβλίο σας σχετικά με τη Βίβιαν Μάιερ. Το θεωρείτε ως το καλύτερό σας έργο;

Δεν θα ήξερα να πω αν είναι το καλύτερό μου βιβλίο, αλλά σίγουρα είναι εκείνο που με δοκίμασε περισσότερο. Για πολλούς μήνες καταδίωκα στη σελίδα μια σκιά: μια γυναίκα μακρινή από μένα, όχι μόνο χρονικά αλλά και ως προς τον χαρακτήρα. Ένα πρόσωπο που είχε κάνει αφάνεια τρόπο δικό της για να υπάρχει στον κόσμο, που είχε προσπαθήσει να εξαφανιστεί και είχε κρατήσει κρυφή ακόμη και την καλλιτεχνική της παραγωγή.

Κατά τη διάρκεια της συγγραφής, τα ερωτήματα «Κάνω καλή δουλειά; Αποδίδω πραγματικά δικαιοσύνη σε αυτή τη σπουδαία καλλιτέχνιδα;» ήταν μια διαρκής σκέψη. Το να γράψω για τη Βίβιαν υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και, σε έναν βαθμό, θάρρους.

Πόσο σημαντική είναι η μοναξιά για έναν καλλιτέχνη; Έχει νόημα για όποιον γράφει;

Η μοναξιά είναι συχνά ο τόπος όπου γεννιέται ένα έργο τέχνης, γιατί η τέχνη, στο βάθος, είναι ένας καθρέφτης στραμμένος προς τα μέσα. Είναι ένας σιωπηλός διάλογος, μια πορεία που απαιτεί να σκάψεις στις πληγές σου, να δώσεις μορφή σε σκέψεις και εμμονές. Και η γραφή δεν αποτελεί εξαίρεση: γράφουμε μόνοι μας, είμαστε μόνοι μπροστά στη σελίδα, μόνοι μέσα σε μια ιστορία. Είναι μια μοναξιά που μπορεί να κρατήσει μήνες, μερικές φορές χρόνια. Κι όμως δεν είναι ποτέ μια μοναξιά άδεια: μέσα της αντηχούν οι δεσμοί μας, η κοινωνία όπου ζούμε, ακόμη και η καθημερινή ροή του χρόνου. Όλα αυτά συρρέουν, σιωπηλά, στο κείμενο.

Αν είχατε τη δυνατότητα να συναντήσετε τη Βίβιαν όσο γράφατε το βιβλίο, τι θα τη ρωτούσατε; Και τι θα θέλατε να κάνετε μαζί της;

Είναι μια υπέροχη ερώτηση, στην οποία ίσως έχω ήδη απαντήσει εν μέρει. Περισσότερο κι από το να της απευθύνω ερωτήματα, θα μου άρεσε να καθίσω δίπλα της και να την ακούσω.

Γράφοντας για ένα πραγματικό πρόσωπο και μετατρέποντάς το σε χαρακτήρα ενός μυθιστορήματος σημαίνει ότι δημιουργείς μια σχέση οικειότητας με κάποιον που δεν θα συναντήσεις ποτέ, αλλά που στο τέλος, σου γίνεται πιο οικείος από όλους.
Τη Βίβιαν τη γνώρισα κυρίως μέσα από τις φωτογραφίες της: αδήλωτες σελίδες ημερολογίου, που αφηγούνται όσα επέλεγε να συλλάβει με τον φακό και, μέσα από αυτή την επιλογή, τις βαθύτερες προθέσεις που την οδηγούσαν. Τίποτε στο έργο της δεν ήταν αφημένο στην τύχη. Μέσα από εκείνες τις εικόνες, η Βίβιαν μου μίλησε περισσότερο απ’ ό,τι θα μπορούσε να κάνει με λόγια. Και βέβαια, θα μου άρεσε να την ακολουθήσω στους δρόμους μιας πόλης και να τη δω να εργάζεται με τη θρυλική της Rolleiflex.

Mural με τη Βίβιαν Μάιερ στο Σικάγο © Raymond Boyd/Getty Images
Mural με τη Βίβιαν Μάιερ στο Σικάγο © Raymond Boyd/Getty Images

Mural με τη Βίβιαν Μάιερ στο Σικάγο © Raymond Boyd/Getty Images

Πόσο σημαντική είναι η φωτογραφία ως μορφή τέχνης για μια συγγραφέα, και ειδικά για εσάς; Τι πιστεύετε για το έργο της Βίβιαν;

Η ίδια η λέξη το λέει: φωτογραφία, «το φως που γράφει». Ανάμεσα στη γραφή και τη φωτογραφία υπάρχει ένας βαθύς δεσμός. Δεν είναι τυχαίο πως στο μυθιστόρημα επέλεξα να βάλω δίπλα στη Βίβιαν έναν χαρακτήρα που είναι συγγραφέας: μέσα από τους διαλόγους τους, τη συνάφεια και τις συγκρούσεις τους, προσπάθησα να εξερευνήσω τι σημαίνει να αφηγείσαι τις ιστορίες των άλλων και, κατά κάποιο τρόπο, να τις κάνεις αιώνιες.

Η δουλειά πάνω στη Βίβιαν απαίτησε μια άσκηση ουσιώδη για όποιον γράφει: να μάθει να βλέπει. Όχι μια γρήγορη ματιά, αλλά μια υπομονετική αναζήτηση των πιο λεπτών λεπτομερειών. Για μήνες παρακολούθησα μαθήματα φωτογραφίας για να μάθω να χρησιμοποιώ τη Rolleiflex, τη μηχανή με την οποία η Βίβιαν εργάστηκε για περισσότερα από είκοσι χρόνια. Ένα φιλμ περιέχει δώδεκα λήψεις: δώδεκα δυνατότητες, ούτε μία παραπάνω. Σήμερα είμαστε συνηθισμένοι να τραβάμε εκατοντάδες φωτογραφίες χωρίς πολλή σκέψη, αλλά δώδεκα λήψεις σε αναγκάζουν να σταθείς, να συλλογιστείς, να παρατηρήσεις πραγματικά ό,τι σε περιβάλλει.

Το να γράφεις, όπως και το να φωτογραφίζεις, σημαίνει πριν απ’ όλα αυτό: να κοιτάς με προσοχή, και κατόπιν να μεταμορφώνεις αυτό το βλέμμα σε μια πράξη, σε μια αφήγηση, σε μια επιλογή νοήματος. Το έργο της Βίβιαν είναι ένα συνεχές μάθημα για το πώς να κρατάς τα μάτια ανοιχτά στον κόσμο, ακόμη κι όταν θέλεις να παραμείνεις στο περιθώριό του.

Πιστεύετε πως η Βίβιαν θα επιθυμούσε τόση φήμη μετά τον θάνατό της; Πώς θα είχε αντιδράσει σε όσα συνέβησαν γύρω από το έργο της;

Αυτή ήταν η πρώτη ερώτηση που έθεσα στον εαυτό μου όταν αποφάσισα να αφηγηθώ την ιστορία της. Μιλάμε για μια γυναίκα που πέρασε μέσα από τις ζωές των άλλων σαν σιωπηλή σκιά, χωρίς σχεδόν να αφήσει ίχνη, πέρα από εκατοντάδες κούτες γεμάτες φιλμ που δεν είχε εμφανίσει ποτέ. Κούτες στοιβαγμένες σε μια αποθήκη της οποίας, κάποια στιγμή, σταμάτησε να πληρώνει το ενοίκιο (δεν ξέρουμε αν από λησμονιά, από έλλειψη χρημάτων ή από απλή αδιαφορία).

Αναρωτήθηκα πολλές φορές πώς να ερμηνεύσω αυτή την πράξη. Γιατί μέσα σε εκείνες τις κούτες υπήρχε ό,τι την προσδιόριζε: το βλέμμα της, η εμμονή της, το πιο αυθεντικό κομμάτι του εαυτού της. Κι όμως έμειναν εκεί, εγκαταλελειμμένες. Και το να εγκαταλείπεις κάτι σημαίνει, στο βάθος, πως το παραδίδεις στη μοίρα του.

Πιστεύω ότι, αν πραγματικά δεν ήθελε ποτέ να εμφανιστούν ή να ιδωθούν μια μέρα οι φωτογραφίες της, θα είχε σταδιακά απαλλαγεί από αυτές, μέχρι και το τελευταίο φιλμ. Δεν το έκανε. Άφησε ανοιχτή μια δυνατότητα. Η μοίρα έκανε τα υπόλοιπα, τοποθετώντας αυτές τις εικόνες στα χέρια κάποιου που μπόρεσε να αναγνωρίσει την αξία τους, να τις διαφυλάξει και τελικά να τις δείξει στον κόσμο. Ίσως η Βίβιαν να μην θα είχε αναζητήσει τη φήμη, αλλά ούτε και την εμπόδισε. Και μέσα σε αυτόν τον αμφίσημο, εύθραυστο χώρο, εγώ διαβάζω μια μορφή σιωπηλής συναίνεσης, ή τουλάχιστον μια διαθεσιμότητα να βρεθεί.

«Με τη δική σου ματιά μονάχα» της Φραντσέσκα Ντιοταλέβι, εκδόσεις Κάμινος

Είναι το πρώτο σας βιβλίο που δημοσιεύεται στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Κάμινος. Θα θέλατε να πείτε κάτι στο ελληνικό κοινό;

Είναι για μένα μεγάλη τιμή να βλέπω το μυθιστόρημά μου μεταφρασμένο στα ελληνικά. Δεν έκανα κλασικές σπουδές και επομένως, δυστυχώς, δεν είχα την ευκαιρία να μάθω αυτή τη θαυμαστή γλώσσα στα χρόνια των σπουδών μου, όλες οι ιστορίες που με διαμόρφωσαν προέρχονται ακριβώς από εδώ. Όταν ήμουν παιδί και δεν ήξερα ακόμη να διαβάζω, η μητέρα μου – που είχε κάνει κλασικές σπουδές – μου διάβαζε υπέροχες εκδόσεις των ελληνικών μύθων και των ποιημάτων· αργότερα, στο πανεπιστήμιο, πήρα πτυχίο στη δραματουργία της αρχαίας Ελλάδας με μια εργασία πάνω στην Αντιγόνη. Αγαπώ τα πάντα από τον ελληνικό πολιτισμό: τις ιστορίες, τη γλώσσα, τη θεατρικότητα, τη σκέψη, τον τρόπο με τον οποίο έθεσε τα θεμέλια της ιδέας μας για το τι σημαίνει να είμαστε άνθρωποι.

«Με τη δική σου ματιά μονάχα» της Φραντσέσκα Ντιοταλέβι, εκδόσεις Κάμινος

***

Παρουσίαση του βιβλίου «Με τη δική σου ματιά μονάχα» της Φραντσέσκα Ντιοταλέβι

Την Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου, στις 18:30, το Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Αθηνών και οι Εκδόσεις Κάμινος υποδέχονται την Φραντσέσκα Ντιοταλέβι σε μια ανοιχτή συνάντηση με το κοινό στο αμφιθέατρο του Ινστιτούτου. Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης –με ταυτόχρονη μετάφραση και ελεύθερη είσοδο κατόπιν κράτησης– θα παρουσιαστεί το μυθιστόρημα, υποψήφιο για το Βραβείο Strega 2019. Στη συζήτηση θα συμμετάσχουν η Σάντυ Σακορράφου, ερευνήτρια Ιστορίας της Επιστήμης, και η μεταφράστρια του βιβλίου, Άννα Παπασταύρου.

***

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι - βιογραφικό

Η Φραντσέσκα Ντιοταλέβι γεννήθηκε στο Μιλάνο το 1985. Είναι πτυχιούχος του τμήματος Επιστημών Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πιο ταλαντούχους συγγραφείς της γενιάς της και δίκαια έχει κερδίσει μια θέση στην ιταλική λογοτεχνία του 21ου αιώνα. Ανάμεσα στα έργα της: L'ultimo Mago (Neri Pozza 2024: θα εκδοθεί από τις εκδόσεις Κάμινος), Amedeo, je t’aime (Mondadori Electa, 2015), Dentro soffia il vento (Neri Pozza, 2016), βιβλίο που κέρδισε το βραβείο Premio Neri Pozza στην κατηγορία "Νέοι" (2016) και το βραβείο Premio letterario nazionale Grotte della Gurfa (2017).

Δειτε περισσοτερα

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση