Βιβλιο

Γλέντια και τσιμπούσια στο Μπαγκλαντές, στο Καλοχώρι

Αναμνήσεις από μια περιοχή που έγραψε ιστορία

Στέφανος Τσιτσόπουλος
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μνήμες από τις ταβέρνες του Καλοχωρίου, από την έκδοση Θεσσαλονίκη - Καλοχώρι - Μπαγκλαντές 2010, των Αννίτας Στυλοπούλου και Βαλεριάνο Τροϊάνι, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σαιξπηρικόν

Η ηρωική ταβέρνα «Μπαγκλαντές», το παραπηγματικό καλυβένιο ψαροτηγανάδικο με τα ξύλινα ποδάρια, υποστηρίγματα μπηγμένα στις λασπουριές του υγρότοπου Καλοχωρίου, δεν υπάρχει πια. Το ίδιο και οι κάποτε εξίσου θρυλικές παρακείμενες ταβέρνες «Το Νησί της Αφροδίτης», ο «Τάκος», που αργότερα έγινε «Ίμια» και το «Φράγμα». Αρκεί όμως το ποιηματάκι της Αννίτας Στυλοπούλου, μερικές φωτογραφίες του Βαλεριάνο Τροϊγιάνι και μια συγκινητική έκδοση με τίτλο «Θεσσαλονίκη - Καλοχώρι, Μπαγκλαντές 2010», για να διακτινιστώ σε εκείνους τους χωροχρόνους με τις θεϊκές τηγανητές φρέσκιες γλώσσες: Βραχνή φωνή με πλησιάζει/ μια με κοιμίζει, μια με ταράζει/ σαν δράκος με διατάζει/ μακριά με παίρνει/ μνήμες αρπάζει».

Βαλτόνερα, φλαμίνγκος, ερωδιοί, πελεκάνοι, κατσικόδρομοι κακοτράχαλοι γεμάτοι λακούβες ιδανικές για να βγουν μπιέλα και οι πιο τσαμπουκαλεμένες ζάντες, αλλά άξιζε το καλτ και η διαδρομή από τη Θεσσαλονίκη. Ειδικά στα τέλη των νάιντις, στην ταβέρνα «Μπαγκλαντές» και τα πέριξ σύχναζε όλος ο κόσμος ο καλός, καθώς το Καλοχώρι ήταν μόδα και όλα εκείνα τα παραπήγματα δεμένα με κοτετσόσυρμα και καμπινέδες-εμπειρία γνώρισαν πένες. Κουτσά τραπέζια, ξύλινοι πάγκοι αντί για καρέκλες ή άσπρες πλαστικατζούρες «του γύφτου» και οι κλάσικ ψάθινες της Άθωνος βαμμένες μπλε για πιο αναπαυτικά, primal ντεκόρ, άσ’ τα να πάνε ήταν οι ταβέρνες, μα όλα αυτά αντισταθμίζονταν από το θανατερό ηλιοβασίλεμα με θέα τα εξωτικά πουλιά και τα καράβια που εγκατέλειπαν ή πλεύριζαν το λιμάνι. 

© Βαλεριάνο Τροϊάνι, Θεσσαλονίκη - Καλοχώρι «Μπαγκλαντές 2010», εκδόσεις Σαιξπηρικόν

Τον χειμώνα τρίζαν θαλπωρικά οι ξυλόσομπες και τα εαροκαλόκαιρα χύμα έξω πιλαλούσαν τα τσιμπούσια με Μαλαματίνες, φρέσκα λαυράκια και φυσικά αρχηγικά μύδια, ένεκα που η πατρίδα τους, η Χαλάστρα, έπεφτε λίγα λεπτά παραπέρα δρόμο από τα κουζινικά του «Μπαγκλαντές» και των συνάδελφων foodie χαμαιτυπείων. 

Θα ακουστεί κάπως στους σημερινούς κομ ιλ φο ρέκτες της «μεσογειακής κουζίνας με twist», αλλά όσοι θυμούνται καλά τη δεκαετία του ’90 στη Θεσσαλονίκη θα συμφωνήσουν: ένα φεγγάρι το Καλοχώρι και τα παραπηγματικά «γκουρμέ» του έγιναν το απόλυτο καλτ. Οι παραγκοταβέρνες, σύμβολα μιας εποχής που έφυγε ανεπιστρεπτί, γράφει ο Τροϊάνι, «τα μικρά παλατάκια που έδιναν άσυλο σε ψαράδες και κτηνοτρόφους της περιοχής», έγιναν στέκια καθηγητών πανεπιστημίου, ψαγμένων ίντι και εναλλακτικών αριστερών του χαβιάρι με ολίγη από καλαμαράκι τηγανητό. Βέβαια οι τελευταίοι λάκισαν όταν άρχισαν οι καταγγελίες των οικολόγων για διατάραξη του οικοσυστήματος, υπήρχαν όμως παραμονές Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς και Πρωτομαγιές που στις ταβέρνες γλεντούσαν γόβες, παγιέτες, πουράκηδες και λοιποί γκλαμουράτοι Θεσσαλονικέμπριτις, που εκτός από τη ρόκα παρμεζάνα του Shark, τιμούσαν και τις μερακλίδικα ψημένες μελιτζάνες του «Μπαγκλαντές». 

© Βαλεριάνο Τροϊάνι, Θεσσαλονίκη - Καλοχώρι «Μπαγκλαντές 2010», εκδόσεις Σαιξπηρικόν

«Μετά το 2007 η περιοχή άρχισε να ερημώνει. Τα στέκια έκλεισαν με απόφαση της πολιτείας και ο τόπος εγκαταλείφθηκε», γράφει ο Τροϊάνι, ενώ περιπλανιέται με την κάμερά του στο παρατημένο, παραμελημένο, στο -τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα- αφημένο στην τύχη και στο έλεος του χρόνου μέρος. Συγκινητική έκδοση...