Βιβλιο

Η «δοκιμιακή ποίηση» του Ζήση Κοτιώνη

Ο χρόνος δεν είναι παρά μόνο η εσφαλμένη εμπειρία του πέρατος μιας ανεπανάληπτης δήθεν ζωή

Κωνσταντίνος Ματσούκας
ΤΕΥΧΟΣ 944
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Παρουσίαση του βιβλίου του Ζήση Κοτιώνη «Ξένοι στη φλεγόμενη γη» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτης

Η «δοκιμιακή ποίηση» ως είδος γραφής, με μια έννοια τα έχει όλα και συμφέρει. Υφολογικά, παίρνει την ελευθερία να κάνει λογοπαίγνια και συνειρμούς, να παραδοξολογεί, να δαγκώνει την ουρά της, να απογειώνεται σε δυσθεώρητα ύψη όπως και να έρπει, στο πλαίσιο πάντα του «θεωρητικού αναστοχασμού» που υπηρετεί.

Η τόση ελευθερία όμως ενέχει και τις αντίστοιχες ευθύνες. Είτε μπροστά σ’ έναν ενεργό κρατήρα ηφαιστείου είτε σκαρφαλώνοντας σ’ ένα βουνό με ρυθμό σαλιγκαριού, το κείμενο οφείλει να χαράξει τη δική του γραμμή πλεύσης και να την ακολουθήσει μέχρι εκεί που οδηγεί. Υιοθετώντας την ποιητική μορφή, το θεωρητικό πλαίσιο αποκτά ιδιαίτερη σημασία για τη συνοχή και την κατεύθυνση του πονήματος.

Ο Κοτιώνης συναρμόζει το πλαίσιό του από τη ζωή (τις πρακτικές βίου) και το έργο (το πρόγραμμα λόγου) έξι υποδειγματικών μορφών της δυτικής πολιτιστικής κληρονομιάς: τον Εμπεδοκλή και τον Διογένη τον Κυνικό στα παράλια της Μεσογείου κατά την αρχαιότητα, τον Ιησού στην Παλαιστίνη, τον Δον Κιχώτη στην Ιβηρική χερσόνησο, τον Ιάπωνα ποιητή Κογιαμπάσι Ίσα τον 18ο αι. και, λίγο αργότερα, τον Φρειδερίκο Νίτσε στην Κεντρική Ευρώπη. Εκείνο που τους συνδέει στην ανάγνωση του Ζ. Κ. είναι η ριζική ετερότητα του τρόπου ζωής τους (και όχι απλώς των ιδεών τους) σε σχέση με τα πρότυπα της εποχής τους. Υπήρξαν όλοι τους υποδειγματικά ανένταχτοι, παρίες ή/και ανέστιοι, έως και γραφικοί. Επιπλέον, «παραμένουν ξένοι διά παντός και σε σχέση με τα σημερινά πρότυπα ζωής, καθώς δεν παρήγαγαν πλούτο, δεν κατανάλωσαν πόρους, παρέμειναν χωρίς κλήρο, ως το τέλος φτωχοί και αδιάφοροι». Αυτό, σε αντιδιαστολή με τη μεγάλη επίδρασή τους στο δυτικό κοσμοείδωλο, τους καθιστά για τον συγγραφέα «σύμβολα συγκρότησης ενός περιβαλλοντικά ενάρετου βίου, ριζικά κριτικού προς τα κυρίαρχα πρότυπα της καταναλωτικής ευδαιμονίας και του πλουτισμού, που συμβαίνει με την καθυπόταξη των δυνάμεων της φύσης στην οικονομία και την παραγωγή».

Η «Φλεγόμενη γη» του τίτλου αναφέρεται στο κοινό, καθημερινό βίωμα της κλιματολογικής καταστροφής που είναι απόρροια αυτού του άκρατου οικονομισμού. Και, συνεπώς, το μοτίβο της φωτιάς επανέρχεται ως το πιθανότατα αναπόδραστο τέλος, «ένα οριστικά χαμένο στοίχημα εκ των προτέρων»… Τοποθετώντας τους Ξένους του σε αυτό το σύγχρονο πλαίσιο ως φόντο ζωής, ο συγγραφέας έχει επίγνωση ότι επιδίδεται σ’ έναν παράδοξο αναχρονισμό. Είναι «όπως συμβαίνει όταν κοιτάζουμε με το τηλεσκόπιο τα γεωλογικά γεγονότα σε έναν μακρινό πλανήτη και φέρνουμε το παρελθόν στην εμπειρική πρόσληψη ενός διηνεκούς παρόντος».

Στα κεφάλαια που ακολουθούν, συγκεράζονται πτυχές των περίφημων ξένων και σκηνοθετούνται ερωταποκρίσεις σε ένα ευρηματικό, και συχνά ανίερο, bricolage ιδεών και εμπειρίας. Τακτικά επιστρέφει το προαναφερθέν παρόν που είναι ατελεύτητο, χωρίς τέλος και αρχή, αέναα επαναλαμβανόμενο (όπως στη νιτσεϊκή «Χαρούμενη επιστήμη»): «Όταν η ακυβέρνητη βάρκα θα έχει κάνει τον γύρο του κόσμου θα επιστρέψεις κι εσύ… σε έναν επόμενο κόσμο, κόπια ετούτου του κόσμου επί χίλιες φορές προς τα μπρος και άλλες χίλιες φορές προς τα πίσω». Και, «τότε άδραξα κι εγώ διαμιάς την ιδέα πως όλα γυρίζουνε πίσω και ποτέ δεν υπάρχει η τελευταία φορά». Και, «[…] η άμετρη διέκταση των άστρων μετά την έκρηξη της μιας κάποιας αρχής δεν είναι παρά μια ανάσα του κόσμου στον χρόνο… Έτσι όπως διαστέλλεται και συστέλλεται τελικά αναπνέει το τέρας, ο κόσμος». Και, λόγια ενός άλλου συγγραφέα, «οι μελλοντικοί ποιητές επηρεάζουν βαθιά τους προγενέστερους».

Σε αυτά τα λίγα σπαράγματα γίνεται προφανής η φαινομενολογική ιδιοσυγκρασία του Κοτιώνη, του οποίου το κείμενο είναι ουσιαστικά μια εκτενής άσκηση (και πρόσκληση) στη βιωμένη στοχαστική φαντασία. Ή ακόμα, ένα μανιφέστο υπέρ του Εμπεδόκλειου ανιμισμού, της διαισθητικής αισθαντικότητας που ενυπάρχει στα πράγματα και σ’ εμάς: «Ο χρόνος είναι η ίδια η σκέψη. Όχι η σκέψη του ενός ή του άλλου μυαλού αλλά η σκέψη που κατοικεί εντός των πραγμάτων και τα κάνει να είναι έτσι όπως γίνονται και κακήν κακώς τα αδράχνει η αντίληψη».

Απεμπολώντας τις όποιες πρώτες αρχές (της πίστης, της επιστημονικής βεβαιότητας) η «αναρχική θεολογία» του Ζ. Κ. δίνει το προβάδισμα στην ενσώματη εμπειρία ως προϋπόθεση της γνώσης και της σύνδεσης και, από εκεί, στη διαστρική αναπνοή, την ενσυνείδητη ύλη, τη στιγμή που διαρκεί για πάντα... Η κοσμολογία που αρθρώνει ανακαλεί τη μέθοδο από την «Άγρια σκέψη» του Λεβί-Στρος αλλά και την «Ποιητική του χώρου» του Γκαστόν Μπασλάρ.

Δεν είναι σκοπός μας να συμπτύξουμε τις ιδέες του βιβλίου σε ένα συνεκτικό σύστημα, διότι δεν πρόκειται για ένα βιβλίο ιδεών. Κυρίως τη «Φλεγόμενη γη» τη συνέχει η ρυθμική κι ευέλικτη ροή της γραφής που διαστέλλεται και συστέλλεται από το παράφορο στο ελεγειακό κι από το προσωπικό στο οικουμενικό, τεκμηριώνοντας σε κάθε ευκαιρία ότι όταν τα αντίθετα φτάνουν στο όριό τους, εκεί συναντιούνται. «Τα οστά σου γίνανε όγκοι, βουνά, και τα βουνά πλανήτες. Σπασμένα κοχύλια και θρύψαλα οστών στοιχειώνουν μέσα στα κρύα μάρμαρα».

Ζήσης Κοτιώνης, Ξένοι στη φλεγόμενη γη, εκδ. Καστανιώτης