Βιβλιο

Το βιβλίο, ο συγγραφέας και η τεχνητή νοημοσύνη

Ο θάνατος του βιβλίου έχει προβλεφθεί συχνά. Κινδυνεύει από την A.Ι.;

Ελένη Χελιώτη
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Τι σημαίνει η τεχνητή νοημοσύνη για το μέλλον της δημιουργικής γραφής, των συγγραφέων και των βιβλίων

Ο Jeff Jarvis παραδέχθηκε πρόσφατα σε ένα άρθρο του στο The Atlantic ότι είχε κάνει λάθος όσον αφορά στον θάνατο του βιβλίου, και ότι ο Umberto Eco είχε δίκιο όταν είπε: «Το βιβλίο είναι σαν το κουτάλι, το ψαλίδι, το σφυρί, τον τροχό. Μόλις εφευρεθεί, δεν μπορεί να βελτιωθεί». Μετά αναρωτιέται πότε ακριβώς εφευρέθηκε το σύγχρονο βιβλίο, και ισχυρίζεται ότι είναι ένα θέμα συζήτησης. Την εποχή του Γουτεμβέργιου; Όχι. Εκείνος απλά μηχανοποίησε το χειρόγραφο. Ήταν μήπως μισό αιώνα αργότερα, με την προσθήκη της σελίδας τίτλου, των αριθμών σελίδων, των παραγράφων και άλλων χαρακτηριστικών του βιβλίου όπως το γνωρίζουμε σήμερα; Αυτό, μας λέει, περιγράφει τη μορφή του σύγχρονου βιβλίου, όχι όμως την ψυχή του.

Για εκείνον, το βιβλίο έγινε βιβλίο ενάμιση αιώνα μετά το άνοιγμα αυτού που αποκαλεί Παρένθεση του Γουτεμβέργιου (The Gutenberg Parenthesis - ένας τίτλος δανεισμένος από μια θεωρία τριών Δανών ακαδημαϊκών). Τότε ήταν που η έντυπη μορφή έγινε καμβάς δημιουργίας: του μοντέρνου μυθιστορήματος με τον Cervantes, του δοκιμίου με τον Montaigne, και μαζί τους της γέννησης του συγγραφέα και σύντομα τον Διαφωτισμό. Έκτοτε, λέει, τα βιβλία έχουν αλλάξει ελάχιστα. «Το βιβλίο είναι το βιβλίο. Είναι ένα κενό ανάμεσα στο εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο που πρέπει να τιθασευτεί. Το ότι είναι περατό σημαίνει πως έχει κάποιες απαιτήσεις από τον συγγραφέα και τον εκδότη, οι οποίοι αποφασίζουν τι ταιριάζει, τι αξίζει να ειπωθεί και τι ελπίζουν ότι αξίζει να συζητηθεί και να διατηρηθεί - αν και ο αναγνώστης είναι αυτός που τελικά θα πάρει αυτές τις αποφάσεις, που θα ολοκληρώσει τη δημιουργία του βιβλίου.»

Οι προβλέψεις για το μέλλον του βιβλίου - Κινδυνεύει από την τεχνητή νοημοσύνη;

Ο θάνατος του βιβλίου έχει προβλεφθεί συχνά. Όπως είπε η Elizabeth Eisenstein, η οποία ίδρυσε τον τομέα της ιστορίας του βιβλίου, στην Media Ecology Association το 2002, «Οι δύο τελευταίοι αιώνες δεν έγιναν μάρτυρες μιας διαδοχής θανάτων… αλλά, μάλλον, μιας σειράς πρόωρων νεκρολογιών». Αρχικά η «επίθεση» ήταν ενάντια στο ηλεκτρονικό βιβλίο (e-book). Σε απάντηση, όμως, η Leah Price υπήρξε η φωνή λογικής. Στο «What We Talk About When We Talk About Books», η ιδρυτής της «Initiative for the Book» (Πρωτοβουλία για το Βιβλίο) στο Πανεπιστήμιο Rutgers σημείωσε ότι στα χρόνια αφού κηρύχθηκε νεκρό το βιβλίο, οι πωλήσεις των έντυπων βιβλίων αυξήθηκαν καθώς αυτές των ηλεκτρονικών βιβλίων μειώθηκαν.

Το βιβλίο συχνά θεωρείται ως μια απόδραση από την ανθρωπότητα. Αυτό ακριβώς φοβόντουσαν κάποτε οι επικριτές του: ότι οι νέοι και ειδικά οι γυναίκες θα χάνονταν σε φανταστικούς κόσμους και στα πάθη τους. Ο ιστορικός του βιβλίου Roger Chartier είπε: «Η ανεξέλεγκτη ανάγνωση θεωρήθηκε επικίνδυνη γιατί συνδύαζε τη σωματική ακινησία και τη διέγερση της φαντασίας. Με την πάροδο του χρόνου, οι προσδοκίες σχετικά με το διάβασμα έχουν αντιστραφεί καθώς οι μαθητές σήμερα ενθαρρύνονται να ασχοληθούν με μοναχικό, μακροσκελές και βαθύ διάβασμα ως μέτρο της σοβαρότητας, της ευφυίας και της ωριμότητάς τους. Το διάβασμα είναι αρετή.

Το βιβλίο έχει πολλές έννοιες. Τα βιβλία είναι σύντροφοι, άρα δεν είμαστε μόνοι. Τα βιβλία είναι συναισθήματα. Τα βιβλία είναι ασπίδες. Το 2006, ο Kevin Kelly, συντάκτης του Wired, είπε ότι μια καθολική, ψηφιοποιημένη βιβλιοθήκη θα «μεταμορφώσει τη φύση αυτού που σήμερα αποκαλούμε βιβλίο», επειδή «σε αντίθεση με τις παλιές βιβλιοθήκες, που περιορίζονταν στην ελίτ, αυτή η βιβλιοθήκη θα είναι πραγματικά δημοκρατική, προσφέροντας κάθε βιβλίο σε κάθε άνθρωπο. Όταν τα βιβλία ψηφιοποιούνται, η ανάγνωση γίνεται μια δραστηριότητα της κοινότητας».

Μιλώντας στο BookExpo το ίδιο έτος, ο John Updike αποκάλεσε το όραμα του Kelly «ένα αρκετά φρικτό σενάριο». «Τα βιβλία παραδοσιακά έχουν άκρες… Στην ηλεκτρονική μυρμηγκοφωλιά, πού είναι οι άκρες;» και κάλεσε τους βιβλιοπώλες να υπερασπιστούν τα οχυρά τους. Ο Kelly και ο Updike μονομάχησαν εν μέσω μιας προσπάθειας της Google να σαρώσει εκατομμύρια βιβλία, πάνω από τα πτώματα εκδοτών και συγγραφέων, οι οποίοι ξεκίνησαν μια μακρά μάχη για τα πνευματικά δικαιώματα στο δικαστήριο. Το 2020, ερευνητές στο UC Berkeley και στο Northeastern University μελέτησαν την επίδραση της ψηφιοποίησης βιβλίων και διαπίστωσαν ότι, ειδικά για λιγότερο δημοφιλείς τίτλους, η δυνατότητα αναζήτησης στο διαδίκτυο αύξησε τις πωλήσεις έντυπων βιβλίων. Άρα η ψηφιακή μορφή δεν καταστρέφει το βιβλίο.

Τι είναι ένα βιβλίο; Στο βιβλίο του με αυτόν τον τίτλο, ο Joseph Dane έγραψε: «Το βιβλίο είναι ταυτόχρονα ένα πράγμα, μια δύναμη, ένα γεγονός, μια ιστορία». Ως μελετητής της πρώιμης ιστορίας του βιβλίου, ο Dane επικεντρώθηκε στο βιβλίο-αντίγραφο, το «υλικό αντικείμενο που υπάρχει στο χρόνο και στο χώρο και φέρει μαζί του τη δική του μοναδική ιστορία». Κατηγόρησε την ιδέα της «έντυπης κουλτούρας» που συζήτησαν η Eisenstein και ο κύριος κριτικός της, Adrian Johns, δηλώνοντας ότι «αυτό που υπάρχει δεν είναι καθόλου η έντυπη κουλτούρα αλλά μάλλον η επίκληση του σύγχρονου μελετητή στην έντυπη κουλτούρα». Διαποτίζουμε το βιβλίο με τις δικές μας προσδοκίες και επιθυμίες.

«Το βιβλίο συμβολίζει ιστορικά την ιδιωτικότητα, τον ελεύθερο χρόνο, τον ατομικισμό, τη γνώση και τη δύναμη», έγραψε η Jessica Pressman στο Bookishness. «Αυτό σημαίνει ότι το βιβλίο ήταν το έμβλημα για τις ίδιες τις εμπειρίες που πρέπει να επαναδιαπραγματευθούν σε μια ψηφιακή εποχή: εγγύτητα, εσωτερικότητα, αυθεντικότητα».

«Ένα πράγμα είναι σίγουρο: αυτό που ονομάζουμε πολιτισμό είναι στην πραγματικότητα μια μακρά διαδικασία επιλογής και φιλτραρίσματος», είπε ο Jean-Philippe de Tonnac σε μια μαγευτική συνομιλία που είχε με τον Jean-Claude Carrière και τον Umberto Eco στο βιβλίο «This Is not the End of the Book». «Τώρα περισσότερο από ποτέ, συνειδητοποιούμε ότι ο πολιτισμός αποτελείται από ό,τι μένει αφού όλα τα άλλα έχουν ξεχαστεί». Ο Eco εξήγησε ότι ο πολιτισμός δεν έχει να κάνει με το να θυμόμαστε τα πάντα, αλλά να αποφασίζουμε τι να ξεχάσουμε. «Ο πολιτισμός είναι ουσιαστικά ένα νεκροταφείο για βιβλία και άλλα χαμένα αντικείμενα», είπε αυτός ο άνθρωπος που πέθανε με 35.000 βιβλία στη βιβλιοθήκη του.

«Οι μελετητές ερευνούν επί του παρόντος πώς ο πολιτισμός είναι μια διαδικασία σιωπηρής εγκατάλειψης ορισμένων λειψάνων του παρελθόντος (άρα φιλτράρισμα), ενώ άλλα τοποθετούνται σε ένα είδος ψυγείου, για το μέλλον. Τα αρχεία και οι βιβλιοθήκες είναι ψυκτικοί θάλαμοι στους οποίους αποθηκεύουμε ό,τι έχει προηγηθεί, έτσι ώστε ο πολιτιστικός χώρος να μην είναι γεμάτος, χωρίς να χρειάζεται να εγκαταλείψουμε εντελώς αυτές τις αναμνήσεις».

Έπειτα, έρχεται το διαδίκτυο, το οποίο «μας δίνει τα πάντα και μας αναγκάζει να το φιλτράρουμε όχι από τη λειτουργία του πολιτισμού, αλλά με το μυαλό μας. Ο κίνδυνος αυτού είναι να δημιουργηθούν έξι δισεκατομμύρια χωριστές εγκυκλοπαίδειες, οι οποίες θα εμπόδιζαν οποιαδήποτε κοινή κατανόηση… Περιμέναμε ότι η παγκοσμιοποίηση θα έκανε τους πάντες να αρχίσουν να σκέφτονται το ίδιο. Αυτό που στην πραγματικότητα συνέβη είναι το αντίθετο».

© Unsplash+ In collaboration with Allison Saeng

Η ψηφιακή και η έντυπη κουλτούρα

Οι θεσμοί της έντυπης κουλτούρας μας—συντάκτες, εκδότες, βιβλιοπώλες, κριτικοί, μελετητές, δάσκαλοι, βιβλιοθηκονόμοι—είναι απροετοίμαστοι στο να μας βοηθήσουν να φιλτράρουμε, και όχι να παρασυρθούμε από την αφθονία αυτού που εξακολουθούμε να θεωρούμε περιεχόμενο. Όχι ότι δεν υπήρχε πάντα πρόβλημα αφθονίας: «Τα βιβλία εκδίδονται με τόσο γρήγορο ρυθμό που μας κάνουν εκθετικά πιο αδαείς. Αν κάποιος διάβαζε ένα βιβλίο την ημέρα, θα παραμελούσε να διαβάσει άλλα τέσσερα χιλιάδες, που εκδόθηκαν την ίδια μέρα». Έτσι υπολόγισε ο Μεξικανός συγγραφέας Gabriel Zaid. Το πρόβλημα -όχι, η ευκαιρία- της αφθονίας υπάρχει τώρα σε ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο, που απαιτεί νέους μηχανισμούς για να το αντιμετωπίσουμε. «Ο πολιτισμός φιλτράρει τα πράγματα, λέγοντάς μας τι πρέπει να διατηρήσουμε και τι πρέπει να ξεχάσουμε», είπε ο Eco.

Ποια θα είναι η ψηφιακή κουλτούρα σε αντίθεση με την έντυπη κουλτούρα; Αυτό είναι δύσκολο να απαντηθεί γιατί δεν έχουμε αφήσει ίσω μας την έντυπη κουλτούρα και μόλις αρχίσαμε να φανταζόμαστε και να χτίζουμε ψηφιακή κουλτούρα, πόσο μάλλον να κατανοούμε την απεραντοσύνη του έργου που έχουμε μπροστά μας. «Όλα όσα έχουν ειπωθεί για τη ζωή σε έναν διαδικτυακό κόσμο έχουν ήδη ειπωθεί για τα βιβλία», έγραψε ο Andrew Piper. Ανησυχούσαμε ότι μια μέρα θα υπήρχαν περισσότεροι συγγραφείς παρά αναγνώστες (το 1788), ότι η αυτοέκδοση θα έσωζε και στη συνέχεια θα σκότωνε την ανάγνωση (το 1773) και ότι κανείς δεν θα είχε πια χρόνο να διαβάσει βιβλία (το 1855).

Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Γερμανός ποιητής Christoph Martin Wieland ρώτησε: «Αν όλοι γράφουν, ποιος θα διαβάσει;» Περισσότερο από δύο αιώνες αργότερα, σκεπτόμενοι το blogging, το New York Times έγραψε: «Ποτέ δεν έγραφαν τόσοι πολλοί άνθρωποι τόσο πολύ για να διαβαστούν από τόσο λίγους». Δεν γνωρίζουμε ακόμη τι μπορεί να είναι ή τι θα είναι το διαδίκτυο. Αλλά ξέρουμε τι είναι το βιβλίο. Το έχουμε ως μέτρο βάσει του οποίου πρέπει να κρίνουμε.

Και αφού λοιπόν ξέρουμε τι είναι το βιβλίο, έρχεται το ερώτημα του τι είναι ο συγγραφέας. Σαν σε μία άτυπη, ακούσια διαδικτυακή «συζήτηση» έρχεται το άρθρο του Randall Horton στο περιοδικό Salon να επεκτείνει και να περιπλέξει το θέμα. O Horton, καθηγητής Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του New Haven, στο New Jersey στις ΗΠΑ, μας λέει ότι ήρθε πρόσφατα αντιμέτωπος με την πρώτη εργασία, την οποία παρέδωσε ένας φοιτητής του, γραμμένη από ένα πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης, πιθανόν από το ChatGPT. Με αφορμή αυτό ξεκίνησε να διερωτάται για το μέλλον της συγγραφής, των συγγραφέων, και της πνευματικής ιδιοκτησίας. «Κατάλαβα, εκείνη τη στιγμή, ότι κοιτούσα την αναδιάταξη της διατεταγμένης τάξης και πιθανώς τον δικό μου θάνατο ως συγγραφέα, που είναι αφοσιωμένος στην ανεξάρτητη σκέψη και χρησιμοποιεί τη δημιουργικότητα και τη γλώσσα για να αποδημήσει τα περίπλοκα δεινά της κοινωνίας, αλλά επίσης τις χαρές και τον ανθρωπισμό της καθημερινότητας.»

Προσπαθώντας να καταπολεμήσει τον φόβο του για το άγνωστο και ταυτόχρονα τον φόβο του να γίνει οπισθοδρομικός και νοσταλγικός, αλλά και να κατανοήσει περαιτέρω αυτό το πρόβλημα, επικοινώνησε με συγγραφείς σε διοικητικούς ρόλους για να ρωτήσει την άποψή τους για την κατάσταση της τεχνητής νοημοσύνης. Για τον Horton υπάρχει ένα υποκείμενο συναίσθημα ανησυχίας στις πανεπιστημιουπόλεις κολεγίων και πανεπιστημίων, και πιο συγκεκριμένα στα τμήματα φιλολογίας και προγράμματα δημιουργικής γραφής. «Ο αγώνας έχει τώρα αρχίσει στα πλαίσια αυτών των ακαδημαϊκών προγραμμάτων για να εξεταστεί όχι μόνο τι σημαίνει αυτό για τις παιδαγωγικές πρακτικές, αλλά και πώς αυτές οι πρακτικές θα επηρεάσουν την πράξη της γραφής στο μέλλον.»

© Unsplash+ In collaboration with Mariia Shalabaieva

Οι προκλήσεις της εποχής για τους συγγραφείς - Η Τεχνητή Νοημοσύνη ως εργαλείο

Συνεχίζει λέγοντας ότι βρισκόμαστε τώρα σε αυτή τη διασταύρωση, ένα σημείο σύγκλισης όπου οι συγγραφείς πρέπει συλλογικά να αναρωτηθούν εάν είναι πρόθυμοι να πουλήσουν τη δημιουργική τους ψυχή για την ευκολία ενός χειροκροτήματος, κάποιου είδους επαίνου που προέρχεται από το εγώ, που δεν απαιτεί βαθιά έρευνα και καμία βαθιά μάθηση.

«Θα πρέπει να βρούμε τρόπους να διδάξουμε στους μαθητές πώς να χρησιμοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη ως εργαλείο και όχι ως δεκανίκι», είπε η Δρ Jaqueline Trimble, βραβευμένη ποιήτρια που ζει και γράφει στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα και είναι πρόεδρος του τμήματος Αγγλικής Φιλολογίας στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμα. «Τίποτα δεν πρόκειται να σταματήσει την απάτη και τη λογοκλοπή 100%, αλλά αν μάθουμε να χρησιμοποιούμε δημιουργικά την τεχνητή νοημοσύνη και διδάξουμε στους μαθητές πώς να το κάνουν, μπορεί να είναι λιγότερο πιθανό να το κάνουν, ειδικά αν έχουμε καλύτερα σχεδιασμένες εργασίες που είναι πιο ανθεκτικές στην απάτη».

Ο Δρ Christopher Dowd, πρόεδρος του τμήματος Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του New Haven και συγγραφέας μυθοπλασίας, είπε ότι ανησυχεί ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα βλάψει τη μάθηση ορισμένων μαθητών στα μαθήματα φιλολογίας, εάν τη χρησιμοποιήσουν για να παρακάμψουν την εργασία. «Ανησυχώ επίσης ότι θα βλάψει τα Τμήματα Αγγλικής Φιλολογίας μακροπρόθεσμα, καθώς ορισμένοι μαθητές στο μέλλον δεν θα βρίσκουν καμία αξία στο να μπορούν να διαβάζουν κριτικά και να γράφουν καλά, καθώς θα πιστεύουν ότι αυτές είναι εργασίες που μπορούν απλώς να ανατεθούν στην τεχνητή νοημοσύνη», είπε ο Dowd. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια δυνητικά σοβαρή μείωση του γραμματισμού και της βασικής ικανότητας γραφής των φοιτητών.»

Οι δύο αυτοί συγγραφείς ρωτήθηκαν πόσο ανησυχούν για την ευκολία και την ταχύτητα με την οποία εισάγεται στη ζωή μας η τεχνητή νοημοσύνη. Πιστεύουν ότι η πρακτική της δημιουργικής γραφής - ποίηση, μυθοπλασία και δημιουργική μη μυθοπλασία - βρίσκεται σε κίνδυνο; Πού αφήνει η τεχνητή νοημοσύνη τον συγγραφέα;

«Μπορώ να μιμηθώ την Toni Morrison, αλλά δεν μπορώ να διατηρήσω αυτόν τον μιμητισμό για ένα ολόκληρο μυθιστόρημα ούτε να προσφέρω τις εκατομμύρια αποχρώσεις που προέκυψαν από μια ολόκληρη ζωή από τη δική της οπτική γωνία. Κάθε κομμάτι τεχνολογίας αλλάζει την πρακτική της γραφής — το μολύβι το έκανε, όπως και το τυπογραφείο, και στη συνέχεια ο επεξεργαστής κειμένων, και το Amazon, αλλά είμαστε ακόμα εδώ», είπε.

Όταν τέθηκε το ίδιο σύνολο ερωτήσεων, η Sonya Huber —μια δοκιμιογράφος, συγγραφέας απομνημονευμάτων και δημοσιογράφος που είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια δημιουργικής γραφής στο Πανεπιστήμιο Fairfield και διευθύντρια του προγράμματος MFA— είπε ότι ήταν «τόσο διχασμένη» με την τεχνητή νοημοσύνη. «Δουλεύω ήδη το ChatGPT στα μαθήματά μου γιατί ξέρω ότι πρέπει να ασχοληθούμε με αυτό και να είμαστε ανοιχτοί σχετικά με τα δυνατά του στοιχεία όπως και τους περιορισμούς του», είπε. «Ωστόσο, ως συγγραφέας και ερευνητής, νιώθω βαθιά ανήσυχη που η επιμονή μας σε αυτό που είναι «γεγονός» θα γίνει ακόμη πιο αδύναμη καθώς συνηθίζουμε σε εφαρμογές υπολογιστών που μπορούν να κατασκευάσουν απόψεις και πληροφορίες μέσω προγνωστικού κειμένου χωρίς να αναγνωρίζουμε τι είναι ανθρώπινο και τι είναι αληθινό».

Η Δρ. Shauna Morgan, ποιήτρια καθώς και αναπληρώτρια καθηγήτρια Αγγλικών στο Πανεπιστήμιο του Κεντάκι έσπευσε να επισημάνει ότι «Αρχικά ένιωσα τρόμο όταν τα θέματα τεχνητής νοημοσύνης έγιναν για πρώτη φορά μέρος των τακτικών μας συζητήσεων. Είμαι, ομολογουμένως, ακόμα μια συγγραφέας που χρησιμοποιεί χαρτί και μολύβι και βρίσκω τη συζήτηση ενδιαφέρουσα, ωστόσο – ιδιαίτερα για τα ερωτήματα που εγείρει σχετικά με τη γλώσσα και την εξέλιξη της δημιουργίας νοήματος».

Η Morgan επικαλέστηκε επίσης την Toni Morrison ως απάντηση στις απειλές που θα μπορούσε να θέσει η τεχνητή νοημοσύνη στον δημιουργικό συγγραφέα. «Στο «City Limits, Village Values: Concepts of the Neighborhood in Black Fiction», ένα δοκίμιο που δημοσιεύτηκε το 1981, η Morrison προσφέρει μια προφητική παρατήρηση σχετικά με την κατάσταση της (τότε) «κύριας» γραφής στις ΗΠΑ σε αντίθεση με τη μαύρη γραφή. Μια δήλωση που έχει μείνει στην Morgan είναι ότι «ο ένας συγγραφέας μετά τον άλλον παραδέχεται ότι ο πρόγονος είναι η μήτρα της λαχτάρας του». Ποιος είναι η λαχτάρα και ο πόθος της τεχνητής νοημοσύνης; Των προγραμματιστών της; Των εταιρειών που την αναπτύσσουν;»

Όλες αυτές οι συζητήσεις που έκανε με τους παραπάνω συγγραφείς κατέστησαν σαφές στον Horton ότι δεν υπάρχει μια μοναδική λύση, σκέψη ή προσέγγιση για την τεχνητή νοημοσύνη στην τάξη της φιλολογίας ή στην πρακτική του συγγραφέα.

Εξακολουθεί να πιστεύει ότι βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι όσον αφορά το τι σημαίνει η τεχνητή νοημοσύνη για το μέλλον της δημιουργικής γραφής. Γνωρίζει επίσης ότι κάθε νέα γενιά έχει μάχες να αντιμετωπίσει. Αυτή η γενιά είναι τώρα στο κατάστρωμα και πρέπει να αντιμετωπίσει και να καθορίσει αυτό το ζήτημα στο μέλλον για τις γενιές που θα ακολουθήσουν. Τέλος, αποφάσισε ότι η τάξη είναι ακριβώς το μέρος στο οποίο πρέπει να βρίσκεται, για να διαμορφώσει και να βοηθήσει να διαμορφωθεί αυτή η γενιά πιθανών συγγραφέων, ενώ αγκαλιάζει την αλήθεια, την πραγματικότητά τους, τις γλώσσες τους. Το πρώτο όμως βήμα είναι να ξεκινήσει ο διάλογος.

*Με στοιχεία από The Atlantic και Salon