Βιβλιο

Ποια βιβλία σε έκαναν βιβλιοπώλη;

Οι ιδιοκτήτες των βιβλιοπωλείων Librofilo & Co, Free Thinking Zone, Κωνσταντινίδης, Μυθιστορία, Πλειάδες, και BooKafe απαντούν στην Athens Voice

Κυριάκος Αθανασιάδης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ένα βιβλίο μπορεί να αλλάξει τη ζωή ενός ανθρώπου — αλλά ποια βιβλία μπορούν να γεννήσουν έναν βιβλιοπώλη;

Ακολουθώντας μία (πολύ όμορφη) ιντερνετική τάση, κάναμε κι εμείς σε έξι φίλους βιβλιοπώλες αυτή την ερώτηση: «Ένα βιβλίο μπορεί να αλλάξει τη ζωή ενός ανθρώπου. Και ένας βιβλιοπώλης επίσης, με τις προτάσεις του. Ποια πέντε βιβλία έκαναν εσένα βιβλιοπώλη;» Τους ευχαριστούμε θερμά για τον χρόνο τους!

* * *

Άγης Αθανασιάδης (Librofilo & Co):

Δεν πιστεύω ότι μπορεί ένα βιβλίο να αλλάξει τη ζωή ενός ανθρώπου, μπορεί όμως να τον επηρεάσει ή (ακόμα καλύτερα) να τον στρέψει προς τη λογοτεχνία. Αυτό συνέβη με μένα, όταν μετά τα χρόνια του σχολείου, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, διάβασα το «Μηδέν και το άπειρο» του Άρθουρ Κέσλερ στην παλιά έκδοση του Κάκτου. Μέχρι τότε διάβαζα πολύ (από μικρό παιδί) κυρίως ΒΙΠΕΡ (όπου ανάμεσά τους υπήρχαν εκπληκτικά βιβλία), περιπέτειες, και κυριολεκτικά ό,τι έπεφτε στα χέρια μου, αλλά με το αριστούργημα του Κέσλερ (που θυμάμαι ακριβώς πότε και πού το αγόρασα), «μετεβλήθη εντός μου ο ρυθμός του κόσμου» και ακολούθησα έναν αναγνωστικό δρόμο που συνεχίζεται ακόμα και μετά από κοντά πενήντα χρόνια. Βιβλιοπώλης έγινα στα γεράματα (και είναι ό,τι καλύτερο έχω κάνει στη ζωή μου), αναγνώστης όμως είμαι πολλές δεκαετίες τώρα (όπως αναφέρω παραπάνω). Τα βιβλία που με σημάδεψαν είναι πολλά, πρέπει να πάω και πίσω στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια όταν μου φέρνανε στις γιορτές τα κόκκινα βιβλία του Ιουλίου Βερν από τις Εκδόσεις Ατλαντίς, αλλά αν πρέπει να επιλέξω πέντε τίτλους, θα έλεγα ότι είναι αυτά: «Τα τέκνα του πλοιάρχου Γκραντ» του Ιουλίου Βερν, «Οι δαιμονισμένοι» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, «Ο μεγάλος Γκάτσμπι» του Φ.Σ. Φιτζέραλντ, η «Οκτάνα» του Ανδρέα Εμπειρίκου, το «Καθώς ψυχορραγώ» του William Faulkner.

Αρετή Γεωργιλή (Free Thinking Zone):

Σε παρόμοια ερώτηση που του έκαναν, ο Aλμπέρ Καμί συνήθιζε να λέει ότι, χωρίς τη λογοτεχνία και τη σχετική ελευθερία που σου προσφέρει, μία κοινωνία, όσο τέλεια και αν είναι, δεν είναι παρά μία ζούγκλα. Γι’ αυτό και ένα αυθεντικό έργο είναι ένα δώρο για το μέλλον. Υιοθετώ την παραδοχή αυτή και προσθέτω ότι η γνώση που μεταφέρεται μέσα από ένα λογοτεχνικό ή μη έργο είναι για μένα μία θεραπευτική μέθοδος που με βοηθά να παρακολουθήσω, να κατανοήσω και να αντιμετωπίσω την ανθρώπινη συνθήκη μας και τα πάθη που τη συνθέτουν. Με βοηθά να βρίσκω το νόημα και τη θέση μου στον κόσμο. Αισθάνομαι ανασφάλεια χωρίς τα βιβλία μου, χωρίς δηλαδή την αίσθηση ότι μοιράζεται η εσωτερική μας μάχη και γίνεται περισσότερο υποφερτή. Είναι βέβαια μία εξάρτηση και αυτή, αλλά εξάρτηση που δεν σε κάνει δυσλειτουργικό/ή. Το αντίθετο, σε κάνει κάπως χρήσιμο/η και δημιουργικό/ή στους γύρω σου. Τα πέντε βιβλία που με έκαναν να βλέπω διαφορετικά τα πράγματα —εξαιρετικά δύσκολη επιλογή!— ήταν το «Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα» του Φρίντριχ Νίτσε, ο «Λεβιάθαν» του Τόμας Χομπς, ο «Μόμπι-Ντικ» του Χέρμαν Μέλβιλ, «Ο ηλίθιος» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, το «Περί Φύσεως» του Αριστοτέλη, που είχα την τύχη να διαβάσω σχετικά νωρίς, και δύο λίγο πιο αργά: ο «Ξένος» του Αλμπέρ Καμί και η «Ανθρώπινη κατάσταση» της Χάνα Άρεντ. Αλλά αυτά τα δύο τελευταία με έκαναν να γίνω βιβλιοπώλισσα.

Ευριπίδης Κωνσταντινίδης (Κωνσταντινίδης):

Δεν αγαπούσα από μικρός τα βιβλία. Για την ακρίβεια, ήταν το παράπονο των δικών μου ότι δεν διάβαζα βιβλία. Δεν ξέρω αν λειτουργούσε το σύνδρομο του «τα έχω όλα στα πόδια μου», αλλά η ουσία ήταν ότι διάβαζα με το σταγονόμετρο. Το ότι στη συνέχεια ασχολήθηκα με τον τραπεζικό κλάδο σίγουρα δεν βοήθησε την κατάσταση και έτσι έπρεπε να έρθει το πλήρωμα του χρόνου και να ασχοληθώ με το βιβλιοπωλείο για να αγαπήσω το βιβλίο και να προσπαθήσω να καλύψω το χαμένο έδαφος. Και είναι τόσα πολλά τα βιβλία που ανακάλυψα, κάποια έστω και καθυστερημένα, που σίγουρα θα αδικήσω επιλέγοντας μόνο πέντε. Θα το προσπαθήσω πάντως. Πρώτο και καλύτερο το «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια» της Harper Lee, διαχρονικό και πάντα επίκαιρο: δεν είναι τυχαίο ότι συνεχίζει και γοητεύει κάθε νέα γενιά. O «Τυφλός δολοφόνος» της Μάργκαρετ Άτγουντ με έβαλε στον κόσμο των βραβείων Booker. Το «Όταν ήμασταν ορφανοί» που είναι ένα από τα πιο υποτιμημένα βιβλία του τεράστιου Καζούο Ισιγκούρο. Το «The Rain before it falls», που ήταν η πρώτη μου γνωριμία με τον αγαπημένο Τζόναθαν Κόου στο πιο τρυφερό του βιβλίο. Η εισαγωγή μου στον μαγικό κόσμο του Χαρούκι Μουρακάμι έγινε με το «Νορβηγικό δάσος». Και τέλος, το αριστουργηματικό «Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε» του Άντονι Ντορ, ένα σύγχρονο κομψοτέχνημα που κατάφερε να με κάνει να ταυτιστώ με μια τυφλή κοπέλα — πόσο ταλέντο χρειάζεται για αυτό αλήθεια… Τελικά τώρα που τα μετράω είναι έξι, αλλά μην μου ζητήσετε να βγάλω κάποιο…

Στέλλα Μόσχου (Μυθιστορία):

Αποφάσισα ότι θα ζήσω με τα βιβλία και μέσα από αυτά όταν η Φράνσι Νόλαν σκαρφάλωσε στο δέντρο δίπλα στο σπίτι της για να χαθεί στο διάβασμα, όταν ο Ενζολωράς κατέβηκε στους δρόμους για να αλλάξει τον κόσμο και η Επονίν πέθανε από την αγάπη της για τον Μάριο, όταν η Χριστίνα είπε το πρώτο της ψέμα κι άρχισε να δείχνει μια άλλη ζωή από αυτήν που ζούσε, όταν ο Σέρλοκ Χολμς συνάντησε την Αϊρίν Άντλερ και η Γυναίκα εισέβαλε στον στριμμένο κόσμο του, και κυρίως όταν στα δεκαπέντε άνοιξα ένα βιβλίο μόνο και μόνο γιατί ο Ντέιβιντ Μπόουι, το είδωλο της ζωής μου, είχε πει ότι ήταν το αγαπημένο του. Διάβαζα χωρίς να τα καταλαβαίνω όλα κι όταν το έκλεισα το ξανάρχισα. Δεν ήξερα γιατί, αλλά ήξερα πια ότι «κανείς, κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί στον καθένα, πέρα από τα άθλια κουρέλια της ηλικίας μας που μεγαλώνει». Κι όλα αυτά και πολλά, πολλά άλλα συγκλονιστικά, με φέραν εδώ που είμαι σήμερα κι ελπίζω να παραμείνω. Στον δικό μου κόσμο των βιβλίων. [Τα βιβλία: «Οι Περιπέτειες του Σέρλοκ Χολμς» του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ, «Το Ψέμα» της Ζωρζ Σαρρή, «Ένα Δέντρο Μεγαλώνει στο Μπρούκλιν» της Μπέττυ Σμιθ, «Οι Άθλιοι» του Βίκτωρ Ουγκό, «Στο Δρόμο» του Τζακ Κέρουακ).

Αλεξάνδρα Μπίζη (Πλειάδες):

«Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν» της Μπέτι Σμιθ. Το διάβασα μια μέρα του καλοκαιριού. Δώρο του πατέρα μου στα έντεκα χρόνια μου. «Έγκλημα και τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι. Το ανακάλυψα στα δεκαπέντε ψάχνοντας στο μικρό χαρτοβιβλιοπωλείο του κυρίου Κοφίνη, όπου σύχναζα το μεσημέρι μετά το σχολείο. Η σειρά της νεοελληνικής λογοτεχνίας της Εστίας. Πάλι στο βιβλιοπωλείο του κυρίου Κοφίνη. Με άφηνε να κάθομαι στο πάτωμα, μπροστά στη βιβλιοθήκη, να ξεφυλλίζω και να διαλέγω. Συνήθως ήμουν η μοναδική πελάτισσα. Την ευγενική, διακριτική παρουσία του δεν την ξέχασα ποτέ. «Η δίκη» του Κάφκα. Πρόταση καθηγητή σε ένα κατάμεστο αμφιθέατρο τις πρώτες μέρες της φοιτητικής μου ζωής. «Το Άξιον Εστί του Ελύτη» του Τάσου Λιγνάδη. Ένα από τα πρώτα βιβλία που αγόρασα, πρωτοετής φοιτήτρια, από το βιβλιοπωλείο του Μπαρμπουνάκη στη Θεσσαλονίκη. Λίγα χρόνια αργότερα. «Η αγωνία της επίδρασης» του Χάρολντ Μπλουμ. «Η τέχνη του μυθιστορήματος» και «Οι προδομένες διαθήκες» του Μίλαν Κούντερα.

Λία Παναγιωτίδου (BooKafe):

Το να γίνω βιβλιοπώλισσα ήταν ένα όνειρο ζωής, αφού, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου να παίζω, το πιο αγαπημένο μου παιχνίδι ήταν να βάζω μπροστά στη βιβλιοθήκη μου την καρέκλα μου και να κάνω τη βιβλιοπώλισσα που πουλάει τα βιβλία της σε αόρατους πελάτες. Όλα αυτά βέβαια λόγω της μεγάλης μου αγάπης για τα βιβλία, που τη βοήθησαν να μεγαλώνει όλο και περισσότερο κάποια βιβλία που με σημάδεψαν για πάντα. Από τα παιδικά μου χρόνια σίγουρα δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω τη «Μοβ ομπρέλα» της Άλκης Ζέη, το «Ε.Π.» της Ζωρζ Σαρή (πόσο απίθανα ωραίο βιβλίο που μας μιλάει και για τη φιλία των δύο μεγάλων συγγραφέων, της Άλκης και της Ζωρζ, από τα παιδικά τους χρόνια ακόμα) και το «Γυμνάσιο» της Βούλας Μάστορη. Τα πρώτα βιβλία ενηλίκων που θυμάμαι να διαβάζω και να ενθουσιάζομαι, εκεί στις αρχές της εφηβείας μου, ήταν δύο αγαπημένων μου πλέον συγγραφέων, το «Σαν χειμωνιάτικη λιακάδα» της Αλκυόνης Παπαδάκη και το «Συνέταιροι στο έγκλημα» της Άγκαθα Κρίστι. Όσα βιβλία και αν διάβασα και αγάπησα από τότε, αυτά θα έχουν πάντα μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου και τα έχω κρατήσει στη βιβλιοθήκη μου και τα φυλάω ως κόρην οφθαλμού — και φυσικά είναι πάντα μέσα στις προτάσεις μου σε φίλους και πελάτες.

 

H εικόνα είναι φτιαγμένη με το πρόγραμμα ΤΝ Tome.