Βιβλιο

«Νόμπερ»: Ένα μυθιστόρημα για το τέλος του κόσμου

Ο Ιρλανδός Όσιν Φέιγκαν, στηριγμένος στον Πίντσον, τον Μπέκετ και τον Κόρμακ Μακάρθι, γράφει το πιο πρωτότυπο μυθιστόρημα για τον Μεσαίωνα

Κυριάκος Αθανασιάδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

«Νόμπερ» του Όσιν Φέιγκαν: 330 σελίδες μαύρης, και συχνά ζοφερής, κωμωδίας από τις Εκδόσεις Δώμα, σε μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου

Στην πραγματικότητα, το βιβλίο αυτού του δαιμόνιου νεαρού Ιρλανδού (ξεκίνησε να το γράφει κάπου στα 25 του, πράγμα με το οποίο πολύ δύσκολα συμβιβάζεται κανείς – πώς γίνεται να γράφεις με τόση ωριμότητα, τέτοια διεισδυτικότητα, τέτοια παρατηρητική ματιά σε τόσο νεαρή ηλικία, κι αυτό να είναι το ντεμπούτο σου στο μυθιστόρημα!), στην πραγματικότητα, λοιπόν, διαδραματίζεται το 1348, κατά τη διάρκεια του Μαύρου Θανάτου, της πανδημίας δηλαδή βουβωνικής πανώλης που εξόντωσε περίπου το 60% του ευρωπαϊκού πληθυσμού μεταξύ 1346 και 1353. Όμως, διαβάζοντάς το, έχεις την κραταιά εντύπωση πως το βιβλίο είναι μετα-αποκαλυπτικό, πως περιγράφει, με άλλα λόγια, όσα έγιναν μετά τον… τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο, μετά την Καταστροφή. Ενδεχομένως, μάλιστα, και να ισχύει κάτι τέτοιο, σε κάποιο παράλληλο επίπεδο τέλος πάντων: τους τελευταίους εφτά, πάνω-κάτω, αιώνες, ίσως να ζούμε τα επακόλουθα της Αποκαλύψεως.

Ο Όσιν Φέιγκαν

Δεν είναι έτσι, βέβαια, αλλά οι τρελοί –θεότρελοι– ήρωες αυτής της απίθανης μαύρης κωμωδίας, τόσο μαύρης που στιγμές στιγμές γίνεται σκοτεινή και ζοφερή, ιστορημένη με κάρβουνο, αυτοί οι «τελευταίοι άνθρωποι στη γη», θα το πίστευαν αν τους το έλεγες. Θα μπορούσαν να πιστέψουν τα πάντα. Η Ιρλανδία έχει λιώσει από το θανατικό, οι άνθρωποι αρρωσταίνουν και πεθαίνουν με τις μασχάλες τους πρησμένες και το μυαλό τους φευγάτο σαν τις μύγες, οι τελευταίοι κάπως ζωντανοί κλείνονται στα σπίτια τους για να πεθάνουν εκεί, η ακαλλιέργητη γη αγριεύει και τα ζώα γυρνούν αμέριμνα και οκνηρά στα χωράφια, οι προφητείες και οι μαγγανείες θριαμβεύουν, και όλα μα όλα είναι τυλιγμένα σε μια περγαμηνή θανάτου, από τη μία, και ύβρεως από την άλλη. Γιατί, σ’ αυτό το περιβάλλον του χαμού, είναι και κάποιοι που το ’χουν βάλει σκοπό απλώς να θησαυρίσουν, αρπάζοντας περιουσίες, χρυσό, γη και χωριά ολόκληρα από τους πεθαμένους, ή από τους ζωντανούς-νεκρούς που αύριο θα ’χουν γίνει ένα με το χώμα κι αυτοί. Πραγματική ύβρη, κολοσσιαία!

Οι καρναβαλικοί ήρωες του βιβλίου είναι ένας κι ένας. Όλοι τους είναι larger than life, ή larger than death στην περίπτωσή μας, απολύτως αξιομνημόνευτοι μέσα σ’ αυτό το βάθρο υπερβολής όπου τους έχει ανεβάσει ο Φέιγκαν, όπου παίζουν αυτό το ντελιριακό θέατρο σκιών. Όλοι: καλοί (αν υπάρχουν τέτοιοι) και κακοί (ή και ΠΟΛΥ κακοί), άντρες και γυναίκες, ντόπιοι και Κέλτες, χριστιανοί και παγανιστές, όλοι θα χορέψουν έναν χορό θανάτου και ζόφου, τέτοιον που σπάνια τυχαίνει να διαβάσουμε. Στηριγμένος σε συγγραφείς του χαμού όπως ο Πίντσον, ο Μπέκετ και ο Κόρμακ Μακάρθι –μεταξύ άλλων–, ο Φέιγκαν γράφει το πιο πρωτότυπο μυθιστόρημα για τον Μεσαίωνα των τελευταίων πολλών χρόνων, με μια αξιοζήλευτη, πλούσια και άκρως παραστατική πρόζα  την ίδια στιγμή που νομίζει κανείς πως όλο αυτό είναι μια ταινία των Μόντι Πάιθον (σε σενάριο Κρόνενμπεργκ και με σκηνικά του Χ. Ρ. Γκίγκερ από το «Άλιεν») που προβάλλεται όμως τα μέσα-έξω, με το αρνητικό τού φιλμ.

Το αποτέλεσμα; Ότι ένα βιβλίο που μιλά για την πανούκλα και τον θάνατο, και για ανθρώπους που θέλουν να βγάλουν χρήματα από αυτό, διαβάζεται με… αμαρτωλή ευχαρίστηση, με αγωνία, και σχεδόν με χαρά! (Ιδίως από ανθρώπους που επιβίωσαν από μια άλλη πανδημία). Είναι βέβαια, όπως είπαμε, «χαρισματικά» γραμμένο η δε μεταφορά του στη γλώσσα μας από τη Μαργαρίτα Ζαχαριάδου είναι πολύ υψηλού επιπέδου, και μια έντονη (ιρλανδική) κωμική φλέβα το διατρέχει απ’ άκρου εις άκρον, πράγματα που πάντα εκτιμά ο αναγνώστης. Συνολικά, ένα sui generis βιβλίο, ένα σουρεαλιστικό, ακατάτακτο μυθιστόρημα που εύκολα ζηλεύει κανείς, ένα βιβλίο για την ανθρώπινη βαναυσότητα και το τέλος όλων των πραγμάτων, ένα άγριο ταξίδι στην καρδιά του σκότους.