Βιβλιο

Μισέλ Φάις

Μάθημα δημιουργικής γραφής από το γνωστό συγγραφέα

Δήμητρα Γκρους
ΤΕΥΧΟΣ 499
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μισέλ Φάις, Τι κάνει κάποιον καλό δάσκαλο;

Έχουμε ραντεβού στην πλατεία Καρύτση, από τα δύο μπαρ που είναι δίπλα-δίπλα διαλέγουμε το άδειο. Όχι μόνο από συμπάθεια για την κοπέλα που στέκεται στην πόρτα σε ένα μαγαζί χωρίς πελάτες, ούτε επειδή και οι δύο ενοχλούμαστε από τη φασαρία και τον πολύ κόσμο. Ίσως και γιατί, σκέφτομαι, η γραφή χρειάζεται χώρο, και οι λέξεις, για να ακουστούν, σιωπή. Είναι το υλικό του και με τις δύο του ιδιότητες, ανάμεσα στις ώρες της συγγραφής παρεμβαίνουν οι ώρες διδασκαλίας της γραφής. Έχω πολλά να τον ρωτήσω το δάσκαλο και συγγραφέα Μισέλ Φάις, για την περιπέτεια της γραφής, για το τι σημαίνει να γράφει κανείς, αλλά και για την εμπειρία του από τους μαθητευόμενους επίδοξους συγγραφείς που κάθονται μαζί του γύρω από ένα μεγάλο στρογγυλό τραπέζι.

Τι κάνει κάποιον καλό δάσκαλο;

Αγνοώ. Προσωπικά ξεκίνησα μετά από παρακίνηση του Στρατή Χαβιαρά στο ΕΚΕΒΙ πριν επτά χρόνια. Δεν είχα ιδέα τι σημαίνει μιλάω για το γράψιμο και τη γραφή. Έκανα αυτό που ήξερα. Κάθισα γύρω από ένα τραπέζι με δώδεκα άγνωστα πρόσωπα και τους άνοιξα τη βιβλιοθήκη μου και το εργαστήρι μου. Τους έδειξα πώς να είναι δύσπιστοι σ’ αυτό που φτιάχνουν, πώς να διακρίνουν τη γραφομανία από τη γραφή, πώς να τους απασχολεί πρωτίστως το βλέμμα μιας ιστορίας κι όχι το θέμα της. Μάλλον η επανάληψη έγινε μέθοδος και η μέθοδος έφερε αποτελέσματα απτά. Μαθητές μου δημοσιεύουν σε περιοδικά, τυπώνουν βιβλία, ασχολείται μαζί τους η κριτική και το συνάφι, διακρίνονται σε διαγωνισμούς. Έχουν φτιάξει συντροφιές, έχουν συγκροτήσει πυρήνες γραφής και συζήτησης γύρω από τη λογοτεχνία – κι αυτό είναι πολύ σημαντικό και σπάνιο σε καιρούς που ούτε λογοτεχνικές παρέες υπάρχουν, ούτε μετρ.

Οι άνθρωποι που έρχονται στο σεμινάριο τι ζητούν;

Τα πάντα και τίποτα. Από το να βγάλουν ένα βιβλίο μέχρι να ανήκουν σε μια ομάδα με βιβλιοφιλικά ενδιαφέροντα, κι από το να οξύνουν τα αναγνωστικά τους κριτήρια μέχρι την απλή περιέργεια. Στόχος μου είναι να κατανοήσουν ότι δεν αρκεί ένας ή δύο κύκλοι για να οδηγηθούν στο τυπωθήτω. Η διαδικασία είναι μακρά, κοπιώδης και αχάριστη με στιγμές ικανοποίησης και βαθμίδες εσωτερικής ωρίμανσης.

Τι σημαίνει να μάθει κανείς να γράφει;

Γράφεις όταν δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Το γράψιμο δεν έχει σχέση ούτε με το καλό γούστο, ούτε με τη διακίνηση ιδεών, ούτε με την αυτοθεραπεία. Το γράψιμο μόνο ως κάτι κρίσιμο και αναγκαίο μπορεί να υπάρξει. Γι’ αυτό σε γυμνώνει από μηχανές και αυταπάτες. Καταστρέφεις, διαστρέφεις κι επιστρέφεις στα σκοτάδια σου μέσα από λέξεις και σιωπές.

Η λευκή σελίδα είναι την ίδια στιγμή μαύρο πηγάδι, έχετε πει. Είναι μέχρι να βρεις μια πρώτη ιδέα και να αρχίσεις να την υφαίνεις; Η λευκή σελίδα δεν τελειώνει ποτέ, εσύ τελειώνεις. Εσύ είσαι ο εφήμερος και ο περαστικός. Αυτή η αίσθηση της φθοράς σε αναγκάζει να μην παίρνεις και πολύ στα σοβαρά τον εαυτό σου και να μη βάζεις ανάμεσα σε σένα και στη λευκή σελίδα ψευτοεμπόδια: τελειοθηρία, μεγαλομανία κτλ. Κάποτε, αν αντέχεις, μπορεί και να βγάλεις βιβλίο και να προχωρήσεις.Η γραφή είναι αμφίδρομη διαδικασία, πηγαίνει μαζί με την ανάγνωση… Διαβάζοντας και γράφοντας, μαθαίνεις να διαβάζεις και να γράφεις. Στα μαθήματα εφαρμόζουμε το τρίπτυχο: δημιουργική ανάγνωση/γραφή/κριτική. Εξού και στον κύκλο των συναντήσεων η μία λειτουργία συνδέεται με την άλλη, προκύπτει μέσα από την άλλη. Ας μην ξεχνάμε, ο αυτάρκης συγγραφέας, πάνω απ’ όλα, είναι δεινός αναγνώστης. Γράφει τα βιβλία που θα ήθελε να διαβάσει, βιβλία που φωτίζουν αλλιώς τα βιβλία που θαυμάζει, τα βιβλία που τον καίνε, τα βιβλία που δεν μπορεί να γράψει. Ο συγγραφέας πάντα σε άλλα βιβλία λογοδοτεί, σε χαρακτήρες άλλων βιβλίων πατάει, αυτό που ονομάζουμε ύφος ή στιλ είναι η έκστασή μας για κάτι που διαβάσαμε, το ξεχάσαμε και το ξαναθυμηθήκαμε ως δικό μας.

Λέτε δηλαδή πως οι συγγραφείς, ακόμα και οι πιο μεγάλοι, μαθαίνουν από άλλους συγγραφείς; Ποιοι είναι οι δικοί σας δάσκαλοι; Ο συγγραφέας παραμένει πάντα αρχάριος και αυτοδίδακτος όσα σεμινάρια κι αν κάνει, όσες βιβλιοθήκες κι αν καταπιεί. Στέκεται πάντα σαν νήπιο μπροστά στο επόμενο βιβλίο του. Παλαιά Διαθήκη, Ευριπίδης, Κάφκα, Φόκνερ, Μπέκετ, Μπέρχαρντ, Βιζυηνός.

Τι κάνει κάποιον καλό συγγραφέα;

Αυτί, κλοπή, λήθη. Πρέπει να ξέρεις να παρατηρείς τους ανθρώπους και τα φαντάσματά σου, να σουφρώνεις αυτά που έχεις ανάγκη για να γράψεις και μετά να τα ξεχνάς όλα. Κι αυτά που σκέφτηκες κι αυτά που διάβασες κι αυτά που ονειρεύτηκες. Να θάβεις και να περιμένεις να τα ξεθάψουν μετά οι ήρωές σου. Με άλλα λόγια, το αφηγηματικό παιχνίδι τού να κλέβεις τον εαυτό σου ως ξένο και να φιλοξενείς τον ξένο ως εαυτό.

Υπάρχει στο μάθημά σας ένα κομμάτι που έχει να κάνει με τη θεωρία της λογοτεχνίας. Μελετώντας συγγραφείς όπως ο Μπέκετ ή ο Κάφκα έρχεσαι σε επαφή με έννοιες όπως ρεαλισμός και αντιρεαλισμός, γυμνή γραφή, μελετάς το ύφος, τη θεματολογία, την πάστα των ηρώων…

Ερχόμενος κάποιος στα σεμινάρια που συντονίζω έρχεται αντιμέτωπος με κάποιες σταθερές ή βεβαιότητες. Αυτές συνήθως μετατοπίζονται ή καταρρέουν. Όπως π.χ. το παιχνίδι της λογοτεχνικής αλήθειας και της βιωματικής αλήθειας ή ο εφησυχασμός του «τι» λέει η ιστορία κι όχι «πώς» τη λες και το βαθύτερο «γιατί» τη λες. Μαθαίνει ότι ο συγγραφέας ενδιαφέρεται μέχρι και για τη σκόνη από τα παπούτσια του περαστικού χαρακτήρα, μέχρι την ανείπωτη λέξη στα χείλη ενός φαντάσματος. Μαθαίνει πως το μελό και η κοινοτοπία είναι μάσκες που τις φορά για να υποδυθεί κάτι, να απευθυνθεί σε κάποιον, όπως είναι η ωμότητα ή η τρυφερότητα, κοντολογίς μαθαίνει να ζει ως ένας άλλος τη ζωή του, να γράφει ως ένας άλλος για τον εαυτό του.

Λογοτεχνία μπορεί να γίνει το οτιδήποτε;

Λογοτεχνία μπορεί να γίνει το οτιδήποτε, αφού πρώτα όμως μάθεις να το διακρίνεις, να το καθαρίζεις από τη λεκτική του φθορά και μετά να το τοποθετείς σ’ ένα γλωσσικό πλέγμα που θα το φωτίσει αλλιώς. Το κόλπο είναι να επινοείς αυτό που βρίσκεις, αυτό που θυμάσαι, αυτό που είσαι. Η οικειότητα και η απλότητα της ζωής δεν έχουν καμία σχέση με την οικειότητα ή την απλότητα της γραφής. Στην τέχνη της γραφής, στην τέχνη γενικότερα, όλα είναι κατασκευασμένα, μόνο που η κατασκευή δεν φαίνεται, οι ραφές δεν διακρίνονται ή αν φαίνονται αποτελούν μέρος της αφήγησης. Ο συγγραφέας είναι κάποιος που σβήνει τα ίχνη του μέσα στο κείμενο ή, αν είναι παρών, είναι πάντα μασκαρεμένος ακόμα κι όταν μιλάει για κάτι κατάσαρκο. Εξού και ο συγγραφέας βρίσκεται παντού και πουθενά.

Ποια είναι η πρόσληψη της λογοτεχνίας σήμερα; Η γνώμη σας για τη σύγχρονη λογοτεχνία;

Με ενδιαφέρει το αυθεντικό άγγιγμα της λογοτεχνίας. Οι διαχωρισμοί παραδοσιακή, μοντέρνα, μεταμοντέρνα γραφή αφορά τους θεωρητικούς ή τους συγγραφείς που θεωρητικίζουν. Η λογοτεχνία, από καταβολής της, μιλάει όπως μπορεί. Σε μια εποχή θρυμματισμένη από ουτοπίες και κτηνωδίες, προσπαθεί να ψελλίσει έναν κάποιο ουμανισμό, μια κάποια ιστορία.

Πολλοί μαθητές σας έχουν διακριθεί σε διαγωνισμούς, έχουν δημοσιεύσει βιβλία που έχουν συζητηθεί. Επιμελείσθε επίσης στο «Books’ Journal» μια στήλη για πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς, εδώ και μια επταετία διευθύνετε το «Hotel - Ένοικοι γραφής». Τι συμπεράσματα έχετε αποκομίσει;

Ότι το γράψιμο θέλει πολύ κουπί και ρομαντζάδα μηδέν. Έχω διασταυρωθεί με νέα παιδιά που έχουν φλόγα αλλά δεν έχουν μέθοδο, με άλλους που θεωρούν το γράψιμο ως εφαλτήριο αναγνωρισιμότητας, με άλλους που νιώθουν ήδη παραγνωρισμένοι Ροθ, Πίντσον ή Ντελίλο. Κάθε γραπτό κι ένας καημός. Όσον αφορά τους μαθητές μου που επιμένουν –είτε τυπώνουν είτε όχι, είτε διακρίνονται είτε όχι– τι άλλο από δικαίωση… Γιατί αυτό που συνομολογούμε κάθε φορά γύρω από μια άσκηση, μια ερμηνεία, ένα κείμενο, δηλαδή τη λύσσα μας να κυκλώσουμε αυτό που δεν κυκλώνεται, τους δυναμώνει αφηγηματικά και προσωπικά ώστε να αντέξουν την απόσταση που χωρίζει ένα τελικό χειρόγραφο από ένα βιβλίο.

Το μαγαζί που διαλέξαμε παρέμεινε άδειο, και έτσι ήσυχα οδηγηθήκαμε σε ένα αφηγηματικό παιχνίδι θεωρίας και πρακτικής. Αν κανείς γράφει είναι η ανάγκη που τον ωθεί, κι αν θέλει να μάθει να γράφει υπάρχουν το στρογγυλό τραπέζι, μια λευκή σελίδα σαν μαύρο πηγάδι, ο Κάφκα και οι άλλοι… «Κι αν σας ζητούσα μια “off the record” συμβουλή για κάποιον που θέλει να μάθει να γράφει ή να βελτιώσει τη γραφή του, τι θα του λέγατε;» «Να γράφει και να απελπίζεται, να απελπίζεται και να γράφει, αλλά να μη φαίνεται η απελπισία του στο χαρτί. Έτσι κι αλλιώς, η γραφή δεν είναι μια κωμωδία απόγνωσης;» 

Info: Οι κύκλοι σεμιναρίων του Μισέλ Φάις στη Σχόλη των Εκδόσεων Πατάκη Διήγημα αρχαρίων, Διήγημα προχωρημένων και Νουβέλα, διά ζώσης και εξ αποστάσεως, ξεκινούν τέλη Οκτωβρίου, ενώ αρχές Ιανουαρίου, αναμένονται Μικρή Φόρμα και Θεατρική Γραφή. Στις 18/10, Open Day Σχόλης: Ενημέρωση - γνωριμία, στο Βιβλιοπωλείο Πατάκη (Ακαδημίας 65). Πληρ.: www.patakis.gr