Βιβλιο

Χρήστος Χαρτοματσίδης: «Ο γραπτός λόγος έχει τη δικιά του μαγεία»

Μιλήσαμε με τον συγγραφέα με αφορμή το μυθιστόρημα «Hellga και Helena» (εκδ. Βακχικόν)

A.V. Guest
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ο Χρήστος Χαρτοματσίδης μιλάει στην Athens Voice με αφορμή το μυθιστόρημά του «Hellga και Helena» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Συνέντευξη στον Γιάννη Παπαδόπουλο


Ο Χρήστος Χαρτοματσίδης γεννήθηκε το 1954 στη Βουλγαρία, σε οικογένεια Ελλήνων πολιτικών προσφύγων. Σπούδασε Ιατρική και σήμερα εργάζεται ως Διευθυντής Μικροβιολογίας στο Γ. Ν. Κομοτηνής. Δημοσιεύει διηγήματα και μεταφράσεις στα λογοτεχνικά περιοδικά Νέα Πορεία, Η Λέξη, Το Δέντρο, Ιστός και Μανδραγόρας, του οποίου είναι μόνιμος συνεργάτης τα τελευταία χρόνια. Έχει εκδώσει τέσσερα μυθιστορήματα, τρεις συλλογές διηγημάτων και μία νουβέλα. Τέσσερα θεατρικά έργα του έχουν ανέβει στο ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής, σε θέατρα της Θεσσαλονίκης και σε κρατικό θέατρο της Βουλγαρίας. Έχει δύο πανβουλγαρικά βραβεία για διήγημα και μυθιστόρημα, ενώ στις ίδιες κατηγορίες έχει προταθεί αντίστοιχες φορές για τα βραβεία του περιοδικού Διαβάζω. Το μυθιστόρημα «Hellga και Helena» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να γράφετε;
Ο γραπτός λόγος ασκεί μια ανεξήγητη έλξη. Έχει τη δικιά του μαγεία και  δυνατότητες. Ίσως γι’ αυτό βλέπουμε τώρα τελευταία καταξιωμένους καλλιτέχνες, με λαμπρή πορεία σε άλλα είδη τέχνης – σκηνοθέτες,  μουσικοσυνθέτες, ηθοποιοί, μα ακόμη και επιστήμονες, δικηγόροι, πολιτικοί  να προσπαθούν να καταθέσουν τις προσωπικές τους μαρτυρείς κι ανησυχίες  σαν λογοτεχνικά δημιουργήματα  - γράφουν ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα. Ναι, επειδή τα γραπτά μένουν. Δίνουν όμως και μεγάλα περιθώρια  δημιουργίας κι άνεση μια που το γράψιμο δεν απαιτεί  ιδιαίτερες συνθήκες και υλικά. Το μόνο που χρειάζεται ο δημιουργός είναι μολύβι και χαρτί, ή τον υπολογιστή του. Και βέβαια κάποιον μετά μα διαβάσει τα κείμενά του… Για μένα το βασικό είναι η χαρά της δημιουργίας, η προσωπική ευχαρίστηση, η μεγάλη εκείνη στιγμή που  εντελώς απρόσμενα, το έργο και οι ήρωες του ξεφεύγουν από την επίβλεψη του συγγραφέα κι αρχίζουν και κινούνται αυτόνομα, υπακούοντας μοναχά στους δικούς τους κανόνες και διαθέσεις. Ίσως αυτή η στιγμή να είναι η έμπνευση. Τότε ξεπερνάς κάθε βαρεμάρα και τεμπελιά κι ενθουσιασμένος τρέχεις να προλάβεις τις καταστάσεις και είσαι μοναχά ο παρατηρητής που καταγράφει τα συμβάντα.

Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για εσάς είναι να καταφέρετε να εκφράσετε τη σκέψη σας πάνω στο χαρτί;
Δεν είναι πάντα εύκολο. Κάποιες στιγμές νιώθεις πως δεν αρκούν οι λέξεις, ή σου λείπει η πιο εκφραστική, η πιο σωστή. Άλλες φορές βλέπεις η ύλη να ξεφεύγει, να μην μπορείς με μια ματιά να ελέγξεις όλο το κείμενο, όλες τις εξελίξεις της πλοκής. Υπάρχουν και στιγμές που η πλοκή τρέχει κι «οργανώνεται» από μόνη της και συνήθως ακριβώς αυτές οι αράδες δεν χρειάζονται μετά καμία παρέμβαση.

Ποιες είναι οι επιρροές σας;
Είναι δύο οι μεγάλες σχολές στη λογοτεχνία – αυτή της μεγάλης Ρώσικης λογοτεχνίας και αυτή της μεγάλης Γαλλικής λογοτεχνίας. Εμείς έχουμε και τον Καζαντζάκη.

Ποια θεματολογία κρατεί  τον κυρίαρχο ρόλο στα έργα σας;
Οι δύο μεγάλες σχολές που προανέφερα έχουν και την δική τους θεματολογία – στους Ρώσους είναι ο πνευματικός κόσμος, η αναζήτηση του Θείου στη ζωή μας και στον άνθρωπό, ο πλούσιος ψυχισμός. Στους Γάλλους υπερτερεί ο υλικός κόσμος – το χρήμα, ο αγώνας για επικράτηση ή για επιβίωση, οι κοινωνικές συγκρούσεις. Και οι δύο ασχολούνται έντονα και με τον έρωτα και η κάθε μία τον αποδίδει με τον δικό της τρόπο.  Θαυμάζω τους μεγάλους Ρώσους, μα στην θεματολογία μου επικρατούν οι κοινωνικές συγκρούσεις, μαζί με την προσπάθεια για λεπτομερή, ψυχολογικά πορτραίτα. Μακάρι να γινόταν ένα πάντρεμα των δυο αυτών κόσμων

Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας
Πρόκειται για μια ιστορία, που διαδραματίζεται στην σύγχρονη Ελλάδα. Είναι γραμμένη με γρήγορο ρυθμό και χιούμορ, μα υπάρχουν και ψυχολογικές αναζητήσεις, που εμβαθύνουν την όλη ιστορία. Συγκεκριμένα:  μια ηλικιωμένη, με ψυχολογική αστάθεια, θεωρεί κάποια κοπελίτσα που συναντάει τυχαία στην λαϊκή, πως είναι η εγγονή της. Κι απαιτεί τις ανάλογες σχέσεις και συμπεριφορές. Κι εδώ αρχίζει το δράμα, ή μήπως η περιπέτεια και για την μικρή, μα και για την ηλικιωμένη κυρία.  Γίνεται παιχνίδι με τους ρόλους που συνειδητά ή όχι αποδεχόμαστε κι υποδυόμαστε  ως ανάγκη, ή ως επιλογή.

Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;
Γεννιέσαι! Αν δεν το έχεις, και η καλύτερη σχολή δημιουργικής γραφής δεν μπορεί να σε κάνει. Μπορεί όμως να βοηθήσει κάποιον  ταλαντούχο, μαθαίνοντας τον τα «μυστικά του επαγγέλματος», κάτι που στις άλλες τέχνες το μαθαίνουν στις ειδικές σχολές –  θεάτρου, καλών τεχνών, ωδείο. Στη λογοτεχνία αυτόν τον ρόλο παίζουν τώρα τελευταία, οι σχολές δημιουργικής γραφής.

Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίας τι θα ήταν αυτό;
Μακάρι να μπορούσε να αλλάξει κάτι στα λογοτεχνικά βραβεία και στην επιλογή των βιβλίων που χρηματοδοτούνται για μετάφραση. Τότε ίσως να μας αντιπροσωπεύανε πιο αξιόλογα έργα, που θα προκαλούσαν το ενδιαφέρον των ξένων.

Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;
Έχω σχεδόν τελειώσει  μια ιστορία,  που κατά κάποιον τρόπο είναι η συνέχεια του  μυθιστορήματός μου «Είναι κάπου αλλού η γιορτή» Διαδραματίζεται  είκοσι χρόνια μετά. Οι ίδιοι ήρωες, αν και πιο ώριμοι και μυαλωμένοι, καταφέρνουν και πάλι να μπλέξουν  σε άγριες καταστάσεις.